Της Κατερίνας Ζαρόκωστα
Η πολυκατοικία είναι μικρή, πέντε διαμερίσματα όλα κι όλα, χαμηλή, τριώροφη – αυτό ήταν το επιτρεπόμενο όριο στην περιοχή. Τα πίσω μπαλκόνια, ευρύχωρα, βεράντες μάλλον θα τα ’λεγες, βλέπουν σε τέσσερις ακάλυπτους, τον δικό τους, τον εκ δεξιών, εξ ευωνύμων, και πίσω απέναντι. Τέσσερις ακάλυπτοι ενωμένοι και κατάφυτοι με παλιά δέντρα, θάμνους που έγιναν δέντρα, δάφνες, ροδιές, αγγελικές, άλλα άγρια που μοιάζουν με βελανιδιές, ευκαλύπτους, τόσο πυκνά και θρασεμένα που κτίσμα δεν ξεμυτίζει, έτσι που μπορείς να ξεχάσεις πως βρίσκεσαι μερικά χιλιόμετρα μόνο μακριά απ’ το κέντρο και να θεωρήσεις πως μεταφέρθηκες στην καρδιά της φύσης, μιας φύσης αχειροποίητης, στη χάρη του καιρού. Φαίνεται πως στους κατοίκους αρέσει το παρθένο, το αδούλευτο. Κηπουρός δεν βάζει ψαλίδι.
Το βράδυ αγριευόταν λίγο. Τι μπορεί να κρυβόταν εκεί, να σερνόταν στο σκοτάδι και τη σιωπή; Θες κατά σύμπτωση, θες κατά βούληση, κανείς δεν καθόταν στις βεράντες γύρω, έτσι που ανθρώπινη φωνή δεν ακουγόταν. Μόνο γρύλλοι, τριζόνια, την άνοιξη ο γκιώνης… Ακόμη κι θόρυβος του μπροστινού δρόμου σκόνταφτε στο πράσινο τείχος, πνιγόταν. Γι αυτό κι όταν αντήχησε το ουρλιαχτό έγραψε σαν αστραπή στο σκοτάδι. Η σιωπή πύκνωσε, βάρυνε. Σαν να σώπασαν και τα ζούδια. Παράθυρα και μπαλκονόπορτες τέντα, άνοιξη βλέπεις, ο καιρός που τα ζώα τρελαίνονται, ζευγαρώνουν, οι γάτες σκούζοντας βραχνά. Όμως δεν ήταν τέτοιο ουρλιαχτό, από αλλού ερχόταν, από άλλη περιοχή της ψυχικής γεωγραφίας. Ακολούθησε φωνή γυναικεία, θυμωμένη στην αρχή, κατευναστική στη συνέχεια με το ουρλιαχτό να ξεσπάει κάθε τόσο ανεπίλυτο, βίαιο, απαιτητικό, φρικτό. Την απόδιωχνε, εκείνη επέστρεφε, την απόδιωχνε, επέστρεφε. Σαν κύμα.
Η σιωπή πύκνωσε, βάρυνε. Σαν να σώπασαν και τα ζούδια.
Αδέρφια είναι, σκέφτηκε αυθόρμητα. Αδερφός άρρωστος κι εκείνη τον φροντίζει. Όταν τον πήρε κοντά της νόμιζε πως θα τα κατάφερνε, η αγάπη θα υπερίσχυε. Όχι! Το ουρλιαχτό την νίκησε, την έδεσε. Του αφοσιώθηκε.
Εικασίες. Ποτέ δεν έμαθε στα σίγουρα. Ούτε ζήτησε να μάθει. Της αρκούσε που πλέον ήταν δυο να περιμένουν. Να επαγρυπνούν, να το νοιάζονται – το ουρλιαχτό. Η μια απ’ την εδώ πλευρά της νύχτας, η άλλη απ’ την εκεί.
***
ΟΡΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΧΩΡΟ
Στη στήλη αυτή δημοσιεύονται διηγήματα (κείμενα μυθοπλασίας) στην ελληνική γλώσσα τα οποία μέχρι τη στιγμή της αποστολής τους δεν έχουν δημοσιευτεί σε έντυπο ή οπουδήποτε στο διαδίκτυο. Τα διηγήματα αποστέλλονται στην ηλεκτρονική διεύθυνση diigima@bookpress.gr. Στην περίπτωση που το διήγημα επιλέγεται για να δημοσιευτεί, και μόνο σε αυτή, θα επικοινωνούμε με τον συγγραφέα το αργότερο μέσα σε 20 μέρες από την αποστολή του διηγήματος και θα τον ενημερώνουμε για το χρόνο της επικείμενης δημοσίευσης. Σε κάθε άλλη περίπτωση, καμιά επιπλέον επικοινωνία δεν θα πρέπει να αναμένεται και ο συγγραφέας επαναποκτά αυτομάτως την κυριότητα του κειμένου του. Τα προς δημοσίευση διηγήματα ενδέχεται να υποστούν γλωσσική επιμέλεια.