
Σκέψεις με αφορμή το live streaming από την παράσταση «Ιόν» του Χρήστου Παπαδόπουλου στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, το βράδυ της Κυριακής 4 Φεβρουαρίου.
Της Κλημεντίνης Βουνελάκη
Τίτλος και διαφημιστικές καταχωρήσεις μας προδιέθεταν για μια παράδοξη συνάντηση της παράστασης με το κοινό της. Τον όρο «ιόν» θυμόμαστε από τη φυσική και τη χημεία στο σχολείο: μόριο φορτισμένο θετικά ή αρνητικά λόγω της απώλειας ή πρόσκτησης ενός ή περισσοτέρων ηλεκτρονίων. Μα και η παράσταση ανακαλούσε πείραμα σε συνθήκες εργαστηρίου με το μάτι του θεατή στο φακό μικροσκοπίου, ίσως και ένα κάλεσμα σε μια μυστική εμπειρία με διάμεσο το σώμα.
Δέκα γυναίκες και άνδρες γυμνοί από τη μέση και πάνω μας εισάγουν σταδιακά σε ένα τελετουργικό μινιμαλιστικής αισθητικής και αφαιρετικής – επαναληπτικής διάθεσης, ντυμένο ιδανικά με την industrial μουσική του Coti K. και ενσαρκωμένο από μια ομάδα εξαιρετικών περφόρμερ.
Τα πρώτα δέκα λεπτά κύλησαν μέσα σε απόλυτο σκοτάδι και σιωπή με τις κόρες να διαστέλλονται αμήχανα, ώσπου μια χαραμάδα φωτός –όσο ένα λαμπτήρας νέον– ήρθε να φανερώσει ότι κάτι συντελείται επί σκηνής: γρήγορα περάσματα σωμάτων όπου μπορούσες να διακρίνεις αμυδρά τα πέλματα των χορευτών. Λίγο αργότερα θα αναδυόταν μια κεντρική φιγούρα περιστοιχισμένη από ένα corpus χορευτών («ιόντων»). Δέκα γυναίκες και άνδρες γυμνοί από τη μέση και πάνω μας εισάγουν σταδιακά σε ένα τελετουργικό μινιμαλιστικής αισθητικής και αφαιρετικής – επαναληπτικής διάθεσης, ντυμένο ιδανικά με την industrial μουσική του Coti K. και ενσαρκωμένο από μια ομάδα εξαιρετικών περφόρμερ. Με τις αντιλήψεις για την αναπαράσταση του σώματος να ποικίλλουν κατά μήκος της ιστορίας του χορού, ο Χρήστος Παπαδόπουλος με μακρά θητεία ως ερμηνευτής αλλά σχετικά καινούργιος στα χορογραφικά πράγματα έρχεται με την τρίτη κατά σειρά δημιουργία του να μας εκπλήξει θετικά. Παρότι τα ερεθίσματα και οι εμπειρίες του ήταν περισσότερο σχετικές με ένα σώμα που αφηγείται ή που εντυπωσιάζει με την δεξιοτεχνία του, αυτός κράτησε «το δικό του» κλαδί του απαραβίαστου πριμοδοτώντας μια διαφορετική αντίληψη της σωματικότητας.
Ποιο σώμα λοιπόν; Γιατί υπάρχουν πολλά: του ανατόμου, του επιστήμονα, το ερωτικό σώμα, το πάσχον σώμα, το καθημερινό σώμα κ.λπ. Γοητευμένος ο ίδιος από την αμεσότητα της γλώσσας του σώματος επιλέγει εξ ενστίκτου μια γραφή απλή και μια οικονομία στη χρήση των μέσων θαυμαστή, μακριά από φλυαρίες και περιττά που συνιστούν το κυρίαρχο ρεύμα στην εγχώρια σκηνή. Αυτή η εμμονή στην ιδιοσυγκρασιακή του ανάγκη, μαζί με την θέληση να εστιάσει σε ένα παιχνίδι συντονισμού ή συν-ήχησης διαφορετικών σωμάτων κάνουν ήδη την ειδοποιό διαφορά. Με βασικά κινητικά μοτίβα την καθετότητα και την στάση σε μια σκηνή γυμνή, μακριά από τον φόβο του κενού, «αναζητά ένα είδος πειθαρχίας στο έλασσον», όπως αναφέρει στο σημείωμά του ο δραματουργός Τάσος Κουκουτάς. Όλα αυτά τα στοιχεία της παράστασης δεν διεκδικούν εύσημα καινοτομίας. Ας μην ξεχνάμε ότι είμαστε επίγονοι μιας ιστορικής συγκυρίας όπου τα πάντα έχουν συντελεστεί, ενώ το αυθεντικό παραμένει ζητούμενο. Η μοντερνικότητα άλλωστε για τον χορό, όπως και για τις άλλες τέχνες κατά μήκος του 20ού αιώνα, απαιτούσε από τον καλλιτέχνη την εξερεύνηση της προσωπικής του γραφής. Στα μονοπάτια μιας τέτοιας αναζήτησης τοποθετεί τον εαυτό του ο χορογράφος, μακριά από τα κατασκευασμένα θεάματα όσο και από τον στείρο φορμαλισμό, που ανάγει τον πειραματισμό σε αυταξία.
Το «Ιόν» απευθύνεται στα ημιτόνια των αισθήσεων και μας συντονίζει μέσω μιας ελάχιστης κίνησης που θυμίζει αιώρηση, με τον εσωτερικό μας εαυτό. Η ανέλιξη του δρώμενου μέσα από το επαναλαμβανόμενο, υπνωτιστικά σχεδόν, μοτίβο με τους χορευτές να διαχέονται στον χώρο επί εξήντα λεπτά για να επιστρέψουν συσπειρωμένοι στο σημείο από το οποίο ξεκίνησαν, οδηγεί σε μια ποιητική και ανορθόδοξη εμπειρία, που δεν είναι ούτε διανοητική ούτε ψυχική, αγγίζει το άφατο και λειτουργεί σαν καθρέφτης στο δικό μας φαντασιακό.
* Η ΚΛΗΜΕΝΤΙΝΗ ΒΟΥΝΕΛΑΚΗ είναι δημοσιογράφος-κριτικός χορού.