
Για τις παραστάσεις Displacement, του Mithkal Alzghair και While I was waiting των Omar Abusaada & Mohammad Al Attar, στο πλαίσιο του αφιερώματος Focus: Syria, το οποίο παρουσιάστηκε στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.
Του Νίκου Ξένιου
Στη χορογραφία του Μιθκάλ Αλζγκάιρ Displacement η πολύπαθη χώρα εκπροσωπείται επάξια, επιδεικνύοντας υψηλό επίπεδο χορευτικής δημιουργίας, ενώ με τη στρατευμένη παράσταση While I was waiting γίναμε μάρτυρες ενός αξιοσημείωτου δραματουργικού επιπέδου και μιας σημαντικότατης καλλιτεχνικής παράδοσης.
Ο Μιθκάλ Αλζγκάιρ γεννήθηκε το 1980 σ’ ένα ορεινό χωρίο της νοτιοδυτικής Συρίας, κοντά στα σύνορα με την Ιορδανία. Στα δεκάξι του βρέθηκε να σπουδάζει θέατρο, καθώς τελείωνε το σχολείο στη Δαμασκό, το 1999. Ενώ έγινε δεκτός στην ακαδημία χορού, κλήθηκε βίαια στη στρατιωτική του θητεία. Συνέχισε τις σπουδές του στη Βηρυττό, που μόλις είχε κατακτήσει πολιτική ελευθερία, κι εκεί συνάντησε τη Ματίλντ Μονιέ. Αρνούμενος να συμμετάσχει στην κρατούσα κατάσταση της Συρίας ο Μιθκάλ Αλζγκάιρ επέλεξε να ξενιτευτεί στη Γαλλία, αρχικά με βίζα διάρκειας ενός χρόνου, ενώ έκανε μάστερ στον σύγχρονο χορό στο Μονπελιέ. Εδώ και έξι χρόνια ζει και εργάζεται ως χορευτής και χορογράφος στο Παρίσι.
Τόποι άξενοι, κορμιά απογυμνωμένα
Αισθητικά και θεματολογικά η δημιουργία του ανακλά την έννοια της ηθικής ελευθερίας, όπως αναδύεται ως επιλογή στάσης των Σύριων έναντι της πολιτικοκοινωνικής κατάστασης της χώρας τους.
Από πού προέρχομαι και πού πηγαίνω; Αυτό είναι το ερώτημα που εγείρεται από την παράσταση/περφόρμανς Displacement του ταλαντούχου, ευαίσθητου δημιουργού. Αισθητικά και θεματολογικά η δημιουργία του ανακλά την έννοια της ηθικής ελευθερίας, όπως αναδύεται ως επιλογή στάσης των Σύριων έναντι της πολιτικοκοινωνικής κατάστασης της χώρας τους: στο έργο του ενσωματώνονται οι εικόνες από τους εγκληματίες και τα θύματα, οι θρησκευτικές καταβολές, η εθελούσια επιλογή της εξορίας και η δυσπροσαρμοστία, οι νεκροί διαδηλωτές, ο εκτοπισμός και η σωματική καταρράκωση, ακολουθώντας μια συγκεκριμένη séquence βημάτων και στα δύο μέρη της παράστασης: στο πρώτο παρελαύνει το άτομο, στο δεύτερο η ομάδα. Πρόκειται για αλλαγή τόπου, για αλλαγή στάσης, οπτικής γωνίας, ιδεολογικής τοποθέτησης και, κυρίως, διαχείρισης της προσωπικής ελευθερίας.
Στο σόλο του του πρώτου μέρους ο χορευτής σπαράσσεται κυριολεκτικά ανάμεσα στη σιωπή και το άκουσμα ενός θρηνητικού άσματος, φορά τις αρβύλες του πολέμου υποσκάπτοντας το μιλιταριστικό πρότυπο, κατόπιν απεκδύεται αυτού του ρόλου και ημίγυμνος κατακερματίζει το σώμα του, σύροντάς το ανάμεσα στην κατάνυξη, την παθητική αποδοχή και τον ρόλο του θύματος από τη μια, κι από την άλλη την έκρηξη της διαμαρτυρίας, τη σύνθλιψη της διαφωνίας, τον θάνατο. Η εκ καταβολών συστολή, σε εναλλαγή με την κατανυκτική, σταδιακή έκθεση ενός ασκητικού σώματος, συνθέτουν ένα θαυμαστό είδος χορογραφικής αντίστιξης, όπου οι τρόποι του σύγχρονου χορού εναρμονίζονται με τη μανιέρα ενός κλασικού δημοτικού χορού, δηλαδή των ηχοχρωμάτων στα οποία έχει εμβαπτισθεί η συριακή ταυτότητα (ο χορός Ντάπκε του Λιβάνου απαντά επίσης στη Συρία, το Ιράκ, την Παλαιστίνη και την Ιορδανία, ένας χορός που μοιάζει με το πέταγμα πουλιού).
Λατρευτική ατμόσφαιρα και πυρρίχειος δυναμισμός σε μια συνθετική χορογραφική πραγμάτευση του ζητήματος της ταυτότητας κι εκείνου της προσφυγιάς.
Σύντομο σκοτάδι και λιτότητα, σκηνική αφαίρεση κι ένα λευκό ύφασμα μάς εισάγουν στο δεύτερο μέρος: μαζί με τον τούρκο Ταμίλ Τάσκιν και τον σύριο Ράμι Φάραχ, ο Μιθκάλ Αλζγκάιρ συνθέτει ένα συγκινητικό χορευτικό τρίο, που επαναλαμβάνει τα μοτίβα του πρώτου μέρους της χορογραφίας και εξελίσσεται σε μια ελεγειακού ύφους, σπαρακτική αλλαγή τοπίου, από τη λατρευτή πατρίδα και τους ρυθμούς της ανατολής σε ξένους, άξενους ρυθμούς, σε ξένους, αφιλόξενους τόπους. Λατρευτική ατμόσφαιρα και πυρρίχειος δυναμισμός σε μια συνθετική χορογραφική πραγμάτευση του ζητήματος της ταυτότητας κι εκείνου της προσφυγιάς, της αναγκαστικής μετατόπισης, του décalage από την κουλτούρα του τόπου προέλευσης στην κουλτούρα του τόπου προορισμού.
While I was waiting
Πρόκειται για την αναμονή πριν τον οριστικό εκπατρισμό, την αναμονή για τον θάνατο, ή ακόμα για την αναμονή που σου προσφέρει τη δυνατότητα να «σταθείς μακριά» από τα δρώμενα, να τηρήσεις νηφάλια, νοσταλγική και αναστοχαστική (contemplative) στάση και να επαναπροσδιορίσεις την ταυτότητά σου και το αξιακό σου σύστημα.
Μετά τη χορογραφία του Αλζγκάιρ το αφιέρωμα στη Συρία συνεχίστηκε με την παράσταση των Ομάρ Αμπουσαάντα και Μοχάμαντ Αλ Άταρ While I was waiting: πρόκειται για την αναμονή πριν τον οριστικό εκπατρισμό, την αναμονή για τον θάνατο, ή ακόμα για την αναμονή που σου προσφέρει τη δυνατότητα να «σταθείς μακριά» από τα δρώμενα, να τηρήσεις νηφάλια, νοσταλγική και αναστοχαστική (contemplative) στάση και να επαναπροσδιορίσεις την ταυτότητά σου και το αξιακό σου σύστημα. Ο νεαρός Ταΐμ βρίσκεται σε κώμα σε νοσοκομείο της Δαμασκού και η οικογένειά του συζητά πάνω από το κρεβάτι του, ενώ ο ίδιος «βγαίνει» από το σώμα του και αφηγείται τα γεγονότα που οδήγησαν στον ξυλοδαρμό του. Η θεατρική σύμβαση του κώματος επιτρέπει στο όνειρο και τη φαντασίωση να ενδοβάλει στην παράσταση με αποτελεσματικό τρόπο. Πρόκειται για ένα θέατρο επινόησης που επιστρατεύει υλικό αρχείου και στήνει τη μυθοπλασία στη βάση της απολογίας, της νοσταλγίας, του συναισθήματος αποκοπής που προκύπτει από την αδυνατότητα επιστροφής κι επανεπίσκεψης του γενέθλιου τόπου, χωρίς να αγνοεί την ιστορικότητα της μαρτυρίας. Ξεκινά από το 2011, όταν κάποιοι πίστευαν στην πολιτική αλλαγή, διεξέρχεται τον συριακό εμφύλιο και φτάνει ως σήμερα, όπου οι άνθρωποι μαθαίνουν να ζουν τη ζωή τους μέρα με τη μέρα. Τα μέλη της οικογένειας του Ταΐμ προσπαθούν να βρουν τρόπους να ξεπεράσουν την απουσία του αγαπημένου προσώπου, επινοώντας διαφορετικούς τρόπους. Η νέα γενιά οραματιστών που συμμετείχαν στην επανάσταση (εκπροσωπείται από τον Μοχάμεντ Αλρεφάι, τον Μογιάντ Ρομέιχ, τη Ρεχάμ Κασάρ) παρουσιάζει τον τρόπο προσεταιρισμού νέων μελών στους κόλπους της Τζιχάντ και κατόπιν στους κόλπους του ISIS, διατηρώντας τις αποστάσεις αντικειμενικότητας που είναι απαραίτητες για την κατανόηση του φαινομένου. Πώς να διαλέξεις ανάμεσα στον Άσαντ και το ISIS; Αυτή η γενιά είναι η πιο χαμένη. Η γενιά των γονέων επιλέγει μια πιο κυνική στάση.
Υψηλό επίπεδο αισθητικής συγκίνησης, σε συνδυασμό με αναστοχασμό για τα εδάφη μαρτυρίου απ’ όπου προέρχεται ένα σημαντικό μέρος της μεταναστευτικής μάζας των τελευταίων χρόνων.
Στην ουσία όμως ο κύριος διαχωρισμός βρίσκεται ανάμεσα στους Σύριους που επέλεξαν να μείνουν και τους Σύριους που επέλεξαν να φύγουν από τη χώρα: «Η εικόνα της Συρίας στα διεθνή μίντια βρίσκεται "εγκλωβισμένη" ανάμεσα στις σκληρές εικόνες απόλυτης καταστροφής, την προσφυγική κρίση και τα διεθνή γεωπολιτικά συμφέροντα. Οι δρόμοι της Δαμασκού δεν φέρνουν πια στο νου την ελπίδα – οι νέοι της χώρας έχουν πλέον σκοτωθεί, στρατευθεί, φυλακιστεί ή υποχρεωτικά εκτοπιστεί. Ο Μοχάμαντ έχει ζητήσει άσυλο στη Γερμανία, ενώ ο Oμάρ αρνείται να εγκαταλείψει τη Δαμασκό. Και οι δυο τους, ωστόσο, εξακολουθούν να πιστεύουν στο θέατρο ως μέσο αντιμετώπισης της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης στη χώρα τους», γράφει χαρακτηριστικά η κυρία Αρφαρά στο ενημερωτικό της σημείωμα, αποδίδοντας επακριβώς την ερήμωση της κοινωνικής και πνευματικής ζωής της γειτονικής χώρας. Υψηλό επίπεδο αισθητικής συγκίνησης, σε συνδυασμό με αναστοχασμό για τα εδάφη μαρτυρίου απ’ όπου προέρχεται ένα σημαντικό μέρος της μεταναστευτικής μάζας των τελευταίων χρόνων. Δεν είναι τυχαίο το σχόλιο «Οι Σύριοι έχουν επίπεδο!» που ακουγόταν στο τέλος της παράστασης (ένα σχόλιο που από τη μια επαινεί τη Συρία, από την άλλη όμως ενέχει μια δόση ρατσισμού για τους υπόλοιπους μετανάστες).
Ο Ομάρ Αμπουσαάντα είναι απόφοιτος της Ανώτατης Σχολής Δραματικής Τέχνης της Δαμασκού, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, εργάζεται ως συγγραφέας και σκηνοθέτης. Το 2002 ίδρυσε την ομάδα Studio Theater, η οποία έκανε το ντεμπούτο της το 2004 με το έργο Insomnia. Ακολούθησε η Συγχώρηση, παράσταση που έγινε σε συνεργασία με μια ομάδα τροφίμων κέντρου κράτησης ανηλίκων. Τον Μάρτιο του 2012, o Αμπουσαάντα συμμετείχε με ένα θεατρικό αναλόγιο αφιερωμένο στην Αραβική Άνοιξη στο φεστιβάλ σύγχρονης τέχνης από τον αραβικό κόσμο Meeting Points 6, προσκεκλημένος της Στέγης. Το 2013 ανέβασε στο Λονδίνο το Queens of Syria, εμπνευσμένο από τις Τρωάδες του Ευριπίδη. Η παράστασή του Τamarrod (Ανυπακοή) βασίστηκε στην Αντιγόνη του Σοφοκλή.
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.