
Για την παράσταση του Lemi Ponifasio The Crimson House (Το κόκκινο σπίτι), που παρουσιάζεται μέχρι και τις 9 Νοεμβρίου στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών.
Του Νίκου Ξένιου
dazzling nakedness/in light and silencei sleep once again/in the house without foundation
Ο Θεός εμφανίστηκε στα μάτια του Αβραάμ ως φλεγόμενη βάτος, για να θέσει ταμπού και όρια στο ανθρώπινο γένος. Επανεμφανίστηκε στην Αποκάλυψη του Ιωάννη και τέλος, επί σκηνής -ως τεράστια κούκλα κουκλοθεάτρου-, στο υπόγειο της οικίας του Ισμαήλ, στην ταινία του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν Φάννυ και Αλέξανδρος.
Χθες το βράδυ, στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, στην τελευταία του παραγωγή: To Κόκκινο Σπίτι (Τhe Crimson House) ο νεοζηλανδός χορογράφος Λέμι Πονιφάζιο έβαλε τους δικούς του θεούς, ως κεραυνό και αστραπή, να παρακολουθούν με οδύνη την Ύβριν των ανθρώπων, που νομίζουν ότι μπορούν να κατακτήσουν την απόλυτη γνώση. Αναμειγνύοντας τον σύγχρονο χορό με παραδοσιακές τελετουργίες, η παράσταση δημιουργεί ένα ποιητικό χώρο που εγκλείει και το κοινό: μια κοινωνία που δεν της έχει μείνει ίχνος ιδιωτικής ζωής, καθώς όλα ελέγχονται και παρακολουθούνται, όπου η ίδια ξεχνά να στρέψει το βλέμμα στον εαυτό της και στη συνείδησή της, διατηρεί όμως μια ψευδαίσθηση ελευθερίας. Να είναι η θεϊκή παντογνωσία εφηρμοσμένη στον σύγχρονο κόσμο του Google και της συνεχούς παρακολούθησης; Να είναι ο έλεγχος ο ηλεκτρονικός και το 1984 του οργουελικού εφιάλτη;
Υπαινικτικός, ακριβής, στιλιζαρισμένος χορός με μήνυμα
Εκκωφαντικός ήχος από τον Σεμπάστιαν Σότκε, εκτυφλωτικό φως από τον Μάικ Σκίνερ και την Έλεν Τοντ και εκπληκτικά βίντεο από τον Κουέντιν Ντεσκουρτί πλαισιώνουν μιαν αρχετυπική σύνθεση ζοφερού λυκόφωτος, όπου το ανθρώπινο ον, απόλυτα τρωτό και δεκτικό στην παρουσία των πνευμάτων, βαδίζει υπνωτισμένο προς τους θεατές. Η παράσταση συνθέτει τρεις σαφώς διακεκριμένες ομάδες χορογραφικών κινήσεων. Σε μια πρώτη ομάδα κινησιολογικών κλισέ, τρεις θεοί ενδεδυμένοι τη σκόνη και το φως επαναλαμβάνουν, κυλιόμενοι με ιλιγγιώδη ταχύτητα επί σκηνής, τις μινιμαλιστικές, επαναληπτικές χειρονομίες της Γενέσεως με τους δύσκολους κώδικες ενός παραδοσιακού χορού του Ειρηνικού.
Ο Πονιφάζιο μεταφέρει το κοινό του σ’ ένα σύμπαν όπου διασταυρώνονται οι άνθρωποι, τα πουλιά, οι θεοί, το τραγούδι, οι ζωϊκές φιγούρες, η παρουσία των προγόνων
Το θέατρο μετατρέπεται σε καθαγιασμένο χώρο συνάθροισης (εκκλησία) των ανθρώπων για την από κοινού συμμετοχή σε μια τελετή κατανόησης του κόσμου τους: η δουλειά του Πονιφάζιο αναφέρεται στη Φάλε Ούλα, την αυθεντική «Πορφυρή Οικία» των Σαμόα, την οποία ο προπάτορας Τάγκα λο Αλάγκι χάρισε στους ανθρώπους για να στεγάζει το κέντρο της εξουσίας του στη Γη. Ένα «λίκνο» όπου κάποιο κουκούλι δημιουργίας (genius cucculatus) σπαράσσεται εν τη γενέσει του, επιμολυσμένο από την τεχνολογία του θεάματος: μια ολόγυμνη, πανέμορφη, φαλακρή γυναίκα ενδύεται τον ρόλο, τους ακκισμούς και τον αδιέξοδο ναρκισσισμό της Μέριλιν, ενώ ο κόσμος γύρω της καταρρέει. Το ανθρώπινο γένος έχει ξεφύγει από την αγκαλιά των θεών, οι οποίοι -ωστόσο- συνεχίζουν να διατρέχουν κυλιόμενοι τη σκηνή, τηρώντας τον ίδιο κινησιολογικό κώδικα, αυστηρότατα επιτηρώντας το κάθε λεπτό της πτωτικής πορείας του δημιουργήματός τους και θρηνώντας γι’αυτό. Ο Πονιφάζιο μεταφέρει το κοινό του σ’ ένα σύμπαν όπου διασταυρώνονται οι άνθρωποι, τα πουλιά, οι θεοί, το τραγούδι, οι ζωϊκές φιγούρες, η παρουσία των προγόνων. Εκεί ο παραδοσιακός χορός Χάκα των Μαορί και η σύγχρονη αισθητική του χορού γίνονται ένα και τα πολιτιστικά σύνορα καταργούνται, ώστε το έργο σέβεται τόσο τη δυτική αντίληψη για τις εικόνες όσο και τα στερεότυπα που συνδέονται με τον Νότιο Ειρηνικό.
Mια γυμνή Μέριλιν χωρίς ηλικία
Η ελεγειακή διάσταση της σύλληψης του Πονιφάζιο υπογραμμίζεται από την παρουσία ενός «Μεγάλου Αδελφού» που, με μηχανικές κινήσεις που συνθέτουν μια δεύτερη χορογραφική σύνθεση, σύγχρονου χορού αυτήν τη φορά, καταγράφει κάθε στάδιο οδύνης, κατάρρευσης και τελικής αναδίπλωσης του απόλυτα θηλυκού ανθρώπου στην αρχική, εμβρυακή στάση. Πρωτόγονη ενέργεια εκλύεται, σκηνογραφικά καθορισμένη από κάποια δυσμετάφραστα για το δυτικό κοινό κλισέ του δημιουργού, που αναμειγνύονται με κάποια οικεία στερεότυπα μόδας και ποπ κουλτούρας, ενέργεια που μοιάζει με προφητεία ενός σαμάνου.
Ένας εκπληκτικός χορευτής αποδίδει την απόσχιση αυτήν συγκλονιζόμενος και σπαρασσόμενος, καθώς κατακόκκινα φτερά παπαγάλου αποκολλώνται βίαια από τη ράχη του και το κορμί του αναβλύζει αίμα
Οι τοίχοι της οικίας φέρονται ως βαθυκόκκινοι, γιατί υποτίθεται ότι ήταν βαμμένοι με το αίμα των θυσιαζόμενων. Επίσης, κόκκινα φτερά παπαγάλου κοσμούσαν την αχυρένια σκεπή αυτής της «αρχετυπικής καλύβης», που παραπέμπει στην ελληνική καλύβα του Απόλλωνα, στους Δελφούς. Στην Ελλάδα το καλύβι αυτό «ξεθεμελιώνεται» και «αποστεγάζεται» με την έλευση του θεού μέσα σε μια νύχτα. Αντίστοιχα, στην Πολυνησία, το πορφυρό χρώμα συνδεόταν με ιερά πρόσωπα και αντικείμενα, τα οποία θεωρούσαν πως έλαμπαν, λόγω της εγγύτητάς τους με το αρχικό σημείο της δημιουργίας του κόσμου. Όλα αυτά τα ιερά πλάσματα κατάγονταν από το αρχέγονο ζεύγος του Ουρανού (Ράνγκι) και της Γης (Πάπα), που χωρίστηκαν βίαια από τα φυλακισμένα στην αγκαλιά τους παιδιά τους. Ερμηνεύοντας μια τρίτη, ευδιάκριτη χορογραφική σύνθεση, ένας εκπληκτικός χορευτής αποδίδει την απόσχιση αυτήν συγκλονιζόμενος και σπαρασσόμενος, καθώς κατακόκκινα φτερά παπαγάλου αποκολλώνται βίαια από τη ράχη του και το κορμί του αναβλύζει αίμα. Η κίνησή του συγκρατεί τις μνήμες ενός ανθρώπου-πουλιού, που κάποτε μπορούσε να κατανικήσει τη βαρύτητα, όμως τώρα αιμορραγεί, στην εκπεπτωκυία εκδοχή της ύπαρξής του.
Στρατευμένη τέχνη, χωρίς αμφιβολία
Για τον Λέμι Πονιφάζιο, ο χορός δεν είναι μια δραστηριότητα του στούντιο. «Το να κινείς τους ανθρώπους μέσα σ’ ένα κλειστό δωμάτιο, να τους μιλάς μόνο για τα βήματα ή για τη σημασία της κάθε κίνησης και ποτέ να μην αναφέρεσαι στον βαθύτερο λόγο για τον οποίο ο άνθρωπος χορεύει εν γένει, δηλαδή να μην θίγεις τη φύση της ζωής και της ανθρώπινης κοινότητας και επικοινωνίας, αυτό είναι αδιανόητο», δηλώνει ο διάσημος χορογράφος. Και συμπληρώνει πως νιώθει τον χορό σαν ένα «όχημα» που επέλεξε σε αυτήν τη ζωή για να μπορέσει να πει όσα έχει να πει. Δηλαδή, με δυο λόγια, τη μοίρα της ανθρωπότητας, όπως τη βιώνει ένας χορογράφος που από τα δεκαπέντε του, στη Νέα Ζηλανδία, μεγάλωσε στα πλαίσια της κουλτούρας Σαμόα, όπου η τελετή συνέδεε μεταξύ τους τους ανθρώπους της κοινότητας, και όπου ο χορός ήταν στενά συνυφασμένος με αυτήν την τελετή.
Ο χορογράφος φέρει τον τίτλο του «Μέγα Ηγέτη» των Σαμοανών, γιατί έχει κληρονομήσει από τον πατέρα του τον τιμητικό οικογενειακό τίτλο του «Sala». Ίδρυσε την πλατφόρμα MAU το 1995, στο Ώκλαντ της Νέας Ζηλανδίας. Δεν πρόκειται για μια ομάδα χορού, αλλά για έναν οργανισμό που περιλαμβάνει μέλη της κοινωνίας των πολιτών και καλλιτέχνες. Όλοι κατάγονται από τα νησιά του Νότιου Ειρηνικού. Η πλατφόρμα MAU είναι ένα ζωντανό, δημιουργικό κέντρο που υλοποιεί σεμινάρια, εργαστήρια, διαλέξεις, καλλιτεχνικά γεγονότα και τελετές σε συνεργασία με τοπικές και διεθνείς κοινότητες. Η λέξη MAU σημαίνει «αποκάλυψη της αλήθειας», «μαρτυρία», «ισχυρό όραμα», αλλά και «επανάσταση, ως μια προσπάθεια για μεταμόρφωση». MAU ήταν επίσης το όνομα του ειρηνικού κινήματος για την ανεξαρτησία της Σαμόα στις αρχές του 20ού αιώνα. Η δουλειά του Πονιφάζιο συγκρίνεται, συχνά, με αυτήν της Πίνα Μπάους, λόγω της ακτιβιστικής της διάστασης και της αίσθησης καθήκοντος που κομίζει επί σκηνής: αυτά είχαν ήδη αναδειχθεί στο Birds with Skymirrors (Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών Αθήνας, 2012), στην οικολογική αξιοποίηση της σαιξπηρικής Τρικυμίας (Tempest: Without A Body), στην παράσταση Le Savali: Berlin και στο Stones In Her Mouth. Οι παραστάσεις του νεοζηλανδού δημιουργού έχουν ανέβει στα σημαντικότερα θέατρα και φεστιβάλ του πλανήτη, όπως είναι το Festspielhaus της Βιέννης, η Biennale της Βενετίας, το Théâtre de la Ville στο Παρίσι, το Διεθνές Θεατρικό Φεστιβάλ του Λονδίνου, το Φεστιβάλ του Εδιμβούργου και το Theater Der Welt του Βερολίνου.
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.