Είδαμε την παράσταση «Μαγικά βουνά», στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, από τους elephas tiliensis. «Το σκηνικό αναπαριστά ένα δάσος στο χωριό Βουλγαρέλι της Πίνδου και θυμίζει έντονα τις φωτογραφικές μαρτυρίες του σπουδαίου Κώστα Μπαλάφα ή του Τάκη Τλούπα».
Γράφει ο Νίκος Ξένιος
Το καλοκαίρι του 2023 ο Δημήτρης Αγαρτζίδης είχε πραγματοποιήσει την έρευνα Βλάχικα παραμύθια και τραγούδια στο ορεινό Αμπελοχώρι της Πίνδου: μια σειρά δράσεων με στόχο τη δημιουργία συλλογικής εμπειρίας και την ψηφιακή αποτύπωση παραμυθιών και τραγουδιών στο βλάχικο γλωσσικό ιδίωμα. Φέτος, σε συνεργασία με τη Δέσποινα Αναστασόγλου διοργάνωσε εργαστήρια στο Αμπελοχώρι για την ομάδα «απλού θεάτρου» elephas tiliensis, ανανεώνοντας το ρεπερτόριό της με υλικό από το Θέατρο του Βουνού, δραματοποιώντας και ανεβάζοντας κάποια μονόπρακτα του Γιώργου Κοτζιούλα υπό τον τίτλο Μαγικά Βουνά, στο Θέατρο του Νέου Κόσμου.
Μια παράσταση που προπαγανδίζει την ισότητα
Έρευνα θεατρολογική και ιστορικοπολιτική έδωσε ως καρπούς τη μουσική της παράστασης που συνθέτει ο Χρίστος Θεοδώρου, περιλαμβάνοντας αντάρτικα, δημοτικά και ελαφρά τραγούδια της εποχής, όπως και μια μεταφρασμένη στα Ελληνικά σερενάτα του Σούμπερτ. Το σκηνικό αναπαριστά ένα δάσος στο χωριό Βουλγαρέλι της Πίνδου και θυμίζει έντονα τις φωτογραφικές μαρτυρίες του σπουδαίου Κώστα Μπαλάφα ή του Τάκη Τλούπα. Η ενδυματολογική προσέγγιση της Μαγδαληνής Αυγερινού με τις βελέντζες, τα τσεμπέρια, τα καλαθοτάγαρα, τα υφαντά σεντόνια που γίνονται θεατρικοί μπερντέδες, τα σκαμνιά, τις φουστανέλες και τα τσαρούχια, συνθέτουν μιαν αισθητική που επιστρατεύει μνήμες από τον Θεόφιλο: ανακαλεί κανείς τους βασανισμένους τσοπάνηδες που τρέφονται με καλαμποκίσιο ψωμί και τις μαυροντυμένες γυναίκες σε μια άγονη γη που διατηρεί άσβεστη τη φλόγα της Αντίστασης. «Η Ελλάδα σέρνει το χορό, ψηλά, με τους αντάρτες», έγραφε ο Άγγελος Σικελιανός.
Υπάρχει δε συγκεκριμένη προθετικότητα στη σύνδεση της ιστορίας της Αντίστασης με το εθνικοαπελευθερωτικό έπος του ’21 και τον Καραϊσκάκη, στο ίδιο πετρώδες και ιερό σκηνικό.
Η παράσταση, με συγκεκριμένες αναφορές στη μεταξική δικτατορία και στα βασανιστήρια με το ρετσινόλαδο, περνά αντιφασιστικά συνθήματα πάνω στη σκηνή (δεν είναι τυχαία η αναφορά στις επαναστατικές προκηρύξεις «Κάτω ο φασισμός» στο θέατρο ΡΕΞ, τότε που ανέβαιναν οι «Φουσκοθαλασσιές» του Μπόγρη, και που η ΕΑΜίτισσα ηθοποιός Ολυμπία Παπαδούκα σώθηκε από σίγουρα τραβήγματα με τη Γκεστάπο χάρη στην ευστροφία του Βασίλη Λογοθετίδη). Υπάρχει δε συγκεκριμένη προθετικότητα στη σύνδεση της ιστορίας της Αντίστασης με το εθνικοαπελευθερωτικό έπος του ’21 και τον Καραϊσκάκη, στο ίδιο πετρώδες και ιερό σκηνικό.
Η ανθρωπογεωγραφία της Ηπείρου περνά έντονα μέσα από τα κείμενα του Κοτζιούλα, αλλά και από τα κείμενα που συνέθεσε η ομάδα, παράγοντας ένα πολυεπίπεδο θέαμα-παλίμψηστο πολλών εποχών με σταθερή, επαναλαμβανόμενη προβληματική. Επιμελημένη κίνηση, λιτότητα και αρμονία διακρίνουν την παράσταση των elephas tiliensis, που ως ένα σημείο είναι μετωπική, ανοίγοντας το ένα θέατρο μέσα στο άλλο θέατρο. Πηγαία ερμηνεία από τον Δημήτρη Αγαρτζίδη, που απαγγέλλει, τραγουδά και χορεύει σε αγαστή συνεργασία με τον υπόλοιπο θίασο. Πολύ σημαντική η παρουσία του Άρη Λάσκου, που κρατά τη ραχοκοκκαλιά της παράστασης ως ο «κράχτης» του περιφερόμενου θιάσου/μπουλουκιού, αλλά και δίνει τον όλο χιουμοριστικό τόνο στα δρώμενα επί σκηνής. Εντυπωσιακές οι Δέσποινα Αναστασόγλου, Μαρκέλλα Γιαννάτου και Βίκυ Κατσίκα στη χορεία των γυναικών πρωταγωνιστριών, που διαχειρίζονται άψογα και τη δραματική κλιμάκωση του τέλους.
Από το Θέατρο του Βουνού στο σήμερα
Ο Γιώργος Κοτζιούλας στην Ήπειρο είχε μετατρέψει σε ηθοποιούς τους ίδιους τους αντάρτες και τις αντάρτισσες της VIII μεραρχίας του ΕΛΑΣ. Έγραφε σκετς για τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου ώστε να ψυχαγωγήσει και να εμψυχώσει τους αντάρτες συμπολεμιστές του, κι αυτοί με τη σειρά τους ζήτησαν να δοθεί συνέχεια: τα δεκατέσσερα μονόπρακτα που έγραψε τα ανέλαβε ένας αυτόκλητος θίασος που ονομάστηκε «Λαϊκή Σκηνή» και που απευθύνθηκε σταδιακά όχι μόνο στις παράνομες μονάδες ανταρτών, αλλά και στους γεωργοκτηνοτρόφους των γύρω χωριών της Ηπείρου, με τους βαρείς ορεινούς όγκους και τις δρακολίμνες. Το θέατρο εντάχθηκε, έτσι, στο πρόγραμμα διαφώτισης του λαού που είχε αναλάβει η μάχιμη αριστερά της υπαίθρου με την πρωτοβουλία συγκεκριμένων ομάδων «καθοδήγησης».
Αυτό το θέατρο ως πολιτική πρωτοβουλία ανατέμνει την παθολογία της κοινωνίας συνάπτοντας ανοιχτό διάλογο με το κοινό και προσφέροντας διεξόδους σε τεράστια προβλήματά του, όπως ήταν η αστυνομοκρατία στα χωριά, η πολύ χαμηλή κοινωνική θέση της γυναίκας, η απουσία κινήτρων για αυτοοργάνωση, αυτοδιοίκηση και διεκδίκησης ισοτιμίας, ενώ παράλληλα εξοικειώνει τους αμόρφωτους Έλληνες με το θέατρο, που ποτέ τους δεν το είχαν ξαναδεί ζωντανό. Είναι πολύ σημαντική η θέση που παίρνει η γυναικεία ψήφος σ’αυτήν τη διαδικασία, η αναφορά στην ισοτιμία που, μέσω της τέχνης και της Αντίστασης, κατακτούν οι γυναίκες: «τις αεροτραμπάλιζε ο άνεμος φορτωμένες κι έλυνε τα τσεμπέρια τους κι έπαιρνε τα μαλλιά τους», έγραφε ο Νικηφόρος Βρεττάκος.
Η παράσταση υπογραμμίζει την εκδοχή μιας απάνθρωπης εκτέλεσης που διέταξε ο επικεφαλής της κυβέρνησης του βουνού για ένα μέλος του θιάσου που έσφαξε αυθαίρετα την όρνιθα ενός χωρικού...
Η δραστηριότητα αυτή έληξε άδοξα με τη Συμφωνία της Βάρκιζας. Οι πρωτοκαπετάνιοι και οι επιτελάρχες τους όφειλαν να παραδώσουν τα όπλα μέσα σε λίγες ώρες. Η παράσταση υπογραμμίζει την εκδοχή μιας απάνθρωπης εκτέλεσης που διέταξε ο επικεφαλής της κυβέρνησης του βουνού για ένα μέλος του θιάσου που έσφαξε αυθαίρετα την όρνιθα ενός χωρικού: το μήνυμα της φημολογούμενης σκληρότητας του Άρη ήταν πως το θέατρο πρέπει να δίνει μόνο το καλό παράδειγμα. Η τελευταία σκηνή με το κομμένο κεφάλι της αγωνίστριας αφήνει μιαν επίγευση φρίκης, που όμως συνοδεύεται και από μιαν ανοιχτή προοπτική προβληματισμού για τη σημερινή κατάντια της Αριστεράς στην Ελλάδα.
Στην άρτια παράσταση των elephas tiliensis αναβιώνει η γνήσια λαϊκή βάση του θεάτρου επί συνόλω, ή, θα μπορούσε κανείς να πει, του στρατευμένου θεάτρου – όπως μεταλαμπαδεύεται στο σήμερα και απευθύνει στο σύγχρονο (υπνώττον) κοινό την ίδια παρότρυνση: «Ξύπνα, ραγιά!».
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας. Το νέο του μυθιστόρημα Αλλοτεκοίτη – Εκεί που χάθηκε η βλάστηση κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κριτική.
Κείμενα: Γιώργος Κοτζιούλας και ο θίασος
Σκηνοθεσία – Δραματουργία: Δημήτρης Αγαρτζίδης, Δέσποινα Αναστάσογλου
Σκηνικά – Κοστούμια: Μαγδαληνή Αυγερινού
Σχεδιασμός φωτισμών: Ναυσικά Χριστοδουλάκου
Επιμέλεια κίνησης – τεχνική Alexander: Δέσποινα Αναστάσογλου
Δραματολόγος: Ρόζυ Δούνια
Επιστημονικός σύμβουλος: Παναγιώτης Μιχαλόπουλος
Μουσική, μουσική διδασκαλία: Χρίστος Θεοδώρου
Α’ βοηθός σκηνοθέτη: Ρόζυ Δούνια
Β’ βοηθός σκηνοθέτη: Μαρία Γκιώνη
Βοηθός Σκηνογράφου/Ενδυματολόγου: Νικόλ Οικονομίδη
Παίζουν: Δημήτρης Αγαρτζίδης, Δέσποινα Αναστάσογλου, Μαρκέλλα Γιαννάτου, Άρης Λάσκος, Βίκυ Κατσίκα