Η πρώτη μέρα της 20ής Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης είχε λίγες παρουσιάσεις που λειτούργησαν σαν προθέρμανση για τις εκδηλώσεις που ακολουθούν από σήμερα. Φωτογραφίες © Φανή Χατζή.
Γράφει η Φανή Χατζή
Η πρώτη «μισή» μέρα της έκθεσης, με λίγες παρουσιάσεις και συζητήσεις σε σχέση με τις τρεις επόμενες ημέρες, είναι συνήθως αυτή που προθερμαίνει τον κόσμο για το ασφυκτικά γεμάτο τριήμερο. Έτσι και φέτος, αν και οι εκδηλώσεις για το κοινό ξεκίνησαν όπως πάντα το απόγευμα, όσες έδωσαν το εναρκτήριο λάκτισμα ήταν ικανές να μας βάλουν στο κλίμα της φετινής διοργάνωσης. Οι εκδηλώσεις που παρακολουθήσαμε εμείς ήταν μια καλή εισαγωγή σε τρεις από τις πιο βασικές θεματικές της 20ης επετειακής έκθεσης: «Βαλκάνια», «Τεχνητή Νοημοσύνη» και «Γυναίκες».
Ο Γρηγόρης Μπέκος με τον Ντράγκο Γιάντσαρ. |
«Ακόμα και ο έρωτας» του Ντράγκο Γιάντσαρ
Μετά από μια σύντομη βόλτα στα περίπτερα των εκδοτών, καταφθάσαμε στην αίθουσα Cosmos ακριβώς τη στιγμή που ξεκινούσε η συζήτηση του δημοσιογράφου Γρηγόρη Μπέκου με τον Ντράγκο Γιάντσαρ, επί τη ευκαιρία της κυκλοφορίας στα ελληνικά του μυθιστορήματός του Ακόμα και ο έρωτας (μετάφραση Λόισκα Αβαγιανού, εκδ. Καστανιώτης). Ο Σλοβένος συγγραφέας ήταν ευδιάθετος, προσηνής, δεκτικός στα καλά λόγια του κοινού αλλά ταυτόχρονα ταπεινός, και κυρίως πρόθυμος να αναπτύξει τις ιδέες του γύρω από το συγκεκριμένο βιβλίο και τη συγγραφική του φιλοσοφία. Μίλησε στο κοινό για πολλές πτυχές της αφήγησής του, μέρος της οποίας είναι και το εξώφυλλο του βιβλίου, μια καρτ ποστάλ που ξύπνησε κάτι στο υποσυνείδητό του και θυμήθηκε όλες τις ιστορίες που άκουγε σαν παιδί για τον τρόμο της Γκεστάπο και τα ένδοξα κατορθώματα των παρτιζάνων της αντίστασης.
Αυτές οι εικόνες της παιδικής του ηλικίας που έπαιρναν τη μορφή μακρινού θρύλου στο μυαλό του έγιναν απτές με τον εμφύλιο πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας. Ο πόλεμος, πλέον, όπως υποδεικνύει η Ουκρανία ή η Μέση Ανατολή, είναι για τον συγγραφέα μια μόνιμη απειλή που απαγορεύει τον εφησυχασμό στη σύγχρονη εποχή. Ο ρόλος του, όμως, ως συγγραφέα, είναι να μιλάει πάντα για συγκεκριμένα άτομα που βιώνουν την Ιστορία μέσα από το προσωπικό τους πρίσμα, όχι αφηρημένα για την ίδια την Ιστορία. Απαντώντας στις ερωτήσεις του Γ. Μπέκου, ο συγγραφέας σχολίασε τον κεντρικό ρόλο που διαδραματίζουν οι γυναίκες στην αφήγηση των δύο τελευταίων του βιβλίων, αλλά και την σλοβενική ιδιαιτερότητα που τοποθετεί τη χώρα με το ένα πόδι στα Βαλκάνια και το άλλο στην κεντρική Ευρώπη.
Ιδιαίτερη μνεία έγινε στον τίτλο του βιβλίου, που προέρχεται από έναν στίχο του Μπάιρον και απηχεί την αγάπη του συγγραφέα για την ποίηση αλλά διαθέτει τη σημασία του και για τους χαρακτήρες. Τέλος, δέχτηκε σεμνά την φιλοφρόνηση για τη μαεστρία με την οποία εναλλάσσει το λυρισμό του έρωτα με την σκοτεινή περιγραφή του πολέμου, λέγοντας ότι και ο ίδιος θεωρεί την υφολογική του εναλλαγή ως τη σημαντικότερη στυλιστική επιλογή του βιβλίου του. Συνολικά από την παρουσίαση και τη συζήτηση με τον Γιάντσαρ, ήταν φανερό πως πρόκειται για έναν συγγραφέα με λογοτεχνική μόρφωση και ανήσυχο πνεύμα που αποτυπώνεται στο συγγραφικό του στυλ.
Ο Θόδωρος Παπακώστας με τον Δημήτρη Δημητριάδη. |
Ένας Αρχαιολόγος και ένας Futurist συζητάνε για το σήμερα
Μετά από μια μικρή βόλτα ανάμεσα στις δύο εκδηλώσεις, βρεθήκαμε στον Εξώστη Ι για να ακούσουμε έναν αρχαιολόγο και έναν futurist να συζητάνε για το σήμερα. Ο γνωστός πλέον Archaestoryteller κατά κόσμον Θόδωρος Παπακώστας, έδωσε αρχικά τον λόγο στον Δημήτρη Δημητριάδη, futurist (μελλοντιστή), συγγραφέα του 2049: Οδηγίες Χρήσεις για το Μέλλον της Ανθρωπότητας, ώστε να εξηγήσει την ιδιότητά του. Ο διεπιστημονικός κλάδος της στρατηγικής προόρασης, όπως εξήγησε ο Δ. Δημητριάδης προσβλέπει στη δημιουργία σεναρίων για την προετοιμασία και την υποδοχή και αποδοχή της αλλαγής ως μιας συνθήκης προόδου. Μολονότι ο Δ. Δημητριάδης διευκρίνισε ότι η τεχνολογία του μέλλοντος δεν είναι μόνο η Τεχνητή Νοημοσύνη, η συζήτηση αναπόφευκτα οδηγήθηκε εκεί ως κάτι που μας προκαλεί φόβο στο τώρα.
Ο Δημητριάδης ανέφερε ότι εσφαλμένα παρομοιάζεται η Τεχνητή Νοημοσύνη με την πυρηνική ενέργεια, προσδίδοντάς της ένα αρνητικό πρόσημο, και ότι η σωστή αναλογία δεδομένης της επανάστασης που θα επιφέρει είναι να τη συγκρίνουμε με τον Ηλεκτρισμό, η διευρυμένη δε χρήση του ChatGTP θυμίζει τα λαμπιόνα που είχαν μπει σε κάθε σπίτι μετά την Έκθεση του Παρισιού. Όμως όπως οι λάμπες για τον ηλεκτρισμό, έτσι και το Chat GTP είναι μόνο μία έκφανση των δυνατοτήτων της Τεχνητής Νοημοσύνης. Μία από αυτές τις προοπτικές φώτισε ο Θ. Παπακώστας για τον τομέα της αρχαιογνωσίας. Με βάση τον αρχαιολόγο, η τεχνητή νοημοσύνη θα ήταν σωτήρια σε εκατομμύρια παπύρων που σώζονται στην Αίγυπτο και παραμένουν αδιάβαστοι, επειδή οι παπυρολόγοι είναι ελάχιστοι. Η τεχνητή νοημοσύνη θα μπορούσε να συμβάλλει όχι μόνο στην ανάγνωσή τους, αλλά και στη συντήρησή τους. Στον τομέα της αρχαιολογίας, ακόμη, το AI θα μπορούσε να φανεί ιδιαίτερα χρήσιμο στο κομμάτι της ανάλυσης δεδομένων πάνω στα οποία θα πατά με πολύ λιγότερο κόπο και χρόνο η ανθρώπινη έρευνα.
Οι δύο συνομιλητές προσπάθησαν να καθησυχάσουν το κοινό ακόμα περισσότερο καταρρίπτοντας κάποιους μύθους για την Τ.Ν.. Στο ερώτημα «Δεν είναι ρατσιστική η τεχνητή νοημοσύνη;», ο Δ. Δημητριάδης απάντησε ένα ηχηρό όχι, καταρρίπτοντας τον όρο «αλγοριθμική προκατάληψη», καθώς ο αλγόριθμος δε βλέπει χρώμα, έθνος και φυλή. Αν πάρουμε ένα μοντέλο τεχνητής νοημοσύνης και το «εκπαιδεύσουμε» με όλη τη λογοτεχνία από το 1800 μέχρι το 1900 αυτό το μοντέλο θα γίνει ρατσιστής και μισογύνης. Άρα η προκατάληψη βρίσκεται στα δεδομένα που ενσωματώνουμε στην τεχνητή νοημοσύνη και όχι στον αλγόριθμο. Άλλος ένας μύθος που καταρρίφθηκε ήταν αυτός της «συνείδησης» των μοντέλων ή των «παραισθήσεών» τους.
Σε ένα κλίμα χαλαρό και χιουμοριστικό, όμοιο με αυτό στο οποίο κινήθηκε όλη η συζήτηση, οι δύο ομιλητές οδηγήθηκαν στο συμπέρασμα ότι δε χρειάζεται να τρέμουμε στο ενδεχόμενο ενός μέλλοντος που θυμίζει σκηνή από τον Εξολοθρευτή. Η τεχνητή νοημοσύνη δε διαθέτει συνείδηση και σίγουρα δεν έχει φύγει εκτός ελέγχου. Η ανάπτυξή της είναι εκθετική αλλά προς το παρόν μπορούμε να κοιμόμαστε ήσυχοι. Οι επιστήμονες του παρελθόντος και του μέλλοντος, όμως, πρέπει να δουλεύουν από κοινού για να αξιοποιήσουν την παλιά γνώση αλλά και να υποδεχτούν τη νέα.
Αλεξάνδρα Ιωαννίδου, Ηλίας Γ. Σπυριδωνίδης και η Λένα Διβάνη για τη μεταφράστρια και λογοτέχνη Μητιώ Σακελλαρίου-Μεγδάνη. |
Οι γυναίκες στη Λογοτεχνία: Μητιώ Σακελλαρίου-Μεγδάνη
Στην ίδια, κατάμεστη και για τις δύο εκδηλώσεις, αίθουσα του Εξώστη Ι παρακολουθήσαμε τη στρογγυλή τράπεζα για την άγνωστη μεταφράστρια και λογοτέχνη Μητιώ Σακελλαρίου-Μεγδάνη. Η συγγραφέας Λένα Διβάνη πήρε τον λόγο πρώτη και αναφέρθηκε στη Μητιώ ως ένα «σπάνιο πουλί» που κατόρθωσε να μορφωθεί κόντρα στις αντίξοες συνθήκες. Αξιοποιώντας και εισφέροντας στοιχεία από την έρευνά της για εκείνη την εποχή, η Διβάνη σχολίασε ότι κανόνας για τις γυναίκες των αρχών του 18ου αιώνα ήταν ο αναλφαβητισμός και οι ελάχιστες εξαιρέσεις λάμβαναν ιδιωτική εκπαίδευση, αυστηρά εντός του οίκου, και μόνο για γνώσεις που δε θα επέφεραν την απογοήτευση του άλλου φύλου. Οι σπάνιες περιπτώσεις γυναικών που κατάφεραν να μορφωθούν είτε περιστοιχίζονταν από άνδρες διαφωτιστές, προχωρημένους, που πίστευαν στην εκπαίδευση και δη σε αυτή των κοριτσιών, είτε ήταν Φαναριώτισσες.
Υπάρχει μεγάλη ανάγκη να βάλουμε στον κανόνα γυναίκες σαν την Μητιώ Σακελλαρίου-Μεγδάνη, που έκαναν θαύματα για την εποχή τους και αποσιωπήθηκαν συστηματικά απ’ όλους μας.
Από το φαναριώτικο περιβάλλον ξεπήδησαν και άλλες γυναίκες που έχουν γράψει και αξίζει να τις ανακαλύψουμε, ανέφερε ο Ηλίας Γ. Σπυριδωνίδης, επίκουρος καθηγητής Μετάφρασης και Σημειωτικής, όμως, η Μητιώ ξεχώρισε για τη μεταφραστική της επιλογή να εκδώσει τον ιταλό Κάρλο Γκολντόνι, τον πιο πρωτοπόρο συγγραφέα για εκείνη την εποχή. Η επιλογή αυτή υπονοεί διαφωτιστικούς στόχους, ήθελε το αναγνωστικό της κοινό να διευρύνει τους ορίζοντές του, να μάθει αυτόν τον σπουδαίο κωμωδιογράφο. Ο λόγος δόθηκε εκτός προγραμματισμού και σε μια απόγονο της Σακελλαρίου-Μεγδάνη που παρευρέθηκε στην εκδήλωση. Επιβεβαιώνοντας τους προλαλήσαντες, αναφέρθηκε στη βοήθεια και στήριξη που πρόσφερε ο σύζυγος της Σακελλαρίου-Μεγδάνη, χωρίς την «άδεια» του οποίου δε θα μπορούσε να είχε αναπτύξει το πνεύμα της.
Την παρέμβαση, ωστόσο, που θα κρατήσουμε σαν προβληματισμό με αφορμή αυτή τη συζήτηση είναι αυτή της μεταφράστριας και καθηγήτριας στο Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του ΠΑΜΑΚ, Αλεξάνδρας Ιωαννίδου, η οποία τοποθέτησε την Μητιώ σε ένα ιστορικό συγκείμενο λέγοντας ότι είναι ασυνήθιστη περίπτωση για την Ελλάδα, αλλά όχι για την Ευρώπη, εισφέροντας στη συζήτηση το θέμα της γεωγραφίας και της τάξης. Αναφερόμενη σε κείμενα γυναικών του 17ου και 18ου αιώνα κατά μήκος της Ευρώπης που δεν γνωρίζουμε, κατέληξε σε ένα σχόλιο για τον λογοτεχνικό κανόνα. Υπάρχει μεγάλη ανάγκη να βάλουμε στον κανόνα γυναίκες σαν την Μητιώ Σακελλαρίου-Μεγδάνη, που έκαναν θαύματα για την εποχή τους και αποσιωπήθηκαν συστηματικά απ’ όλους μας.