Η Lucia Berlin (1936-2004) ήταν Αμερικανίδα διηγηματογράφος. Ο πατέρας της εργαζόταν ως μηχανικός σε μεταλλωρυχεία. Η Berlin τον ακολούθησε στα ταξίδια του στο Άινταχο, στην Αριζόνα και στη Χιλή, όπου πέρασε μεγάλος μέρος της παιδικής της ηλικίας.
Επιμέλεια: Book Press
Η Berlin έκανε διάφορες χαμηλά αμειβόμενες δουλειές για να επιβιώσει. Εργάστηκε ως καμαριέρα, ως γραμματέας και ως δασκάλα σε σχολείο. Οι εμπειρίες που αποκόμισε δουλεύοντας ενέπνευσαν κάποιες από τις ιστορίες της. Άρχισε να δημοσιεύει συλλογές διηγημάτων και να στέλνει τις ιστορίες της σε λογοτεχνικά περιοδικά. Παρόλο που τα έργα της δεν ήταν ιδιαιτέρως δημοφιλή όσο ζούσε, κατάφεραν να συγκεντρώσουν μια πιστή ομάδα αναγνωστών. Δίδαξε δημιουργική γραφή σε διάφορα ιδρύματα και πανεπιστήμια. Αποσύρθηκε όταν διαγνώστηκε με καρκίνο των πνευμόνων και μετακόμισε σε ένα γκαράζ κοντά στο σπίτι του γιου της. Πέθανε την ημέρα των γενεθλίων της.
Το 2015, έντεκα χρόνια μετά τον θάνατό της, μια επανέκδοση της συλλογής διηγημάτων της με τίτλο «Οδηγίες για οικιακές βοηθούς» (1977) βρέθηκε στη λίστα με τα ευπώλητα των New York Times και η Berlin έπαψε να είναι «ένα καλά κρυμμένο μυστικό της αμερικανικής πεζογραφίας» και έγινε ευρέως γνωστή.
Τα βιβλία της Μπερλίν κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις Στερέωμα, σε μετάφραση Κατερίνας Σχινά.
Ακολουθούν δέκα συγγραφικές συμβουλές από τη Λουσία Μπερλίν, αποσπάσματα από μια συνέντευξή της στους Kellie Paluck και Adrian Zupp, που δημοσιεύτηκε στο LitHub.
Περιγράψτε αληθινά συναισθήματα:
«Δεν έχω κάποια σφαιρική άποψη για τη συγγραφή, ή για τα βάσανα των φτωχών, των ανύπαντρων γυναικών και του αμερικανικού περιθωρίου. Όχι. Απλώς γράφω για αυτά που μου φαίνονται αληθινά. Για συναισθήματα που είναι αληθινά. Όταν περιγράφεις αληθινά συναισθήματα, δημιουργείται ένας ρυθμός, γεννιούνται όμορφες εικόνες, επειδή βλέπεις καθαρά. Κι όλα αυτά, χάρη στην απλότητα».
Δεν χρειάζεστε πολλούς αναγνώστες - χρειάζεστε παθιασμένους αναγνώστες:
«Δεν αγοράζουν πολλοί άνθρωποι τα βιβλία μου. Όμως, όσοι ενδιαφέρονται για αυτά που γράφω, δείχνουν έντονο, αυθόρμητο ενδιαφέρον».
Γράφοντας, επιδιορθώνουμε την πραγματικότητα:
«Όταν άρχισα να γράφω, ήμουν ολομόναχη. Ο πρώτος μου σύζυγος με είχε εγκαταλείψει, μου έλειπε το σπίτι μου, οι γονείς μου με είχαν αποκληρώσει γιατί είχα παντρευτεί σε πολύ μικρή ηλικία κι είχα χωρίσει. Μόλις έγραψα, επέστρεψα στο σπίτι μου. Επισκέφτηκα ένα μέρος όπου ένιωθα ασφάλεια. Γράφω για αυτό τον λόγο, για να επιδιορθώσω την πραγματικότητα».
Γράφουμε για να επικοινωνήσουμε με τους άλλους ανθρώπους:
«Όταν γράφουμε, επιθυμούμε να μας διαβάσει κάποιος. Αυτό επιθυμούμε. Δεν εννοώ πως γράφω και σκέπτομαι: ‘’Ω, ο Άντριαν και η Κέλι θα το λατρέψουν αυτό’’. Όμως, η συγγραφή πηγάζει από την επιθυμία μας να συνδεθούμε με τους ανθρώπους. Πηγάζει από την επιθυμία μας να καταλάβουμε για ποιον λόγο αισθανόμαστε άνετα σε έναν τόπο ή πλάι σε κάποιους ανθρώπους ή σε μια δουλειά ή σε μια κατάσταση. Για αυτό τον λόγο, όταν γράφουμε, επικοινωνούμε, προσφέρουμε. Αντίστοιχα, όταν λέμε ένα ανέκδοτο, θέλουμε να γελάσει ο ακροατής».
Μην γράφετε για τα χρήματα:
«Ποτέ δεν έμαθα πώς να δουλεύω σωστά, κι έτσι, δεν απέκτησα τις σωστές συνήθειες, δεν έμαθα πώς να στέλνω τα βιβλία μου σε εκδότες. Και επειδή έχω βρει εκδότη, δεν είμαι αρκετά φιλόδοξη ώστε να γράφω συνεχώς και να ταχυδρομώ τακτικά τα κείμενά μου. Επειδή ποτέ μου δεν έγραψα για να κερδίσω χρήματα, έχω διαπιστώσει πως τις φορές που δεσμευόμουν από κάποιο συμβόλαιο, κατέληγα να μπερδεύομαι εντελώς. Για παράδειγμα, κάποιοι ζητούσαν να κάνω αλλαγές στα γραπτά μου. Μου ήταν αδύνατο να τις κάνω. Οπότε, δεν υπολογίζω τα χρήματα».
Μην αποθαρρύνεστε από τις αρνητικές κριτικές:
«Όχι, δεν με πληγώνουν οι αρνητικές κριτικές, γιατί αν έχω γράψει με ειλικρίνεια, αν έχω δώσει τον καλύτερο εαυτό μου, τότε το κείμενο είναι κάτι δικό μου. Αν κάποιος μου πει πως έχω σπανάκι ανάμεσα στα δόντια μου, είμαι έτοιμη να αυτοκτονήσω. Όμως, αν κάποιος επικρίνει το γράψιμό μου, δεν πληγώνομαι, γιατί μιλά για κάτι δικό μου. Επομένως, νιώθω καλά. Αν ο συντάκτης ενός περιοδικού παραπονεθεί πως η ιστορία μου είναι ‘’πολύ μικρή’’, τότε μπορεί να εκνευριστώ κάπως, όμως η ιστορία εξακολουθεί να είναι δική μου».
Απλώς πείτε μια ιστορία:
«Στα πρώτα μου βήματα, με βοήθησε το ότι δεν προσπαθούσα συνεχώς να επιδεικνύω τις ικανότητές μου, δεν προσπαθούσα να φανώ συναισθηματική ή αστεία, κι ήθελα απλώς να πω μια ιστορία».
Γράφουμε όπως λέμε προσευχές, όπως τραγουδάμε ύμνους:
«[Προτού γράψω], χρειάζομαι άπλετο χρόνο για να ονειρευτώ, χρόνο για να σκεφτώ. Η ασθένειά μου δεν με βοήθησε γιατί με εγκλώβισε σε άλλες σκέψεις. Προηγουμένως, πίστευα πως ούτε τα μαθήματα που παρέδιδα με βοηθούσαν, όμως εντέλει θεωρώ πως μου έκαναν πολύ καλό. Αυτό που με δυσκολεύει τελευταία είναι το ότι σκέφτομαι τον πόνο που αισθάνομαι και την ανάγκη μου για οξυγόνο [από τη φιάλη], κι έτσι δυσκολεύομαι να ξεφύγω από τον ίδιο μου τον εαυτό.
»Οι ιστορίες μου μοιάζουν αρκετά προσωπικές, όμως συνήθως προκύπτουν όταν αισθάνομαι αγάπη για κάποιο άλλο πρόσωπο. Ή, όταν αισθάνομαι ευγνωμοσύνη που είμαι ζωντανή. Στην παρούσα κατάσταση, [δεν μπορώ να γράψω] γιατί σκέφτομαι συνεχώς τον εαυτό μου. Σκέφτομαι την πλάτη μου που πονά. Νομίζω πως η συγγραφή σχετίζεται με την πνευματικότητα. Όπως και η θρησκεία. Ακούγεται περίεργο, όμως όταν γράφουμε, είναι σαν να λέμε μια προσευχή, σαν να τραγουδάμε έναν ύμνο, ή κάτι παρόμοιο. Εφόσον έχω βυθιστεί στην αυτολύπηση, δεν πρόκειται να γράψω καλά. Πρέπει να σκέφτομαι θετικά».
Επιλέξτε με προσοχή τα συστατικά του βιβλίου σας:
«Το επόμενο βιβλίο μου μάλλον θα είναι το τελευταίο μου, και όσο μεγαλώνω, πιάνω τον εαυτό μου να σκέφτεται: ‘’Το θέλω αυτό το κομμάτι στο τελευταίο μου βιβλίο; Θέλω πραγματικά να γράψω αυτή την ιστορία; Θέλω οι γιοι μου και τα εγγόνια μου να το διαβάσουν αυτό κάποια ημέρα;’’ Απορρίπτω πολλές ιστορίες που μου φαίνονται πολύ σκληρές ή αδιάφορες».
Να εμπιστεύεστε το ένστικτό σας:
«Ως έναν βαθμό, αποθαρρύνομαι από τις απόψεις των άλλων. Θα σας συμβούλευα να αποκομίσετε όσα περισσότερα μπορείτε από τις κριτικές, αλλά να εμπιστεύεστε μόνο το ένστικτό σας. Ειλικρινά, αυτό είναι πολύ σημαντικό. Για πολύ καιρό, ήμουν συνεχώς αποθαρρυμένη, μέχρι που συνειδητοποίησα πως γράφω για εμένα, και όλοι οι υπόλοιποι έπαψαν να με ενδιαφέρουν. Νομίζω πως αυτό είναι το σημαντικότερο - ειδικά στην εποχή μας, που πλέον υπάρχουν τόσα πολλά σεμινάρια, τόσοι πολλοί άνθρωποι που μας λένε τόσα διαφορετικά πράγματα για τη δουλειά μας και για το τι πρέπει να κάνουμε».
Βρείτε τα βιβλία της συγγραφέα εδώ.