Η Sidonie-Gabrielle Colette (1873-1954), ευρέως γνωστή ως Colette, ήταν Γαλλίδα πεζογράφος, ηθοποιός και δημοσιογράφος.
Επιμέλεια: Book Press
Μεγάλωσε σε ένα χωριό της Βουργουνδίας. Σε ηλικία είκοσι ετών, παντρεύτηκε τον συγγραφέα και κριτικό Henri Gauthier-Villars, που υπέγραφε με το ψευδώνυμο Willy, ο οποίος την έφερε σε επαφή με τους διανοούμενους που σύχναζαν στα παρισινά σαλόνια. Η Colette άρχισε να γράφει εντατικά και το ταλέντο της άνθησε, όμως ο σύζυγός της σφετερίστηκε το έργο της. Τα πρώτα της βιβλία, στα οποία πρωταγωνιστεί η ηρωίδα Claudine, ήταν εξαιρετικά δημοφιλή. Για αρκετά χρόνια, ο σύζυγός της εισέπραττε την αμοιβή από τα συγγραφικά δικαιώματα. Για να επιβιώσει, η Colette εργάστηκε σε μουσικές παραστάσεις και συνδέθηκε με τη Μαρκησία de Belbeuf, γνωστή αριστοκράτισσα και καλλιτέχνιδα που ντυνόταν με ανδρικά ρούχα. Το 1907, ένα φιλί που αντάλλαξαν επί σκηνής ξεσήκωσε τις αντιδράσεις του κόσμου. Η Colette κατάφερε να πάρει διαζύγιο από τον Willy και παντρεύτηκε τον Henry de Jouvenel, αρχισυντάκτη της εφημερίδας Le Matin. Μετά το 1920, έγραψε τα ώριμα έργα της. Τα κύρια θέματα που την απασχολούσαν ήταν ο έρωτας, η ζωή στην επαρχία, η γυναικεία ύπαρξη. Το 1935 παντρεύτηκε τον τρίτο σύζυγό της, τον συγγραφέα Maurice Goudeket, και το 1948 προτάθηκε από τον Claude Farrère για το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Συνέχισε να γράφει ως το τέλος της ζωής της. Πέθανε σε ηλικία ογδόντα ενός ετών, περιτριγυρισμένη από τις αγαπημένες γάτες της.
Ακολουθούν πέντε συγγραφικές συμβουλές από την Κολέτ, αποσπάσματα από την αυτοβιογραφία της με τίτλο Paradis terrestre (1953), που κυκλοφόρησε μετά τον θάνατό της.
Διάφορα βιβλία της κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις Καστανιώτη, Αστάρτη, Εταιρίας Νέας Μουσικής, Scripta και Printa.
Να ονειροπολείτε, να παίζετε με τις λέξεις, να χρησιμοποιείτε όσα κρύβονται στο σεντούκι του θησαυρού:
«Η συγγραφή, η δυνατότητα να γράφεις, τι πάει να πει αυτό; Πάει να πει πως ονειρεύεσαι για ώρες ολόκληρες προτού αντικρίσεις τη λευκή σελίδα, πως ασυναίσθητα γράφεις τυχαίες λέξεις, και αφήνεις την πένα σου να παίξει με μια κηλίδα μελάνης και να τσιμπήσει μια μισοσχηματισμένη λέξη, να τη γρατζουνήσει, να τη γεμίσει με βελάκια και να τη διακοσμήσει με κεραίες και με πόδια μέχρι να χάσει κάθε ομοιότητα που είχε με μια οποιαδήποτε ευανάγνωστη λέξη και να μετατραπεί σε ένα φανταστικό έντομο ή σε ένα πλάσμα που φτερουγίζει, μισή πεταλούδα, μισή νεράιδα.
»Πάει να πει πως κάθεσαι και κοιτάς, υπνωτισμένος, την αντανάκλαση του παραθύρου στο ασημένιο μελανοδοχείο, πως νιώθεις τον θεϊκό πυρετό να καίει τα μάγουλα και το μέτωπό σου, ενώ το χέρι σου, που γράφει, μουδιάζει μακάρια πάνω στο χαρτί. Πάει να πει, επίσης, πως παραμένεις άπραγος για ώρες, κουλουριασμένος σε ένα βαθουλωτό ντιβάνι, και μετά ακολουθεί το όργιο της έμπνευσης κι αφού τελειώσει, είσαι κατάπληκτος και πονάς παντού, όμως έχεις ήδη αποζημιωθεί και είσαι φορτωμένος με θησαυρούς που ξεφορτώνεις αργά στην παρθενική σελίδα, στο σημείο όπου σχηματίζεται μια λίμνη φωτός από το φωτιστικό σου.
»Πάει να πει πως χύνεις παθιασμένα τα εσώψυχά σου στο χαρτί που όλο σε δελεάζει, με τέτοια ξέφρενη ταχύτητα που μερικές φορές το χέρι σου παλεύει και επαναστατεί, παρασυρόμενο από τον ανυπόμονο θεό που το καθοδηγεί - και βρίσκεις, την επόμενη μέρα, στη θέση του χρυσού κλαδιού που άνθισε ως εκ θαύματος εκείνη τη μαγευτική ώρα, μια μαραμένη βατομουριά και ένα καχεκτικό άνθος».
Το μυστικό της καλής γραφής είναι η απραγία:
«Η συγγραφή είναι η χαρά και το μαρτύριο της απραγίας».
Μην φοβάστε τους επικριτές σας:
«Φοβάμαι όλο και λιγότερο την παρουσία και τις απόψεις των επικριτών μου. Σιγά σιγά, ξεφεύγω από τα νύχια τους, εφόσον γνωρίζω καλά πως μου παρέχουν την απαραίτητη τροφή για τα αχ! και τα ωχ! μου, που δεν είναι πολύ ηχηρά, όμως αντηχούν από τα βάθη της ψυχής μου, και εφόσον με εφοδιάζουν με μια καθημερινή δόση εκπλήξεων. Η έλλειψη χρημάτων, ως έναν βαθμό, και η έλλειψη ανέσεων είναι υποφερτές εφόσον τις αντιμετωπίζεις με υπερηφάνεια. Δεν ισχύει κάτι αντίστοιχο για την έλλειψη εκπλήξεων. Εκπλήξτε με, δώστε τον καλύτερο εαυτό σας».
Κάποιοι συγγραφείς γράφουν γρήγορα, κάποιοι γράφουν αργά:
«Χρειάστηκα πολύ χρόνο για να γράψω με πολύ κόπο περίπου σαράντα βιβλία. Θα μπορούσα να είχα αξιοποιήσει αυτό τον χρόνο για να πάω ταξίδια, για να βγω ξέγνοιαστες βόλτες, για να διαβάσω, ακόμα και για να ασχοληθώ με το υγιές, γυναικείο φλερτ. Πώς στο διάβολο τα κατάφερνε η Γεωργία Σάνδη; Ήταν μια ικανότατη εργάτρια των γραμμάτων, μπορούσε να τελειώσει ένα μυθιστόρημα και να ξεκινήσει ένα δεύτερο μέσα σε μια ώρα. Ποτέ δεν έχασε ούτε έναν εραστή, ούτε μια ρουφηξιά από τον ναργιλέ της εξαιτίας αυτού… ταράζομαι πολύ όταν το σκέφτομαι».
Να μάθετε να επιμένετε:
«Δεν έχω πετύχει τους στόχους μου· όμως προσπαθώ. Δεν ξέρω ακόμα πότε θα καταφέρω να μάθω να μην γράφω· πρόκειται για μια εμμονή, μια υποχρέωση που αισθάνομαι εδώ και μισό αιώνα. Το δεξί μικρό μου δάκτυλο είναι ελαφρώς κυρτό· αυτό συμβαίνει επειδή ρίχνω το βάρος του χεριού μου πάνω του καθώς γράφω, όπως ένα καγκουρό που στηρίζεται στην ουρά του. Βαθιά μέσα μου, κατοικεί ένα κουρασμένο πνεύμα που συνεχίζει ακόμα την εκλεπτυσμένη αναζήτηση για μια καλύτερη λέξη, και μετά για μια ακόμα καλύτερη λέξη».
Βρείτε τα βιβλία της συγγραφέα εδώ.