Για το ντοκιμαντέρ «TACK» (παραγωγή Onassis Culture) της Βάνιας Τέρνερ με πρωταγωνίστριες τη Σοφία Μπεκατώρου, που πρώτη ξεκίνησε το ελληνικό #MeToo, και την Αμαλία Προβελεγγίου, της οποίας η καταγγελία για βιασμό από τον προπονητή της από τα έντεκά της οδήγησε στην πρώτη δίκη-ορόσημο όχι μόνο για τη δικαίωσή της αλλά και για τη διεκδίκηση αλλαγής νοοτροπιών στην ελληνική κοινωνία.
Γράφει η Ελένη Κορόβηλα
«Δεν έχω ελπίδες, έχω στόχο» ακούγεται να λέει η Σοφία Μπεκατώρου σε κάποια στιγμή της ταινίας ντοκιμαντέρ «TACK» της Βάνιας Τέρνερ που παρουσιάστηκε χθες βράδυ, σε πρώτη προβολή στην Αθήνα, στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.
Είναι η στιγμή που η πρώτη δίκη του ελληνικού #MeToo οδηγείται σε ακόμη μια αναβολή παρατείνοντας βασανιστικά για την καταγγέλλουσα Αμαλία Προβελεγγίου το μαρτύριο μέχρι να βρεθεί ενώπιον του δικαστηρίου και, έχοντας πίσω της τον άνθρωπο που την κακοποιούσε σεξουαλικά από όταν ήταν 11 ετών, να καταθέσει περιγράφοντας με λεπτομέρειες το ανεπούλωτο τραύμα της.
Το ντοκιμαντέρ παρακολουθεί τη ζωή των Μπεκατώρου και Προβελεγγίου, και των οικογενειών τους, μέχρι την πρώτη δίκη που έφερε στη δημόσια σφαίρα το θέμα της σεξουαλικής κακοποίησης και ειδικότερα παιδιών στον χώρο του αθλητισμού. Είναι μια δίκη-ορόσημο όχι μόνο για την εν μέρει δικαίωση της Προβελεγγίου αλλά και για τη διεκδίκηση αλλαγής νοοτροπιών στην ελληνική κοινωνία.
Η σκηνοθέτης Βάνια Τέρνερ, μαζί με τους συνεργάτες της, έζησαν επί δύο χρόνια με την Ελληνίδα ολυμπιονίκη της ιστιοπλοΐας Σοφία Μπεκατώρου και την οικογένειά της και παράλληλα με την ιστιοπλόο της επόμενης γενιάς Αμαλία Προβελεγγίου και τη δική της οικογένεια.
Τις παρακολουθούν από την πρώτη στιγμή που η Μπεκατώρου καταθέτει στον Εισαγγελέα κάνοντας το θαρραλέο βήμα να καταγγείλει (αν και το αδίκημα ήταν παραγεγραμμένο) τη δική της κακοποίηση ανοίγοντας έτσι το δρόμο για τις χιλιάδες καταγγελίες που ακολούθησαν, σηκώνοντας ουσιαστικά στις πλάτες της το ελληνικό #MeToo. Σε μια παράλληλη γραμμή της αφήγησης παρακολουθούμε πώς η πρωταθλήτρια της ιστιοπλοΐας Αμαλία Προβελεγγίου παίρνει δύναμη από την Μπεκατώρου, την ιστιοπλόο που θαύμαζε από παιδί, και κάνει αυτό που περιγράφεται στην ταινία ως το πιο κομβικό TACK της ζωής της.
Στην ορολογία της ιστιοπλοΐας tack σημαίνει την αλλαγή πορείας.
Στην ορολογία της ιστιοπλοΐας tack σημαίνει την αλλαγή πορείας. Οι ιστιοπλόοι μαθαίνουν από νωρίς πόσο σημαντικό είναι να ξέρουν να κρίνουν πότε πρέπει να γίνει. Το μαθαίνουν από μικρά παιδιά όταν δοκιμάζουν τα πανιά τους με τα σκαφάκια Optimist με τα οποία ξεκινούν τους αγώνες τους στη θάλασσα. Η διαδρομή της αθλήτριας από τον Ωρωπό που, ενήλικη πια, βρήκε το θάρρος να κάνει tack στη ζωή της, να αλλάξει πορεία, να βγει από τη σκιά, να εκτεθεί και να καταγγείλει τον βιασμό της καταγράφεται χωρίς η ταινία να γίνεται σχολιαστική ή να εκβιάζει το συναίσθημα.
Είναι άλλωστε τόσες οι στιγμές που ο θεατής μπορεί να κατακλυστεί από συναισθήματα οργής, συντριβής αλλά και ανακούφισης παρακολουθώντας τις αντιδράσεις των δύο γυναικών σε κάθε βήμα της δύσκολης πορείας τους προς το φως. Κάποια στιγμή η απόλυτα συγκροτημένη, ψύχραιμη και ώριμη Αμαλία, η φαινομενικά αδιαπέραστη νέα γυναίκα που δίνει τη μάχη της έχοντας στο πλευρό της τους συντετριμμένους αλλά απόλυτα υποστηρικτικούς γονείς της, «σπάει». Όταν μαθαίνει ότι ο θύτης της, παρά την αθώωση για τον βιασμό, καταδικάζεται σε 13 χρόνια φυλάκιση, η λύτρωση έρχεται με ένα γοερό κλάμα, κάθαρσης και ενδυνάμωσης για όσα θα ακολουθήσουν.
Η κατασταλλαγμένη, δυναμική γυναίκα με την ήρεμη φωνή και τον σταθερό λόγο που θαυμάζουμε σε όλη την ταινία να στέκεται βράχος υπερασπιζόμενη τη σημασία του να μιλήσουν τα θύματα αλλά και την ανάγκη για αλλαγές ώστε η κοινωνία να μπορεί να τα ακούσει, λυγίζει στην αγκαλιά του πατέρα της.
Αλλά ίσως οι πιο συγκλονιστικές στιγμές της ταινίας είναι τα όσα διαμείβονται μεταξύ της Σοφίας Μπεκατώρου και του εκλιπόντος, πια, πατέρα της. Η κατασταλλαγμένη, δυναμική γυναίκα με την ήρεμη φωνή και τον σταθερό λόγο που θαυμάζουμε σε όλη την ταινία να στέκεται βράχος υπερασπιζόμενη τη σημασία του να μιλήσουν τα θύματα αλλά και την ανάγκη για αλλαγές ώστε η κοινωνία να μπορεί να τα ακούσει, λυγίζει στην αγκαλιά του πατέρα της. Ένας τρυφερός ηλικιωμένος άνθρωπος μιας άλλης γενιάς (σ.σ. είχε γεννηθεί το 1932) δεν κατορθώνει να ακούσει και να αλλάξει για το παιδί του. Μπορεί όμως να κατανοήσει και για αυτό μία από τις πολύ σημαντικές προτάσεις προέρχεται από τον ίδιο: η παραγραφή να ξεκινά από την ενηλικίωση του θύματος.
Αργότερα, μετά την προβολή της ταινίας, η Σοφία Μπεκατώρου, και με την ιδιότητα και της ψυχολόγου, μίλησε για το «άχρονο τραύμα» των θυμάτων αλλά και για κάτι εξίσου σημαντικό να ακουστεί από τα θύματα κάθε είδους κακοποιητικής συμπεριφοράς που μπορεί να μην βρίσκουν κάποιον να τα ακούσει μέσα στις οικογένειές τους. Δεν είμαστε μόνο η οικογένεια στην οποία γεννηθήκαμε, στη ζωή θα συναντήσουμε ανθρώπους που θα μας ακούσουν, θα μας καταλάβουν και θα μας δώσουν το πλαίσιο για να κινηθούμε προς την επούλωση του δικού μας τραύματος, όπως συνέβη και στη δική της περίπτωση.
να καταγραφεί μια από τις πιο συγκλονιστικές στιγμές στην ελληνική κοινωνία όταν η Σοφία Μπεκατώρου αποφάσισε να βγει μπροστά.
Για τη Μπεκατώρου η κομβική στιγμή ήταν το 2021, όταν για πρώτη φορά μίλησε για την κακοποίησή της από υψηλόβαθμο στέλεχος της ιστιοπλοΐας σε μια διαδικτυακή τότε -λόγω πανδημίας- συζήτηση στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση. Η Αφροδίτη Παναγιωτάκου, διευθύντρια Πολιτισμού του Ιδρύματος Ωνάση, προλογίζοντας την ταινία μίλησε για το πλαίσιο και τη στήριξη που δόθηκε από την πρώτη στιγμή από τη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, ως φορέα για την προαγωγή της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ώστε να καταγραφεί μια από τις πιο συγκλονιστικές στιγμές στην ελληνική κοινωνία, όταν η Σοφία Μπεκατώρου αποφάσισε να βγει μπροστά.
Η δίκη συνεχίζεται
Ως προς το πολύ κρίσιμο δικαστικό σκέλος, στην ταινία παρακολουθούμε την έναρξη, τις αναβολές, τη δημοσιογραφική κάλυψη της δίκης του -καταδικασμένου πλέον σε α’ βαθμό- προπονητή ιστιοπλοΐας από τον Ναυτικό Όμιλο Ωρωπού που κρίθηκε από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας ομόφωνα ένοχος για το αδίκημα της κατάχρησης ανηλίκου σε ασέλγεια. Ο προπονητής αθωώθηκε κατά πλειοψηφία (4-3) για το αδίκημα του βιασμού κατ’ εξακολούθηση, αλλά καθώς λίγες μέρες μετά τη δίκη η Εισαγγελέας Εφετών άσκηση έφεση, έχει οδηγηθεί σε νέα δίκη σε β’ βαθμό που είναι σε εξέλιξη από τις αρχές Μαρτίου.
Οι παράγοντες της δίκης, δικαστές, δικηγόροι, μάρτυρες, αναδεικνύονται ως εκφραστές των πολλών πλευρών της ελληνικής κοινωνίας αλλά και των αδυναμιών του δικαστικού συστήματος που αναγκάζει τα θύματα να ξαναζούν τον εφιάλτη τους μέσα στις δικαστικές αίθουσες.
Επίσης καίριο είναι το βλέμμα της Τέρνερ σε έναν άλλο κρίσιμο παράγοντα της δίκης, τους δημοσιογράφους του δικαστικού ρεπορτάζ. Στην ταινία αναδεικνύεται κάτι που στον ορυμαγδό των πληροφοριών στα κοινωνικά δίκτυα συχνά αμελούμε. Οι δημοσιογράφοι του δικαστικού ρεπορτάζ αποκτούν ρόλο στην ταινία καθώς προχωρούν την αφήγηση με τις πληροφορίες που μεταδίδουν. Είναι εκεί σε κάθε στιγμή. Ρωτούν, κατανοούν τι ακούνε και το μεταδίδουν για λογαριασμό των ΜΜΕ στα οποία εργάζονται. Η σημασία της δουλειάς τους φωτίζεται και αναδεικνύεται ενώ είναι κι ένα σχόλιο για τις πηγές της ενημέρωησης.
Οφείλουμε να τη δούμε, να τη συζητήσουμε και να διαδώσουμε το μήνυμά της: Ποτέ δεν είναι αργά για να γίνει το «tack» και να αλλάξουμε πορεία στη ζωή.
Μέσα στη δικαστική αίθουσα όπου άρχισε να αλλάζει η ελληνική κοινωνία με τη χρήση animation
Στο βραβευμένο ντοκιμαντέρ της, η Βάνια Τέρνερ κάνει χρήση της τεχνικής του animation για να βάλει τους θεατές μέσα στη δικαστική αίθουσα. Αν δεν είχε απορριφθεί η αίτησή της προς το δικαστήριο για να κινηματογραφήσει τη δίκη, θα είχαμε ίσως δει τους πρωταγωνιστές της δίκης να ξεδιπλώνουν άλλοι σκοταδιστικές αντιλήψεις και άλλοι να δίνουν μάχη για την επικράτηση του καλού. Δεν είναι βέβαιο ότι για την κατανόηση του τι διαμείφθηκε θα ήταν πιο διαφωτιστικό για τους θεατές.
Η αποτύπωση με το σκίτσο της Γεωργίας Ζάχαρη και το animation των Φωκίωνα Ξένου, Στέφανου Πλέτση και Γιάννη Ράλλη, αλλά και η προσθήκη του «μουρμουρητού» για το οποίο μίλησε η σκηνοθέτης, εισάγουν τους θεατές στην ατμόσφαιρα της δικαστικής αίθουσας όπου δόθηκε το εναρκτήριο λάκτισμα για να αλλάξει κάτι.
Μια σκληρή ταινία που πρέπει να δούμε και να συζητήσουμε
Η Βάνια Τέρνερ κατέγραψε με την κάμερά της υλικό 700 ωρών. Το απόσταγμά του είναι ένα ντοκιμαντέρ 96 λεπτών που πρέπει να το δουν όσο περισσότερα μάτια γίνεται. Η ταινία περιγράφεται ως σκληρή από τους συντελεστές της. Είναι. Αλλά όχι σκληρότερη από όσα έζησαν και ζουν τα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης και βιασμών. Οφείλουμε να τη δούμε, να τη συζητήσουμε και να διαδώσουμε το μήνυμά της: Ποτέ δεν είναι αργά για να γίνει το «tack» και να αλλάξουμε πορεία στη ζωή. Η Σοφία έδειξε το δρόμο. Η Αμαλία το έκανε. Μπορούν κι άλλοι.
Η ταινία «TACK» έκανε πρεμιέρα στο 26ό Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Εκεί, έλαβε Ειδική Μνεία συμμετέχοντας στο Διεθνές Διαγωνιστικό Newcomers, βραβείο ΕΡΤ, βραβείο Επιτροπής Νεότητας Φοιτητών Πανεπιστημίων Θεσσαλονίκης, βραβείο FIPRESCI Ελληνικής Ταινίας και βραβείο WIFT GR.
TACK
Συμμετέχουν: Σοφία Μπεκατώρου, Αμαλία Προβελεγγίου
Παραγωγή: Onassis Culture
Σκηνοθεσία, Κινηματογράφηση & Μοντάζ: Βάνια Τέρνερ
Παραγωγή Έρευνας: Μαρία Σιδηροπούλου
Executive Producers: Αφροδίτη Παναγιωτάκου, Δημήτρης Θεοδωρόπουλος
Μοντάζ: Νικολέτα Λεούση
Εικονογράφηση: Γεωργία Ζάχαρη
Animation & Compositing: Φωκίων Ξένος, Στέφανος Πλέτσης, Γιάννης Ράλλης
Μουσική: Νίκος Βελιώτης
Σχεδιασμός & Μίξη Ήχου: Δημήτρης Μυγιάκης
Commissioning Producer: Χρήστος Σαρρής
Supervising Producer: Αμάντα Λιβανού
Coordinating Producer: Έλενα Χωρέμη
Line Producers: Μαρίνα Δανέζη, Τάσος Κορωνάκης
Supervising Producer Assistant: Κατερίνα Τζούρου