
Για τη συναυλία του Μπραντ Μέλνταου στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.
Tης Χρύσας Στρογγύλη
Ο Αμερικανός πιανίστας της τζαζ Μπραντ Μέλνταου έχει το δικό του κοινό στην Αθήνα· ένα κοινό που γέμισε τη μεγάλη αίθουσα της Στέγης Ιδρύματος Ωνάση το Σάββατο 19 Μαΐου 2018 για να απολαύσει από κοντά το τρίο του Μπραντ Μέλνταου, σε μια συναυλία που κράτησε δύο ολόκληρες ώρες.
Ο Μπραντ Μέλνταου είχε εμφανιστεί πρώτη φορά στην Αθήνα τον Νοέμβριο του 2008 με το τρίο του. Θεωρείται ένας από τους πιο σπουδαίους τζαζ πιανίστες και έχει χαράξει μια ξεχωριστή πορεία, τόσο ως ερμηνευτής όσο και ως συνθέτης. Συνθέτει δικά του κομμάτια και επιχειρεί διασκευές, ακόμα και σε έργα κλασικού ρεπερτορίου, με ιδιαίτερη προτίμηση στον Μπαχ. Ιδιόμορφος, εφευρετικός, καινοτόμος, ο Μπραντ Μέλνταου επαναπροσδιορίζει ολόκληρο το τζαζ οικοδόμημα και φτιάχνει νέο, με υλικά από την ποπ, ροκ και κλασική μουσική. Αποτελεί μια κατηγορία από μόνος του.
Μια ξεχωριστή περίπτωση μουσικού
Το παίξιμό του καθαρό, με τη διαύγεια που έχει ένα πέρασμα από πρελούδιο του Μπαχ, μαρτυρεί την κλασική του παιδεία. Ο ήχος του, γεμάτος συναίσθημα και με συνεχείς εναλλαγές και κορυφώσεις, διακρίνεται από ξεχωριστή απλότητα και είναι απαλλαγμένος από κάθε διάθεση υπερβολής ή επίδειξης.
Η μουσική persona του Μέλνταου παρουσιάζει μια διχοτομία: αφενός είναι αυτοσχεδιαστής που λατρεύει το στοιχείο της έκπληξης, αφετέρου ενδιαφέρεται για τη βαθύτερη δομή της μουσικής, την οποία διατυπώνει σε δοκιμιακό λόγο. Στις θεωρητικές προσεγγίσεις του ο Μπραντ Μέλνταου αναφέρεται στον Γκλεν Γκουλντ, που ακολούθησε μεν τις προθέσεις της αντιστικτικής μουσικής, ωστόσο αξιοποίησε και τα διδάγματα της κλασικής περιόδου, συνδυάζοντας αρμονία και μελωδία σε μία κεντρική μελωδική «γραμμή» που παίζεται από το δεξί χέρι του πιανίστα. Επάνω στη σκηνή ο Μέλνταου έχει το δικό του στιλ. Λιτός, ταπεινός, σεμνός, μιλά με τη μουσική του και καθηλώνει. Καθισμένος σε ασυνήθιστα χαμηλό σκαμπό, μοιάζει να επιλέγει τον δικό του, ξεχωριστό τρόπο «επαφής» με το πιάνο. Έρχεται πιο κοντά στο όργανο, σκύβει ελαφρώς πάνω από τα πλήκτρα και στρέφει προς τα δεξιά το κεφάλι, σαν να προσπαθεί να θέσει την ακοή του σε εγρήγορση, για να έχει τον πρώτο και τελευταίο λόγο στο φινίρισμα του ήχου του. Ερμηνεύει με τα μάτια κλειστά, ενώ το κεφάλι του παραμένει την περισσότερη ώρα γερμένο, δίνοντας την εντύπωση πως απομονώνει την αίσθηση της όρασης όταν ερμηνεύει και πως ενεργοποιεί μόνο την ακοή. Το παίξιμό του καθαρό, με τη διαύγεια που έχει ένα πέρασμα από πρελούδιο του Μπαχ, μαρτυρεί την κλασική του παιδεία. Ο ήχος του, γεμάτος συναίσθημα και με συνεχείς εναλλαγές και κορυφώσεις, διακρίνεται από ξεχωριστή απλότητα και είναι απαλλαγμένος από κάθε διάθεση υπερβολής ή επίδειξης. Άλλοτε περιπλανιέται στους δρόμους της τζαζ με ελαφρά διάθεση ενεργητικότητας και δύναμης και άλλοτε επιστρέφει σε μια γοητευτική ηχητική νωχέλεια που ενίοτε γίνεται τονική και πολύ οικεία. Περιορίζεται κυρίως στη μεσαία περιοχή του πιάνου και ξεδιπλώνει το ταλέντο του στον αυτοσχεδιασμό και την ερμηνεία παίρνοντας τον ακροατή του από το χέρι και ταξιδεύοντάς τον στη μαγεία του ήχου του.
![]() |
Ο Μπραντ Μέλνταου |
Ένα ισχυρό τρίο
Ο Μπραντ Μέλνταου, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, μετρά πολλές συνεργασίες με σημαντικούς ανθρώπους του χώρου, όχι μόνο σε live εμφανίσεις αλλά και στη δισκογραφία (Wayne Shorter, Charlie Haden, Anne Sophie von Otter, Pat Metheny, Charles Lloyd, John Scofield, Lee Konitz, Renée Fleming, Michel Brecker κ.ά.). Στις 27 Σεπτεμβρίου του 2005 κυκλοφόρησε το πρώτο άλμπουμ του Brad Mehldau Trio, το Day is Done, και το 2010 το Highway Rider και το Largo, με τον ντράμερ Jeff Ballard, τον μπασίστα Larry Grenadier, τον κρουστό Matt Chamberlain, τον σαξοφωνίστα Joshua Redman και μιαν ορχήστρα δωματίου υπό τη διεύθυνση του Dan Coleman. Ακολούθησε η Ωδή, το 2012, με δικές του συνθέσεις, που τιμήθηκε με Grammy. Το 2015 έβγαλε μια ρετροσπεκτίβα του σε βινύλιο, με τον τίτλο 10 Years Solo Live. H μουσική του Μέλνταου για τον κινηματογράφο περιλαμβάνει τα Μάτια ερμητικά κλειστά του Στάνλεϋ Κιούμπρικ και το Million Dollar Hotel του Βιμ Βέντερς, ενώ πρωτότυπο σάουντρακ συνέθεσε για τη γαλλική ταινία Ma Femme Est Une Actrice. Μια παραγγελία του Carnegie Hall με τίτλο Love Poems to God εμφανίζει μαζί του τη διάσημη σοπράνο Renee Fleming, σε έναν δίσκο που κυκλοφόρησε το 2006 (Love Sublime). Συνεργάστηκε, επίσης, με τη Σουηδή σοπράνο Anne Sofie von Otter το 2010, στο διπλό άλμπουμ Love Songs. Υπήρξε καλλιτεχνικός διευθυντής στο Λονδίνο, στο Wigmore Hall, στις περιόδους 2009-10 και 2010-11, εμφανιζόμενος και ο ίδιος επί σκηνής.
Το μουσικό υλικό της βραδιάς
Τα πλεονεκτήματα της τζαζ σύνθεσης, σύμφωνα με τον ίδιο τον συνθέτη, είναι η δυνατότητα συστέγασης της ήδη συντεθειμένης και της αυτοσχεδιαστικής μουσικής. Ακολουθώντας την παράδοση των μικρών τζαζ συγκροτημάτων στο μοντέλο «θέμα και παραλλαγές του», το τρίο παρουσιάζει το κεντρικό μουσικό μοτίβο σε solo, κατόπιν τις αυτοσχεδιαστικές του παραλλαγές και «κλείνουν» με το μοτίβο αυτό να επαναλαμβάνεται. Μερικά από τα κομμάτια της συναυλίας ήταν το “Ode”, “Secret beach”, “Wolfgang’s waltz”, “House on hill”, “Highway Rider”, μια διασκευή του “Si tu vois ma mère”του Σίντνεϊ Μπέκετ (1897-1959), και άλλα. Μαζί με τον κοντραμπασίστα Λάρυ Γκρέναντιε και τον ντράμερ Τζεφ Μπάλαρντ, ο Μέλνταου έχει καθιερώσει ένα δυνατό μουσικό σύνολο στην παραδοσιακή τζαζ σύνθεση (πιάνο, μπάσο, ντραμς): οι τρεις τους καταφέρνουν να συνδιαλέγονται, να λειτουργούν αποτελεσματικά ως ομάδα και να σέβονται τον ρόλο τους επιτυγχάνοντας ένα υψηλό επίπεδο αλληλοπεριχώρησης του ενός οργάνου στο άλλο που κάθε μπάντα θα ζήλευε.
* Η ΧΡΥΣΑ ΣΤΡΟΓΓΥΛΗ είναι μουσικός και εκπαιδευτικός.