
Επισκόπηση του 6ου Πανοράματος Ελληνικής Τζαζ, το οποίο παρουσιάστηκε στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.
Των Χρύσας Στρογγύλη και Φραγκίσκου Κοντορούση
Γιώργος Κοντραφούρης - Άκι Ρίσανεν - Νίκος Αναδολής
Ο Γιώργος Κοντραφούρης, ο Νίκος Αναδολής και ο φινλανδός Άκι Ρίσανεν, σπουδαίοι τζαζ πιανίστες και οι τρεις τους, χάρισαν μια αξέχαστη βραδιά σε όσους είχαν την τύχη να τους παρακολουθήσουν.
Το 6ο Πανόραμα Ελληνικής Τζαζ στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών ξεκίνησε την Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου στη Μικρή Σκηνή με ένα μοναδικό ρεσιτάλ αυτοσχεδιασμού τριών σπουδαίων μουσικών. Ο Γιώργος Κοντραφούρης, ο Νίκος Αναδολής και ο φινλανδός Άκι Ρίσανεν, σπουδαίοι τζαζ πιανίστες και οι τρεις τους, χάρισαν μια αξέχαστη βραδιά σε όσους είχαν την τύχη να τους παρακολουθήσουν. Ξεκίνησαν εντυπωσιακά παίζοντας και οι τρεις το «Two Seasons» του Κοντραφούρη και ακολούθησε το έργο «Bird Vision» του Ρίσανεν, ερμηνευμένο από τον ίδιο και τον Κοντραφούρη. Στη συνέχεια έμεινε πάνω στη σκηνή μόνος του ο 25χρονος Αναδολής, ο οποίος ερμήνευσε με συναίσθημα και πάθος μιαν ελεύθερη, αυτοσχεδιαστική σύνθεσή του. Ο πολλά υποσχόμενος τζαζίστας (απόφοιτος του Μπέρκλεϊ και με τη δεξιοτεχνική διάκριση «Martial Solal», ήδη στα δεκαεννιά του) βαριανάσαινε πάνω στο πιάνο, έμοιαζε να απολαμβάνει κάθε νότα και αποκάλυψε μοναδική δεξιοτεχνική χάρη αλλά και ασυνήθιστη ευαισθησία.
Μια από τις εκπλήξεις της βραδιάς ήταν η free-αυτοσχεδιαστική σύνθεση του Αναδολή με τον Ρίσανεν, με την οποία μάς προέτρεψαν να τους «ακολουθήσουμε στη διαδρομή τους» (Join the expedition). Σ’ αυτό το σημείο φάνηκε η καλή χημεία των δύο μουσικών που άφηναν ο ένας στον άλλο χώρο να αναπτυχθεί δεξιοτεχνικά. Μέσα σ’ αυτόν τον αυτοσχεδιαστικό οίστρο ξεχώρισε το θέμα από μια δίφωνη Παραλλαγή του Μπαχ αλλά και ένα επίμονο ρυθμικό μοτίβο που παρέπεμπε στο Μπολερό του Ραβέλ. Στη συνέχεια και οι τρεις πιανίστες ερμήνευσαν το έργο «Loneliness» του Αναδολή, αναδεικνύοντας τα συνθετικά χαρίσματα του νεαρού πιανίστα.
Ο Ρίσανεν είναι, κατά γενικήν ομολογία, ένα από τα ανερχόμενα αστέρια της σκανδιναβικής και ευρωπαϊκής σκηνής της τζαζ. Συνεργάζεται με κορυφαίους μουσικούς και συμμετέχει σε μεγάλα φεστιβάλ.
Το σόλο έργο του Νορβηγού Ρίσανεν ήταν μια μελαγχολική Nordic σύνθεση με σλαβικά, ρωσικά και σουηδικά στοιχεία, που την εκτέλεσε με ευαισθησία και ακρίβεια στο παίξιμο. Ο Ρίσανεν είναι, κατά γενικήν ομολογία, ένα από τα ανερχόμενα αστέρια της σκανδιναβικής και ευρωπαϊκής σκηνής της τζαζ. Συνεργάζεται με κορυφαίους μουσικούς και συμμετέχει σε μεγάλα φεστιβάλ. Συνάντησε τον Γιώργο Κοντραφούρη στο Ελσίνκι κατά την περίοδο των σπουδών του.
Ο all time classic Κοντραφούρης μας χάρισε ένα σόλο από το παλιό δικό του «Καράβι του δάσους» εμπνευσμένο από ποίημα του Νίκου Εγγονόπουλου. Το τρίο των σπουδαίων μουσικών μας ενθουσίασε με μια σύνθεση του Ρίσανεν εμπνευσμένη από τον κλαρινετίστα Τζίμι Τζουφρ και τέλος με μια σύνθεση του Όλι Ρόλινς.
Όλοι για έναν και ένας για όλους
Μολονότι ο Γιώργος Κοντραφούρης, τοποθετημένος στο κέντρο της σκηνής, λειτουργούσε συμβολικά σαν πατρική φιγούρα, όντας μεγαλύτερος και εμπειρότερος, την ώρα που έπαιζε είχε αποτυπωμένο στο πρόσωπό του ένα χαμόγελο παιδιού που βρίσκεται σε λούνα παρκ. Έμοιαζε να απολαμβάνει τόσο τη σύμπραξή του με τον Αναδολή όσο και αυτήν με τον Ρίσανεν. Ο Ρίσανεν, με τη σειρά του, έδειχνε να αναγεννάται μουσικά αντλώντας φρεσκάδα από τον ενθουσιασμό και το πάθος των άλλων δύο. Το αντισυμβατικό σκηνικό των τριών μεγάλων πιάνων αποτέλεσε τον καμβά πάνω στον οποίο οι σπουδαίοι καλλιτέχνες εξερεύνησαν νέες πτυχές της μουσικής τους και εμπνεύστηκαν ο ένας από τον άλλο. Φρόντισαν μάλιστα να δημιουργήσουν νέες προκλητικές συνθήκες σύμπραξης, νέες μουσικές καταστάσεις που προέκυψαν για πρώτη φορά την ώρα της συναυλίας: αναφάνηκε, έτσι ένα είδος εξατομικευμένης μουσικής ελευθερίας για τον κάθε πιανίστα που κρατήθηκε σε έλεγχο ώστε να συνυπάρχει, να συνδυάζεται και να ισορροπεί, χωρίς να υπερτερεί ή να καταπατά τη μουσική ελευθερία των άλλων.
GRIX feat. Λουκία Παλαιολόγου
Παίζουν με τα όρια του μουσικού αυτοσχεδιασμού, πειραματίζονται πάνω σε πολλά ηχοχρώματα και συμπράττουν με τρόπο ανεξάρτητο.
Σε ιδιότυπες μουσικές προτιμήσεις και εκπαιδευμένα στον ήχο της αβανγκάρντ τζαζ αυτιά απευθυνόταν η δεύτερη συναυλία του Πανοράματος στις 3ης Δεκεμβρίου. Τρεις ξεχωριστές μουσικές προσωπικότητες, ο Φλώρος Φλωρίδης στα πνευστά, ο Αντώνης Ανισέγκος στο πιάνο και ο Γιώργος Δημητριάδης στα κρουστά, απαρτίζουν το συγκρότημα GRIX, που δημιουργήθηκε το 2006 και έχει έδρα το Βερολίνο. Το πόσο ξεχωριστές είναι οι προσωπικότητές τους φάνηκε από τον τρόπο της αλληλεπίδρασής τους πάνω στη σκηνή. Παίζουν με τα όρια του μουσικού αυτοσχεδιασμού, πειραματίζονται πάνω σε πολλά ηχοχρώματα και συμπράττουν με τρόπο ανεξάρτητο. Δίνουν την αίσθηση της απομόνωσης αλλά και της συνύπαρξης, σεβόμενοι ο ένας τον χώρο του άλλου και ταυτόχρονα λειτουργώντας αυτόνομα. Δεξιοτεχνικά εντυπωσιακοί και οι τρεις.
Συνδετικός κρίκος του ήχου τους ήταν η βοκαλίστρια Λουκία Παλαιολόγου, που διαθέτει σπάνιες φωνητικές αρετές και θεατρικότητα στην εκτέλεση. Εξωθώντας τη φωνή της σε αχαρτογράφητες περιοχές, παρήγαγε ασυνήθιστα ηχοχρώματα και «έπαιξε» πολύ με τη μίμηση, πράγμα ιδιαίτερα δύσκολο πάνω σε ένα μουσικό πεδίο τόσο πρωτοποριακό και ελεύθερο. Πότε «έδενε» με κάποιο από τα όργανα του συνόλου και πότε εκφραζόταν αυτόνομα, πειραματιζόμενη με τις αντιθέσεις, τα ηχοχρώματα και με επιδέξια χρήση του μικροφώνου. Όπως δηλώνει και η ίδια «τυχερός αυτός που βρίσκει το καινούργιο ή το μοναδικό, αλλά στο πείραμα είναι η απόλαυση».
Spyros Manesis Trio
Το τρίο έχει θέσει εδώ και αρκετά χρόνια ψηλά τον πήχη των προσδοκιών και το θερμό χειροκρότημα του κοινού της Στέγης απέδειξε ότι οι μουσικοί ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες αυτές με τον καλύτερο τρόπο.
Την Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2016, πάντα στο πλαίσιο του 6ου Πανοράματος, παρακολουθήσαμε στη Μικρή Σκηνή της Στέγης το Spyros Manesis Trio που απαρτίζεται από τον πιανίστα και συνθέτη της σύγχρονης τζαζ Σπύρο Μάνεση, τον πορτογάλο κοντραμπασίστα Ζοάου Χάσελμπεργκ και τον λετονό ντράμερ Κάσπαρς Κουρντέκο. Το τρίο έχει θέσει εδώ και αρκετά χρόνια ψηλά τον πήχη των προσδοκιών και το θερμό χειροκρότημα του κοινού της Στέγης απέδειξε ότι οι μουσικοί ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες αυτές με τον καλύτερο τρόπο. Μοναδικό ίσως ψεγάδι της βραδιάς ο ήχος του πιάνου Steinway, που έφτανε στην πλατεία αλλοιωμένος από την ηχοληψία.
Η βραδιά άνοιξε με το «A pair’s dream» του Μάνεση, ένα ατμοσφαιρικό κομμάτι που λειτούργησε περισσότερο αντιστικτικά –με τη συμμετοχή και των κρουστών– και λιγότερο αρμονικά. Πιο κοντά στην παραδοσιακή τζαζ, το «Victoria-miniature for a dancer», σύνθεση του Κουρντέκο, άφησε παρόμοια ατμοσφαιρική αίσθηση, ενώ η μετάβαση από το σόλο πιάνο της αρχής στην κορύφωση του έργου και στο μετέπειτα «σβήσιμο» με το σόλο του κοντραμπάσου έγινε αβίαστα, όπως θα άρμοζε ίσως στις κινήσεις ενός χορευτή. Ακολούθησε το «A portrait of myself» του Αρίωνα Γυφτάκη, έργο με κύρια χαρακτηριστικά του το επιτηδευμένα νευρικό παίξιμο, την ταχύτητα και το δυναμικό φινάλε που ακολουθεί τα σόλι του πιάνου και του μπάσου.
Το τρίο κατάφερε να διατηρήσει ατόφια την ατμόσφαιρα του πασίγνωστου «The fool on the Hill», αν και στην τζαζ εκδοχή του, ενώ στη συνέχεια, μουσικούς και ακροατήριο συνεπήρε με το διαρκές πάθος του το «In and Out» του Μάνεση, ίσως το πιο δυναμικό, και σε επίπεδο τεχνικής και συντονισμού δυσκολότερο έργο της βραδιάς, με το «ανάποδο» οκτάρι μέτρο.
Στη συνέχεια το τρυφερό «Amsterdam», έργο του Μάνεση εμπνευσμένο από την πόλη όπου οι τρεις μουσικοί γνωρίστηκαν και ξεκίνησαν τη συνεργασία τους, αποκάλυψε τις ρομαντικές επιρροές του συνθέτη. Το, μάλλον ακούσια, αργό στιγμιαίο βαλς του τέλους «έδεσε» υπέροχα με το έργο. Ακολούθησε, σε μπλουζ δρόμους και με έντονο το στοιχείο του walking base, το «Broken Blue», επίσης του Μάνεση, στο οποίο απολαύσαμε και το πρώτο μεγάλο σόλο των κρουστών με τις υπέροχες φράσεις του Κουρντέκο. Το τρίο κατάφερε να διατηρήσει ατόφια την ατμόσφαιρα του πασίγνωστου «The fool on the Hill», αν και στην τζαζ εκδοχή του, ενώ στη συνέχεια, μουσικούς και ακροατήριο συνεπήρε με το διαρκές πάθος του το «In and Out» του Μάνεση, ίσως το πιο δυναμικό, και σε επίπεδο τεχνικής και συντονισμού δυσκολότερο έργο της βραδιάς, με το «ανάποδο» οκτάρι μέτρο.
Η βραδιά έκλεισε με την «Έξοδο» του Μάνεση, ένα κομμάτι που έμοιαζε περισσότερο με υπόσχεση επιστροφής και που οδήγησε τρυφερά τη συναυλία στο τέλος της με ένα ακόμη σόλο του Χάσελμπεργκ. Φυσικά, στο απολύτως αναμενόμενο ανκόρ, το σχήμα επανέλαβε το επίσης απολύτως αναμενόμενο «Amsterdam».
Στην πολύ όμορφη βραδιά συνέβαλε τα μέγιστα η σοφή επιλογή της σειράς παρουσίασης των έργων καθώς και ο προσηνής και ιδιαίτερα ζεστός τρόπος με τον οποίο ο Μάνεσης απευθύνθηκε επανειλημμένα στο ακροατήριό του. Το τρίο απέδειξε ότι δικαίως θεωρείται σχήμα ευρωπαϊκής εμβέλειας.
* Η ΧΡΥΣΑ ΣΤΡΟΓΓΥΛΗ είναι μουσικός και εκπαιδευτικός.
* Ο ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΣ ΚΟΝΤΟΡΟΥΣΗΣ είναι καθηγητής Ανώτερων Θεωρητικών της Μουσικής.