
Για τη συναυλία Μετασχηματισμοί 1, η οποία παρουσιάστηκε στη Μικρή Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση.
Της Χρύσας Στρογγύλη
Μέσα στην καλλιτεχνική περίοδο 2015 – 2016 πραγματοποιήθηκαν στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση τρεις συναυλίες του κύκλου συναυλιών Μετασχηματισμοί που εντάσσεται στο Ελληνικό Σχέδιο του Δημήτρη Παπαδημητρίου και της Ραλλούς Βογιατζή. Παρακολουθήσαμε «μετασχηματισμένους» Μαμαγκάκη και Θεοδωράκη, το έργο «Winterreise» του Σούμπερτ με ελληνικούς στίχους από τον Διονύση Καψάλη και μελοποιημένα ποιήματα του Βίλχελμ Μίλλερ από τους συνθέτες Νίκο Ξυδάκη, Δημήτρη Παπαδημητρίου και Τάσο Ρωσόπουλο στον κύκλο τραγουδιών Χειμωνιάτικο Ταξίδι.
Τρεις καταξιωμένοι μουσικοί, ο Πάνος Δημητρακόπουλος στο κανονάκι, ο Θωμάς Κωνσταντίνου στο ούτι και ο Δημήτρης Τσάκας στο σαξόφωνο κλήθηκαν να «μετασχηματίσουν» γνωστά έργα των Μπαχ, Μότσαρτ, Σατί, Κολτρέιν, Θεοδωράκη, Χατζιδάκι, αλλά και παραδοσιακές μελωδίες, επιχειρώντας μουσικές διασταυρώσεις πολιτισμών, εποχών, ηχοχρωμάτων, καθώς και πειραματισμούς πάνω στο πάντρεμα Ανατολής και Δύσης.
Στις 2 Νοεμβρίου παρακολουθήσαμε την πρώτη συναυλία του κύκλου συναυλιών Μετασχηματισμοί για την καλλιτεχνική περίοδο 2016 – 2017 στην Μικρή Σκηνή της Στέγης, στην καλλιτεχνική επιμέλεια της οποίας έχει προστεθεί και ο Τάσος Ρωσόπουλος. Τρεις καταξιωμένοι μουσικοί, ο Πάνος Δημητρακόπουλος στο κανονάκι, ο Θωμάς Κωνσταντίνου στο ούτι και ο Δημήτρης Τσάκας στο σαξόφωνο κλήθηκαν να «μετασχηματίσουν» γνωστά έργα των Μπαχ, Μότσαρτ, Σατί, Κολτρέιν, Θεοδωράκη, Χατζιδάκι, αλλά και παραδοσιακές μελωδίες, επιχειρώντας μουσικές διασταυρώσεις πολιτισμών, εποχών, ηχοχρωμάτων, καθώς και πειραματισμούς πάνω στο πάντρεμα Ανατολής και Δύσης.
Η συναυλία περιλάμβανε τρεις ενότητες. Οι μουσικοί επέλεξαν να ερμηνεύουν εναλλάξ ένα έργο ανατολικής και ένα έργο δυτικής μουσικής παράδοσης. Ξεκίνησαν με την εκτέλεση ενός παραδοσιακού τραγουδιού από τα Βουρλά της Σμύρνης, συνέχισαν με Μπαχ (Air on a G string), και με μια μελωδία του Πέτρου Πελοποννήσιου και ολοκλήρωσαν την πρώτη ενότητα με Βιβάλντι (2ο μέρος του κοντσέρτου για μαντολίνο). Στη δεύτερη ενότητα ακούσαμε Σατί (Gnossiene n.1), Σοστακόβιτς (το βαλς από την Τζαζ Σουίτα ν.2), Χατζιδάκι (από το Χαμόγελο της Τζοκόντας) και τέλος Τζον Κολτρέιν. Η τρίτη και τελευταία μουσική ενότητα ξεκίνησε με μια μελωδία του Γιώργου Μπατζάνου, συνέχισε με Μότσαρτ (το δεύτερο μέρος από τη Μικρή Νυκτερινή Μουσική), Βαμβακάρη και Θεοδωράκη, και η συναυλία έκλεισε με μια παραδοσιακή μελωδία από τη Μ. Ασία.
Τόσο η επιλογή του ρεπερτορίου όσο και ο συνδυασμός των τριών οργάνων ήταν αρκετά ασυνήθιστα. Μολονότι στη μουσική δεν θα πρέπει να υπάρχουν στεγανά, είναι απορίας άξιο πώς γίνεται το κανονάκι και το ούτι, όργανα συνυφασμένα με την ελληνική παραδοσιακή μουσική, να προσεγγίσουν έργα της δυτικής μουσικής και πώς αυτή η προσέγγιση περιλαμβάνει ένα όργανο σαν το σαξόφωνο, ανύπαρκτο στις περιόδους δημιουργίας αυτών των έργων και κατεξοχήν συνδεδεμένο με τη τζαζ μουσική.
Ο ήχος του Δημήτρη Τσάκα ήταν απόλυτα ελεγχόμενος και «στρογγυλός», χωρίς άσκοπες εξάρσεις και σε καλή ισορροπία με τα έγχορδα όργανα. Ενίοτε είχε μια γοητευτική βραχνάδα, ενώ στα αυτοσχεδιαστικά μέρη εντυπωσίασε.
Ο ήχος του Δημήτρη Τσάκα ήταν απόλυτα ελεγχόμενος και «στρογγυλός», χωρίς άσκοπες εξάρσεις και σε καλή ισορροπία με τα έγχορδα όργανα. Ενίοτε είχε μια γοητευτική βραχνάδα, ενώ στα αυτοσχεδιαστικά μέρη εντυπωσίασε. Ακόμα και στα παραδοσιακά κομμάτια φάνηκε να δένει άρτια, θυμίζοντας ίσως τον ήχο ενός γλυκού παραδοσιακού κλαρίνου. Αντίστοιχα, στα κλασικά έργα αλλά και στο κομμάτι του Κολτρέιν, το κανονάκι ταίριαξε τόσο στα σημεία που συνόδευε τη μελωδική γραμμή του σαξοφώνου όσο και στα σολιστικά μέρη. Η άφταστη ταχύτητα του δεξιοτέχνη Πάνου Δημητρακόπουλου και το εκφραστικό του παίξιμο στο κανονάκι συγκίνησαν, ενώ καθηλωτικός υπήρξε και στον αυτοσχεδιασμό. Τα ίδια χαρίσματα είχε και το παίξιμο του Θωμά Κωνσταντίνου, και στον συνοδευτικό και στον σολιστικό ρόλο.
Η ενορχήστρωση των έργων είχε ενδιαφέρον, μιας και τα ηχοχρώματα των οργάνων πλέκονταν όμορφα, όμως σε πολλές περιπτώσεις στερούταν πρωτοτυπίας. Το κανονάκι έπαιζε συχνά το ρόλο του πιάνου (ή του τσέμπαλου) και το ούτι της κιθάρας, ενώ το σαξόφωνο εκτελούσε κυρίως τις μελωδικές γραμμές ή συνόδευε αντιστικτικά ή με «κρατημένες» νότες. Θα μπορούσε ο «μετασχηματισμός» να ήταν πιο τολμηρός όσον αφορά στην ενορχήστρωση, χωρίς και πάλι αυτό να αρκεί ώστε να χαρακτηριστεί πρωτότυπο το όλο εγχείρημα.
Σίγουρα είχε ενδιαφέρον το ότι όργανα μη συγκερασμένα εκτέλεσαν ρεπερτόριο που απευθύνεται σε συγκερασμένα όργανα. Ο τρόπος εκτέλεσης των παραδοσιακών αυτών οργάνων δεν έχει καμιά σχέση με τον τρόπο εκτέλεσης οποιουδήποτε οργάνου της κλασικής μουσικής.
Σίγουρα είχε ενδιαφέρον το ότι όργανα μη συγκερασμένα εκτέλεσαν ρεπερτόριο που απευθύνεται σε συγκερασμένα όργανα. Ο τρόπος εκτέλεσης των παραδοσιακών αυτών οργάνων δεν έχει καμιά σχέση με τον τρόπο εκτέλεσης οποιουδήποτε οργάνου της κλασικής μουσικής. Αυτό από μόνο του προσέδιδε γοητεία στην εκτέλεση των δυτικών έργων και οι πειραματισμοί με διαστήματα μικρότερα του τόνου, σε συνδυασμό με το έντονο βιμπράτο, δημιουργούσαν ενδιαφέρον και ασυνήθιστο άκουσμα.
Το σαξόφωνο, από την άλλη, δεν ανήκει ούτε στη δυτική ούτε στην ανατολική μουσική παράδοση, αφού αριθμεί λιγότερα από διακόσια χρόνια ιστορίας. Ο ρόλος του ήταν πολύ σημαντικός και καθοριστικός στην παράδοση της τζαζ, ένα από τα κυριότερα χαρακτηριστικά της οποίας είναι ο αυτοσχεδιασμός: ένας από τους συνδετικούς κρίκους της ανατολικής και της δυτικής μουσικής, ένας τρόπος για να γεφυρωθούν οι εποχές, οι πολιτισμοί, τα μουσικά στιλ. Οι μουσικοί της χθεσινής συναυλίας απέδειξαν την υπεροχή τους στον αυτοσχεδιασμό καθένας με το δικό του τρόπο και αυτό ήταν ένα κοινό σημείο μερικών από τα έργα που περιλάμβανε το πρόγραμμα. Όμως, δεν φάνηκε να υπάρχει κάποιο άλλο ισχυρό στοιχείο, πέρα από τα ηχοχρώματα και τον αυτοσχεδιασμό, που να συνδέει τις εποχές και τα είδη μεταξύ τους. Λόγω έλλειψης ενορχηστρωτικής πρωτοτυπίας, εκτελέστηκαν μεταγραφές και όχι διασκευές των έργων (οι οποίες θα παρέπεμπαν περισσότερο σε «μετασχηματισμό», δηλαδή σε μεταμόρφωση). Η παρουσία του σαξοφώνου στο οργανικό σύνολο δημιούργησε μια προσδοκία για τζαζ ή έθνικ τζαζ εκτελέσεις γνωστών έργων του κλασικού ρεπερτορίου ή των παραδοσιακών μελωδιών, αλλά η κεντρική ιδέα της συναυλίας δεν κινήθηκε σε αυτήν την κατεύθυνση. Σίγουρα υπάρχουν πολλοί τρόποι με τους οποίους θα μπορούσε κανείς να μετασχηματίσει τα συγκεκριμένα έργα. Οι τρεις μουσικοί επέλεξαν μια πιο συντηρητική οδό μετασχηματισμών που οδήγησε στην ανάδειξη των ικανοτήτων τους και ως ατόμων-μουσικών προσωπικοτήτων και ως συνόλου– είχαν ισορροπία στον ήχο, πολύ καλό συντονισμό – αλλά απέφυγαν κάτι πιο τολμηρό ή νεωτεριστικό. Μήπως χρειάζονται περισσότερες «γέφυρες» για να συνδεθούν διαφορετικοί μουσικοί κόσμοι;
* Η ΧΡΥΣΑ ΣΤΡΟΓΓΥΛΗ είναι μουσικός και εκπαιδευτικός.