
Για τη συναυλία του Ambrose Akinmusire στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης.
Του Φραγκίσκου Κοντορούση
Η αραχνοΰφαντη σύνθεση, η ρέουσα μουσική που μας χάρισε απλόχερα ο Αμπρόουζ Ακινμουζίρε το βράδυ της Παρασκευής 18 Μαρτίου στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση δικαιολογεί απόλυτα τον χαρακτηρισμό του ως ενός από τους ξεχωριστούς και –ήδη– πρωτοπόρους μουσικούς της τζαζ σκηνής. Στη συναυλία της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών, επικεφαλής ενός κουαρτέτου μουσικών που προτιμά τη διακριτική παρουσία αντί της έντασης και την ευαισθησία αντί του στόμφου, ο Ακινμουζίρε, στηριζόμενος και στις εξαιρετικές ιδέες των συνοδοιπόρων του, παρουσίασε ευφυείς και πρωτότυπες συνθέσεις με διαρκείς ρυθμικές εναλλαγές και άφθονα διαυγή μελωδικά μοτίβα σε διαρκή ροή. Και πάνω από όλα, ο ξεχωριστός τρόπος που ο Ακινμουζίρε καταφέρνει να εναλλάσσει χρώματα, υφή και ατάκες χρησιμοποιώντας την τρομπέτα του σαν ανθρώπινη φωνή.
Ένα όργανο που αφηγείται
Η συναυλία ξεκίνησε συγκρατημένα, καθώς ο Ακινμουζίρε δυσκολεύτηκε να «βρει» τον ήχο του στον χώρο. Σταδιακά το σχήμα βρήκε το βηματισμό του και σύντομα ξεδιπλώθηκαν μπροστά μας οι σχοινοτενείς και γεμάτες εναλλαγές μελωδικές γραμμές, τόσο χαρακτηριστικές της μουσικής του Ακινμουζίρε. Άξιος συμπαραστάτης, ο πιανίστας Sam Harris που, σε ρόλο αρμονικό μα ισότιμο, μας χάρισε υπέροχα περάσματα και ντουέτα με την τρομπέτα και σε στιγμές οδήγησε τη μουσική σε διαφορετικά μουσικά κέντρα. Το ίδιο και ο ντράμερ Ρόντνεϊ Γκρην, που συνέβαλε αντιστικτικά και έδωσε λάμψη κυρίως με τα κύμβαλα, όπως και ο εκστασιασμένος μπασίστας Χάρις Ραγκαβάν, που γέμισε τον χώρο με το αέναο και παθιασμένο παίξιμό του.
Κινούμενος με εξαιρετική τεχνική αρτιότητα από την εύθραυστη και γεμάτη χυμούς χαμηλή περιοχή (θυμίζοντας έντονα τον σπουδαίο Miles Davis) στην λαμπερή και δυναμική ψηλή, παίζοντας ευφυέστατα ακόμη και με την απόσταση από το μικρόφωνό του, ο σολίστ μάγεψε τους φίλους της τρομπέτας και όχι μόνο.
Αλλά η βραδιά δεν περιορίστηκε στη μουσική. Η τρομπέτα μιλούσε, διηγιόταν ιστορίες, οργιζόταν, έκλαιγε, αναπολούσε, γελούσε. Κινούμενος με εξαιρετική τεχνική αρτιότητα από την εύθραυστη και γεμάτη χυμούς χαμηλή περιοχή (θυμίζοντας έντονα τον σπουδαίο Miles Davis) στην λαμπερή και δυναμική ψηλή, παίζοντας ευφυέστατα ακόμη και με την απόσταση από το μικρόφωνό του, ο σολίστ μάγεψε τους φίλους της τρομπέτας και όχι μόνο. Το παίξιμο του Ακινμουζίρε θυμίζει σε γενικές γραμμές τραγουδιστή των Γκόσπελ με τον τρόπο που εμμένει σε μια νότα και την κάνει να δονείται με το έντονο vibrato του. Κάποιες φορές ο ήχος του ήταν εξαιρετικά «χάλκινος», άλλες πάλι τόσο γλυκός που θύμιζε αναγεννησιακές τρομπέτες. Και αυτός ο υπέροχος τρόπος του να κλείνει τις φράσεις με κατιούσες κινήσεις, σαν αναστεναγμό! Αυτές τις στιγμές ένοιωθε κανείς το κοινό να κρατά σχεδόν την ανάσα του.
Η μουσική του Ακινμουζίρε αγνοεί τις συμβάσεις της τζαζ, αποφεύγει τις τυποποιημένες δομές της, τον συνήθη «διάλογο» μεταξύ των οργάνων και τους οικείους μακροσκελείς αυτοσχεδιασμούς. Αντ’ αυτών, επιδίδεται σε συνεχείς εναλλαγές ρυθμού, αρμονίας, μελωδίας από τη μια φράση στην άλλη – σαν διάλογος που αλλάζει συνεχώς θέμα. Αποκορύφωμα της βραδιάς το περίφημο «Regrets no more», ένα υπέροχο τζαζ μοιρολόι, στο οποίο ο Ακινμουζίρε κατάφερε με τρόπο μοναδικό να βρει αισιοδοξία μέσα στο θρήνο, ελπίδα μέσα στη θλίψη, οδηγώντας στην φυσιολογική αποθέωση. Μουσική φτιαγμένη για να εκπλήσσει διαρκώς το κοινό και, ίσως, τους ίδιους τους μουσικούς. Και, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το ακροατήριο, ο Ακινμουζίρε πέτυχε απόλυτα το στόχο του – με απολαυστικά αποτελέσματα.
Διακεκριμένη πορεία
Ο τρομπετίστας Αμπρόουζ Ακινμουζίρε γεννήθηκε την Πρωτομαγιά του 1982 στο Ώκλαντ της Καλιφόρνια, όπου και μεγάλωσε. Στα εφηβικά του χρόνια υπήρξε μέλος του Jazz Ensemble του Μπέρκλεϊ· εκεί τον άκουσε και διέκρινε το ταλέντο του ο Στηβ Κόλμαν, ένας από τους σημαντικότερους τζαζ σαξοφωνίστες των τελευταίων σαράντα χρόνων. Σε ηλικία δεκαεννέα ετών, κι ενώ σπούδαζε στο School of Music του Μανχάταν, βρέθηκε σε ευρωπαϊκή περιοδεία πλάι στον Κόουλμαν. Στη συνέχεια, έλαβε το διδακτορικό του από το Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνια παίζοντας ήδη «…λιγότερο σαν μεγάλο ταλέντο και πολύ περισσότερο σαν καταξιωμένος υψηλού επιπέδου μουσικός». Επόμενος σταθμός του ήταν το Λος Άντζελες, όπου μαθήτευσε δίπλα σε εμβληματικές μορφές της τζαζ, όπως οι Ουέιν Σόρτερ, Χέρμπι Χάνκοκ, Τέρενς Μπλάνσαρντ. Μετά από εγκωμιαστικές κριτικές και βραβεύσεις, εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη και έπαιξε με κορυφαία ονόματα, όπως οι Βίτζεϊ Άιερ, Άαρον Παρκς, Εσπεράνθα Σπάλντινγκ, Τζέισον Μοράν κ.ά.
* Ο ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΣ ΚΟΝΤΟΡΟΥΣΗΣ είναι καθηγητής Ανώτερων Θεωρητικών της Μουσικής.