Η ταυτότητά της γράφει Ρέα Φραντζή, ελαφρά ντυμένη, έχει μερικά λεφτά, κάθεται με την πλάτη ακουμπισμένη στον τοίχο του μικρού μαγέρικου, στην πλατεία του Άνω Κάμπου, απέναντι από την άσπρη εκκλησία, χιλιάδες χρόνια μετά την Αποκάλυψη, εννιακόσια χρόνια από τότε που ο μοναχός Χριστόδουλος έχτισε ένα μοναστήρι εκεί που ήταν ο ναός της Αρτέμιδος, τρεις μέρες από τότε που χώρισε με τον άντρα της. Η άσπρη εκκλησία τρυπάει τον γαλάζιο ουρανό, για πρώτη φορά βλέπει ζωντανή μπροστά στα μάτια της την ελληνική σημαία. Κάτω από τη σημαία παρελαύνει πάνοπλος ο ξανθός κόσμος, πηγαίνει να ψηθεί, πηγαίνει για μπάνιο, τρέχει να ξεκουραστεί. Κανείς δεν προσέχει τη σημαία που στέκει αόρατη, μόνο μια γυναίκα που μόλις χώρισε είναι σε θέση να την αντιληφθεί, βγάζει τα μαύρα γυαλιά και ο ήλιος την τυφλώνει. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
«Είναι δύσκολο να εξηγήσεις αυτή την ευχαρίστηση, αυτό το χλιαρό ίλιγγο που σε υποχρεώνει (χωρίς να το καταλάβεις) να επιταχύνεις την ανάγνωση, να γλιστράς μελαγχολικά, και σχεδόν παρά τη θέλησή σου, από το ένα κεφάλαιο στο άλλο, απ' το ένα σκαλοπάτι στο επόμενο, απ' τη μια περιοχή του νησιού στη διπλανή, που είναι ίδια κι όμως διαφορετική». (ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΑΡΑΝΙΤΣΗΣ, Ελευθεροτυπία)
«Δεν πρόκειται περί λυγμού νοσταλγίας, αλλά περί ζωογόνου εγκολπίου επιβίωσης». (ΑΝΑΣΤΑΣΤΙΑ ΛΑΜΠΡΙΑ, Μεσημβρινή)
«Στο χώρο της μυθιστορηματικής γραφής "Η γραμμή του ορίζοντος" του Χρήστου Βακαλόπουλου δείχνει σε τι συναρπαστικά αποτελέσματα φτάνει ένας άνθρωπος που όντως έχει συλλάβει το πρόβλημα της λογοτεχνίας όχι ως ζήτημα "ειλικρίνειας" αλλά ως δημιουργία μορφής». (ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΠΑΓΙΩΡΓΗΣ, Χρονικό '91)