Ο Φίλιπ Γκλας διαμόρφωσε, σχεδόν μόνος του, τον ήχο που κυριάρχησε στην κλασική μουσική στο τέλη του 20ού αιώνα. Ωστόσο, στην αυτοβιογραφία του "Λέξεις χωρίς μουσική", που έλαβε εξαιρετικές κριτικές, δημιουργεί μια τελείως καινούργια και απρόσμενη φωνή. Είναι η φωνή ενός γεννημένου αφηγητή που διατυπώνει τις αναμνήσεις του με τέτοια γλαφυρότητα ώστε επιτρέπει στους αναγνώστες να βιώσουν στιγμές εκρηκτικής δημιουργίας, στιγμές στις οποίες η ζωή συγχωνεύτηκε με την τέχνη με τρόπο ασύλληπτα μαγικό. Από τα παιδικά του χρόνια στη Βαλτιμόρη και τις σπουδές του στο Σικάγο και το Τζούλιαρντ, μέχρι το πρώτο ταξίδι του στο Παρίσι και τη γνωριμία του με την Ινδία, που σημάδεψε τη ζωή του, ο Γκλας συγκινεί με τις αναμνήσεις από τους πρώτους του μέντορες, ανασυνθέτοντας παράλληλα τις εμπειρίες μέσα από τις οποίες διαμορφώθηκε η δημιουργική του συνείδηση. Είτε περιγράφει τον καιρό που βιοποριζόταν από υδραυλικές εργασίες στη Νέα Υόρκη της δεκαετίας του '70 είτε το διάστημα που έγραψε τη "Σατιανκράχα", ο Γκλας αξιοποιεί ένα νέο μέσο μετουσιώνοντας -σε λέξεις αυτή τη φορά- την έξαψη που προκαλεί η καλλιτεχνική δημιουργία. Στην αυτοβιογραφία "Λέξεις χωρίς μουσική" επιβεβαιώνεται ότι, πράγματι, η μουσική έχει τη δύναμη να αλλάξει τον κόσμο. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
«Ένα βιβλίο όλο ζωντάνια και γλαφυρότητα. Ο Γκλας είναι από τους πλέον ευφραδείς συνθέτες» (New York Times)
«Από την αφήγηση του Γκλας είναι φανερό πως η ζωή δεν του χαρίστηκε. Μπορεί εμείς τώρα να έχουμε την εικόνα ενός άκρως επιτυχημένου συνθέτη, ενός πρωτοπόρου, εντούτοις εκείνος για πολλά χρόνια (μεταξύ του ‘50 και του ‘60) ήταν αναγκασμένος να μοιράζει την ημέρα του μεταξύ σύνθεσης και χαμαλοδουλειών. Το πρωί για τρεις ώρες έπαιζε στο πιάνο τα έργα του και στη συνέχεια φορούσε τα ρούχα του εργάτη και έκανε τα πάντα για ένα μεροκάματο. Ως πολυπράγμων, όμως, αναζητούσε πάντα κάτι διαφορετικό από το να είναι ένας τυπικός blue collar. Ασχολήθηκε με την οδήγηση μοτοσικλέτας cross-country (κι όμως!), έκανε μαθήματα γιόγκα και δεν έχανε εκθέσεις τέχνης και ταινίες στον κινηματογράφο. Προφανώς όλα αυτά συνέθεσαν μέσα του ένα αμάλγαμα εμπειριών που με κάποιο τρόπο διοχευτεύτηκαν στα έργα του» [Διονύσης Μαρίνος, bookpress.gr, 17 Ιουνίου]