Για την ανθολογία διηγημάτων «Οι λύκοι επιστρέφουν – Διηγήματα της “Γενιάς των Ερειπίων”» (μτφρ. Φοίβος Ι. Πιομπίνος, εκδ. Gutenberg).
Του Νίκου Ξένιου
Η σειρά Aldina των εκδόσεων Gutenberg ανθολόγησε είκοσι εννέα διηγήματα είκοσι εκλεκτών γερμανόφωνων συγγραφέων της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, σε μια συλλογή που φέρει τον τίτλο Οι λύκοι επιστρέφουν και τον υπότιτλο Διηγήματα της «Γενιάς των Ερειπίων» (Kahlschlag-Literatur). Όλα τα διηγήματα είχαν παλαιότερα δημοσιευθεί σε ελληνικά λογοτεχνικά περιοδικά στην εξαιρετική, εμβριθέστατη μετάφραση του Φοίβου Πιομπίνου, πλην του «Ένα ερωτικό πείραμα» του Αλεξάντερ Κλούγκε, που όμως είχε ξαναμεταφραστεί από τον Δημοσθένη Κούρτοβικ [1].
Αυτή η χαμένη γενιά
Επειδή η παλιότερη γενιά χρεοκόπησε, η μετά το 1945 γενιά της Γερμανίας πήρε τα ηνία της γερμανικής κουλτούρας για τις επόμενες δεκαετίες, επιχειρώντας να «σκοτώσει» τη γενιά των πατέρων.
Ο Φρήντριχ Μάινεκε, στο βιβλίο του Η γερμανική καταστροφή (1946) δήλωνε αμηχανία στο να κατανοήσει τι ακριβώς συνέβη στη Γερμανία την περίοδο του Τρίτου Ράιχ: «Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε σήμερα και η καταστροφή που βιώσαμε εξαναγκάζει το συναίσθημά μας να πάει πολύ μακρύτερα από τις καταστροφές αυτού του είδους που προηγήθηκαν» [2] γράφει χαρακτηριστικά. Είναι χαρακτηριστική η φράση του Τεοντόρ Αντόρνο πως «δεν μπορεί να υπάρξει ποίηση μετά το Άουσβιτς». Κατά τον Γκίντερ Γκρας ο μόνος τρόπος για να εξιλεωθεί κανείς ήταν να αντιμετωπίσει και να παραδεχτεί το παρελθόν του. Επειδή η παλιότερη γενιά χρεοκόπησε, η μετά το 1945 γενιά της Γερμανίας πήρε τα ηνία της γερμανικής κουλτούρας για τις επόμενες δεκαετίες, επιχειρώντας να «σκοτώσει» τη γενιά των πατέρων (όπως έγραψε στην Αγωνία της Επίδρασης ο Χάρολντ Μπλουμ) [3].
Η συλλογή δεν διακρίνεται για την ενότητά της, ωστόσο υπάρχει η υφολογική ενότητα που της προσδίδει η καλή μετάφραση. Συγκεκριμένα, δύο από τους Γερμανούς που περιλαμβάνονται στην ανθολογία αποκλίνουν ηλικιακά (Χάινερ Μύλερ και Αλεξάντερ Κλούγκε), εντάσσονται όμως θεματικά. Ο Μαξ Φρις είναι Ελβετός, ενώ η Ίλζε Άιχιγνκερ και η Ίνγκεμποργκ Μπάχμαν Αυστριακές. Είναι δε χαρακτηριστική η συμμετοχή των περισσοτέρων συγγραφέων της ανθολογίας στην «Gruppe 47» (Ομάδα 47).
Οι Βόλφγκανγκ Μπόρχερτ, Μπέρτολτ Μπρεχτ, Γκίντερ Γκρας, Χάινριχ Μπελ, Μαρί Λουίζ Κάσνιτζ, Βολφ Ντίτριχ Σνούρε, Πάουλ Τσέλαν, Μαρσέλ Ράιχ Ράνικι και ένα σωρό άλλοι ανταποκρίθηκαν στην πρωτοβουλία των Άντερς και Ρίχτερ το 1947 και συνέχισαν να συναντιούνται έως και το 1967. Οι στόχοι της «Generación del 98» που είχε προηγηθεί στην Ισπανία κληροδότησαν στα μέλη της «Ομάδας 47» το όραμα της απο-ναζιστικοποίησης. Ανακινώντας λογοτεχνικές μνήμες του πολέμου, το Ολοκαύτωμα και την ενοχή που προέκυψε από αυτά, τα διηγήματα που δημοσίευσε η ομάδα ήταν σύντομα, έβριθαν όμως μεταφορών και προσωποποιήσεων, ξεκινούσαν απότομα με καταστάσεις αντλημένες από την πραγματική ζωή και άφηναν «ανοιχτό» το τέλος.
Οι γυναικείες φωνές
Η Ίγκεμποργκ Μπάχμαν υποστήριζε πως ο φασισμός μετά τον πόλεμο δεν πέθανε, αλλά επιβίωσε έως τη δεκαετία του εξήντα στις ανθρώπινες σχέσεις, και ιδιαίτερα στην καταπίεση που ασκούσαν οι άντρες στις γυναίκες.
Η Ίγκεμποργκ Μπάχμαν υποστήριζε πως ο φασισμός μετά τον πόλεμο δεν πέθανε, αλλά επιβίωσε έως τη δεκαετία του εξήντα στις ανθρώπινες σχέσεις, και ιδιαίτερα στην καταπίεση που ασκούσαν οι άντρες στις γυναίκες. Την οπτική των γυναικών κατέδειξαν και τα έργα των Άννα Σέγκερς, Ίλζε Άιχινγκερ, Ίνγκεμποργκ Ντριούιτς και Κρίστα Βολφ [4]. Τα διηγήματα «Το ασημένιο νόμισμα», «Ο οικοδιδάσκαλος», «Το θέατρο στο παράθυρο» και το «Όπου κατοικώ» της Ίλζε Άιχινγκερ διακρίνονται για την ευαισθησία και τον λυρικό τους τόνο: μια υπόγεια «ανάσα» απειλής κυριαρχεί στην ατμόσφαιρα αυτών των διηγημάτων, ενώ τα στοιχεία της παιδικής αθωότητας, της έκπληξης και του σαρκαστικού χιούμορ είναι κυρίαρχα [5].
Στα διηγήματα «Οι καλαμιές» και «Το καταφύγι» της Άννα Ζέγκερς [6] (πραγματικό όνομα: Netty Reiling) υπάρχει έντονη η αναζήτηση της ατομικής ευθύνης: τη συγγραφέα απασχολεί το ζήτημα της εβραϊκής καταγωγής, όπως καταδεικνύει και η διδακτορική της διατριβή [7]. Παρ’ όλα αυτά, εκδήλωσε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον χριστιανικό υπαρξισμό του Sören Kierkegaard. Στα διηγήματα «Το χοντρό παιδί», οι «Μεγάλες σκιές» και ο «Μαρτιάτικος άνεμος», η πρωσικής καταγωγής Μαρί Λουίζε Κάσνιτς [8] δίνει το στίγμα μιας γραφής που ανακλά τις τραυματικές εμπειρίες του πολέμου, ενώ η «Αρχή της σαιζόν» της Ελίζαμπετ Λάνγκεσερ [9] είναι ένα ιδιότυπο αλλά σαφές στο μήνυμά του διήγημα.
Όμως το αριστούργημα των «γυναικείων» κειμένων της ανθολογίας είναι το εκτενές διήγημα «Τα γαβγίσματα» της Ίνγκεμποργκ Μπάχμαν [10], Αυστριακής ποιήτριας και πεζογράφου, που έγινε γνωστή ως η διδάκτωρ κριτικός και δημόσια αντίδικος του Μάρτιν Χάιντεγκερ. Στα «Γαβγίσματα» η πρωταγωνίστρια αποκόπτεται από τον εγωπαθή γιο της και αναπτύσσει με τη νύφη της μιαν ιδιότυπη σχέση μυστικοπάθειας και αμοιβαίου σεβασμού, που όμως θα καταστραφεί από τις έντονες εναλλαγές της τύχης.
Ηθική συνείδηση και δίδαγμα
Ο Μπελ κατασκευάζει μια δυστοπία τύπου Όργουελ, όπου κάποιος καταδικάζεται γιατί είναι χαρούμενος όταν η εντολή είναι να είναι λυπημένος και γιατί είναι λυπημένος όταν η εντολή είναι να είναι χαρούμενος. Τα δεδομένα της λογικής παραχαράσσονται από τις επιταγές μιας ολοκληρωτικής εξουσίας.
Τα διηγήματα «Χιόνι, πάρα πολύ χιόνι», «Το ψωμί» και «Μα οι αρουραίοι κοιμούνται τη νύχτα» του Βόλφγκανγκ Μπόρχερτ εντάσσονται στα κλασικά του είδους που δημοσίευε η «Ομάδα 47». Μάλιστα το τρίτο από αυτά έχει περιληφθεί στο σχολικό εγχειρίδιο «Νεότερη ευρωπαϊκή λογοτεχνία» της Β' Λυκείου. Στο έργο του Μπόρχερτ, απλοί πολίτες, στρατιώτες, χήρες, απρόσωπες μορφές απογυμνωμένες από κάθε γνώρισμα κοινωνικής προέλευσης, παρά την ανωνυμία τους νιώθουν και υποφέρουν και διερωτώνται [11].
«Το λυπητερό μου πρόσωπο» του Χάινριχ Μπελ είναι ένα διήγημα που επίσης έχει επιλεγεί για τη σχολική ύλη λογοτεχνίας της Γ΄ Λυκείου. Ο Μπελ κατασκευάζει μια δυστοπία τύπου Όργουελ, όπου κάποιος καταδικάζεται γιατί είναι χαρούμενος όταν η εντολή είναι να είναι λυπημένος και γιατί είναι λυπημένος όταν η εντολή είναι να είναι χαρούμενος. Τα δεδομένα της λογικής παραχαράσσονται από τις επιταγές μιας ολοκληρωτικής εξουσίας [12].
Το απειλητικό, εφιαλτικό «Οι λύκοι επιστρέφουν» του Χανς Μπέντερ [13] δίνει και τον τίτλο σε όλη τη συλλογή διηγημάτων. Το διήγημα «Η συνάντηση στην Ουγγαρία» του Άλμπρεχτ Γκες παντρεύει τον ποιητικό με τον πεζό λόγο, στην περιγραφή του σπιτιού δυο γιατρών, πατέρα και γιου. Ο Γκες σπούδασε Φιλοσοφία και Θεολογία στο Τύμπινγκεν, υπηρέτησε ως πάστορας σε στρατιωτικά νοσοκομεία και φυλακές και εγκατέλειψε το σχήμα για να υπηρετήσει τη λογοτεχνία: η ιδιότητά του ως ιερωμένου είναι ολοφάνερη στο διήγημα. To« Ένα ερωτικό πείραμα» του Αλεξάντερ Κλούγκε [14] εντάσσεται στην ευρύτατη παραγωγή, διηγημάτων, δοκιμίων, σεναρίων και τηλεοπτικών ή κινηματογραφικών παραγωγών που καθιέρωσαν αυτόν τον ιδιότυπο συγγραφέα από τη Σαξονία.
Θρησκευτικότητα και πολιτικός ακτιβισμός
Στην ανθολογία εντάσσονται, ακόμη, το διήγημα «Ο πολεμικός σταυρός» του Χάινερ Μύλερ [15], όπου ο κυνισμός παίρνει τη θέση ενός ώριμου, σοφού ρεαλισμού. Στον «Κουβαλητή στεφανιών» ο Γιόζεφ Μίλμπεργκερ ταυτίζει το προσωπικό δράμα του πρωταγωνιστή με τον άχαρο ρόλο που έχει επιλέξει. Στην «ταχύτερα αναπτυσσόμενη πόλη» ο Βάλτερ Μπάουερ [16] δίνει το στίγμα του αιωνίως απομονωμένου ανθρώπου, σ’ ένα αστικό περιβάλλον αλλοτριωτικό και άξενο. Το αριστούργημα «Η λευκή σημαία» του Ρολφ Μπέκερ [17] ταυτίζει την προσωπική αφήγηση με την ιστορική αφήγηση που την περικλείει.
Στο διήγημα «Μια εντελώς Βαλτική ιστορία» ο Ούλριχ Μπέχερ [18] σαρκάζει την ψυχική ερήμωση που αναδύεται από την ταλαιπωρία, τον κατατρεγμό και την εγκατάλειψη. Τη συλλογή συμπληρώνουν τα διηγήματα «Οι δύο γιοι» του Μπέρτολτ Μπρεχτ, «Ο θάνατος του στρατιώτη Νικήτα» του Πέτερ Ροζίνσκι, «Ο Ανδορριανός Εβραίος» του Μαξ Φρις, «Σ’ έναν σκοτεινό κόσμο» του Στέφαν Χέρμλιν [19], καθώς και τα διηγήματα «Στον δρόμο της φυγής» και «Ο Γιένε ήταν φίλος μου» του Βόλϕντιτριχ Σνούρε.
Οι είκοσι γερμανόφωνοι συγγραφείς της συλλογής –κάποιοι ήταν Εβραίοι στην καταγωγή– ερμηνεύουν την ήττα και τα συντρίμμια του ναζιστικού καθεστώτος, όπως φαίνονται στην αποψιλωμένη Γερμανία των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών, επισημαίνοντας τη διάψευση της εθνικοσοσιαλιστικής ιδεολογίας, την ταπείνωση της γερμανικής αλαζονείας, την αθλιότητα που προξένησε ο πόλεμος και την ενοχή για τον κατατρεγμό και τη γενοκτονία των Εβραίων. Πολλοί από αυτούς αντλούσαν έμπνευση από αντίστοιχα αμερικανικά διηγήματα της εποχής.
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.
Οι λύκοι επιστρέφουν
Διηγήματα της «Γενιάς των Ερειπίων»
Ανθολογία
Μτφρ. Φοίβος Ι. Πιομπίνος
Gutenberg 2018
Σελ. 368, τιμή εκδότη €16,00