Για το μυθιστόρημα της Virginia Woolf «Ορλάντο – Μια βιογραφία» (μτφρ. Αργυρώ Μαντόγλου, εκδ. Gutenberg).
Του Νίκου Ξένιου
Το «Ορλάντο – Μια βιογραφία» της Βιρτζίνια Γουλφ σε μετάφραση Αργυρώς Μαντόγλου είναι άλλο ένα διαμαντάκι της σειράς Aldina των εκδόσεων Gutenberg. Η πλούσια, λεπτοδουλεμένη μετάφραση και η εμβριθής εισαγωγή της Αργυρώς Μαντόγλου και η παράθεση, μεταξύ άλλων, της πρώτης κριτικής του 1928 για το έργο, που επισημαίνει τη χρήση αλληγορίας και την άρση της λογικής χρονικής ακολουθίας στην αφήγηση, εγκαινιάζουν μια νέα εποχή για το ελληνικό αναγνωστικό κοινό: στο εξής διαβάζουμε τη Γουλφ ως κύρια εκπρόσωπο του νεωτερισμού σ’ αυτό το «μυθιστόρημα φαντασίας», που είχε γραφεί για τη φίλη της Βίτα Σάκβιλ-Γουέστ. Με τα μέσα του μαγικού ρεαλισμού και αντικρίζοντας «δι’ εσόπτρου»[1] τον σαπφικό γυναικείο ψυχισμό, το «Ορλάντο» συνιστά ένα ριζοσπαστικό βήμα στην παγκόσμια μυθοπλασία.
Μια ιδιότυπη, επαναστατική χρονικότητα
Η Βιρτζίνια Γουλφ παριστά την ελισαβετιανή εποχή ως εποχή αναγέννησης και ζωντάνιας, εποχή έρωτα του Ορλάντο για τη Σάσα, ενώ γύρω επικρατούσε ο «μέγας παγετός» του 1608 και ενώ ένας βαμπιρικός, παιδεραστικός πόθος συνδέει με το ποθητό αυτό αγόρι τη φθίνουσα μορφή της βασίλισσας Ελισάβετ.
Η Γουλφ αναδύεται πίσω από την επινοημένη «βιογράφο» του/της Ορλάντο. Η Γουλφ, υπό το προσωπείο της «βιογράφου», παραμένει τύποις αμέτοχη συναισθηματικά στα τεκταινόμενα, ενώ παράλληλα επιτρέπει στον εαυτό της τον λεπτομερή σχολιασμό των βικτωριανών ηθών. Ο μη γηράσκων, αειθαλής, διαχρονικός χαρακτήρας της Ορλάντο δεν είναι παρά υπαινιγμός της πεποίθησης ότι το παρελθόν της Βρετανίας παρέμενε εναργές και δραστικό ακόμη κατά τη βικτωριανή εποχή. Έτσι, η Αναγέννηση, η Παλινόρθωση, ο Διαφωτισμός, ο Ρομαντισμός, η Βικτωριανή Εποχή και ο Μεσοπόλεμος διανύονται κατά τρόπο ανατρεπτικό: έχει σχολιαστεί πως η αλλαγή «γούστου» του Ορλάντο δια μέσου των αιώνων δεν είναι παρά μια μορφή αμφισβήτησης των αισθητικών επιλογών του πατέρα της Βιρτζίνια Γουλφ, του Σερ Λέσλι Στήβεν (στην πραγματεία του: English Literature and Society in the Eighteen Century), που απέκλειαν τις γυναίκες από το πάνθεον των συγγραφέων: δεν είναι τυχαίο που ο Ορλάντο ως άνδρας δεν διστάζει να δείξει τα χειρόγραφά του της «Βαλανιδιάς», ενώ ως Ορλάντο-γυναίκα τα κρύβει συστηματικά όποτε έρχονται επισκέπτες.
Μέρος της σάτιρας κατά των βικτωριανών ηθών αποτελεί και η φιγούρα του Τζων Ράσκιν, που έβλεπε την Αναγέννηση ως περίοδο ηθικής και πολιτιστικής παρακμής, αποκαλώντας την «παγετό»: από αντίδραση, η Βιρτζίνια Γουλφ παριστά την ελισαβετιανή εποχή ως εποχή αναγέννησης και ζωντάνιας, εποχή έρωτα του Ορλάντο για τη Σάσα, ενώ γύρω επικρατούσε ο «μέγας παγετός» του 1608 και ενώ ένας βαμπιρικός, παιδεραστικός πόθος συνδέει με το ποθητό αυτό αγόρι τη φθίνουσα μορφή της βασίλισσας Ελισάβετ. Οι βικτωριανοί λάτρευαν τις ημερομηνίες και τα γεγονότα, την ταξινόμηση και οριοθέτηση της ανθρώπινης ζωής, τα μουσεία, τις συλλογές πεταλούδων και ανατολίτικων αντικειμένων: γραμμένο το 1928, το «Ορλάντο» διακωμωδεί αυτήν την τάση. Η Μεγάλη Αγγλία μένει αναλλοίωτη μέσα στον χρόνο: τα κτήρια που αντικρίζει η Ορλάντο μπαίνοντας με το καράβι στο Λονδίνο (ο Καθεδρικός ναός του Αγίου Παύλου, το Νοσοκομείο Γκρήνουϊτς, το Αββαείο του Ουεστμίνστερ, το Κοινοβούλιο) όλα οικοδομήθηκαν μετά από τη μεγάλη πυρκαγιά του 1666.
Βιβλίο προφητικό
Αρσενικό και θηλυκό αλληλοαπορροφώνται σε μια ροϊκή συνέχεια, καθώς ο Ορλάντο του πρώτου κεφαλαίου φέρεται ως άνδρας και κάπου στο ένα τρίτο της έκτασης του μυθιστορήματος ξυπνά ως γυναίκα, χωρίς τον παραμικρό προβληματισμό για την αλλαγή δέματος ή για τα χρωμοσώματα X και Υ.
Το «έργο ζωής» που αποπειράται να γράψει ο Ορλάντο πραγματώνεται μόνο με την αλλαγή του φυσικού του φύλου: η υλοποίηση της καλλιτεχνικής δημιουργίας σε συνεχή αναφορά προς το φύλο του δημιουργού νομίζω πως είναι το κεντρικό ζήτημα που απασχολεί τη συγγραφέα. Η έννοια του φύλου αναφέρεται μόνο μια φορά στο κείμενο του «Ορλάντο», σε ένα σημείο όπου μια ενδυμασία χαρακτηρίζεται «αμφιβόλου φύλου»: πρόκειται για ένα βιβλίο όπου η έννοια του φύλου απλώνει σε μεγάλο βαθμό και προσλαμβάνει ιδιαίτερες νοηματοδοτήσεις, ενάντιες, εννοείται, στον βιολογικό επικαθορισμό του. Αρσενικό και θηλυκό αλληλοαπορροφώνται σε μια ροϊκή συνέχεια, καθώς ο Ορλάντο του πρώτου κεφαλαίου φέρεται ως άνδρας και κάπου στο ένα τρίτο της έκτασης του μυθιστορήματος ξυπνά ως γυναίκα, χωρίς τον παραμικρό προβληματισμό για την αλλαγή δέματος ή για τα χρωμοσώματα X και Υ!
Η Γουλφ, ως φεμινίστρια, επιτρέπει στην ηρωίδα/ήρωά της την ελευθεριότητα της βιολογικής μεταμόρφωσης: γεννημένος κατά τη βασιλεία της πρώτης Ελισάβετ της Αγγλίας, παραμένει ζωντανός και νέος και στη βασιλεία της δεύτερης Ελισάβετ: η Γουλφ επιτρέπει στον ήρωα/ηρωίδα της την ελευθερία της αιώνιας νεότητας, καθώς ο Ορλάντο διανύει τους αιώνες χωρίς να δίνει εξηγήσεις στον αναγνώστη. Αμφιθυμία απέναντι στο κοινωνικά προσδιορισμένο φύλο, αμφιταλάντευση ανάμεσα στο αισθητικά «καλό» και στο φτηνό γούστο, αμφισβήτηση των αισθητικών και ηθικών παραδοχών των συγχρόνων της, προφητικός οραματισμός των εποχών που επρόκειτο να έρθουν καλπάζοντας. Τα «Star Wars» και το «Rocky Horror Picture Show» στη δεκαετία του ’70, οι στίχοι του Ντέιβιντ Μπάουι και το Middlesex του Τζέφρεϊ Ευγενίδη, όλα ωχριούν μπροστά στον πρωτοποριακό, προφητικό χαρακτήρα του «Ορλάντο».
H ατμόσφαιρα του country estate και του σουλτανάτου
Ο καινοτόμος χαρακτήρας του βιβλίου περνά και σε πλάγια ιστορική αμφισβήτηση της πρωτοκαθεδρίας της βρετανικής αυτοκρατορίας.
Οι πίνακες, οι ταπισερί, οι βαριές κουρτίνες, οι λεπτομέρειες της επίπλωσης και της ενδυμασίας, όλα προσδίδουν μια μυθική/στιλιστική ποιότητα στην ονειρική περιγραφή της ζωής του Ορλάντο: μια έντονη υπερβολή στην απόδοση του ηλιοβασιλέματος, της αυγής, της βλάστησης, των λουλουδιών, της συμπεριφοράς των ζώων και των καιρικών συνθηκών είναι ρομαντικά γνωρίσματα του βιβλίου και θολώνουν τη διαχωριστική γραμμή ποίησης και πεζογραφίας.
Ο καινοτόμος χαρακτήρας του βιβλίου περνά και σε πλάγια ιστορική αμφισβήτηση της πρωτοκαθεδρίας της βρετανικής αυτοκρατορίας. Σε σύγκριση με αυτό το σκηνικό, η Κωνσταντινούπολη (μια πόλη όπου η Σάκβιλ-Ουέστ έζησε για μια διετία) είναι μια πόλη που άλλαξε χίλιες ιστορικές ταυτότητες, ενώ κατά τον δέκατο έβδομο αιώνα βρίθει θρησκειών και εθνοτήτων: Τούρκοι, Αρμένιοι, Εβραίοι Σεφαραδίτες, Κιρκασιανοί, Σουδανοί, χωρίς συγκεκριμένη ταυτότητα και με ευμετάβολο σχήμα ζωής, η «οριενταλίστικη» επιλογή της συγγραφέως της προσέφερε ένα ιδεώδες, πολυμορφικό και ανεκτικό κοινωνικό σκηνικό για να επιτελέσει ο Ορλάντο τη μεταμόρφωσή του, και μάλιστα στη διάρκεια μιας μουσουλμανικής εξέγερσης κατά των Χριστιανών.
Μια «θάλασσα μελαγχολίας»
Η αμερικανή αναλύτρια Βικτόρια Σμιθ υποστήριξε πως το θέμα του βιβλίου είναι η αδυνατότητα αναπαράστασης της γυναικείας εμπειρίας από μια γυναίκα, για την οποία η γλώσσα παραμένει ένα αίνιγμα: ο Ορλάντο δεν μπορεί να περιγράψει τη Σάσα ή τη Φύση (τα χρώματα του ουρανού και της θάλασσας) ή τον Έρωτα, ενώ ο «βιογράφος» δεν είναι σε θέση να περιγράψει πλήρως τον Ορλάντο.
Η Γουλφ σατιρίζει το πάθος της ερωμένης και φίλης της Σάκβιλ-Ουέστ για τους τσιγγάνους: οι τσιγγάνοι είναι οι πρώτοι που αποδέχονται τη νέα ταυτότητα φύλου της Ορλάντο. Η τσιγγάνα μάγισσα Ροζίτα Πεπίτα (όνομα της γιαγιάς της Σάκβιλ-Ουέστ) κι ένας ισπανός χορευτής από τη μια, η αγγλίδα αριστοκράτισσα Ορλάντο από την άλλη, που σαν την Σάκβιλ-Ουέστ απλώς φαντασιώνεται τις περιπέτειες ενός τσιγγάνικου καραβανιού, χωρίς εύκολα να αφήνει τις ανέσεις ενός καλοαρμοσμένου αστικού βίου, ή απλώς φαντασιώνεται τις λεσβιακές σχέσεις, εφόσον αυτές παρέμεναν (μέχρι το 1967) παράνομες στη Μεγάλη Βρετανία: το μυθιστόρημα λειτούργησε θεραπευτικά για τη συγγραφέα, δεδομένου του έντονου στερητικού της συνδρόμου.
Αφενός η Γουλφ αποδεικνύει πως τα υποκριτικά βρετανικά ήθη μπορούσαν να αποδεχθούν τις λεσβιακές σχέσεις ως «αναδίπλωση στον εαυτό» (inversion), μόνο με την προϋπόθεση αυτές να παρουσιάζονται υπό το ένδυμα της φανταστικής αλληγορίας, της παρενδυσίας ή ενός «διαλείμματος» μεταμφίεσης. Το ίδιο ισχύει και για τους υπαινιγμούς του βιβλίου σχετικά με τα περιουσιακά στοιχεία που δεν αναγνωρίζονταν στις γυναίκες της βικτωριανής εποχής. Η εικόνα της γκρίζας χήνας που μάταια καταδιώκει η Ορλάντο δια μέσου των αιώνων είναι μια αλληγορία του ανέφικτου της συγγραφής ενός «καλού» μυθιστορήματος. Η αμερικανή αναλύτρια Βικτόρια Σμιθ υποστήριξε πως το θέμα του βιβλίου είναι η αδυνατότητα αναπαράστασης της γυναικείας εμπειρίας από μια γυναίκα, για την οποία η γλώσσα παραμένει ένα αίνιγμα: ο Ορλάντο δεν μπορεί να περιγράψει τη Σάσα ή τη Φύση (τα χρώματα του ουρανού και της θάλασσας) ή τον Έρωτα, ενώ ο «βιογράφος» δεν είναι σε θέση να περιγράψει πλήρως τον Ορλάντο.
Το δεκαεξάχρονο αισθησιακό αγόρι που μεγάλωσε στην ελισαβετιανή Αναγέννηση και που μάταια καταπιάστηκε ως άνδρας με τη λογοτεχνία, φαίνεται πως θα τα καταφέρει ως γυναίκα. Άπληστος και ηδονοθήρας, σαν άλλος Ντόριαν Γκρέι, ο ανδρόγυνος ήρωας της Γουλφ σαρκάζει την υποκρισία των συγχρόνων του και ανατρέπει την κοινωνική ευταξία των ρόλων του φύλου και τη σεξιστική ανατροφή των γυναικών. Ο έρωτας της συγγραφέως για την Σάκβιλ-Ουέστ είναι ταυτοχρόνως φλερτ με το παρελθόν και τις ιστορικές καταβολές ενός βρετανικού οίκου. To ίδιο ισχύει για τον έρωτα της Ορλάντο για έναν άντρα που δυσανασχετεί με τους κοινωνικά προσδιορισμένους ρόλους του φύλου του και με τα στερεότυπα περί δημιουργικότητας που επικρατούσαν στην εποχή του. Η σαρκικότητα των προσώπων αυτού του μυθιστορήματος εδραιώνει την πνευματικότητα της δημιουργού.
* Στην κεντρική εικόνα απόσπασμα από λιθογραφία του Richard Kennedy.
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.
Τελευταίο βιβλίο του, το μυθιστόρημα «Τα σπλάχνα» (εκδ. Κριτική).
[1] Βλ. την Προς Κορινθίους «Α’ Επιστολή» του Αποστόλου Παύλου, (ιβ´ 27 – ιγ´ 13).
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Η σεμνότητά της για τη γραφή, η ματαιοδοξία της για την εμφάνιση, οι φόβοι για την ασφάλειά της, όλα τούτα μοιάζουν να υπαινίσσονται πως αυτό που ειπώθηκε πριν λίγο, πως δήθεν δεν υπήρξε καμιά αλλαγή ανάμεσα στον άντρα Ορλάντο και στη γυναίκα Ορλάντο, δεν είναι απόλυτα αληθές. Διέθετε μεγαλύτερη συστολή, όπως είναι σύνηθες με τις γυναίκες σε σχέση με το μυαλό τους, και λίγη περισσότερη ματαιοδοξία, όπως είναι σύνηθες με τις γυναίκες σε σχέση με την εμφάνισή τους. Κάποιες ευαισθησίες ύψωναν ανάστημα και κάποιες άλλες εξαφανίζονταν. Η αλλαγή στην ενδυμασία είχε, θα ισχυριστούν κάποιοι φιλόσοφοι, μεγάλη σχέση μ’αυτό. Ανώφελα εξαρτήματα μοιάζουν τα ρούχα αλλά έχουν, λένε, σημαντικότερο ρόλο από το να μας κρατάνε ζεστούς: αλλάζουν τον τρόπο που μας βλέπει ο κόσμος...». (σελ. 233-234)
Ορλάντο
Virginia Woolf
Μτφρ. Αργυρώ Μαντόγλου
Gutenberg 2017
Σελ. 528, τιμή εκδότη €20,00