Για το βιβλίο του Antonio Tabucchi Μαύρος Άγγελος (Άγρα).
Της Έλενας Μαρούτσου
Πιάστηκα μέσα στις σελίδες αυτού του βιβλίου –ο τίτλος Μαύρος Άγγελος ήταν ένα καλό δόλωμα– όπως μέσα σ’ ένα δίχτυ. Antonio Tabucchi δεν είχα ξαναδιαβάσει, ένας λόγος παραπάνω για να πιαστώ στο δίχτυ του με τόση αφέλεια. Πρόκειται για μια συλλογή από έξι ιστορίες που μοιάζουν αυτόνομες αλλά δεν είναι. Το νήμα που τις συνδέει όμως είναι φαγωμένο τόπους τόπους κι έτσι, ενώ πιστεύεις πως ξέρεις από πού να πιαστείς για να προχωρήσεις, ξαφνικά μένεις με χέρια αδειανά και με τα πόδια συχνά στο κενό.
Ο φιλόλογος, το φάντασμα κι ο ίλιγγος
Το κακό ξεκινάει απ’ την πρώτη κιόλας ιστορία με τον υπέροχο και παραπλανητικό τίτλο «Φωνές μεταφερόμενες από κάτι, αδύνατον να πεις από τι». Εδώ ο αφηγητής περιφέρεται στην Πίζα χωρίς φανερό σκοπό, πιάνοντας με το αυτί του ξέφτια από κουβέντες που λένε οι περαστικοί. Μοιάζει να θέλει να τα χρησιμοποιήσει ως έμπνευση για κάποια ιστορία που σκοπεύει να γράψει, τα ζυγίζει στα χέρια του –σαν ψάρια που μόλις έχει βγάλει απ’ τη θάλασσα– κι άλλα τα πετάει πίσω στο νερό, ενώ άλλα τα κρατάει για ό,τι σκοπεύει ως συγγραφέας να μαγειρέψει. «Θαυμάσια», σκέφτηκα. «Εδώ έχουμε ολοφάνερα μια ιστορία για τη διαδικασία της γραφής. «Αυτοαναφορικότητα, λοιπόν!» φώναξε μέσα μου αυτός που ονομάζω ο «φιλόλογος», γιατί θέλει να αναγνωρίζει τα λογοτεχνικά φαινόμενα, να τα ονομάζει και να τα βάζει σε κουτάκια. Εκεί όμως που νόμιζα πως βάδιζα σε οικεία μονοπάτια, ξαφνικά η αφήγηση κάνει στροφή και παρουσιάζει το πρώτο της φάντασμα. Πρόκειται για μια φωνή που καλεί τον αφηγητή ν’ ανέβει στον Πύργο της Πίζας και να κοιτάξει από ψηλά προς τα κάτω, ενώ ο αναγνώστης παθαίνει μαζί με τον ήρωα ίλιγγο απ’ το αναγνωστικό ύψος.
Σαν δωμάτιο με κάτοπτρα
Οι μνήμες που διαπερνούν σαν αιχμηρές λεπίδες την ονειρική συχνά ατμόσφαιρα για να την κάνουν να ματώσει, οι γυναίκες που κυκλοφορούν σαν φαντάσματα, η πολιτική και η ιστορία, εξίσου ματωμένες και φασματικές
Στο δεύτερο διήγημα –δεν θα σας αναφέρω άλλους τίτλους διηγημάτων, αξίζει όμως να πω πως ήταν ένας από τους λόγους που μ’ έκαναν να πάρω στα χέρια μου το βιβλίο– το συγκεκριμένο φάντασμα επιστρέφει. Άρα, σκέφτομαι, ο συγγραφέας θα καταδυθεί στα έγκατα της μνήμης του να βρει εκεί όλους τους μαύρους αγγέλους που φτεροκοπάνε εκεί σαν νυχτερίδες, και πράγματι σε αυτό το διήγημα θα βρούμε σπαράγματα αναμνήσεων από συλλήψεις συντρόφων, ανακρίσεις, εκφοβισμούς, προδοσίες. Κι όμως, η αυτοαναφορικότητα, δεν έχει κάνει φτερά. Παρόλο που η πραγματικότητα που μεταφέρεται είναι ζοφερή, ο συγγραφέας συνεχίζει κι εδώ να παίζει με αυτήν, παίρνοντας κατά διαστήματα απόσταση από αυτά που αφηγείται για να υπαινιχθεί πως τα πράγματα δεν έγιναν ακριβώς έτσι αλλά έτσι τα φαντάστηκε να εξελίσσονται κάποιος που αφηγείται αλλά δεν είναι κι ο ίδιος ο αφηγητής. Εδώ σαν ξαφνικά να μετατοπίζεται η εικόνα και να πολλαπλασιάζεται, όπως σε ένα δωμάτιο με κάτοπτρα όπου δεν ξέρεις πού βρίσκεται ο ήρωας, πού το είδωλο και που ο αντικατοπτρισμός του ειδώλου.
Η αγωνία του αναγνώστη πριν από το πέναλτυ (όπου ο αναγνώστης είναι η μπάλα)
Η συνεχής μετατόπιση της εστίασης, τα πρόσωπα που μπαινοβγαίνουν στις ιστορίες και μετά στα καλά καθούμενα εξαφανίζονται, οι μνήμες που διαπερνούν σαν αιχμηρές λεπίδες την ονειρική συχνά ατμόσφαιρα για να την κάνουν να ματώσει και να γίνει ρεαλιστική, οι γυναίκες που κυκλοφορούν σαν φαντάσματα, τόσο άπιαστες, τόσο κυνηγημένες, τόσο ποθητές, η πολιτική και η ιστορία, εξίσου ματωμένες και φασματικές, κάνουν την ανάγνωση αυτού του βιβλίου σχεδόν αγωνιώδη. Φοβάσαι πως ανά πάσα στιγμή θα μπερδευτείς, θα γλιστρήσεις και θα τυλιχτείς ολόκληρος στο δίχτυ που ο συγγραφέας έχει απλώσει γύρω σου, κι όταν αυτό συμβεί –γιατί αναπόφευκτα, σας το λέω, θα συμβεί– τότε νιώθεις πως έχει επιτελεστεί ο σκοπός του βιβλίου. Έχεις ήδη σαγηνευτεί – κι εδώ επιτρέψτε στον φιλόλογο που κρύβω μέσα μου να σας ενημερώσει ή να σας θυμίσει πως στ’ αρχαία «σαγήνη» αυτό ακριβώς σημαίνει: δίχτυ.
Ο μαύρος άγγελος
Antonio Tabucchi
Μτφρ. Ανταίος Χρυσοστομίδης
Άγρα 2014
Σελ. 208, τιμή € 15,00
ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ ANTONIO TABUCCHI