Για το μυθιστόρημα του ισραηλινού συγγραφέα Αβραάμ Β. Γεοσούα Ρετροσπεκτίβα (Πόλις).
Του Γιώργου Βέη
Διότι η ψυχή είναι ένα κουβάρι οχιές: τραβάς μία, και οι άλλες, που είναι μπλεγμένες μαζί της, ξεπετιούνται από πίσω της. Από το βιβλίο, σελ. 270Πριν δύο χρόνια απέσπασε το βραβείο Médicis Étranger. Συνιστά μια ακόμη απόδειξη της μυθοπλαστικής δεξιότητας του σημαίνοντος συγγραφέα (Ιερουσαλήμ, 1936 -), ιδιαίτερα γνωστού και στον τόπο μας. Πρωτοτύπως ο τίτλος έχει ως εξής: Hesed Sefaradi, ήτοι Ισπανική ευσπλαχνία. Αυτοβιογραφική εν μέρει, ημιδοκιμιακού χαρακτήρα, με έμμεσες πλην σαφείς παραπομπές σε πολιτικές, φυλετικές και εθνοτικές εμμονές των Εβραίων, η Ρετροσπεκτίβα, μυθιστόρημα ιδεών μείον τη θεατρικότητά τους, διαβάζεται όπως ακριβώς θα ήθελε η κλασική λογοτεχνία των μη εύλογων ανατροπών.
Ρετροσπεκτίβα πάει να πει ενδελεχής ανάγνωση της διευρυμένης πραγματικότητας και των επί μέρους συστατικών της
Δηλαδή με αμείωτο ενδιαφέρον από την αρχή ως το τέλος, λόγω της ακατάπαυστης, συνειδητής αναμόχλευσης εξαιρετικά κρισίμων ατομικών και συλλογικών παθών. Το παρελθόν δεν έχει προλάβει, το τονίζω, να εκφυλιστεί εδώ σε ισοπεδωτική λήθη ή έστω σε χαλαρή ανάμνηση ολοκληρωμένων, ατυχών ή μη, οικογενειακών ρομάντζων. Το παρελθόν αποτελεί και στη συγκεκριμένη περίπτωση οργανικό παράρτημα του παρόντος. Προοικονομώντας ενίοτε την έκβαση της καθημερινότητας των αφηγηματικών ηρώων, το μακρινό ή κοντινό χθες καθίσταται η μόνιμη σκιά του όντος. Από την άποψη αυτή, Ρετροσπεκτίβα πάει να πει ενδελεχής ανάγνωση της διευρυμένης πραγματικότητας και των επί μέρους συστατικών της. Σε αυξημένο μάλιστα πρόσημο, η καλώς συγκερασμένη γραφή συμμετέχει στα δρώμενα όχι ως επιστρατευμένος νεροκουβαλητής των εννοιών, αλλά σαν ισότιμος παράγοντας-πρόσωπο του μυθιστορήματος. Το επιλογικό μάλιστα τμήμα διαβάζεται σαν θρίαμβος της γραφής, η οποία διαθέτει το χάρισμα να μυεί σε μιαν άλλη διάσταση δεικτών. Πάντως, δεν θα διακινδύνευα τον όρο «υπερρεαλιστικά».
Ενώ το φάσμα του Δον Κιχώτη συνιστά τον ηθικό καμβά των περιστάσεων, αλληγορίες, συνειρμοί και παραλληλίες, όπως προκύπτουν από την έντεχνη προβολή των βιβλικών πρωταγωνιστών, του Μωυσή και της Ρουθ στο τώρα, υποφώσκουν σε πλείστες σελίδες
Προκειμένου να παραστεί σε μια αναδρομική παρουσίαση ορισμένων μισοξεχασμένων ή και ολοσχερώς ξεχασμένων, πρωτολείων ως επί το πλείστον, κινηματογραφικών ταινιών του και στη συνέχεια να βραβευτεί για τη συνολική προσφορά του στην υπόθεση της 7ης Τέχνης, ο εβδομηντάχρονος Γιαΐρ Μόζες (Μωυσής), σκηνοθέτης μετρίων έως καλών επιδόσεων στον λίαν απαιτητικό χώρο του, πειθαγκασμένος ενίοτε να διαπράττει τους σολοικισμούς των φευ απαραίτητων αισθητικών συμβιβασμών, ταξιδεύει από το ζέον Ισραήλ ως το παραθαλάσσιο, καθησυχαστικό έως υπνωτικό Σαντιάγκο ντε Κομποστέλα της Ισπανίας, μια πόλη-ανοικτό μουσείο. Συνοδευόμενος από την ηθοποιό της ζωής του, τη Ρουθ, υποχρεούται να επιχειρήσει μια καταβύθιση στο καλλιτεχνικό του εγώ, αναζητώντας την αναδρομική λύτρωση από κρίματα, λάθη και αστοχίες συμπεριφοράς.
Ενώ το φάσμα του Δον Κιχώτη, σχεδόν πανταχού παρόν, συνιστά τον ηθικό καμβά των περιστάσεων, αλληγορίες, συνειρμοί και παραλληλίες, όπως προκύπτουν από την έντεχνη προβολή των βιβλικών πρωταγωνιστών, του Μωυσή και της Ρουθ στο τώρα, υποφώσκουν σε πλείστες σελίδες. Ο Μωυσής της Ρετροσπεκτίβας δεν κομίζει βέβαια γραπτές εντολές του Νόμου του Θεού, αλλά προσπαθεί να νομοθετήσει ο ίδιος, να υιοθετήσει μιαν ορθολογικότερη αντιμετώπιση των βασάνων του βίου, να αναδιευθετήσει, κοντολογίς, τα του οίκου του, με, ει δυνατόν, προσφορότερους τρόπους. Όντας μάλιστα γνήσιος ασκενάζι, πιστεύει ότι διατηρεί ακόμη το προνόμιο μιας βαθύτερης σοφίας, ικανής και αναγκαίας να τον αναμορφώσει πλήρως. Άλλωστε, όπως έδειξε ένας επιτήδειος συμπατριώτης του, έναν αιώνα πριν, «το παμπάλαιο, το οποίο ξαναβρίσκουμε μέσα στην ψυχή μας, αποτελεί το δρόμο της εκκολαπτόμενης ανθρωπότητας και η παράδοση της βασανισμένης και νοσταλγικής καρδιάς μας δεν είναι τίποτε άλλο από την επανάσταση και την αναγέννηση της ανθρωπότητας». (Βλ. Gustav Landauer, “Sind das Ketzergedanken?”, (1913), στο Λύτρωση και ουτοπία, του Μίκαελ Λέβι, μετάφραση: Θανάσης Παπαδόπουλος, πρόλογος: Στέφανος Ροζάνης, εκδόσεις Ψυχογιός, 2002).
Ο Abraham B. Yehoshua
|
Ο χαρισματικός, πείσμων και κρυψίνους σεναριογράφος των πρώτων εκείνων ταινιών, ονόματι Τριγκάνο, με τον οποίο ο Μωυσής σημειωτέον δεν επικοινωνεί επί τριάντα χρόνια, αλλά και ο αείμνηστος ήδη φωτογράφος των εν λόγω ταινιών, ο Τολεντάνο, θανάσιμα ερωτευμένος με την απόρθητη όμως γι΄αυτόν Ρουθ, πλαισιώνουν διαχρονικά και μέσα πάντα στο ευρύτερο πλαίσιο των αναφορών και των αυτοαναφορών, το πρώην ερωτικό ζευγάρι, Μωυσής – Ρουθ. Έτσι το τελευταίο διευρύνεται, καθώς κυλά η εξιστόρηση των καθεκάστων, σε ευκρινέστατο ερωτικό τετράγωνο εν ευρεία εννοία. Η Ρουθ συμβολοποιεί το απόλυτο Θήλυ. Η αύρα της είναι, συν τοις άλλοις, η αύρα της Δουλτσινέας συν τον απαραίτητο ρεαλισμό μιας σύγχρονης, καθόλα γοητευτικής Εβραίας. Βέβαια οι αναγνώστες είναι έτοιμοι να συμφωνήσουν: επειδή «ο Άλλος δεν γίνεται, σε καμιά περίπτωση, να εκληφθεί ως ένα Ένα», όπως δίδαξε ήδη ο Ζακ Λακάν, η μοιραία απόσταση, η οποία θα χωρίζει ες αεί τη Ρουθ από τους τρεις άρρενες, δεν θα κλείσει ποτέ. Οι χαρακτηριστικές έλξεις και απώσεις των στελεχών του τετραγώνου δεν κλείνουν παρά μόνον με το θάνατο. Το δυστύχημα που κόστισε στον Τολεντάνο τη ζωή του δεν προσθέτει μελοδραματικούς τόνους. Διδάσκει απλώς αγάπη.
Απολύτως κομβική είναι η σημασία ενός ζωγραφικού πίνακα του Ματτίας Μέιβοχελ. Πρόκειται για τη «Ρωμαϊκή Ευσπλαχνία», «Caritas Romana» στα λατινικά, την οποία συναντά για πρώτη φορά ο Μωϋσής στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του στο Σαντιάγκο ντε Κομποστέλα. Η ευειδής γυναίκα του πίνακα, στην ακμή της γόνιμης ωραιότητάς της, η οποία θηλάζει γενναιόδωρα τον φυλακισμένο, ηλικιωμένο πατέρα της στο κελί του, προφανώς καταπατώντας τον εσωτερικό κανονισμό της ιδρύματος, ανακαλεί αμέσως μια σκηνή ανάλογης σεξουαλικής έντασης, η οποία δεν γυρίστηκε τελικά, πριν από δεκαετίες από τον Μωϋσή, σε συνέχεια κατηγορηματικής άρνησης της Ρουθ και παρά την επιμονή του εμμανούς σεναριογράφου.
Οι γενέθλιοι τόποι των πρώτων έργων είναι οι εστίες ενός κυριολεκτικού Αγαθού. Η συμφιλίωση σημαίνει αρχή της εσωτερικής επανάστασης
Επιστρέφοντας στο Ισραήλ, ο σκηνοθέτης θα επισκεφθεί τα μέρη εκείνα όπου γυρίστηκαν οι προαναφερόμενες ταινίες. Πρόκειται σαφώς για απόπειρα κάθαρσης. Οι γενέθλιοι τόποι των πρώτων έργων είναι οι εστίες ενός κυριολεκτικού Αγαθού. Στη συνέχεια θα δοκιμάσει να αποκαταστήσει τις σχέσεις του με τον αινιγματικό Τριγκάνο, ο οποίος ανήκει στην αντίπαλη κοινωνική πλευρά, δηλαδή στους σεφαραδίτες. Ο τελευταίος, κατά τι οπαδός ενός δημιουργικού μεσσιανισμού, δεν θα παραλείψει να ονειρευτεί μια νέα, τολμηρή ασφαλώς στρατηγική, η οποία θα μπορούσε ενδεχομένως να μεταμορφώσει εποικοδομητικά, τόσο προς τα μέσα, όσο και προς τα έξω την εικόνα του σύγχρονου Ισραήλ, σε συνάρτηση πάντα με τα τεκταινόμενα στις γειτονικές αλλά και ευρύτερες γεωπολιτικές οντότητες. Παραθέτω ενδεικτικά την εξής φιλελεύθερη αποστροφή από τη σελίδα 445: « …μια χώρα που μετατρέπεται σε στρατιωτική εγκατάσταση, αντί να είναι μια πατρίδα ζωντανή που αναπνέει, δεν αξιώνεται να θέλουν να την προστατέψουν οι στρατιώτες της. Στο τέλος θα την περιφρονήσουν και θα αποκοιμηθούν αντί να τη φυλάνε». Η συμφιλίωση σημαίνει αρχή της εσωτερικής επανάστασης.
Η πείρα της μεταφράστριας είναι δεδομένη. Θυμίζω ότι έχει ήδη αποσπάσει το 2002 Κρατικό Βραβείο για το γύρισμα ενός άλλου μυθιστορήματος του Αβραάμ Β. Γεοσούα στη γλώσσα μας, εννοώ το Ταξίδι στο τέλος της χιλιετίας. Με τη σημερινή επίσης άψογη εργασία της, πολιτογραφείται εγκύρως και η Ρετροσπεκτίβα στην ελληνική γλωσσική επικράτεια.
Ρετροσπεκτίβα
Αβραάμ Β. Γεοσούα
Μτφρ. Μάγκυ Κοέν
Πόλις 2014
Σελ. 576, τιμή € 20,00
ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ ABRAHAM B. YEHOSHUA