Για το καινούργιο βιβλίο του Μίλαν Κούντερα «Η γιορτή της ασημαντότητας» (μτφρ. Γιάννης Η. Χάρης, εκδ. Εστία).
Γράφει ο Νίκος Ξένιος
Μετά την Άγνοια, στα ογδόντα πέντε χρόνια του πλέον, ο Μίλαν Κούντερα επανέρχεται με νέο έργο μυθοπλασίας: τη Γιορτή της Ασημαντότητας (Lafêtedel’ Insignifiance). Πρόκειται, σύμφωνα με τον εκδότη Gallimard, για ένα βιβλίο που σχολιάζει σοβαρότατα προβλήματα –τη μητρότητα, το Οιδιπόδειο, τη φιλία, τον έρωτα, τη νόσο και τον θάνατο, την ειρήνη και τον πόλεμο, τη ματαιότητα των εγκοσμίων, την Τέχνη, την υπεροψία των νεόπλουτων αστών, τα φαινόμενα ματαίωσης και έλλειψης επικοινωνίας του σύγχρονου ανθρώπου–, με ελαφρύ και παιγνιώδη τρόπο.
«Η ασημαντότητα, φίλε μου, είναι η ουσία της ύπαρξης» υποστηρίζει ο ήρωας του Κούντερα, «είναι μαζί μας παντού και πάντα». Ένα μυθιστόρημα σε εφτά «πράξεις» και με εφτά πρόσωπα που συμμετέχουν στη φιέστα της Μηδαμινότητας, στο πανηγύρι του Τιποτένιου. Ο Κούντερα απογειώνεται: ο άλλοτε φορμαλιστής, ο τεχνίτης που παρακολουθεί με άγρυπνο βλέμμα τον κόσμο, έρχεται τώρα ν’ αναζητήσει τη θεραπεία του mal du siècle στην καλή διάθεση, υιοθετώντας μιαν αποστασιοποιημένη μυθοπλασία –δεν μας ενδιαφέρει, φερ΄ειπείν, το είδος της επαγγελματικής συνεργασίας των ηρώων– κατασκευασμένη από τις πράξεις, την εσωτερική ζωή, τις σκέψεις, τα κρυμμένα αισθήματα των ηρώων, στο εργαστήρι όπου η ανθρώπινη ταυτότητα γίνεται κοστούμι που «είτε πέφτει στενό στους ώμους, είτε πέφτει μακρύ στα μανίκια».
Χαρακτήρες της Commedia dell’arte που αυτοϋπονομεύονται
Τέσσερεις από τους χαρακτήρες της Γιορτής της Ασημαντότητας βολτάρουν στους δημόσιους κήπους και συζητούν διεξοδικώς για εξαιρετικά σοβαρά ζητήματα, με εξαιρετική ελαφρότητα. Περιπλανώνται στην Ιστορία και στη Γεωγραφία. Στα ουροδοχεία του Κρεμλίνου και στον ταλαιπωρημένο προστάτη του σύντροφου Καλίνιν. Σε σταυροδρόμια αποφάσεων καθοριστικών για τη ζωή των ανθρώπων. Στον τόπο γένεσης της «φυλής των συγγνωμάκηδων», εκείνων που για όλα απολογούνται, ακόμη και για τη γέννησή τους: ο Αλαίν, που τον εγκατέλειψε η μάνα του όταν ήταν παιδί, έχει έμμονη ιδέα με τον γυναικείο αφαλό: θα εντοπίσει σε αυτήν την τόσο συχνά εκτιθέμενη ανατομική λεπτομέρεια το σεξουαλικό φετίχ της εποχής μας. Φαντασιώνεται –σε μιαν εκπληκτικής ενάργειας σκηνή– τη μητέρα του να πνίγει τον επίδοξο ναυαγοσώστη της επειδή την εμποδίζει να αυτοκτονήσει με πνιγμό. Η γυμνότητα εδώ είναι αποκάλυψη του θελγήτρου και έλλειψη κομψότητας: ο νους μας πάει στους εφήβους με την ημιεκτεθειμένη ηβική χώρα και το σκουλαρίκι στον αφαλό, με το τρίχωμα του εφηβαίου να αχνοφαίνεται στο όριο του χαλαρού τζην τους.
Η ηλικία τους τούς επιτρέπει να αφήσουν πίσω τους τις ανερμάτιστες φιλοδοξίες της νεότητας και ν’ αντιμετωπίσουν με χιουμοριστική διάθεση τον κόσμο
Και η παρουσίαση των προσώπων συνεχίζεται: ο Ραμόν, ένας τυχοδιώκτης γυναικοκατακτητής, που δεν θα επισκεφθεί την έκθεση του Σαγκάλ γιατί απεχθάνεται την αναμονή στην ουρά. Ο farceur Σαρλ, που σχεδιάζει ένα έργο για κουκλοθέατρο: θα αφηγηθεί στον Καλιμπάν το ανεκδοτολογικό επεισόδιο με τις είκοσι τέσσερις πέρδικες που αφηγούταν ο Στάλιν κάνοντας φάρσα στα μέλη του Σοβιετικού Κομμουνιστικού Κόμματος, που θα γίνονταν μαριονέττες στο κουκλοθέατρό του. Ο Καλιμπάν, άνεργος ηθοποιός βγαλμένος από την Τρικυμία του Σαίξπηρ, θα υποδυθεί τον Πακιστανό σερβιτόρο σε ιδιωτικά σουαρέ της υψηλής κοινωνίας. Τέλος, ο Κακλίκ, η απόλυτη ασημαντότητα του οποίου «απελευθερώνει τη γυναίκα, την απαλλάσσει από τις φροντίδες, την καθιστά προσβάσιμη». Η ηλικία τους τούς επιτρέπει ν' αφήσουν πίσω τους τις ανερμάτιστες φιλοδοξίες της νεότητας και ν’ αντιμετωπίσουν με χιουμοριστική διάθεση τον κόσμο φέρνοντας στο προσκήνιο τις φιγούρες του Καντ και του Σοπενάουερ, αλλά κι εκείνες του Χρουστσώφ, του Καλίνιν, του Μολότωφ, του Μπρέζνιεφ και του Στάλιν.
Όμως η ειρωνικότερη όλων είναι η περίπτωση του Ντ’ Αρντελό: αυτός ο ναρκισσευόμενος μεσήλικας, που κατευθύνεται προς τον καρκινολόγο του γεμάτος μαύρες σκέψεις: θα διασταυρωθεί με τον Ραμόν λίγη ώρα μετά την αρνητική διάγνωση, και θα επινοήσει έναν καρκίνο για ν’ απολαύσει σαδιστικά την αντίδραση που προκαλεί στους γύρω η υποτιθέμενη αρρώστια του. Τέλος, ο αφηγητής: η σλάβικη ψυχή και η επίκτητη γαλλική κουλτούρα αναμειγνύονται στο κείμενο του Τσέχου συγγραφέα για να παραγάγουν θεατρική εντύπωση, καθώς ο δημιουργός της Αβάσταχτης Ελαφρότητας πλέκει τον ύμνο στην απόλυτη ασημαντότητα, την αξία της φιλίας και την αναζήτηση της τιμής. Στη διάρκεια της γιορτής εστιάζει σε μια γυναίκα που απολαύει το πένθος της ως ευκαιρία για ένα νέο ξεκίνημα. Και σ’ ένα πούπουλο που αιωρείται στο ταβάνι, σχολιάζοντας το Un coup de dѐs του Mallarmé και τη μεταφυσικά άστεγη, έωλη, σαρτρική απουσία υπαρξιακής βαρύτητας από τον ανθρώπινο βίο. Πρόκειται για μια μελαγχολική φάρσα που αποστρέφεται «την υποκρισία τη σχετική με τα ανθρώπινα δικαιώματα», όπως ψιθυρίζει η νεκρή μητέρα του Αλαίν στο αυτί του γιου της. Είναι η Νέκυια του Κούντερα, το κείμενο όπου ο περιπλανώμενος –και πεπλανημένος– γιος θα ξανασυναντήσει τη μητέρα του για να μάθει (από τον ψίθυρο του φαντάσματός της) τις μεγάλες αλήθειες, για να συμφιλιωθεί με τον θάνατο. Ο Κούντερα αναγνωρίζει, για μιαν ακόμη φορά, τη σημασία του χιούμορ και της καλής διάθεσης που αυτό προϋποθέτει.
Τα πρόσωπα της Γιορτής της ασημαντότητας παραπέμπουν στον Αρλεκίνο, στον Πανταλόνε, στον Ντοτόρε, στον Πουλτσινέλα, αλλά και στον καυχησιάρη (milesgloriosus) της νέας λατινικής κωμωδίας: συζητούν –πάντα με ελαφρότητα– για τον έρωτα, τον αισθησιασμό, την τέχνη, την πολιτική, με φανφάρες, έπαρση και αυθάδεια, απολογητικά, ψευδεπίγραφα, με υπερβολές και ανακρίβειες, οπερετικοί και χωρίς ειδικό βάρος, συνθέτοντας το τελευταίο έργο της «γαλλικής» περιόδου του Κούντερα. Κομψή πρόζα, έντονοι χαρακτήρες, απουσία μηνύματος αλλά όχι νοήματος, ένα divertissement που δύσκολα κατατάσσεται σε συγκεκριμένο λογοτεχνικό είδος.
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας. Τελευταίο βιβλίο του, το μυθιστόρημα «Τα σπλάχνα» (εκδ. Κριτική).
Η γιορτή της ασημαντότητας
Μίλαν Κούντερα
Μτφρ. Γιάννης Η. Χάρης
Εστία 2014
Σελ. 144, τιμή € 14,00