
Το βιβλίο Απογεύματα με την Τερέζα του Χουάν Μαρσέ είναι ένα βαθιά πολιτικό μυθιστόρημα.
Της Αργυρώς Μαντόγλου
Το έργο του Χουάν Μαρσέ (για το σύνολο του οποίου του απονεμήθηκε το 2008 το Βραβείο Θερβάντες), εστιάζεται στον εμφύλιο της Ισπανίας και στα δεινά της μεταπολεμικής Βαρκελώνης. Στα περισσότερα μυθιστορήματά του προβάλλει η αντίθεση ανάμεσα στην υψηλή καταλανική κοινωνία και στις περιθωριοποιημένες τάξεις των μεταναστών από το νότο. Ο κόσμος του Χουάν Μαρσέ είναι εν πολλοίς ταξικός, και όσοι από τους χαρακτήρες του φιλοδοξούν και πασχίζουν να υπερβούν τα όρια του κόσμου που έμελλε να γεννηθούν, μετατρέπονται σε τραγικούς ήρωες.
Ο συγγραφέας στην εισαγωγή που έγραψε είκοσι χρόνια μετά την πρώτη έκδοση του μυθιστορήματος το 1966 αναφέρει πως υπήρχαν κάποιες εικόνες οι οποίες είχαν φωλιάσει στη μνήμη του, και παρά το πέρασμα του χρόνου διαπιστώνει πως παραμένουν ζωντανές και λειτουργικές: «Γνωρίζω πως αυτές οι εικόνες συνθέτουν μια ιδιωτική συλλογή… κατά κάποιο τρόπο, όμως αποτελούν τη σπονδυλική στήλη ολόκληρης της δομής».
Το μυθιστόρημα είναι εξ ολοκλήρου χτισμένο πάνω σε μερικές εμβληματικές εικόνες που απευθύνονται κυρίως στις αισθήσεις μας
Το λυρικό/πολιτικό μυθιστόρημά του είναι εξ ολοκλήρου χτισμένο πάνω σε μερικές εμβληματικές εικόνες που απευθύνονται κυρίως στις αισθήσεις μας. Οι ιδέες, τα συναισθήματα, οι διάλογοι, ακόμα και η πλοκή προκύπτουν αργότερα – αφού πρώτα η εικόνα λειτουργήσει μέσα μας. Ενίοτε οι ίδιες εικόνες επαναλαμβάνονται σε άλλο σημείο του βιβλίου σε διαφορετική χρονική στιγμή, με άλλο φωτισμό, άλλη οπτική, και μέσα από το λόγο ενός άλλου χαρακτήρα. Κάποιες από αυτές θα μπορούσαν να αποσπαστούν από το μυθιστόρημα και να διαβαστούν αυτοτελώς, υπό έναν γενικότερο τίτλο όπως: Νιάτα, Έρωτας, Ομορφιά, Απογοήτευση, Αυταπάτη, Προδοσία.
Στο πρώτο μέρος μας συστήνει τον ήρωα του, τον Ψευτοκυριλέ, τη θερινή ισημερία του 1956 –έναν άνθρωπο με πολλά ονόματα: «υπάρχουν ψευδώνυμα που επεξηγούν όχι μόνο έναν τρόπο ζωής, αλλά και την κοινωνική φύση του κόσμου στον οποίο ζει κανείς»–, και πότε αναφέρεται σε αυτόν ως Μανόλο, Ρικάρντο, Ρίτσαρντ και πότε ως Μουρθιανός (γόνος της μακρινής και μυστηριώδους Μούρθια).
Νέος, ωραίος και αλλαζονικός
Ένας νέος άντρας με αλαζονικό προφίλ, μυστηριώδες χαμόγελο, υγρό βλέμμα και φωνή βραχνή και πειστική, πάντα ντυμένος με προσοχή, σαν να ετοιμάζεται για να δώσει κάποια παράσταση. Το βράδυ εκείνο, άρπαξε την πρώτη μοτοσυκλέτα που βρήκε παρκαρισμένη (όχι για να την κλέψει αλλά για να εξυπηρετηθεί) και την εγκατάλειψε όταν δεν την χρειαζόταν πια. Αρχικά σκόπευε να πάει στο πανηγύρι αλλά στα μισά του δρόμου άλλαξε γνώμη και κατευθύνθηκε προς την πλούσια γειτονιά του Σαν Χερβάσιο της Βαρκελώνης. Ανασαίνοντας τη γεμάτη αόριστες υποσχέσεις νύχτα του Ιουνίου, βρέθηκε έξω από μια έπαυλη. Η απαλή μουσική φοξ τροτ χάιδευε τη φαντασία του, και βλέποντας τα αυτάρεσκα ζευγάρια να καταφθάνουν, τα πλουσιόπαιδα και τις όμορφες αρωματισμένες γυναίκες να περνούν, κάποια στιγμή έσπρωξε κι αυτός την καγκελόπορτα και πέρασε μέσα στον κήπο. Το πάρτι είναι στο σπίτι της Τερέζας που λείπει. Ο Ψευτοκυριλές ισχυρίζεται πως είναι καλεσμένος της, και γνωρίζει μια άλλη κοπέλα, τη Μαρούχα, που τη θεωρεί φίλη της ιδιοκτήτριας, ένα ακόμα κορίτσι της υψηλής τάξης, χορεύουν, φλερτάρουν και ξεκινάει μια ερωτική σχέση μεταξύ τους.
Θεωρεί πως είναι γεννημένος για όλες τις ευκολίες που εκείνοι απολαμβάνουν και είναι αποφασισμένος να διεισδύσει στον κόσμο τους και να αποποιηθεί την όποια σχέση με τους συγγενείς του, τη γειτονιά του και τους ανθρώπους της τάξης του
Για τον Ψευτοκυριλέ ο κόσμος των πλουσίων είναι αυτός στον οποίο θεωρεί πως δικαιωματικά θα πρέπει να βρίσκεται, πως από λάθος κατέπεσε ανάμεσα στους πληβείους. Οι κοπέλες της τάξης του του προκαλούν αποστροφή, η μυρωδιά και η φωνή τους προσβάλλουν τη μύτη και τα αυτιά του, θεωρεί πως είναι γεννημένος για όλες τις ευκολίες που εκείνοι απολαμβάνουν και είναι αποφασισμένος να διεισδύσει στον κόσμο τους και να αποποιηθεί την όποια σχέση με τους συγγενείς του, τη γειτονιά του και τους ανθρώπους της τάξης του. Ο Μανόλο ή Ψευτοκυριλές, γιος μιας υπηρέτριας, ήρθε στη Βαρκελώνη και μένει με τον αδελφό του, δεν θέλει να δουλέψει κανονικά σε κάποια δουλειά ως εργάτης, προτιμάει να κλέβει μοτοσικλέτες, και να ζει από μικροπαρανομίες, σιχαίνεται τις υπηρέτριες και τις πόρνες και τρέφει μεγάλο σεβασμό για οτιδήποτε αριστοκρατικό και εκλεπτυσμένο. Κι αυτός είναι ο λόγος που όταν κάποια στιγμή ξυπνάει στο δωμάτιο της Μαρούχα, σίγουρος πως έχει κατακτήσει μια πλούσια κόρη, και διαπιστώνει πως στους γύρω τοίχους κρέμονται οι μαύρες ρόμπες της υπηρέτριας –μια από τις συγκλονιστικές σκηνές του βιβλίου– νιώθει προδομένος και εξαπατημένος. Παρ’ όλα αυτά δεν φεύγει από την κοπέλα καθώς αυτή αποτελεί το μέσον για να προσεγγίζει την πολυπόθητη Τερέζα που στα μάτια του φαντάζει η τέλεια, ιδανική γυναίκα, η βασίλισσα του παλατιού που τον περιμένει για να το κατοικήσει. Συνεχίζει να επισκέπτεται το δωμάτιο της υπηρέτριας, μέχρι που ένα βράδυ η κοπέλα καταρρέει στα χέρια του και πέφτει σε κώμα.
Στα χρόνια του Φράνκο
Εν τω μεταξύ μαθαίνουμε πως η Τερέζα σπουδάζει στο πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, όπου έχει αναμιχθεί με αριστερές ομάδες, είναι δραστηριοποιημένη πολιτικά και διαδηλώνει ενάντια στο αυταρχικό καθεστώς. (Βρισκόμαστε στα 1956 και ο Φράνκο είναι στην εξουσία) ενώ ο φίλος της ο Λούις, ένας αριστερός διανοούμενος έχει συλληφθεί και φυλακιστεί δυο φορές. Όταν η Τερέζα γνωρίζει τον Ψευτοκυριλέ, τον ερωτεύεται επειδή τον θεωρεί εργάτη, αντιπρόσωπο της τάξης για την οποία εκείνη μάχεται, ενσάρκωση της γενναιότητας και του ανδρισμού. Θέλει να τον γνωρίσει στους διανοούμενους φίλους της, να τον βάλει στους κύκλους της, καθώς εκείνη είναι ερωτευμένη με την ιδέα του εργάτη και θεωρεί πως της δίνεται η ευκαιρία να περάσει από τη θεωρία στην πράξη.
![]() Ο Juan Marse
|
Στον κόσμο του Μαρσέ, οι χαρακτήρες είναι φορείς όχι μόνο της τάξης τους αλλά και της ιστορίας της πλευράς της πόλης που κατοικούν, της φυλής τους, της οικογένειας τους, αλλά και των ψευδαισθήσεων τους. Οι αστοί με τους ομοίους τους ξαπλώνουν στα γιώτ τους, μαυρίζουν τις επιδερμίδες τους, πίνουν τις σαμπάνιες τους. Τα παιδιά τους γεύονται όλα τα πλεονεκτήματα που τους προσφέρονται, αλλά παράλληλα έχουν την ευκαιρία να «μυηθούν» στη θεωρία, να ταχθούν στο μέτωπο των αγώνων της εργατικής τάξης, καθώς για αυτούς αυτή η τάξη παραμένει μια ακόμα αφηρημένη έννοια.
Ο νεαρός νότιος παρά την ικανότητα του να ψεύδεται, παρά την εξυπνάδα του, την ομορφιά του, έχει «κάτι στην καρδιά του που τον αναγκάζει να έχει μια περίεργη εικόνα για τον εαυτό του, την κοινωνική του θέση και το πνευματικό του ύψος, κάτι που τον υποχρεώνει, σε συγκεκριμένες στιγμές, να παίζει καθαρό παιχνίδι».
Oι χαρακτήρες είναι φορείς όχι μόνο της τάξης τους αλλά και της ιστορίας της πλευράς της πόλης που κατοικούν, της φυλής τους, της οικογένειας τους, αλλά και των ψευδαισθήσεων τους
Ο Μανόλο είναι ένας τραγικός ήρωας επειδή δεν έχει συνείδηση ούτε της τάξης ούτε της πραγματικότητας που τον ορίζει, ένας «ονειροπαρμένος» που ορίζεται από τις επιθυμίες και τις ψευδαισθήσεις του. Το δράμα του εντοπίζεται στη συνεχή του προσπάθεια να φθάσει την ιδέα που έχει για τον εαυτό του, να πείσει για την εικόνα που θέλει οι άλλοι να έχουν για αυτόν. Η ζωή του είναι ένας συνεχής αγώνας, να προλάβει, να σταθεί στο ύψος του ομοιώματός του, να πει και να κάνει ό,τι οι άλλοι, και κυρίως η Τερέζα θα ήθελε να ακούσει από τα χείλη του.
Το Απογεύματα με την Τερέζα είναι ένα βαθιά πολιτικό μυθιστόρημα όχι μόνο επειδή παρουσιάζεται η πάλη των τάξεων, οι προύχοντες και οι αδικημένοι, αλλά κυρίως επειδή αποδίδεται αυτό το «αγεφύρωτο χάσμα» ανάμεσα στην πραγματικότητα και στην επιθυμία, χάσμα που δεν μπορεί να καταργηθεί ούτε από τον έρωτα. Όλοι είναι δέσμιοι της καταγωγής τους και της ιστορίας τους, οι διαφορές είναι ανυπέρβλητες, και η Βαρκελώνη είναι το πεδίο εκείνο όπου αυτές οι διαφορές κυοφορούνται, εμφανίζονται, συγκρούονται και αναπαράγονται, αλλά εν τέλει ποτέ δεν καταργούνται.
Τα τελευταία απογεύματα με την Τερέζα
Χουάν Μαρσέ
Μτφρ. Μαρία Παλαιολόγου
Εκδ. Πατάκη 2014
Σελ. 544, τιμή € 18,90