Του Γιώργου Λαμπράκου
Το τελευταίο βιβλίο που έγραψε και δημοσίευσε το 1965 ο Πολωνός συγγραφέας Βίτολντ Γκομπρόβιτς (1904-1969) με τίτλο Κόσμος, το οποίο βραβεύτηκε το 1967 και κυκλοφορεί πλέον σε χαρισματική μετάφραση και με εξηντασέλιδο κατατοπιστικό επίμετρο του Βασίλη Αμανατίδη, θα το διαβάζαμε οπωσδήποτε, αργά ή γρήγορα, καθώς κάποια άλλα μυθιστορήματά του μας είχαν αγγίξει σε ευαίσθητα σημεία του πνεύματος.
Ωστόσο, καθώς διαβάζαμε τη μεταθανάτια συλλογή δοκιμίων Both flesh and not του David Foster Wallace, πέσαμε πάνω σε ένα σχόλιο που ακύρωσε κάθε αναβολή: ο Wallace υποστηρίζει ότι ο Κόσμος ανήκει στην κατηγορία των βιβλίων «ΕΡΜΗΝΕΥΣΤΕ ΜΕ». Τι έκανε τον σπουδαίο Αμερικανό πεζογράφο να το χαρακτηρίσει κατ’ αυτόν τον τρόπο;
O πρωτοπρόσωπος αφηγητής Βίτολντ πηγαίνει σε μια πανσιόν μιας πολωνικής κωμόπολης προκειμένου να μελετήσει, αλλά και να αποφύγει την οικογένειά του, έχοντας ως παρέα κάποιον Φουξ. Εκεί, οι δύο άνδρες έρχονται διαρκώς αντιμέτωποι με παράδοξα περιστατικά όπως ένα κρεμασμένο πουλί, με παράδοξα σημεία όπως ένα βέλος στην τραπεζαρία, καθώς και με τους παράδοξους ντόπιους, που φαίνεται να κρύβουν ένα άλλοτε βαρετό, άλλοτε νοσηρό παρελθόν. Η απόπειρα του Βίτολντ να διερευνήσει και να ξεδιαλύνει τα φαινομενικώς ανοηματικά συμβάντα όχι μόνο «στέφεται» με κωμικοτραγική αποτυχία, αλλά αυτά τον εγκλωβίζουν ακόμα περισσότερο, καθιστώντας τον συναυτουργό σε αυτή την ψευδοαστυνομική ιστορία.
Το μόνο πράγμα που μοιάζει να δίνει νόημα στην αναζήτηση του Βίτολντ για νόημα είναι η προσπάθειά του να συνθέσει αφηγηματικά την αποσύνθεση. Εφόσον «η περιβάλλουσα πραγματικότητα ήταν σαν να είχε ήδη μολυνθεί από την πιθανότητα των σημασιών», ο μολυσμένος άνθρωπος-αφηγητής καλείται να τη σημασιοδοτήσει, προφανώς για να σημασιοδοτήσει την ίδια του την ύπαρξη. Εξομολογούμενος τη «ροπή του στις ασημαντότητες» και αυτοχαρακτηριζόμενος ως «κατακερματισμένος», ο Βίτολντ πασχίζει να ενώσει τα κομμάτια ενός κοσμικού παζλ που είτε του λείπουν κομμάτια, είτε έχει μπερδευτεί με άλλα παζλ, είτε περιλαμβάνει κομμάτια δικής του κατασκευής. Είναι ένα υποκείμενο με μια «αηδή “εαυτότητα”», που νιώθει αντικείμενο των αντικειμένων, «μπαλάκι που αναπηδά ανάμεσά τους!», που παρασύρεται από το «ωστικό κύμα τόσων και τόσων αντικειμένων, τόσων και τόσων όψεων, απόψεων και οπτικών πεδίων», προσπαθώντας να γλιτώσει από έναν ανελέητο νιτσεϊκό προοπτικισμό δίχως αρχιμήδειο σημείο. Ακόμα κι αν ο Βίτολντ κατορθώσει να συνδυάσει με νόημα κάποια υποκείμενα με κάποια αντικείμενα, κάποια ανθρώπινα με κάποια μη ανθρώπινα σημεία, πάλι θα έχει απομείνει ένα τεράστιο ασυνδύαστο και ανερμήνευτο υπόλοιπο: «Για κάθε τυχαία αποκρυπτογραφημένο σημείο, πόσα άλλα να περνούσαν απαρατήρητα, θαμμένα μέσα στη φυσική τάξη των πραγμάτων;».
Από την άλλη, τον αφηγητή καταλαμβάνει μια αντίρροπη τάση για παράδοση στο χάος, του οποίου, όπως δηλώνει, είμαστε «γεννήματα». Αυτή η διπλή ψυχοσωματική κίνηση, την οποία εκτελεί με μια «νηφάλια μέθη», με μια παθητική ενεργητικότητα (το βιβλίο βρίθει οξύμωρων), δεν μπορεί παρά να τον οδηγήσει στην πλήξη: «η κενότητα της πλήξης μας ενωνόταν με την κενότητα ετούτων των υποτιθέμενων σημείων και ενδείξεων, με αποδεικτικά στοιχεία που μόνο αποδεικτικά δεν ήταν, με όλη αυτή την μπαρούφα – δύο κενότητες και οι δυο μας πιασμένοι ανάμεσά τους. Χασμουρήθηκα». Ο Βίτολντ μπλέκεται σε έναν λαβύρινθο σημείων και σημασιών τον οποίον αποδίδει με ύφος λιτό, υπαινικτικό και γλυκόπικρο, μπλέκοντας συνακόλουθα τον αναγνώστη σε έναν λαβύρινθο ερμηνειών. Ο Βίτολντ (αφηγητής και συγγραφέας) παρωδεί και παρωδείται χωρίς να αφήνει τίποτα όρθιο: μόλις χτίσει μια μορφή τη διαλύει, μόλις εμφανιστεί μια τυχόν βεβαιότητα την ισοπεδώνει και ύστερα πέφτει και κοιμάται στα ερείπιά της.
«Επισημαίνω τα γεγονότα. Αυτά, και όχι άλλα. Γιατί αυτά; Κοιτάζω τον τοίχο. Μικρά στίγματα, εκζέματα. Κάτι αναδύεται, μια μορφή. Όχι, η μορφή τώρα εξαλείφεται, εξαλείφθηκε, τώρα μόνο χάος και βρόμικη περίσσεια…». Το παράλογο, το γκροτέσκο, η βλακεία, ο ειρωνικός σκεπτικισμός, η ριζική απορία, η ετερογονία των σκοπών, η εναλλαγή έκπληξης και πλήξης, η αμφιθυμία μεταξύ ασημαντότητας και πανσημίας, το ανοίκειο προσώπων και πραγμάτων, η χιουμοριστική μπουρδολογία συνθέτουν ένα πολύσημο και παραδόξως συγκινητικό μυθιστόρημα. Πρόκειται, όπως επισημαίνει ο μεταφραστής, «για το πιο πειραματικό, αλλά και το πιο προσωπικό του μυθιστόρημα, ένα έργο που αφήνει σε κοινή θέα όλες τις “κλειδαριές” του βίου του Γκομπρόβιτς». Σύμφωνα με τον ίδιο τον συγγραφέα, «ο Κόσμος είναι μία συνηθισμένη εισαγωγή σε έναν ασυνήθιστο κόσμο, στις φτερούγες του κόσμου, αν θέλετε». Από ιστορική και ειδολογική έποψη, το συνολικό έργο του Γκομπρόβιτς στέκει στο μεσοδιάστημα μεταξύ μοντερνισμού και μεταμοντερνισμού, καθώς προοιωνίζεται τη σύγχρονη εντροπία. Εν γένει, πάντως, ο Κόσμος αντιστέκεται σθεναρά στις κατηγοριοποιήσεις, παραμένοντας ιδιοφυώς αλλοπρόσαλλος και ανένταχτος: αυτή είναι η μυστηριώδης γοητεία του, αυτή είναι και η δυσκολία του.
http://lamprakos.wordpress.com/
Εκδόσεις Νεφέλη 2012
Τιμή: 17,50, σελ. 370