Του Γιώργου Λαμπράκου
Το λυκόσκυλο του αιώνα μού χιμάει, μα εγώ δεν έχω αίμα λύκου - Οσίπ Μαντελστάμ
Η ρωσική πόλη Βόλγκογκραντ, στις όχθες του Βόλγα, ήρθε πρόσφατα στο προσκήνιο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος εξαιτίας των βομβιστικών επιθέσεων που έγιναν στον σιδηροδρομικό της σταθμό. Κάποιοι θα θυμούνται, ωστόσο, πως από το 1925 ως το 1961 η πόλη ονομαζόταν Στάλινγκραντ και υπήρξε, κατά την περίοδο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ένα από τα σημαντικότερα πεδία μάχης μεταξύ των Γερμανών και των Σοβιετικών, μάχης της οποίας η έκβαση υπέρ των δεύτερων σήμανε την αρχή του τέλους για τη ναζιστική κυριαρχία στο ευρωπαϊκό έδαφος.
Ο εβραϊκής και ουκρανικής καταγωγής συγγραφέας Βασίλι Γκρόσμαν (1905-1964) υπήρξε πολεμικός ανταποκριτής και αυτόπτης μάρτυρας των λυσσαλέων συρράξεων που έγιναν εκείνη την εποχή επί σοβιετικού εδάφους. Με αφετηρία τα δημοσιογραφικά άρθρα του για τη γερμανική πολιορκία του Στάλινγκραντ, ο Γκρόσμαν αποφάσισε να γράψει ένα επικό μυθιστόρημα, το Ζωή και πεπρωμένο, η εκδοτική πορεία του οποίου έλαβε επίσης επικές διαστάσεις. Ο Γκρόσμαν ολοκλήρωσε το μυθιστόρημα το 1960 και προσπάθησε να το δημοσιεύσει, ωστόσο οι σοβιετικές Αρχές «απαλλοτρίωσαν» το χειρόγραφο κι έτσι απέτρεψαν τη δημοσίευσή του. Οι προσπάθειες του συγγραφέα να αποκτήσει ξανά το χειρόγραφο του πολυτιμότερου λογοτεχνικού έργου που είχε γράψει μέχρι τότε απέβησαν άκαρπες: ούτε και η επιστολή που έστειλε στον Χρουστσόφ («Τι νόημα έχει να είμαι εγώ ελεύθερος, όταν έχετε συλλάβει το έργο στο οποίο αφιέρωσα τη ζωή μου…») έπιασε τόπο. Το βιβλίο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στα ρωσικά το 1980 στη Λωζάννη, και ξαναδημοσιεύτηκε αργότερα, το 1990, στη Μόσχα.
Η ζωή και το πεπρωμένο των μελών της οικογένειας Σαπόσνικοβ, των φίλων και των συντρόφων τους, αλλά και των εχθρών τους, συνθέτουν το περιεχόμενο του βιβλίου
Στο επίκεντρο του βιβλίου βρίσκεται η οικογένεια Σαπόσνικοβ και ιδίως το επιφανέστερο μέλος της, ο ιδιοφυής φυσικός Βίκτωρ Στρουμ, σύζυγος της Λιουντμίλα Σαποσνίκοβα. Ο Βίκτωρ (πιθανό άλτερ έγκο του Γκρόσμαν, που ήταν επίσης επιστήμων, χημικός και μηχανικός, αλλά χωρίς το βεληνεκές του ήρωά του) είναι ένας κορυφαίος επιστήμων της εποχής, μέλος της Ακαδημίας Επιστημών, διαλεχτός μεταξύ των συντρόφων του, αλλά, κι αυτό έχει τη μεγαλύτερη σημασία, όχι απόλυτα πιστός στο Κόμμα. Ορισμένες διαφωνίες με τους συναδέλφους του, ο δισταγμός του να υπογράφει χαρτιά που «καίνε» συνανθρώπους του, κάποιες αντιρρήσεις του για το κομμουνιστικό καθεστώς, οι κατηγορίες που του προσάπτουν για υποτιθέμενη εναντίωση στην υλιστική επιστήμη του μαρξισμού-λενινισμού, δημιουργούν επικίνδυνες συνθήκες για τον ίδιο και την οικογένειά του. Η ζωή και το πεπρωμένο των μελών αυτής της οικογένειας, των φίλων και των συντρόφων τους, αλλά και των εχθρών τους, συνθέτουν το περιεχόμενο του βιβλίου.
Είναι αρκετά λογικό να θέσει ο Γκρόσμαν στο επίκεντρο ενός τέτοιου έργου έναν φυσικό επιστήμονα, αφού, όπως γράφει, «η Φυσική έκρινε την πορεία του 20ού αιώνα… όπως το Στάλινγκραντ έκρινε τώρα την πορεία του Παγκοσμίου Πολέμου». Ο Γκρόσμαν αναφέρει μερικές από τις ριζικές τομές στην επιστήμη και την τεχνολογία του 20ού αιώνα, υποστηρίζοντας εύλογα πως αυτές οι τομές καθόρισαν τόσο την καθημερινή ζωή στις ειρηνικές περιόδους, όσο και τους βιαιότερους ίσως πολέμους στην ιστορία της ανθρωπότητας: «Ο αιώνας του Αϊνστάιν και του Πλανκ ήταν επίσης ο αιώνας του Χίτλερ. Η Γκεστάπο και η επιστημονική επανάσταση ήταν παιδιά της ίδιας εποχής. Πόσο ανθρώπινος φαινόταν ο 19ος αιώνας, ο αιώνας της αφελούς φυσικής, μπροστά στον εικοστό, τον αιώνα που σκότωσε τη μητέρα του», συλλογίζεται ο εβραϊκής καταγωγής Βίκτωρ (σημειωτέον ότι η μητέρα του Γκρόσμαν θανατώθηκε στο Ολοκαύτωμα, στο εβραϊκό γκέτο του Μπερντίτσεβ). Παρακάτω, σε μια άλλη συζήτηση, ο Βίκτωρ εκφράζει αυτό που κάθε θιασώτης και συνάμα κριτικός του Διαφωτισμού έχει αναλογιστεί: «Όταν σκέφτεσαι πως σκοτώνουν νεογέννητα μωρά στην εποχή μας, όλες οι αξίες του πολιτισμού μας μοιάζουν άχρηστες. Τι έμαθαν οι άνθρωποι απ’ όλους τους Γκαίτε και τους Μπαχ; Να σκοτώνουν μωρά;»
Ελευθερία και υπακοή
Ο φασισμός και ο κομμουνισμός, οι δύο ολοκληρωτισμοί του 20ού αιώνα (ο αποικιοκρατικός ολοκληρωτισμός είναι επίσης ένα τεράστιο ζήτημα, μα όχι του εν λόγω βιβλίου), προσπάθησαν να περιορίσουν το «πεπρωμένο» του ανθρώπου, που κατά τον Γκρόσμαν είναι η ελευθερία. Ενόσω περιγράφει τις τρομερές μάχες, τις ηρωικές αυτοθυσίες, τις βίαιες ιδεολογικές αντιπαραθέσεις και τις εκτελέσεις, ο Γκρόσμαν επιμένει, από την αρχή έως στο τέλος, στην ελευθερία: «Η τάση του ανθρώπου προς την ελευθερία μπορεί να περιοριστεί, αλλά όχι να αλλάξει. Ο ολοκληρωτισμός δεν μπορεί να απαρνηθεί τη βία. Αν το κάνει, χάθηκε. Η αδιάκοπη και απροκάλυπτη βία είναι η βάση του ολοκληρωτισμού. Από την άλλη, ούτε ο άνθρωπος μπορεί να απαρνηθεί την ελευθερία. Αυτό το συμπέρασμα είναι η ελπίδα της εποχής μας και η ελπίδα του μέλλοντος».
Η υπακοή είναι μια θεμελιώδης, διαχρονική σταθερά των ανθρωπίνων κοινωνιών
Είναι πράγματι ελπιδοφόρο το συμπέρασμα, ωστόσο δεν πρέπει να μας κάνει να αγνοούμε αυτό που λίγο πιο πάνω ο ίδιος ο Γκρόσμαν αναφέρει ως «εντυπωσιακό ανθρώπινο χαρακτηριστικό»: την υπακοή. Αυτό που τον «εντυπωσιάζει» στην υπακοή είναι ότι αντιβαίνει εμφανώς στο πεπρωμένο της ελευθερίας. Ωστόσο, αν η τάση για ελευθερία ήταν ανέκαθεν το ανθρώπινο πεπρωμένο, τότε χαρακτηριστικά όπως η υπακοή δεν θα εμφανίζονταν, ή εν πάση περιπτώσει θα εμφανίζονταν μονάχα σποραδικά. Απεναντίας, η υπακοή είναι μια θεμελιώδης, διαχρονική σταθερά των ανθρωπίνων κοινωνιών, η δε υποστήριξη των ολοκληρωτικών καθεστώτων από τους λαούς ήταν επίσης σχεδόν ολοκληρωτική. Προφανώς η ελευθερία είναι ένα πεπρωμένο, αλλά δεν είναι το μοναδικό: υπάρχουν κι άλλα πεπρωμένα που είναι, αλίμονο, «ανθρώπινα, πάρα πολύ ανθρώπινα», όπως η εξουσία, ο ανταγωνισμός, ακόμα και ο πόλεμος.
Αυτό είναι κάτι που αναγνωρίζει και ο ίδιος ο Βίκτωρ. Προσπαθώντας να πείσει την κόρη του Νάντια πως ο αγώνας για την ελευθερία δεν είναι «φυσικός», ούτε και αυτονόητος, λέει: «Οι άνθρωποι δεν εννοούν να καταλάβουν πως οι πόλεις που χτίζουν δεν είναι αναπόσπαστα κομμάτια της φύσης. Αν θέλουν να υπερασπιστούν τον πολιτισμό τους από τους λύκους και τις χιονοθύελλες, αν δεν θέλουν να τον πνίξουν τα αγριόχορτα, πρέπει να έχουν πάντα πρόχειρα τις σκούπες, τα φτυάρια και τα όπλα τους». Ο πολιτισμός απαιτεί συνεχές καθάρισμα, διαρκή εγρήγορση και ετοιμότητα για μάχη. Σε άλλο σημείο, και σε εγελιανό πνεύμα, ο Γκρόσμαν γράφει: «Η ανελέητη πανουργία της Ιστορίας ήταν κρυμμένη ακόμα πιο βαθιά. Η ελευθερία γέννησε τη ρωσική νίκη. Η ελευθερία ήταν ο προφανής σκοπός του πολέμου. Αλλά τα ύπουλα δάκτυλα της Ιστορίας τη μεταμόρφωσαν σε έναν ακόμα τρόπο διεξαγωγής πολέμου, ένα μέσο για την επίτευξη του πραγματικού σκοπού».
Ιδεολογικές μάχες
Οι μάχες αυτού του βιβλίου δεν είναι λοιπόν μόνο στρατιωτικές, αλλά και ιδεολογικές. Οι στρατιώτες πολεμούν μεταξύ τους όχι μόνο για τη σωτηρία του έθνους τους, αλλά και για τη διαιώνιση των ιδεών τους. Μάλιστα, οι καλύτερες ιδεολογικές μάχες δίνονται στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, εργασίας και θανάτωσης. Στο ανατολικό τμήμα της Σοβιετικής Ένωσης, οι σειρήνες ουρλιάζουν στις 5 το πρωί: ο Γκρόσμαν μάς μεταφέρει στα γκουλάγκ, στα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας των «εχθρών του λαού», τα οποία έχουν περιγράψει με τη σπαρακτική τους γραφή ο Σαλάμοφ και ο Σολζενίτσιν. Εδώ, όταν δεν δουλεύουν σε συνθήκες πολικού ψύχους, οι κρατούμενοι τσακώνονται για το σοβιετικό καθεστώς και τις «ανάγκες» του.
Εδώ δεν θα μείνουμε όμως για πολύ, καθώς ο εστιακός φακός του Γκρόσμαν θέλει να στρέψει το βλέμμα μας στα ναζιστικά στρατόπεδα εξόντωσης, εκεί όπου ο μικρός Δαβίδ, σε μία από τις συγκλονιστικότερες περιγραφές θανάτου που έχουμε διαβάσει ποτέ, οδεύει προς τον θάλαμο αερίων. Κατά την κατασκευή των κρεματορίων, ο Γκρόσμαν θα τοποθετήσει εκεί μερικούς ναζί, με επικεφαλής τον Άιχμαν, να τρώνε και παράλληλα να σχεδιάζουν το μέλλον των Εβραίων: «Στο κέντρο του θαλάμου αερίων, είχε στρωθεί ένα μικρό τραπέζι με ορεκτικά και κρασί». Ο Άιχμαν υπερηφανεύεται για την Τελική Λύση: «Φανταστείτε μόνο! Σε δύο χρόνια θα καθόμαστε σε ένα άνετο τραπέζι σε αυτό το ίδιο γραφείο και θα λέμε: “Σε είκοσι μήνες λύσαμε ένα πρόβλημα που η ανθρωπότητα δεν κατάφερε να λύσει στη διάρκεια είκοσι αιώνων”».
Όμως ο Γκρόσμαν είναι Σοβιετικός, και αυτό που τον καίει πάνω από όλα είναι αυτά που συνέβησαν στη χώρα του μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση. Εξάλλου, ο ναζισμός κατανοείται εύκολα ως το απόλυτο Κακό, αφού εξ ορισμού αφαιρούσε την ανθρώπινη ιδιότητα σε πολλές κατηγορίες ανθρώπων: τι συμβαίνει όμως με τον κομμουνισμό και τις υποσχέσεις του για πανανθρώπινη ισότητα, ευημερία κι αδελφοσύνη; Κατά τη διάρκεια της κολεκτιβοποίησης, για παράδειγμα, δεν θυσιάστηκε μονάχα η ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων υπό ανείπωτες συνθήκες (ο Γκρόσμαν περιγράφει, μεταξύ άλλων, ανθρώπους που όταν τους τέλειωσαν οι τσουκνίδες έτρωγαν χώμα, μια χωριάτισσα που είχε φάει τα παιδιά της, κ.α.), αλλά και η αλήθεια. Ο συγγραφέας αναφέρει τα κατά συρροή ψέματα που έγραφαν οι οργανικοί δημοσιογράφοι του Κόμματος για τους κουλάκους, ότι δήθεν ο εκτεταμένος λιμός προήλθε από την «αντιδραστική τακτική τους να θάβουν τις σοδειές τους», ή για τα παιδιά στα κολχόζ, που υποτίθεται πως έτρωγαν «πιροσκί και τηγανίτες» (!), ενώ στην πραγματικότητα «πέθαιναν με τις κοιλιές πρησμένες».
Ο Λένιν του Γκρόσμαν
Όλες αυτές οι περιγραφές, που ευτυχώς δεν μένουν απλώς στο επίπεδο του στοχασμού αλλά εντάσσονται στη ζωή των ηρώων του βιβλίου, γεννούν αμέσως ένα εύλογο ερώτημα. Γιατί άραγε οι σοβιετικές Αρχές, ακόμα και μετά τον θάνατο του Στάλιν, απαγόρευσαν την έκδοση ενός μυθιστορήματος με θέμα την εποποιία της σοβιετικής επικράτησης επί των ναζί στο Στάλινγκραντ; Τι θα μπορούσε να λαμπρύνει περισσότερο την περιώνυμη «ρωσική ψυχή», το γνωστό σοβιετικό θάρρος, από ένα ντοκιμαντερίστικο μυθιστόρημα που αποτυπώνει αυτά και άλλα ξεχωριστά γνωρίσματα του ρωσικού λαού, όχι μόνο με ιστορική ακρίβεια, αλλά και με ιδιάζουσα λογοτεχνική δύναμη; Τι είναι αυτό που διαμείβεται μεταξύ των ηρώων και οδήγησε στην απαγόρευση της δημοσίευσης του χειρογράφου;
Ο Γκρόσμαν στρέφει συχνά τα πυρά, όχι μόνο κατά του Στάλιν, αλλά και κατά του Λένιν
Το βιβλίο του Γκρόσμαν δεν έγινε δεκτό από τους «αποσταλινοποιημένους» Σοβιετικούς στα τέλη της δεκαετίας του 1950 (ο Στάλιν πέθανε το 1953) για έναν βασικό λόγο: με τους διαλόγους μεταξύ των ηρώων του, αλλά και με τις στοχαστικές του παρεμβάσεις, ο Γκρόσμαν στρέφει συχνά τα πυρά, όχι μόνο κατά του Στάλιν, αλλά και κατά του Λένιν. Στον Στάλιν μπορεί κανείς εύκολα να αντιπαρατεθεί ιστορικά και ιδεολογικά, να τον απομυθοποιήσει. Αλλά τον Λένιν; Τον ηγέτη της Οκτωβριανής Επανάστασης; Το ιερό αυτό πρόσωπο, το μαυσωλείο του οποίου έχουν προσκυνήσει ευλαβικά τόσοι και τόσοι κομμουνιστές;
Στο στρατηγικής σημασίας «Κτήριο 6/1», η κριτική στον Λένιν πάει σύννεφο. Ο διοικητής Γκρέκοβ λέει χαρακτηριστικά: «Κανένας δεν έχει το δικαίωμα να οδηγεί τους ανθρώπους σαν να είναι πρόβατα. Αυτό δεν μπόρεσε να το καταλάβει ούτε ο ίδιος ο Λένιν. Σκοπός της επανάστασης είναι να απελευθερώσει τους ανθρώπους. Όμως ο Λένιν είπε μόνο: “Παλιότερα, σας οδηγούσαν κακά, εγώ θα σας οδηγήσω καλά”». Σε άλλο σημείο, ο Μαντιάροβ, ένας ιστορικός και φίλος του Βίκτωρα, παίρνει το μέρος του Τσέχοφ έναντι του Τολστόι ως προς το ζήτημα του ανθρωπισμού, λέγοντας: «Από τον Αβακούμ μέχρι τον Λένιν οι απόψεις μας για τον ανθρωπισμό και την ελευθερία ήταν πάντα φανατικές και φατριαστικές. Θυσίαζαν ανελέητα το άτομο σε κάποια αφηρημένη ιδέα περί ανθρωπισμού». Και ο Γκρόσμαν, μέσω του Βίκτωρα, σχολιάζει: «Ήταν ευχής έργον που υπήρχαν ακόμα άνθρωποι σαν τον Μαντιάροβ, άνθρωποι που δεν είχαν χάσει την αίσθηση της αυτονομίας. Ναι.»
Ο Βίκτωρ αντιδρά με σφοδρότητα όταν τον κατηγορούν για προώθηση της δήθεν «ιδεαλιστικής» φυσικής θεωρίας του, που μάλιστα ενέχει και δήθεν «εβραϊκά» στοιχεία. Η απάντησή του; «Η μαθηματική λογική είναι πιο ισχυρή από τη λογική του Ένγκελς και του Λένιν. Γι’ αυτό η Κεντρική Επιτροπή οφείλει να προσαρμόσει τις απόψεις του Λένιν στα Μαθηματικά και τη Φυσική, αντί να ζητάει από τους Μαθηματικούς και τους Φυσικούς να προσαρμόσουν τις απόψεις τους στις απόψεις του Λένιν». Η επιστημονική αλήθεια, με τα λόγια του Βίκτωρα, υπερβαίνει την αλήθεια και τις αρχές του κομμουνιστικού καθεστώτος: ούτως ειπείν, η αποσταλινοποίηση δεν αρκεί, χρειάζεται και «απολενινοποίηση».
Σε άλλο σημείο, ο μενσεβίκος Τσερνέτσοβ, αιχμάλωτος σε γερμανικό στρατόπεδο συγκέντρωσης, λέει στον συνομιλητή του: «Ακριβώς η τερατώδης απανθρωπιά του Στάλιν είναι που τον κάνει διάδοχο του Λένιν. Όπως σας αρέσει να επαναλαμβάνετε, ο Στάλιν είναι ο Λένιν του σήμερα. Ακόμα πιστεύετε πως η παραβίαση των δικαιωμάτων των εργατών και η φτώχεια των αγροτών είναι κάτι προσωρινό, απλά μερικές αρχικές δυσχέρειες. Αλλά εσείς είστε οι πραγματικοί κουλάκοι, εσείς είστε τα πραγματικά μονοπώλια». Έχει ενδιαφέρον ότι ο Τσερνέτσοβ επικαλείται τους ίδιους τους μπολσεβίκους («όπως σας αρέσει να επαναλαμβάνετε»), οι οποίοι επικροτούν το γεγονός ότι ο Στάλιν ήταν ουσιαστικά η συνέχεια του Λένιν με τα ίδια μέσα.
Σοσιαλισμός και ατομική ελευθερία
Πόση ήταν η εξουσία του Στάλιν; Ο αφηγητής είναι ξεκάθαρος: «Μια λέξη του μπορούσε να αφανίσει χιλιάδες, δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους. […] Άνθρωποι που υπήρξαν επικεφαλής στρατιών, που εξουσίαζαν τεράστιες βιομηχανίες, ολόκληρες διοικητικές περιφέρειες, ολόκληρα Σοβιέτ, μπορούσαν να εκμηδενιστούν με μια απότομη έκφραση. Θα έλιωναν στα στρατόπεδα εργασίας, περιμένοντας με τις καραβάνες τους έξω από την κουζίνα για μια κουταλιά χυλό». (Αν κινδύνευαν οι ανώτατοι αξιωματούχοι, τότε εκείνος ο διορθωτής σε εφημερίδα, ο οποίος πέρασε επτά χρόνια σε γκουλάγκ επειδή του διέφυγε το λάθος γραμμένο όνομα του Στάλιν, δεν είχε προφανώς καμία τύχη.) Και λίγο πιο κάτω: «Χίλια ολόκληρα χρόνια κυβερνήθηκε η Ρωσία από τους τσάρους και τους ευνοούμενούς τους και κανείς δεν κατάφερε να συγκεντρώσει τόση εξουσία όση ο Στάλιν».
Ο Γκρόσμαν διαθέτει τη σαγηνευτική ικανότητα να εισχωρεί στην ψυχή του κάθε χαρακτήρα του, ακόμα και στην ψυχή των ναζί
Όλα αυτά δεν υποδηλώνουν πως ο Γκρόσμαν αγνοεί τη σημασία της ηγεσίας του Στάλιν ενάντια στον επεκτατικό ναζισμό – εξάλλου και ο ίδιος είχε υποστηρίξει νεαρός την Οκτωβριανή Επανάσταση. Οι ήρωές του, ακόμα κι όσοι ασκούν τη δριμύτερη κριτική στις ακρότητες του λενινισμού-σταλινισμού, δεν παραβλέπουν πως μόνο αν υπερασπιστούν το κράτος τους, θα υπερασπιστούν τη ζωή τους. Είτε θέλουν είτε όχι, είναι αναγκασμένοι να συνταχθούν με τον Στάλιν ενάντια στον Χίτλερ. Ο Γκρόσμαν διαθέτει τη σαγηνευτική ικανότητα να εισχωρεί στην ψυχή του κάθε χαρακτήρα του, ακόμα και στην ψυχή των ναζί, χωρίς συγχρόνως να χάνει τη γενική εικόνα, που γι’ αυτόν συνίσταται στο εξής: σήμερα, εμείς οι Σοβιετικοί πρέπει να νικήσουμε πάση θυσία τους εισβολείς, αύριο όμως πρέπει να οικοδομήσουμε έναν φιλελεύθερο σοσιαλισμό δίχως τις ωμότητες και τις αδικίες του παρελθόντος. «Η νίκη του Στάλινγκραντ έκρινε την έκβαση του πολέμου, αλλά η βουβή διένεξη ανάμεσα στον νικηφόρο λαό και το νικηφόρο κράτος δεν είχε τελειώσει ακόμα. Από την έκβαση αυτής της διένεξης εξαρτιόταν το πεπρωμένο, η ελευθερία του Ανθρώπου». Το πεπρωμένο της ζωής, κατά τον Γκρόσμαν, είναι η ζωή του πεπρωμένου, δηλαδή η ελευθερία.
Συνεπώς, ο σοσιαλισμός χωρίς διευρυμένες ατομικές ελευθερίες δεν είναι σε καμία περίπτωση επιθυμητός. «Ο υπέρτατος σκοπός των ανθρώπινων κοινωνιών είναι η διακήρυξη του δικαιώματος στη διαφορά: να ξεχωρίζει, να σκέφτεται, να αισθάνεται και να πράττει καθένας με τον δικό του τρόπο […] Έχουν οι ομάδες, που σχηματίζονται στο όνομα μιας φυλής ή ενός Θεού, ενός κόμματος ή ενός κράτους, το δικαίωμα να γίνονται αυτοσκοπός; Όχι! Η μόνη πραγματική και αιώνια αλήθεια της πάλης της ζωής βρίσκεται στο υποκείμενο, στις ασήμαντες ιδιομορφίες του και στο δικαίωμά του να τις έχει». Μένει να αναλογιστούμε αν και κατά πόσο αυτό το ατομικιστικό πρόταγμα συνάδει με τις αρχές του σοσιαλισμού.
Η αντίσταση των ηρώων του Γκρόσμαν στις κακουχίες είναι θαυμαστή. Μια γυναίκα θαυμάζει τις γυναίκες που αντιστέκονται, αυτά «τα πεισματάρικα πουλιά που συνέχιζαν να κελαηδούν, όσο άσχημος κι αν ήταν ο καιρός». Παράλληλα δεν λείπει ούτε το ειρωνικό χιούμορ. Ένας φυλακισμένος κομμουνιστής στη διαβόητη φυλακή της Λιουμπιάνκα σκέφτεται στωικά τη φράση ενός πρώην μυστικού πράκτορα: «Ένας Έλληνας είπε κάποτε “Τα πάντα ρει”. Εμείς λέμε “Οι πάντες καρφώνουν”». Σε άλλη στιγμή, ένας γέρος λέει στον Κρίμοβ, έναν πρώην κομισάριο που τώρα ανακρίνεται βάναυσα στη Λιουμπιάνκα: «Υπάρχει κάτι που θέλω να ρωτήσω κάποιον από το κόμμα, χρόνια τώρα. Έχω ακούσει να λένε πως στον κομμουνισμό πρέπει να αμείβεται καθένας ανάλογα με τις ανάγκες του. Αλλά έτσι δεν θα καταλήγουν όλοι απλά μεθυσμένοι; Ειδικά αν αμείβονται ανάλογα με τις ανάγκες τους από το πρωί που ξυπνάνε».
Αλλά ο Κρίμοβ έχει άλλα στο μυαλό του, καθώς πασχίζει να κατανοήσει ποιοι λόγοι τον οδήγησαν στη φυλακή. Και καταλήγει στις εξής σκέψεις: «Η ίδια η Επανάσταση εξαφάνισε κάθε ηθική στο όνομα της δικής της ανώτερης ηθικής. Το πνεύμα της Επανάστασης δημιούργησε τους φαρισαίους του σήμερα, τους υποκριτές και τους καταγγέλλοντες τους “εχθρούς του λαού”, δίδαξε πως είναι σωστό να ρίχνεις αθώους στον γκρεμό για χάρη της ευτυχίας του λαού». Το χειρότερο, μα συνάμα το πιο χαρακτηριστικό απ’ όλα; Ο Κρίμοβ βλέπει στον ανακριτή του τον ίδιο του τον εαυτό: «Κι αυτή η αίσθηση ομοιότητας με τον διεφθαρμένο αξιωματικό τον αηδίαζε».
Ο Βασίλι Γκρόσμαν στο Στάλινγκραντ. |
Ο Γκρόσμαν, ευαίσθητος όσο ελάχιστοι στο ζήτημα του Ολοκαυτώματος (όπως μας πληροφορεί ο Γιώργος Μπλάνας στην «Εισαγωγή» του, ο Γκρόσμαν δημοσίευσε, ως ανταποκριτής, την πρώτη μαρτυρία για τα ναζιστικά στρατόπεδα του Μαϊντάνεκ και της Τρεμπλίνκα – μαρτυρία που αξιοποιήθηκε στη δίκη της Νυρεμβέργης), αναφέρεται στις εκτελέσεις και αποτεφρώσεις των Εβραίων από τους Γερμανούς στα σοβιετικά εδάφη που κατακτούσαν, με μια ιστορική κι ερμηνευτική οπτική που βάζει τα πράγματα στη θέση τους. Για να πετύχουν τη σύμπραξη των ντόπιων στη σφαγή, θα έπρεπε να τους διαμορφώσουν με την «κατάλληλη ιδεολογική εκστρατεία». Γράφει: «Μέσα σε μια τέτοια ατμόσφαιρα κατάφεραν οι Γερμανοί να εξοντώσουν τους Ουκρανούς και τους Λευκορώσους Εβραίους. Πολύ πριν, στις ίδιες περιοχές, ο ίδιος ο Στάλιν είχε ερεθίσει το ένστικτο της μάζας μέχρι πλήρους παραφοράς, για να “αναμορφώσει” τους κουλάκους και να εξοντώσει τους “δολιοφθορείς” και τους “εκφυλισμένους” οπαδούς του Τρότσκι και του Μπουχάριν». Οι φασίστες πάτησαν λοιπόν στα χνάρια των κομμουνιστών (γεγονός που είχε επαναληφθεί με την επιρροή των λενινιστικών πρακτικών στον Μουσολίνι τη δεκαετία του 1920), οι οποίοι είχαν με τη σειρά τους πατήσει στα χνάρια του αντισημιτισμού της τσαρικής εποχής.
Στις σελίδες του Ζωή και πεπρωμένο παρελαύνουν, πλάι στους μυθοπλαστικούς χαρακτήρες, και πολλά ιστορικά πρόσωπα σε συνεχή αντίστιξη: ο Χίτλερ και ο Στάλιν, ο στρατάρχης Πάουλους και ο αντιστράτηγος Γερεμένκο (οι επικεφαλής της μάχης του Στάλινγκραντ), κ.ά. Το μυθιστόρημα του Γκρόσμαν διακρίνεται από συχνές δοκιμιακές και στοχαστικές παρεμβάσεις του αφηγητή, τον οποίο, ναι μεν δεν επιτρέπεται να ταυτίσουμε με τον συγγραφέα, αλλά σε ένα τόσο ρεαλιστικό σκηνικό δεν είναι εύκολο να τον διαχωρίσουμε από αυτόν – κάτι τέτοιο διείδαν οι σοβιετικές Αρχές και κατάσχεσαν το χειρόγραφο, αφού αυτό ήγειρε ερωτήματα για την ίδια την αξία της ύπαρξης του σοβιετικού κράτους. Τέτοιες εξαιρετικές παρεμβάσεις είναι το κεφάλαιο 11 του πρώτου μέρους με θέμα την αλλαγή στη συνείδηση και την αίσθηση του χρόνου του στρατιώτη, καθώς και το κεφάλαιο 31 του δεύτερου μέρους για τον αντισημιτισμό.
H ανθρωπιά κερδίζει τη βία, η φροντίδα κερδίζει την αδιαφορία, η μεγαλοψυχία κερδίζει τον εγωισμό, ο έρως κερδίζει τον θάνατο
Η βαθιά πίστη του Γκρόσμαν πως ο άνθρωπος μπορεί να παραμείνει «άνθρωπος» (με την ηθική, κανονιστική σημασία) διαφαίνεται σε πολλά τρυφερά στιγμιότυπα στα οποία η ανθρωπιά κερδίζει τη βία, η φροντίδα κερδίζει την αδιαφορία, η μεγαλοψυχία κερδίζει τον εγωισμό, ο έρως κερδίζει τον θάνατο (θυμίζοντάς μας τα συναφή βιβλία του Μαλαπάρτε, του Λέβι, του Καμπανέλλη). Ο αφηγητής-συγγραφέας κατανοεί και συμπονά ακόμα και τους αιχμαλώτους Γερμανούς του Στάλινγκραντ, για τους οποίους γράφει: «Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί πως μετά από δέκα χρόνια απόλυτης απανθρωπιάς, αυτοί οι καταδικασμένοι άνδρες βρίσκονταν ήδη στον δρόμο για την ξεχασμένη ανθρωπιά τους;» Γι’ αυτό και θεωρούμε πως ένας άλλος τίτλος, συμβατός με το περιεχόμενο του βιβλίου, θα ήταν Θάνατος και επιλογή.
Οι περιγραφές της πολιορκίας και των μαχών είναι τρομερά παραστατικές, οι προσωπογραφίες εξαιρετικές, οι αποτυπώσεις των συναισθημάτων πειστικές, οι συζητήσεις περί πολιτικής, ιστορίας και ιδεολογίας συναρπαστικές. Οι αφηγηματικές μετατοπίσεις ως προς τον χώρο της δράσης εμπλουτίζουν την εικονοποιία, ενώ η διαπλοκή των ιστορικών με τα μυθοπλαστικά πρόσωπα είναι αριστοτεχνική. Πρόκειται για ένα ρεαλιστικό αριστούργημα με δεκάδες χαρακτήρες (ο αναγνώστης θα βοηθηθεί από τον οκτασέλιδο κατάλογο ονομάτων στο τέλος του τόμου) για το πώς τα ατομικά πεπρωμένα συνυφαίνονται μεταξύ τους και με το πεπρωμένο του κόσμου. Η ελληνική έκδοση του Ζωή και πεπρωμένο σε μετάφραση Γιώργου Μπλάνα, που βασίστηκε στη ρωσική έκδοση και στη μετάφρασή του σε άλλες τρεις ευρωπαϊκές γλώσσες, είναι λοιπόν από κάθε άποψη ευπρόσδεκτη. Στη «μάχη» του με το χιλιοσέλιδο έργο του Γκρόσμαν, ο αναγνώστης θα βγει νικητής.
Ζωή και πεπρωμένο
Βασίλι Γκρόσμαν
Μτφρ: Γιώργος Μπλάνας
Εκδόσεις Γκοβόστη 2013
Σελ. 956, τιμή € 35,00