Του Γιώργου Βέη
«Εξ όλων των παθών ο σαρκικός έρως είναι το τυραννικότατον. Διότι έχει παγίδα, εις την οποία μας κρατεί, το ίδιον σώμα μας». Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Οι έμποροι των εθνών
Η εισαγωγή του μυθιστορήματος ανήκει αναμφισβήτητα στις πλέον ευρηματικές του είδους: ο Γκράχαμ Χέντρικ, ένας πανεπιστημιακός δάσκαλος της εποχής μας, ο οποίος ξέρει να απολαμβάνει, ευκαιρίας δοθείσης, τη Νάξο, βλέπει την Ανν, τη νυν σύζυγό του, με την οποία είναι θανάσιμα ερωτευμένος, να διαπράττει το αμάρτημα της μοιχείας, ενώ δίπλα του κάθεται η Άλις, η ανήλικη κόρη του, από τον αμέσως προηγούμενο γάμο του με την Μπάρμπαρα.
Βέβαια αυτό συμβαίνει σε μια κινηματογραφική αίθουσα, όπου προβάλλεται μια ταινία αμφιβόλου ποιότητας. Η Ανν διεκπεραιώνει μόλις έναν ελάχιστο ρόλο, αποδεικνύοντας πανηγυρικά στην πράξη την ανυπαρξία ταλέντου. Υπό κανονικές συνθήκες, οι αντιδράσεις του θεατή συζύγου θα περιορίζονταν σε λίγα ανώδυνα ή έστω δηκτικά σχόλια, πάντως, κατά τα άλλα, εντελώς ακίνδυνα. Στη συγκεκριμένη όμως περίπτωση, η ερωτική διέγερση, την οποία προκαλεί η Ανν στον Γκράχαμ εκφυλίζεται, και μάλιστα σε σύντομο χρονικό διάστημα, σε μιαν αδυσώπητη, δυσερμήνευτη και αυτοκαταστροφική ζήλια αναδρομικής ισχύος. Έτσι, το παρόν μετατρέπεται αυτομάτως σε εφιάλτη, ο οποίος ανάγεται αμέσως στο παρελθόν, το οποίο αναβιώνει ολοκληρωτικά. Δεν υπάρχει μέλλον, παρά μόνον η αναμόχλευση του φακέλου της συμπεριφοράς της Ανν, προτού καν γνωρίσει τον σύζυγό της. Η σύγχυση των χρόνων οδηγεί μαθηματικά στη διασάλευση φρενών και από εκεί σε μια αποτρόπαιη ανθρωποκτονία εκ προμελέτης, αλλά και στον σολοικισμό της αυτοχειρίας.
Έρωτας στο πεδίο της γλώσσας
Μιαν αδυσώπητη, δυσερμήνευτη και αυτοκαταστροφική ζήλια αναδρομικής ισχύος
Οι ανατροπές διαδέχονται αριστοτεχνικά η μια την άλλη. Ο διακεκριμένος συγγραφέας ξέρει πότε πρέπει να αυξομειώσει τις κειμενικές εντάσεις. Η γλώσσα παρακολουθεί στενά όλες τις μεταπτώσεις των χαρακτήρων. Τα κρίσιμα λογοπαίγνια, τα οποία αποδίδει με σύνεση, ο πολύπειρος μεταφραστής, επεξηγούν, προλέγουν, κωδικοποιούν, αλλά και συνοψίζουν πλείστα ψυχικά φαινόμενα. Η γλώσσα από μεσάζων του έρωτα καθίσταται συστηματικά το πεδίο των ίδιων των ερώτων.
Γνωρίζουμε ασφαλώς ότι «δεν υπάρχει υπερβατικό σημείο από το οποίο μπορούμε να παρατηρούμε το παρελθόν, πάντα δομείται στο παρόν και τροποποιείται στην πορεία ανάλογα με την εξέλιξη των γεγονότων. Ούτε στρεφόμαστε στο παρελθόν για χάρη του παρελθόντος, το πράττουμε μάλλον για να μας βοηθήσει να εξηγήσουμε το παρόν». (Βλ. πρόχειρα Αλαίν Ντε Μποτόν, Μικρή φιλοσοφία του έρωτα, εκδόσεις Πατάκη). Οι αλυσιδωτές αντιδράσεις του Γκράχαμ μαρτυρούν βεβαίως ένα τυφλό πάθος για εκδίκηση. Το δε ενδεχόμενο της παράτασης των εξωσυζυγικών σχέσεων της γυναίκας του και στο παρόν, τον απορυθμίζει πλήρως. Η πραγματικότητα ισούται, κοντολογίς, με θάνατο. Πλην όμως κανείς δεν αντιλαμβάνεται ότι ο έως τώρα άκακος, νομοταγής πολίτης, πανεπιστημιακός δάσκαλος, κ. Γκράχαμ Χέντρικ, μπορεί να μετατραπεί σ΄έναν αιμόφυρτο Οθέλο.
Ένα στραβοπάτημα του νου
Προς το τέλος της αφήγησης, ο Τζούλιαν Μπαρνς υπογραμμίζει ένα ακόμη βεβαρημένο βιωματικό φορτίο. Αφορά στα πρώτα κρίσιμα χρόνια της ζωής του διηγητικού ήρωα. Παραθέτω από τη σελίδα 235 τα εξής: «Στο τέλος σκέφτηκε την παιδική του ηλικία, πριν υπάρξουν η Ανν, ο Τζακ και η Μπάρμπαρα, τότε που είχε μόνο τους γονείς του να κατευνάσει∙ τα χρόνια πριν εμφανιστεί η προδοσία, τότε που τα μόνα που υπήρχαν ήταν η τυραννία και η δουλικότητα. Πάσχισε να κρατήσει ατόφια την ανάμνηση εκείνης της περίκλειστης εποχής και σταδιακά αποτραβήχτηκε μέσα της, σκεπάζοντας με τις βεβαιότητές της τον εαυτό του μέχρι τα αυτιά».
Πάσχισε να κρατήσει ατόφια την ανάμνηση εκείνης της περίκλειστης εποχής
Έχουμε συναντήσει στην ευρύτερη αφηγηματική ζώνη παρόμοια κρούσματα καταστρεπτικής έλξης του ενός φύλου για το άλλο. Η κατάληξη είναι γνωστή: ανθρωποθυσία. Εκτός κι αν ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα, όπως, φέρ' ειπείν, το προτεινόμενο εδώ: «Ήταν όμως πολύ σπάνιο να εμβαθύνει ο ήρωάς μας τόσο πολύ στην κατάστασή του∙ συμφωνούσε απόλυτα με τον εαυτό του ως προς την αλήθεια του εξής αξιώματος: δεν πρέπει να τρέφεις έρωτα και να εξαρτάς όλη την ευτυχία σου από το καπρίτσιο μιας επιπόλαιης γυναίκας. Αλλά αυτό που αρνιόταν εντελώς να δει ήταν η πολύ φυσική συνέπεια αυτής της αλήθειας: αν δεν ήθελε να βρεθεί σ΄ αυτή την κατάσταση, την τόσο επικίνδυνη για τον άντρα που έχει καρδιά, έπρεπε να φύγει». (Βλ. Σταντάλ, Φεντέρ ή ο πλούσιος σύζυγος, εκδόσεις Πόλις). Ο Γκράχαμ διατηρεί μεν το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού, αλλά τυλίγεται στον ιστό της στρατηγικής του. Φρονεί ότι η διαφυγή είναι ατίμωση. Γι΄ αυτό και κόβει νήματα ζωής. Η παθολογία του μας αφορά: είναι ο συνήθης, φυσιολογικός ανθρώπινος χαρακτήρας, ο οποίος, από ένα στραβοπάτημα του νου, μπορεί να μεταμορφωθεί σε τραγικό ήρωα πρώτου μεγέθους.
Το Πριν εκείνη με γνωρίσει ανήκει στα μυθιστορήματα της πληθωριστικής εσωτερικής δράσης και της αντίστοιχης, κατά διαλεκτική φορά, εκρηκτικής αντίδρασης. Κι αυτό πάει να πει ότι διαβάζεται απνευστί.
Τζούλιαν Μπαρνς
Μτφρ: Θωμάς Σκάσσης
Εκδόσεις Μεταίχμιο 2013
Σελ. 271, τιμή: € 14,40
*Η κεντρική φωτογραφία είναι λεπτομέρεια από την αφίσα της ταινίας The Woman on the beach (1947) του Jean Renoir με πρωταγωνίστρια την Joan Bennet, που στην Ελλάδα παίχτηκε με τίτλο Στην άβυσσο του πάθους.