Του Γιώργου Βέη
«Το βιβλίο είναι νομάδας, πηγαίνει και βρίσκει τους άλλους. Όταν τυπώνεις ένα όνομα δεν το αφήνεις να πεθάνει ολοκληρωτικά». (Από το βιβλίο, σελ. 384)
Διεισδυτική βιογραφία με άφθονους αυτοβιογραφικούς τόνους. Η δοκιμιακή δομή, η νεότροπη μυθιστορηματική πλέξη, η σπουδή μισοξεχασμένων, πλην όμως καθόλα κρισίμων μαρτυριών και οι σποραδικοί θεολογικοί υπομνηματισμοί συνυπάρχουν, χωρίς να αλληλοϋπονομεύονται.
Η ανέλιξη της επιχειρηματολογίας δεν υποτροπιάζει, ούτε εκφυλίζεται σε βαρετή έκθεση ιδεών. Η ψευδό-αποδομή έχει αποκλεισθεί εξ ορισμού από το κειμενικό παιχνίδι. Κοντολογίς, πρόκειται για γραφή υψηλών προδιαγραφών και αναλόγων αποστάξεων. Η μετάφρασή του στη γλώσσα μας ευτύχησε από πολλές απόψεις. Οι πολυσέλιδες, πυκνές σημειώσεις μαρτυρούν την επαγγελματική φροντίδα και την αφαλκίδευτη συνέπεια, την οποία επέδειξε από την αρχή έως το τέλος της όντως δύσκολης και εξαιρετικά απαιτητικής αποστολής του ο Σπύρος Γιανναράς.
Η εισαγωγική δήλωση για το ενδεχόμενο μιας μεγάλης πλάνης, όπως αποτυπώνεται στην εικοστή πέμπτη κατά σειρά πρόταση μελέτης, είναι ενδεικτική για τα όσα πρόκειται να ακολουθήσουν. Η διηγητική εκφορά πηγάζει και δεσμεύεται από μια οριακή αμφιταλάντευση. Το συγγραφικό εγώ διίσταται: ή το συγκεκριμένο ίνδαλμά του είναι αποκύημα της δημιουργικής τρέλας κάποιων βαρύθυμων νομάδων, ή πρόκειται για μια εξ αντικειμένου παραγνωρισμένη φυσιογνωμία του ιστορικού και δη μεσογειακού μας παρελθόντος. Βεβαίως ενδομύχως ο πολύπειρος Πιερ Ασουλίν, αυτή η κινητή βιβλιοθήκη, γνωρίζει ότι, σύμφωνα με τον μονήρη φιλέλληνα στοχαστή της Δρέσδης και της Φραγκφούρτης, εννοώ τον Αρθούρο Σοπενχάουερ, «ό,τι αφηγείται η Ιστορία, δεν είναι, κατά βάθος, παρά το παρατεταμένο, βαρύ και συγκεχυμένο όνειρο της ανθρωπότητας». Γι' αυτό και η επιφύλαξη για την ιστορικότητα του προσώπου του Ιώβ εμφιλοχωρεί σε όλες σχεδόν τις σελίδες του βιβλίου, χωρίς όμως να υπονομεύει τον ασφαλώς δικαιολογημένο ως εκ των πραγμάτων συγγραφικό οίστρο, ο οποίος δεν έχει κανέναν απολύτως λόγο να αποκρύψει την εμμένειά του στην –όποια– αλήθεια του Ιώβ. Τον συναντάμε άλλωστε ανάγλυφο στη διφθέρα του προσώπου του Μπέκετ, αλλά και στο Μουσείο του Τζίμι Χέντριξ, στο Λονδίνο: δίπλα στις παρτιτούρες του μεγάλου δεξιοτέχνη της ηλεκτρικής κιθάρας αναπαύονται βιβλικά χωρία για το παράδοξο, εκλεκτό θύμα της θεϊκής βούλησης και της αναλγησίας του Πονηρού.
Η επιφύλαξη για την ιστορικότητα του προσώπου του Ιώβ εμφιλοχωρεί σε όλες σχεδόν τις σελίδες του βιβλίου.
Η ιστορικότητα του Ιώβ
Παραθέτω για τις ανάγκες της εποπτικής στιγμής τα εξής: «Δεν υπάρχει τίποτα που να επαληθεύει την ύπαρξη του Ιώβ, τίποτα που να την διαψεύδει. Το βασανιστήριο του βιογράφου, η χαρά του μυθιστοριογράφου, ένα τριαντάφυλλο χωρίς αγκάθια. Τι με κάνει να ψάχνω έτσι; Η αναζήτηση. Η έφεση προς την έρευνα όχι για την έρευνα, αλλά για το επίμονο κυνήγι μιας κρυμμένης αλήθειας. Όταν η περιέργειά μου πεθάνει, θα πεθάνω κι εγώ. Οπότε η αναζήτηση συνεχίζεται». Δεν παραλείπει ο οτρηρός Πιερ Ασουλίν να μνημονεύσει και την περίπτωση του πολύξερου Βολτέρου, ο οποίος έκρινε ότι ο Ιώβ μάλλον είχε αραβική παρά εβραϊκή καταγωγή. Πάντως, σε κανένα εδάφιο του βιβλίου, δεν τίθεται ζήτημα για την πιθανή ελληνικότητά του. Μας αρκούν φαίνεται οι Σίσυφοι, οι Ιξίωνες και οι Τάνταλοί μας, άλλα συμβολοποιημένα σκεύη υπομονής και έκτισης ποινών αγογγύστως ανά τους αιώνες. Η ανιχνευτική μεθοδολογία, την οποία υιοθετεί εμμέσως πλην σαφώς ο ιδιότυπος αυτός βιογράφος, συγκρατώ ότι παραπέμπει πολλές φορές στη θέρμη των ερευνών στα κατά τις περιστάσεις αρχεία, εκεί όπου καταφεύγουν το ένα μετά το άλλο τα εξειδικευμένα στελέχη της Εισαγγελίας ή της Αστυνομίας. Το μυστήριο περί τον Ιώβ επιζητεί για τη διαλεύκανσή του τις ανάλογες τεχνικές. Η πλοκή των Βίων του Ιώβ ανακαλεί αίφνης την πλοκή των μυθιστορημάτων του Ζορζ Σιμενόν, τον οποίο επίσης υποδειγματικά βιογράφησε ο Πιερ Ασουλίν.
Το φάντασμα του πρώην υπαρκτού ή αρκούντως επινοημένου βιογραφούμενου καθίσταται, στο μεταξύ, άλλη μια φορά το alter ego του συγγραφέα. Ο Ιώβ, όντας αναντίρρητα επικαιρικός ως μείζον πρότυπο απαντοχής και κουράγιου, διαθέσιμος ιδεατός προστάτης πολλών ανά τον πλανήτη απέλπιδων, είθισται να εμπνέει τους ανθρώπους του πνεύματος ομοιοπαθητικά. Συγγραφέας δεν σημαίνει άλλωστε ο διαρκώς τον εαυτόν τιμωρούμενος; Το κατά κανόνα βασανιστικό υποχείριο των δυνατών και μη δυνατών λέξεων; Κατά πάσα πιθανότητα, αυτή η καθ΄ υπερβολήν υπομονή, ο εμβληματικός μαζοχισμός, κατέστησε τον Ιώβ αιώνιο. Κατ΄ αρχήν ως Ιδέα της υπομονής. Ο Μαρκήσιος ντε Σαντ ίσως μάλιστα να είχε αναγνωρίσει τον δικό του Άγιο στην προσωπικότητα αυτού του πρωτοπόρου των βασάνων, στην ιερή τους εκδοχή.
Ο καθόλα έμπειρος αφηγητής Πιερ Ασουλίν θα φτάσει μάλιστα να προσδιορίσει τα ίδια πάθη κατ΄ αναλογίαν με εκείνα τα οποία ταλάνισαν τον συγγραφέα της Δίκης και του Πύργου. Η σύγκριση προσδίδει στην όλη ανάπτυξη το απαραίτητο δραματικό βάθος. Κατά λέξη τα εξής ενδεικτικά: «Στα γραπτά του Κάφκα επανέρχεται συχνά η αίσθηση πως μια τιμωρία βρίσκεται σε αναζήτηση του ιδρυτικού της παραπτώματος. Μια αίσθηση που με κυρίευσε σε τέτοιο βαθμό, ώστε πλέον αναρωτιέμαι αν όλη αυτή η ιστορία, το σχέδιο τούτης της βιογραφίας που κατέληξε σε μυθιστόρημα, δεν είναι παρά απόρροια ενός πόνου που βρίσκεται σε αναζήτηση της ιδρυτικής του πληγής».
«Είναι ένας άνθρωπος που έγινε κείμενο και αντιστρόφως.»
Οι εξομολογήσεις συναγωνίζονται η μια την άλλη σε ρηματική ένταση. Οι αποτιμήσεις συνιστούν το μέτρο της κειμενικής δικαιοσύνης. Ανάμεσα στις πολλές, ξεχωρίζω την ακόλουθη: «Αυτή η εμμονή των ανθρώπων μέσα στον χρόνο να μετατρέψουν τον Ιώβ σε ιστορικό πρόσωπο μας αποκαλύπτει εν παρόδω το ασύγκριτο κύρος της Ιστορίας και τη σημασία όλων όσα σχετίζονται με αυτή. Εάν ο Ιώβ δεν είναι τίποτε άλλο πέρα από ένα κείμενο, δεν μπορούμε να ταυτιστούμε μαζί του. Παύει να λειτουργεί ως παράδειγμα. Είναι ένας άνθρωπος που έγινε κείμενο και αντιστρόφως. Η αποδοχή ενός κειμένου δεν συνεπάγεται και την αποδοχή του νοήματός του. Ας μην το προσεγγίζουμε διαρκώς μεταφορικά, διότι κινδυνεύουμε να τον μετατρέψουμε σε ένα άδειο ρητορικό σχήμα. Για καιρό οι Εβραίοι διαβεβαίωναν ότι το Βιβλίο του Ιώβ είχε γραφτεί από έναν μοναδικό θιασώτη, μέχρι δηλαδή τον Μεσαίωνα, όταν ο Ιμπν Έζρα εξέφρασε τις πρώτες αμφιβολίες. Τι αλλάζει όμως κατά βάθος αν ο Ιώβ έζησε τον καιρό των Κριτών ή του Μωυσή; Αν ήταν σύγχρονος των εξερευνητών ή των Χαλδαίων; Αυτό δεν επηρεάζει σε τίποτα τη σημασία του μηνύματος. Αντιθέτως, το εγγράφει στην διάρκεια αυξάνοντας την οικουμενικότητά του». Βγαίνει κανείς κερδισμένος πολλαχώς από την ανάγνωση κι αυτού του έργου του Πιερ Ασουλίν. Αν μη τι άλλο ξεμαθαίνει συμβάσεις, παρωχημένες προκαταλήψεις και εμπάθειες των μονοθεϊσμών. Άξιες συγχαρητηρίων οι εκδόσεις «Πόλις», οι οποίες τον μεταγράφουν στη χώρα μας τόσο αποτελεσματικά.
* Τα εικαστικά έργα είναι του Oldrich Kulhánek.
Μτφρ.: Σπύρος Γιανναράς
Εκδόσεις Πόλις, 2013
ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ PIERRE ASSOULINE