Στο γυναικοκρατούμενο σύμπαν της βρετανικής αστυνομικής λογοτεχνίας, κάθε νεοεμφανιζόμενη συγγραφέας διεκδικεί συνήθως τα σκήπτρα της Άγκαθα Κρίστι και της Ντόροθι Σέγιερς. Στα βιβλία της Anne Cleeves υπάρχουν τα νήματα που την συνδέουν με τις συγγραφείς της «χρυσής εποχής» του κλασικού βρετανικού αστυνομικού μυθιστορήματος.
Της Χίλντας Παπαδημητρίου
Η Αν Κλιβς δεν είναι καινούργια βέβαια, αφού συμπληρώνει σχεδόν 30 χρόνια στη συγγραφή, αλλά στα βιβλία της βρίσκουμε σαφή νήματα που τη συνδέουν με τις συγγραφείς της Χρυσής Εποχής του κλασικού βρετανικού αστυνομικού. Όπως στα βιβλία των διάσημων –"προ-μητέρων της" να πω;– ο χώρος όπου εκτυλίσσονται οι πλοκές της είναι η βρετανική επαρχία των μικρών γραφικών ή λιγότερο γραφικών χωριών. Ωστόσο, σ' αυτό που διαφοροποιείται από εκείνες είναι ότι οι ήρωες της δεν ανήκουν στην ανώτερη αστική τάξη, δεν είναι ευγενείς έστω ξεπεσμένοι, αλλά απλοί λαϊκοί άνθρωποι με πολύ καθημερινά προβλήματα. Το έγκλημα στα βιβλία της διαπράττεται για πολύ γήινους και ταπεινούς λόγους, κι όχι «για να προσθέσει ένα πτώμα στην αφήγηση».
Η Αν Κλιβς, η οποία μεγάλωσε στο Χέρντφορντσαϊρ των Γουέστ Μίντλαντς, εργάστηκε σαν μαγείρισσα σε παρατηρητήριο πουλιών, στα δικαστήρια ανηλίκων και την ακτοφυλακή. Όλες αυτές τις εμπειρίες έχει επενδύσει στα βιβλία της, τα οποία διαδραματίζονται σε απομονωμένες κοινότητες της Σκοτίας ή της Βόρειας Αγγλίας, όπου συνήθως απαντώνται υγροβιότοποι με μεγάλο οικολογικό ενδιαφέρον. Κι επειδή στη θεματολογία της είναι έντονη η παρουσία των πουλιών, ας προσθέσουμε ότι ο σύζυγός της είναι διακεκριμένος ορνιθολόγος.
Η συγγραφέας πέτυχε το αληθινό τζακ-ποτ: δημιούργησε την πιο άσχημη κι άχαρη ίσως αστυνομικό της αστυνομικής φιλολογίας.
Η πολυγραφότατη Κλιβς έχει στο ενεργητικό της τέσσερις σειρές αστυνομικών βιβλίων, με διαφορετικούς ήρωες. Ξεκίνησε με τον Τζωρτζ και τη Μόλυ, ένα ζευγάρι που ταξίδευε στην αγγλική ενδοχώρα για να παρατηρεί τα πουλιά. Ακολούθησε με τον επιθεωρητής Ράμσι στην περιοχή Νορθάμπερλαντ όπου ζει η ίδια, και συνέχισε με τον αστυνόμο Τζίμι Περέζ στην τετραλογία των Νήσων Σέτλαντ. Και τρεις αυτές σειρές είχαν αρκετή επιτυχία, αλλά το 1999 η συγγραφέας πέτυχε το αληθινό τζακ-ποτ: δημιούργησε την πιο άσχημη κι άχαρη ίσως αστυνομικό της αστυνομικής φιλολογίας, τη Βέρα Στάνχοουπ. Όπως λέει η Κλιβς, η Βέρα έκανε την εμφάνισή της στη μέση της Παγίδας για Κοράκια, ως δευτερεύων χαρακτήρας, αλλά εξελίχθηκε σε βασική πρωταγωνίστριά της κατ' απαίτηση του αναγνωστικού κοινού. Σε μια συνέντευξή της στο online περιοδικό Shots, η Κλιβς σχολιάζει ότι την εκνευρίζουν οι γυναίκες συγγραφείς αστυνομικών βιβλίων –παλαιότερες και νεότερες, φεμινίστριες ή όχι– οι οποίες διαλέγουν συνήθως για ηρωίδες τους λεπτές, όμορφες και καλοφτιαγμένες νεαρές γυναίκες. Και φαίνεται ότι για να τις κοντράρει, η Κλιβς το τράβηξε στα άκρα: η Βέρα είναι ψηλή, υπέρβαρη και άχαρη. Ντύνεται άκομψα, δεν έχει καλούς τρόπους, πάσχει από έκζεμα, τρώει ανθυγιεινά και πίνει υπερβολικά. Είναι γεροντοκόρη, υποφέρει από μοναξιά και της αρέσει να χώνει τη μύτη της στις ξένες υποθέσεις. Ωστόσο, είναι εξαιρετική αστυνομικός παρά τις αντισυμβατικές μεθόδους της: προτιμά να ανακρίνει τους υπόπτους στο σπίτι τους και όχι στο τμήμα, όπου τους πετυχαίνει χαλαρούς και ευάλωτους. Σκαλίζει αδιάντροπα τα μυστικά τους, τους παροτρύνει να κουτσομπολέψουν και να κακολογήσουν τους γείτονές τους, δεν διστάζει να μπει κρυφά στα σπίτια τους και να ψάξει στα συρτάρια τους.
Η Κληβς περιγράφει την αγγλική ενδοχώρα και τους κατοίκους της με ανατριχιαστικό ρεαλισμό.
Οι εκδόσεις Κλειδάριθμος έχουν κυκλοφορήσει τις πέντε από τις έξι περιπέτειες της Βέρα Στάνχοουπ. Το Ένοχο Παρελθόν (Telling Tales, 2005) κυκλοφόρησε το 2012 και εκτυλίσσεται στο φανταστικό χωριό Έλβετ, του ανατολικού Γιορκσάιρ, στις όχθες του ποταμού Ουζ. Η πληκτική ηρεμία του χωριού διαταράσσεται όταν γίνεται γνωστή η αυτοκτονία της Τζίνι Λονγκ, η οποία είχε καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη για το φόνο της 15χρονης κόρης του εραστή της. Η Τζίνι, η οποία διακήρυσσε μάταια την αθωότητά της, δεν είχε καταφέρει να επιβεβαιώσει το άλλοθί της και οι αστυνομικές αρχές, με αδικαιολόγητη βιασύνη, φρόντισαν να κλείσουν την υπόθεση. Τώρα, με τη δημοσιότητα που παίρνει η αυτοκτονίας της, αρχίζουν να εμφανίζονται στοιχεία που συνηγορούν υπέρ της αθωότητάς της και η επιθεωρητής Βέρα Στάνχοουπ καλείται να αναλάβει την επανεξέταση της υπόθεσης. Με δεξιοτεχνικό τρόπο, η Κληβς σκιαγραφεί έναν ολόκληρο θίασο ανθρώπων που εμπλέκονται στην υπόθεση: η Έμα, καλύτερη φίλη της νεκρής Αμπιγκέιλ, παντρεμένη πια και νεαρή μητέρα, βασανίζεται από ανικανοποίητα όνειρα· ο σύζυγός της Τζέημς, πλοηγός στο κοντινό ποτάμι, κρύβει επιμελώς το παρελθόν του· οι γονείς της Έμα, αν και είναι αναγεννημένοι χριστιανοί, κρύβουν κι αυτοί πολλούς σκελετούς στο ντουλάπι τους· ο μοναχικός αγγειοπλάστης Νταν έχει μια περίεργη εμμονή με την υπόθεση· ακόμα κι ο πατέρας της νεκρής έφηβης, ο Κιθ Μαντέλ, έχει περίεργες διασυνδέσεις με πολλούς από τους υπόπτους για το φόνο της κόρης του, Αμπιγκέιλ. Η Βέρα Στάνχοουπ, μαζί με το νεαρό βοηθό της Τζο Άσγουορθ, θα ακολουθήσει τη γνωστή της τακτική του «ταύρου εν υαλοπωλείω» και θα φτάσει στον ένοχο. Πρέπει να ομολογήσω ότι η εξήγηση του μυστηρίου δεν με έπεισε, βρήκα κάπως τραβηγμένη από τα μαλλιά τη λύση και το ψυχολογικό προφίλ του δολοφόνου.
Εντούτοις, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ο τρόπος με τον οποίο η Κλιβς χτίζει το σασπένς: εναλλάσσοντας διάφορους αφηγητές στην εξέλιξη της πλοκής, κάνει τον αναγνώστη να αμφιβάλει για τα πάντα: ποιος λέει αλήθεια, ποιος υποκρίνεται, τι συμφέροντα κρύβονται πίσω από κάθε αφήγηση. Η Βέρα Στάνχοουπ είναι αληθινό εύρημα, κάτι που φάνηκε από την πρώτη της εμφάνιση στην Παγίδα για Κοράκια. Το βρετανικό κανάλι ITV πήρε τα δικαιώματα των περιπετειών της και τις έκανε μίνι σειρά: ο τίτλος της σειράς είναι Βέρα, και την ηρωίδα υποδύεται η εξαιρετική Μπέρθα Μπλέθιν (η πρωταγωνίστρια του Μυστικά και Ψέματα, του Μάικ Λη).
Η Κλιβς περιγράφει την αγγλική ενδοχώρα και τους κατοίκους της με ανατριχιαστικό ρεαλισμό, αποφεύγοντας τους ροζ εξωραϊσμούς και καταφέρνει με επιτυχία να μην εκπέσει στο είδος του αστυνομικού που οι κριτικοί αποκαλούν υποτιμητικά cozy: τα βιβλία της είναι ευχάριστα και ευκολοδιάβαστα χωρίς να γίνονται γλυκανάλατα.
ΧΙΛΝΤΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ