Για το βιβλίο «Ο Θάλαμος αρ. 6» του Άντον Τσέχοφ (μτφρ. Άρης Αλεξάνδρου, εκδ. Γκοβόστη)
Της Ελένης Καρρά
Η επανέκδοση της αριστουργηματικής νουβέλας του Τσέχωφ από τις εκδόσεις Γκοβόστη, μισό περίπου αιώνα μετά την πρώτη της έκδοση στα ελληνικά (1964) σε μετάφραση Άρη Αλεξάνδρου, μας δίνει την ευκαιρία να (ξανα)ανακαλύψουμε ένα από τα πιο σκληρά και σκοτεινά κείμενα του μεγάλου ρώσου συγγραφέα.
Ενός συγγραφέα που, όπως αναφέρει στα «λίγα προλογικά» της η Σόνια Ιλίνσκαγια-Αλεξανδροπούλου, έγινε γνωστός στην Ελλάδα ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα χάρη στον Αγαθοκλή Κωνσταντινίδη και στο περιοδικό «Τα Παναθήναια». Μετά από αίτημα του Κωνσταντινίδη, ο Τσέχωφ έστειλε το 1900 ένα σύντομο βιογραφικό του* –υπόδειγμα λακωνικότητας και μέτρου– για το περιοδικό. Όπως υπογραμμίζουν εξάλλου και οι Ν. Χουρδάκης και Φ. Παπαρήγα στο επίμετρο, ο Τσέχωφ υπήρξε «δημοφιλής στη χώρα μας αρχικά ως διηγηματογράφος κι αργότερα ως θεατρικός συγγραφέας», ενώ στους πρώιμους μεταφραστές του πεζογραφικού του έργου εκτός από τον Κωνσταντινίδη περιλαμβάνονται οι Π. Αξιώτης, Π. Λέφας καθώς και ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης.
Με το συγγραφικό νυστέρι του Τσέχωφ
Ο τρόπος με τον οποίο ο Τσέχωφ, μέσα σε τόσο λίγες σελίδες, στήνει την πλοκή γύρω από τα κεντρικά του πρόσωπα, παραμένει ακόμα και σήμερα εντυπωσιακός και μοναδικός.
Ο Θάλαμος αρ.6 του τίτλου είναι η ψυχιατρική πτέρυγα ενός νοσοκομείου επαρχιακής πόλης – η συγκεκριμένη νουβέλα περιγράφει με το ψυχρό νυστέρι του τσεχωφικού ρεαλισμού τον κόσμο του ψυχιατρικού εγκλεισμού μες από τα μάτια του γιατρού διευθυντή Αντρέι Εφίμιτς Ράγκιν. «Οι άνθρωποι που αντιμετωπίζουν με υπηρεσιακό, επαγγελματικό πνεύμα τον ξένο πόνο», γράφει ο Τσέχωφ στις πρώτες σελίδες, «λόγου χάρη οι δικαστές, οι αστυνομικοί, οι γιατροί, γίνονται με την πάροδο του χρόνου και, λόγω της συνήθειας, τόσο σκληροί, ώστε και να το θέλανε, δεν θα μπορούσαν να φερθούν στους πελάτες τους κατ' άλλον τρόπο εκτός από τον τυπικό». Ο τρόπος με τον οποίο ο Τσέχωφ, μέσα σε τόσο λίγες σελίδες, στήνει την πλοκή γύρω από τα κεντρικά του πρόσωπα (τον γιατρό Ράγκιν, τον Ιβάν Ντμήτριτς και τους άλλους τέσσερις έγκλειστους του Θαλάμου αρ.6, τον φίλο του γιατρού, διευθυντή του ταχυδρομείου Μιχαήλ Αβεριάνιτς, ή τον κτηνώδη φύλακα του Θαλάμου αρ.6, Νικήτα), παραμένει ακόμα και σήμερα εντυπωσιακός και μοναδικός.
Το κείμενο ξεκινά με μια εξωτερική περιγραφή της πτέρυγας («Στην αυλή του νοσοκομείου, υπάρχει μια πτέρυγα, τριγυρισμένη από ένα ολάκερο δάσος γαϊδουράγκαθα, τσουκνίδες και άγρια κάνναβη»…), και προχωρά με μια τεχνική που σήμερα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως κινηματογραφική (η κάμερα να προχωρά σταδιακά προς την είσοδο, καλώντας μας να την ακολουθήσουμε «Αν δε φοβάστε μήπως βγάλετε φουσκάλες απ’ τις τσουκνίδες, ελάτε να προχωρήσουμε απ’ το στενό μονοπάτι (…) και να δούμε τι γίνεται μέσα»). Παρόμοιες τεχνικές χρησιμοποιεί ουσιαστικά ο συγγραφέας σε ολόκληρο το κείμενο, εισάγοντας τον αναγνώστη από τον εξωτερικό κόσμο των «λογικών» στο εσωτερικό σύμπαν των «τρελών» – ο αναγνώστης, μαζί με τον γιατρό Ράγκιν, διολισθαίνει ανεπαισθήτως από το ένα σύμπαν στο άλλο, μέσω των ρωγμών που διανοίγονται από την συμ-πόνοια, το συν-αίσθημα και την περι-γραφή.
Το ασαφές όριο
Ειδικά στη ρωσική επαρχία του τέλους του 19ου αιώνα αρκεί να εξέλθει κανείς από τα περιχαρακωμένα όρια του κοινωνικού του ρόλου για να βγει η ετυμηγορία του περίγυρου: τρελός!
Στην παγκόσμια λογοτεχνία, λαμπρές σελίδες έχουν γραφτεί για (και από) τον κόσμο των ψυχιατρείων. Από τον Ρώμο Φιλύρα μέχρι τον Αντονέν Αρτώ και τις σημειώσεις του από την ψυχιατρική κλινική της Ροντέζ, συγγραφείς που έζησαν οι ίδιοι την κατάβαση στην κόλαση της ψυχής και των ιδρυμάτων έχουν περιγράψει συχνά με εκπληκτική διαύγεια αυτό το σκοτεινό τους ταξίδι. Σε ετούτο το διήγημα, όμως, το τρομακτικό είναι ότι ο αναγνώστης δεν μένει αμέτοχος απέναντι στον «Άλλο» –ο άλλος, ο «τρελός» Ιβάν Ντμήτριτς, είναι τόσο κοντά μας που δεν μας χωρίζει παρά ένα βήμα από τον κόσμο του– και η ευκολία με την οποία οι ρόλοι μπορεί να μεταστραφούν είναι που προκαλεί ένα ρίγος με την απλότητα της τσεχωφικής διήγησης. Ειδικά στη ρωσική επαρχία του τέλους του 19ου αιώνα αρκεί να εξέλθει κανείς από τα περιχαρακωμένα όρια του κοινωνικού του ρόλου για να βγει η ετυμηγορία του περίγυρου: τρελός! Και να εγκλειστεί με τη σειρά του στο ημίφως του Θαλάμου αρ.6.
* «Γεννήθηκα στην πόλη Ταγκανρόγκ το 1860. Φοίτησα στο ελληνικό σχολείο του ναού Αγίου Κωνσταντίνου όπου έμαθα να μιλάω τα νέα ελληνικά (αλλά φεύγοντας από το σχολείο λησμόνησα γρήγορα τη γλώσσα), έπειτα πήγα στο γυμνάσιο. Το 1879 εισήλθα στο πανεπιστήμιο της Μόσχας, στην ιατρική σχολή, τελείωσα τις σπουδές το 1884 και έλαβα δίπλωμα γιατρού. Το 1890 ταξίδεψα στη νήσο Σαχαλίνη. Τούτη τη χρονιά, δηλ. το 1900, η Ακαδημία Επιστημών μ’ εξέλεξε επίτιμο ακαδημαϊκό. Μένω τώρα στη Γιάλτα, στην Κριμαία, γιατί τα τελευταία 2-3 χρόνια δεν αισθάνομαι εντελώς καλά στην υγεία μου».
* Η ΕΛΕΝΗ ΚΑΡΡΑ είναι μεταφράστρια και κριτικογράφος.
Άντον Τσέχοφ
Μετφρ: Άρης Αλεξάνδρου
Εκδόσεις Γκοβόστη,
Τιμή: € 5,00, σελ. 111