Για το βιβλίο του Ισμαήλ Κανταρέ «Η αποκλεισμένη» (μτφρ. Νίκος Αναγνώστου, εκδ. Μεταίχμιο)
Του Νίκου Ξένιου
Ένας σωρός από βιβλία έχει κυλήσει στο πάτωμα, που στις ράχες των αναγράφονται τοπωνύμια ζοφερά, τόποι αυχμηροί: Ενέδρα στα Τρία Πηγάδια, Τάφρος των Κλεφτών, Κακοτράχαλα Ριζά, Καταραμένος Αυχένας. Περιπλανώμενος στις ατραπούς και στους δαιδάλους της συνείδησής του, ο θεατρικός συγγραφέας Ρουντιάν Στεφά επιδίδεται σε μιαν απονενοημένη προσπάθεια να βάλει τις σκέψεις, τις παραστάσεις και τις ενοχές του σε τάξη.
Στη χώρα του κυριαρχεί η απαγόρευση, ο έλεγχος, ο περιορισμός. Την ελευθερία του καθηλώνουν αλυσίδες που έχουν τις απολήξεις τους στις ζωές των άλλων. Ο Ρουντιάν προσκαλείται στο Κομματικό Γραφείο, όπου ανακρίνεται για μια υπόθεση αυτοκτονίας που ακροθιγώς σχετίζεται με τους πολιτικούς υπαινιγμούς του τελευταίου του έργου κατά του καθεστώτος. Η επαφή του με τον ανακριτή ελάχιστα διασαφεί την τραγική ιστορία στην οποία εν αγνοία του έχει εμπλακεί. Όμως ο ρυθμός αποκάλυψης του βαθμού ευθύνης του είναι ασθματικός.
Στην «Αποκλεισμένη» (εκδ. Μεταίχμιο) του Ισμαήλ Κανταρέ, η νεαρή Λίντα Μπ. ονειρεύεται να λήξει ο πενταετής αποκλεισμός της στην αλβανική επαρχία λόγω των πολιτικών πεποιθήσεων του πατέρα της. Η παιδική της φίλη Μιγκένα προσφέρεται να μετατραπεί σε «όχημα» φαντασιακής εκπλήρωσης του πόθου της για έξοδο από τον «Άδη» αυτόν του αποκλεισμού. Επειδή το όνειρο της Λίντα Μπ. είναι να ταξιδέψει στα Τίρανα και να γνωρίσει το ίνδαλμά της, τον συγγραφέα Ρουντιάν Στέφα, η Μιγκένα αναλαμβάνει να το κάνει αντ΄αυτής. Έτσι ο Ρουντιάν υπογράφει μια προσωπική αφιέρωση και στέλνει, μέσω της Μιγκένα, ένα αντίτυπο του τελευταίου έργου του στη Λίντα, με αποτέλεσμα να κορυφωθεί ο πλατωνικός της έρωτας γι’αυτόν. Η νεαρή «αποκλεισμένη» εύχεται να πάθει καρκίνο του μαστού για να της επιτραπεί μια εικοσιτετράωρη επίσκεψη στο Ογκολογικό Νοσοκομείο των Τιράνων, της πόλης που γι’αυτήν ισοδυναμεί με την ελευθερία: η γιατρός της ανακοινώνει ότι είναι υγιής, και η είδηση αυτή αρτιμέλειας και υγείας ισοδυναμεί με τον υπαρξιακό της θάνατο, τη σκλαβιά, καθώς και με πολιτικό συμβολισμό του αδιεξόδου που επιφέρει η ιδεολογική χειραγώγηση.
Η σειρά των «υποκαταστάσεων» συνεχίζεται, καθώς η εξουσιοδοτημένη Μιγκένα και ο Ρουντιάν μπλέκονται σε μια ερωτική σχέση που μολύνεται από τύψεις συνειδήσεως και μεταπτώσεις της Μιγκένα και οδηγεί τον συγγραφέα σε χειροδικία εις βάρος της. Οι τόμοι με τους τίτλους των κακοτράχαλων τοπωνυμίων και των αδιάβατων περασμάτων κυλούν από τη βιβλιοθήκη στο πάτωμα, στις παρυφές της υπαρξιακής απελπισίας. Μετά τον χωρισμό τους, η ερωτική αντικαταστάτρια επιχειρεί να μεταφέρει το ερωτικό άγγιγμα του συγγραφέα στη ματαιωμένη Λίντα Μπ., σε μια αισθησιακή σκηνή που παρερμηνεύεται και στιγματίζει ηθικά τις δυο φίλες στη στενόμυαλη και κατευθυνόμενη κοινή γνώμη της επαρχίας. Και τα καθέκαστα αυτά αποκαλύπτονται στον αναγνώστη με μια σειρά χρονικών αντιμεταθέσεων, ενταγμένα σε καταιγισμό ερωταπαντήσεων κι εκμυστηρεύσεων κυριολεκτικά «κεντημένων» από τον Κανταρέ πάνω σε σταθερό καμβά, που συνιστά και το στίγμα του: την αποκάλυψη των κακοποιών επιδράσεων του ανελεύθερου καθεστώτος στη συνείδηση του δημιουργού .
Από κεφάλαιο σε κεφάλαιο βαθμηδόν ο Κανταρέ συστήνει την καλλιτεχνική δημιουργία ως αναπόσπαστο μέρος της ιστορικής πραγματικότητας. Πιστός στα αριστοτέλεια κατηγορήματα δόμησης του μύθου, επιλέγει ως αλληγορία απόδοσης της καλλιτεχνικής ελευθερίας τη λύρα του Ορφέα, που επιχειρεί εις μάτην μια κάθοδο στα σκοτάδια του Άδη για να συναντήσει και να κοιτάξει κατάματα την απαγορευμένη του Ευριδίκη. Η μετάπλαση του μύθου είναι συναρπαστική, καθώς ο φύλακας Κέρβερος και οι θεοί του Ολύμπου παρομοιάζονται με τον κομματικό μηχανισμό, που λειτουργεί κατασταλτικά, τόσο για την καλλιτεχνική δημιουργία, όσο και για την πηγαιότητα και φρεσκάδα της ύπαρξης και θέλησης για ζωή που ενσαρκώνεται από την τραγική «αποκλεισμένη» του ηρωϊδα.
Ο Ισμαήλ Κανταρέ κατείχε, στο παλιό αλβανικό καθεστώς, θέση που του επέτρεπε να ταξιδεύει στο εξωτερικό, σε εποχές όπου ελάχιστοι συμπατριώτες του είχαν ένα τέτοιο προνόμιο.
Ο Ισμαήλ Κανταρέ κατείχε, στο παλιό αλβανικό καθεστώς, θέση που του επέτρεπε να ταξιδεύει στο εξωτερικό, σε εποχές όπου ελάχιστοι συμπατριώτες του είχαν ένα τέτοιο προνόμιο. Ως εκ τούτου είναι σε θέση ν΄αντιληφθεί την τραγικότητα των αποκλεισμών και των απαγορεύσεων. Το «Παλάτι των Ονείρων» του (1981), απαγορευμένο από το καθεστώς του Ενβέρ Χότζα, του είχε ανοίξει τον δρόμο για συγγραφική καριέρα στη Γαλλία, όπου πρωτοεκδόθηκε από τις εκδόσεις Fayard. Έχοντας ήδη ζήσει μεγάλο μέρος της ζωής του στη Γαλλία , τιμήθηκε με το Man Booker International για το σύνολο του έργου του, ενώ το 2009 πήρε το «Νόμπελ των ισπανόφωνων» Principe de Asturias de las Letras και ταυτόχρονα το βραβείο Balkanika για το μυθιστόρημα «Η αποκλεισμένη», όταν συνυποψήφιός του ήταν ο Δημήτρης Νόλλας με τη νουβέλα «Ναυαγίων πλάσματα» (εκδ. Κέδρος). Στην «Αποκλεισμένη» του, η εναλλαγή των θεατρικών σκηνών με τις σκηνές ανάκρισης ακολουθεί πυρετώδη κλιμάκωση, αντάξια της μεγάλης παράδοσης της προκατόχου αντισταλινικής πολιτικής λογοτεχνίας, από το «Αρχιπέλαγος Γκούλαγκ» του Σολτζενίτσιν έως και την «Υπόθεση Τουλαγέφ» του Βικτόρ Σερζ και το «Κιβώτιο» του Άρη Αλεξάνδρου.
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.
Τελευταίο βιβλίο του, το μυθιστόρημα «Τα σπλάχνα» (εκδ. Κριτική).
Η αποκλεισμένη
Ισμαήλ Κανταρέ
Μτφ: Νίκος Αναγνώστου
Μεταίχμιο, 2013
Σελ. 212, Τιμή € 12,20