Για το μυθιστόρημα της Σάρλοτ ΜακΚόναχι [Charlotte McConaghy] «Κάποτε υπήρχαν λύκοι» (μτφρ. Κλαίρη Παπαμιχαήλ, εκδ. Μεταίχμιο).
Γράφει η Χριστίνα Μουκούλη
Λύκος: ένα ζώο άγριο, δυνατό, τρομακτικά έξυπνο, όμως εν πολλοίς παρεξηγημένο. Ένα ζώο σύμβολο δύναμης και ελευθερίας. Ένας πρωτεύων θηρευτής, απαραίτητος στη διατήρηση της ισορροπίας του οικοσυστήματος. Σε μέρη όπου, μετά από ανθρώπινη παρέμβαση για την επιβίωση των εκτρεφόμενων ζώων, οι λύκοι εξαφανίστηκαν, εξαφανίστηκαν μαζί πολλά είδη της χλωρίδας και της πανίδας. Οικολογικές οργανώσεις προσπάθησαν να επαναφέρουν σε κάποιες περιοχές τους λύκους, όπως συνέβη στο Πάρκο Γέλοουστοουν, όπου το κατεστραμμένο οικοσύστημα τελικά ανέκαμψε και αποδείχτηκε η πολύτιμη συνεισφορά των λύκων στην ανάκαμψη αυτή. Κάτι ανάλογο πραγματεύεται και το μυθιστόρημα της ΜακΚόναχι.
Η λατρεία για τη φύση
Η Ίντι Φλιν, η ηρωίδα του μυθιστορήματος, είναι επικεφαλής μιας ομάδας βιολόγων που προσπαθούν να εντάξουν στα Χάιλαντς της Σκοτίας δεκατέσσερις γκρίζους λύκους. Η τοπική κοινωνία αντιδρά σε αυτό το σχέδιο, προτάσσοντας την ασφάλεια των κατοίκων και των κοπαδιών τους. Η Ίντι προσπαθεί να πείσει τους ντόπιους ότι η παραμονή των λύκων στα δάση τους θα γιατρέψει το φυσικό τοπίο που αργοπεθαίνει. Ότι τα οικοσυστήματα έχουν ανάγκη από πρωτεύοντες θηρευτές, κι ότι από ένα υγιές οικοσύστημα ωφελούνται όλοι. Όμως, όταν ένας από τους αγρότες της περιοχής βρίσκεται νεκρός, οι υποψίες όλων στρέφονται προς τους λύκους, κι εκείνη πρέπει να βρει έναν τρόπο να τους προστατέψει.
Η Ίντι λατρεύει ό,τι υπάρχει στη φύση. Έχοντας ζήσει με τον πατέρα της στα δάση της Βρετανικής Κολομβίας, νιώθει ότι το δάσος είναι το πραγματικό της σπίτι, το μέρος όπου ανήκει. Ότι και το δάσος έχει μια καρδιά που χτυπάει, ακόμα κι αν δεν μπορούμε να την ακούσουμε. «Ότι ο κόσμος στράβωσε όταν σταματήσαμε να είμαστε ένα με την υπόλοιπη φύση και καθίσαμε χώρια». Η Ίντι ξαπλώνει στο χώμα και νιώθει τον παλμό της γης, γίνεται ένα μαζί της, γίνεται κάθε πλάσμα που ζει, αναπνέει, φοβάται, επιτίθεται, αναπαράγεται ή πεθαίνει. Γίνεται λουλούδι, γίνεται δέντρο, γίνεται λύκος.
Eιδωλο-απτική συναισθησία
Έχει ειδωλο-απτική συναισθησία, που σημαίνει ότι «ο εγκέφαλός της αναδημιουργεί τις αισθητηριακές εμπειρίες των ζωντανών πλασμάτων, όλων των ανθρώπων και συχνά ακόμα και των ζώων». Μπορεί να μπει στο δέρμα του άλλου μόνο κοιτώντας τον, μπορεί να νιώσει τον πόνο του, να γευτεί ό,τι γεύεται, να αισθανθεί κάθε άγγιγμα, κάθε ευχάριστη ή δυσάρεστη αίσθηση που νιώθει εκείνος.
Από την άλλη, με μια μητέρα αστυνομικό, που ασχολείται διαρκώς με εγκλήματα και δολοφόνους, η Ίντι είναι πλέον δύσπιστη και επιφυλακτική απέναντι στους ανθρώπους. Έχει δει πολλούς να κακοποιούν τη φύση και τους γύρω τους, και περιμένει μόνο το κακό από αυτούς.
«Όταν ανοίγεις την καρδιά σου στην αποκατάσταση ενός φυσικού τοπίου, η αλήθεια είναι πως ανοίγεις την καρδιά σου στην αποκατάσταση του ίδιου σου του εαυτού».
Η Ίντι συγκατοικεί με την Άγκι, τη δίδυμη αδερφή της. Οι δυο τους συνδέονται με έναν ασυνήθιστα ισχυρό δεσμό. Από τη γέννησή τους είναι αχώριστες. Γνωρίζουν τα πάντα η μία για την άλλη, έχουν δικούς τους κώδικες επικοινωνίας, συνεννοούνται χωρίς λέξεις, μόνο με νοήματα και βλέμματα. Κι ενώ πάντα η Άγκι ήταν δυνατή, άγρια κι ατίθαση, εκείνη που έμπαινε μπροστά και προστάτευε και τις δυο τους, τώρα είναι κλεισμένη στον εαυτό της. Κακοποιημένη ψυχικά και σωματικά από τον σύζυγό της, έχει χάσει την επαφή με το περιβάλλον και δεν έχει καμία διάθεση για ζωή. Πλέον οι ρόλοι έχουν αντιστραφεί, και η Ίντι έχει αναλάβει να φροντίζει την αδερφή της, με την ελπίδα να αναρρώσει από τα βασανιστήρια που υπέστη.
Η συγγραφέας κάνει μια ενδελεχή έρευνα στη ζωή και στις συνήθειες των λύκων, μελετώντας το μυστήριο που τους περιβάλλει. Καταγράφει την πορεία προσαρμογής των δεκατεσσάρων λύκων στο νέο τους περιβάλλον, τον τρόπο που παρατηρούν τον χώρο γύρω τους.
Στην απομακρυσμένη περιοχή της Σκοτίας που βρίσκονται τώρα, η Ίντι γνωρίζει τον έρωτα στο πρόσωπο του Ντάνκαν, του αρχηγού της τοπικής αστυνομίας. Πώς να του δείξει εμπιστοσύνη και να αφεθεί στην αγάπη του, όταν μαθαίνει το σκοτεινό παρελθόν του, κι ενώ η ίδια πλέον δεν εμπιστεύεται τους ανθρώπους; Πώς να είναι σίγουρη ότι δεν κινδυνεύει πλάι του; Και τι πρέπει να κάνει όταν υποψιάζεται ότι ίσως εκείνος να είναι ο δολοφόνος του άντρα που βρέθηκε νεκρός στο δάσος;
«Όλα τα πλάσματα αναγνωρίζουν την αγάπη»
Η συγγραφέας κάνει μια ενδελεχή έρευνα στη ζωή και στις συνήθειες των λύκων, μελετώντας το μυστήριο που τους περιβάλλει. Καταγράφει την πορεία προσαρμογής των δεκατεσσάρων λύκων στο νέο τους περιβάλλον, τον τρόπο που παρατηρούν τον χώρο γύρω τους, το πώς ζευγαρώνουν και δημιουργούν την αγέλη, τον τρόπο που κυνηγούν τη λεία τους, το πώς διαβάζουν το κάθε πλάσμα που έχουν απέναντί τους, το πόσο έξυπνα και μεθοδικά κινούνται χωρίς να αφήνουν ίχνη, το πώς ξέρουν να επιβιώνουν. Και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι λύκοι καταλαβαίνουν το πώς είναι κάποιος διατεθειμένος απέναντί τους, ότι έχουν την απαράμιλλη ικανότητα να κάνουν τους ανθρώπους να αισθάνονται, κι ότι, τέλος, η συμπόνοια, ίσως να είναι μόνος τρόπος να σωθούν οι σχέσεις μας τόσο με τα ζώα, όσο και με τους ανθρώπους.
Η Σάρλοτ ΜακΚόναχι είναι συγγραφέας βιβλίων επιστημονικής φαντασίας και fantasy. Έχει σπουδάσει σεναριογραφία στην Αυστραλία, και έχει βραβευτεί από την Εταιρεία Αυστραλών Συγγραφέων (Australian Writer's Guild) για το σενάριό της με τίτλο Fury. Ζει στο Σίδνεϊ, όπου ασχολείται και με διάφορα τηλεοπτικά και κινηματογραφικά πρότζεκτ. Το Πριν χαθούν τα πουλιά είναι το πρώτο της βιβλίο ενηλίκων. Μεταφράστηκε σε πάνω από είκοσι γλώσσες. Το Κάποτε υπήρχαν λύκοι έγινε αμέσως μπεστ σέλερ των New York Times και μεταφράστηκε σε τουλάχιστον δώδεκα γλώσσες. |
Η Ίντι είναι μια μοναχική γυναίκα που προσπαθεί με νύχια και με δόντια να προστατέψει τη φύση, τα αγαπημένα της ζώα, την αδερφή της που είναι ο άλλος της εαυτός. Μια γυναίκα που αναγκάζεται να γίνει δυνατή για να αντιμετωπίσει το κακό που υπάρχει γύρω της, και που εκπαιδεύτηκε να το περιμένει από παντού. Μια γυναίκα που προσπαθεί να αποδείξει ότι κινδυνεύουμε περισσότερο από τους ανθρώπους που βρίσκονται γύρω μας, παρά από την άγρια φύση. Μια γυναίκα που πολεμά τη βία, από όπου κι αν προέρχεται και όπου κι αν κατευθύνεται.
Το φυσικό τοπίο σε κυρίαρχο ρόλο
Η συγγραφέας κατέχει καλά την τέχνη της αφήγησης και ξέρει να κερδίζει τον αναγνώστη. Έχουμε στα χέρια μας ένα καλογραμμένο μυθιστόρημα, με καλοστημένη πλοκή και ενδιαφέροντες χαρακτήρες. Έξοχες οι περιγραφές των δασών που η Ίντι μεγάλωσε, μα και των δασών που επισκέπτεται καθημερινά για να μελετά την πορεία των λύκων της. Εκπληκτική αποτύπωση ενός σύμπαντος που λειτουργεί κυρίως με το ένστικτο, εικόνες μιας οργιαστικής φύσης, που άλλοτε είναι άγρια κι επικίνδυνη, κι άλλοτε ειδυλλιακή και προσιτή σε κείνους που την απολαμβάνουν και τη φροντίζουν.
Το μυστήριο της δολοφονίας του αγρότη, λύνεται με αργό ρυθμό, οι πληροφορίες δίνονται με φειδώ, ενισχύοντας την αγωνία για την έκβαση της υπόθεσης, η καθηλωτική πλοκή και οι απρόβλεπτες ανατροπές κάνουν πολύ συναρπαστική την ανάγνωση του βιβλίου.
Μια ιστορία για τις επιλογές στη ζωή, που συχνά αποδεικνύονται λανθασμένες, για τη δυνατότητα να ξεφύγει κανείς από ένα τραυματικό παρελθόν, για τα ζωώδη ένστικτα που φέρουμε οι άνθρωποι μέσα μας.
Μια ιστορία για τις επιλογές στη ζωή, που συχνά αποδεικνύονται λανθασμένες, για τη δυνατότητα να ξεφύγει κανείς από ένα τραυματικό παρελθόν, για τα ζωώδη ένστικτα που φέρουμε οι άνθρωποι μέσα μας, για την εντός και εκτός οικογένειας κακοποίηση, για την ενσυναίσθηση και την αγάπη, μα, πάνω απ’ όλα, μια ιστορία με ένα ισχυρό οικολογικό μήνυμα. Ο ανθρώπινος πολιτισμός εναντιώνεται στη φύση, και έχουμε χρέος να μειώσουμε το αποτύπωμά μας στο περιβάλλον, αν θέλουμε να μην φτάσουμε στο σημείο από όπου δεν θα υπάρχει επιστροφή.
*Η ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΜΟΥΚΟΥΛΗ είναι εκπαιδευτικός.
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Ο μπαμπάς μου έλεγε πάντα πως το μεγαλύτερο χάρισμά μου ήταν πως μπορούσα να μπω στο δέρμα ενός άλλου ανθρώπου. Ότι μπορούσα να αισθανθώ όπως κανείς τη ζωή κάποιου άλλου, να την αισθανθώ πραγματικά και να τη ζήσω. Πως το σώμα γνωρίζει πάρα πολλά κι εγώ έχω τη θαυμαστή ικανότητα να γνωρίζω περισσότερα από ένα σώμα. Η εκπληκτική εξυπνάδα της φύσης. Μας δίδαξε επίσης ότι το σημαντικότερο πράγμα που μπορούσαμε να μάθουμε ήταν η συμπόνοια. Αν κάποιος μας πλήγωνε, το μόνο που χρειαζόμασταν ήταν ενσυναίσθηση και τότε η συγχώρεση θα γινόταν εύκολη».