Του Γιάννη Καρκανέβατου
Μετά τους "πιγκουίνους που δεν πεθαίνουν απ’ το κρύο" , οι εκδόσεις Καστανιώτη αποφασίζουν να μας συστήσουν τον "φίλο του μακαρίτη" (κι αφού είχε προηγηθεί "ο θάνατος ενός αγνώστου" από τις εκδόσεις Εξάντας). Πολυβραβευμένος και πολυμεταφρασμένος συγγραφέας, ο Αντρέι Κούρκοφ (γεννημένος το 1961 στο Λένινγκραντ αλλά ορκισμένος Ουκρανός, που επιμένει να γράφει στα ρώσικα με αποτέλεσμα την δυσαρέσκεια των κριτικών της πρώην σοβιετικής δημοκρατίας) μας προσφέρει μια νουβέλα (αν και στο οπισθόφυλλο χαρακτηρίζεται μυθιστόρημα) στο γνώριμο μελαγχολικό, καυστικό και με χιούμορ ύφος του.
Ο αντι-ήρωας του βιβλίου, ονόματι Τόλια, μας αφηγείται την ιστορία του από το σημείο μηδέν της καταστραμμένης προσωπικής ζωής του. Με μια γυναίκα που τον απατά και τον "αδειάζει" κυριολεκτικά και μεταφορικά, αποφασίζει να θέσει τέλος στην ζωή του. Όντας άνθρωπος που ακολουθεί τις καταστάσεις αντί να της προκαλεί («Είναι αλήθεια ότι δεν είχα καμία διάθεση να ολοκληρωθώ ως άνθρωπος, ανήκα στην κατηγορία των ανθρώπων που προτιμούν να διδάσκονται από τη ζωή») έως και την εθελουσία έξοδό του θα την αναθέσει σε τρίτο. Σ’ αυτό, θα τον βοηθήσει ο πρώην συμμαθητής του Ντίμα, τον οποίο και θα εξαπατήσει, λέγοντας του ότι ψάχνει να βρει έναν επαγγελματία δολοφόνο για να σκοτώσει τον εραστή της γυναίκας του (απολαυστικότατο το σημείο όπου εξηγεί τις διαφορές ανάμεσα στους ρομαντικούς δολοφόνους μια άλλης εποχής σε αντιδιαστολή με τους σημερινούς killers).
Η δουλειά "κλείνει" και ο Τόλια στέλνει σε μια ταχυδρομική θυρίδα έναν φάκελο με τα στοιχεία του μελλοντικού θύματος, δηλαδή την ίδια του την φωτογραφία με τις διευθύνσεις του σπιτιού του και του καφέ που συχνάζει. Κατά τη διάρκεια της προσμονής της επικείμενης εκτέλεσής του, θα γνωρίσει την Λένα που θα τον κάνει να αμφιβάλει για την πρωθύστερη απόφασή του. Περισσότερο ποιητική παρά ρεαλιστική αδεία (θα μπορούσε να ανακαλέσει την εκτέλεση της εντολής ως εντολοδόχος, έστω κι αν χρειαζόταν να αποκαλύψει την όλη σκηνοθεσία στον φίλο του) θα αναζητήσει κάποιον τέταρτο εκτελεστή να ‘καθαρίσει’ τον δολοφόνο που βρίσκεται στα ίχνη του. Η συνέχεια επιφυλάσσει απρόσμενες εξελίξεις (σημεία καμπής – turning points) απόλυτα όμως πιστές στο πλαίσιο του μη-ήρωα που άγεται και φέρεται από την πραγματικότητα («Η ζωή θα στρώσει κι εγώ θα νικηθώ οριστικά απ’ αυτήν» αναφέρει προς το τέλος).
Μοναδική παραφωνία, το γεγονός ότι η κεντρική ιδέα του βιβλίου (γραμμένου το 2001) έχει απελπιστικά πολλές ομοιότητες με την υπέροχη ταινία ‘Προσέλαβα έναν επαγγελματία δολοφόνο’ του Άκι Καουρισμάκι (γυρισμένη το 1990).
Αντρέι Κουρκόφ |
Μετά τους ‘πιγκουίνους που δεν πεθαίνουν απ’ το κρύο’ , οι εκδόσεις Καστανιώτη αποφασίζουν να μας συστήσουν τον ‘φίλο του μακαρίτη’ (έχοντας προηγηθεί ‘ο θάνατος ενός αγνώστου’ από τις εκδόσεις Εξάντας). Πολυβραβευμένος και πολυμεταφρασμένος συγγραφέας, ο Αντρέι Κούρκοφ (γεννημένος το 1961 στο Λένινγκραντ αλλά ορκισμένος ουκρανός, κάτοικος Κιέβου που επιμένει να γράφει στα ρώσικα με αποτέλεσμα την δυσαρέσκεια των κριτικών της πρώην σοβιετικής δημοκρατίας) μας προσφέρει μια νουβέλα (αν και στο οπισθόφυλλο ονομάζεται μυθιστόρημα) στο γνώριμο μελαγχολικό, καυστικό και με χιούμορ ύφος του. Ο αντι-ήρωας του ο Τόλια, μας αφηγείται την ιστορία του από το σημείο μηδέν της καταστραμμένης προσωπικής ζωής του. Με μια γυναίκα που τον απατά και τον ‘αδειάζει’ κυριολεκτικά και μεταφορικά, αποφασίζει να θέσει τέλος στην ζωή του. Όντας ένας άνθρωπος που ακολουθεί τις καταστάσεις αντί να της δημιουργεί («Είναι αλήθεια ότι δεν είχα καμία διάθεση να ολοκληρωθώ ως άνθρωπος, ανήκα στην κατηγορία των ανθρώπων που προτιμούν να διδάσκονται από την ζωή») έως και την εθελουσία έξοδό του θα την αναθέσει σε τρίτο. Σ’ αυτό, θα τον βοηθήσει ο πρώην συμμαθητής του Ντίμα, τον οποίο και θα εξαπατήσει, λέγοντας του ότι ψάχνει να βρει έναν επαγγελματία δολοφόνο για να σκοτώσει τον εραστή της γυναίκας του (απολαυστικότατο το σημείο όπου εξηγεί τις διαφορές ανάμεσα στους ρομαντικούς δολοφόνους μια άλλης εποχής σε αντιδιαστολή με τους σημερινούς killers). Η δουλειά ‘κλείνει’ και ο Τόλια στέλνει σε μια ταχυδρομική θυρίδα έναν φάκελο με τα στοιχεία του μελλοντικού θύματος, δηλαδή την ίδια του την φωτογραφία με τις διευθύνσεις του σπιτιού του και του καφέ που συχνάζει. Κατά την διάρκεια της προσμονής της επικείμενης εκτέλεσής του, θα γνωρίσει την Λένα που θα τον κάνει να αμφιβάλει για την πρωθύστερη απόφασή του. Περισσότερο ποιητική παρά ρεαλιστική αδεία (θα μπορούσε να ανακαλέσει την εκτέλεση της εντολής ως εντολοδόχος, έστω κι αν χρειαζόταν να αποκαλύψει την όλη σκηνοθεσία στον φίλο του) θα αναζητήσει κάποιον τέταρτο εκτελεστή να ‘καθαρίσει’ τον δολοφόνο που βρίσκεται στα ίχνη του. Η συνέχεια επιφυλάσσει απρόσμενες εξελίξεις (σημεία καμπής – turning points) απόλυτα όμως πιστές στο πλαίσιο του μη-ήρωα που άγεται και φέρεται από την πραγματικότητα («Η ζωή θα στρώσει κι εγώ θα νικηθώ οριστικά απ’ αυτήν» αναφέρει προς το τέλος). Με μια γλώσσα λιτή και μια ποιητική τής σκληρότητας («Το φθινόπωρο ήταν ακόμα μακριά. Η φύση προφανώς δεν είχε χρήματα για ν’ αγοράσει κόκκινα και κίτρινα χρώματα») , μέσα σε ποτάμια βότκας, με ανθρώπους πρόθυμους να σκοτώσουν ή να ψευδομαρτυρήσουν για μερικές εκατοντάδες δολάρια, με γυναίκες στραμμένες στην πορνεία, μ’ ένα παρελθόν ψεύτικο, προκατασκευασμένο από την προπαγάνδα της τότε σοβιετικής ένωσης, ο συγγραφέας στηλιτεύει την σημερινή κατάσταση στην χώρα του. Και κάποια ψήγματα αισθημάτων και ευαισθησίας που καταφέρνουν να ξεπηδήσουν, καταλήγουν στραγγαλισμένα στον αγώνα της καθημερινής επιβίωσης. Όλο αυτό βέβαια δοσμένο με μια διάθεση παιγνιώδη και σαρκαστική που κάνει το βιβλίο ευκολοδιάβαστο και συναρπαστικό. Μοναδική παραφωνία, το γεγονός ότι η κεντρική ιδέα του βιβλίου (γραμμένου το 2001) έχει απελπιστικά πολλές ομοιότητες με την υπέροχη ταινία ‘Προσέλαβα έναν επαγγελματία δολοφόνο’ του Άκι Καουρισμάκι (γυρισμένη το 1990)…