Clarice Lispector kentriki

Επισκόπηση του έργου της Κλαρίσε Λισπέκτορ [Clarise Lispector] με αφορμή το βιβλίο της «Πνοή ζωής - Σφυγμοί» (μτφρ. – επίμ. Μάριος Χατζηπροκοπίου, εκδ. Αντίποδες).

Της Ιωάννας Σπηλιοπούλου

«Γιατί εμείς δεν είμαστε παρά η φλούδα, το φύλλο, μα ο καρπός που είναι στο κέντρο του όλου είναι ο μεγάλος θάνατος που φέρει καθένας μέσα του». Ρ.Μ. Ρίλκε, Το βιβλίο της φτώχειας και του θανάτουμτφρ. Βασιλική Παπαγεωργίου, εκδ. Ίνδικτος

Όταν ο βιογράφος της Κλαρίσε Λισπέκτορ, Μπέντζαμιν Μόζερ (“Why This World: A Biography of Clarice Lispector”) ζήτησε από τον Πέδρο Αλμοδόβαρ να προλογίσει την αγγλική μετάφραση του συγκεκριμένου βιβλίου, ο σκηνοθέτης δήλωσε αδυναμία λόγω του δέους για την πυκνότητα και την ιδιαίτερη φυσιογνωμία του. Οι ηρωίδες του παραλληλίζονται με τις δικές της: γυναίκες στα πρόθυρα..., που βιώνουν ενδορρήξεις στις κοινωνικά τακτοποιημένες ζωές τους.

Επί χρόνια η ίδια δημοσίευε χρονογραφήματα και άρθρα με συμβουλές ομορφιάς, μόδας και ζωής για γυναικείο κοινό – σε ένδειξη οικειότητας, συχνά αναφέρεται με το μικρό της όνομα. Η λογοτεχνική παραγωγή της ακολουθεί το δρομολόγιό της ως γυναίκας και γράφουσας από νεαρή ηλικία (στα 23 της εξέδωσε το πρώτο της μυθιστόρημα, Κοντά στην άγρια καρδιά) ως το θάνατό της, το 1977.

Η εβραϊκής καταγωγής οικογένεια της Κλαρίσε [1] –η ίδια γεννήθηκε σε ένα χωριό της Ουκρανίας το 1920– υπήρξε θύμα πογκρόμ. Η μητέρα της έπασχε από σύφιλη: τον προηγούμενο χρόνο είχε βιαστεί από Ρώσους στρατιώτες και, σύμφωνα με αντίληψη της εποχής, η γέννηση ενός παιδιού θα μπορούσε να εξαφανίσει τον ιό. Έπειτα από μακροχρόνιες περιπλανήσεις η οικογένεια προσφύγων φτάνει στη Βραζιλία, όπου η μητέρα πεθαίνει όταν η Κλαρίσε ήταν 10 ετών. Σπουδάζει νομικά, παντρεύεται διπλωμάτη, ζει επί χρόνια με την οικογένειά της στην Ευρώπη (Ιταλία, Ελβετία, Αγγλία) και στις ΗΠΑ, χωρίζει, επιστρέφει στο Ρίο ντε Τζανέιρο το 1959 με τους δύο γιους της, μεταφράζει, πάντα γράφει. Η Πνοή ζωής (Σφυγμοί), είναι το βιβλίο που έγραφε τα τέσσερα τελευταία χρόνια της ζωής της και το οποίο τελικά εκδόθηκε έπειτα από τον θάνατό της, με επιμέλεια του υλικού της –θραύσματα των σημειώσεων– από τη φίλης της Όλγα Μπορέλι [2].

«Θέλω να γράψω την καθαρή κίνηση» διαβάζουμε στην πύλη εισόδου· επιθυμία για διαύγεια και παλμό, χορογραφία ακτινοβολούσας ενέργειας του σώματος ως αρχείου. «Η πιο καθαρή μου κίνηση είναι η κίνηση του θανάτου» σημειώνεται προς την έξοδο. Ακολουθούν τέσσερα ετερογενή motti: το πρώτο από τη Γένεση (για τη ζωτική πνοή που εμφυσά ο Θεός στον άνθρωπο), το δεύτερο από τον Νίτσε (για την παράλογη χαρά της δημιουργίας), ενώ το τρίτο ανήκει σε ένα μικρό κορίτσι (για τη σχέση μεταξύ ονείρου και παιχνιδιού στη μετάγγιση ιδεών) και το τέταρτο στην ίδια (για τη συρρίκνωση του χρόνου).

«Ο ίσκιος της ψυχής μου είναι το σώμα. Το σώμα είναι ο ίσκιος της ψυχής μου. Το βιβλίο αυτό είναι ο ίσκιος μου».

Κύ­μα­τα παλιρροϊκά στην αφηγηματική κοίτη –«όλα θα αναδεύονταν κυκλικά»–, όπου διερευνάται, ψυχρά φλογί, η ατμόσφαιρα της καλλιτεχνικής μετουσίωσης: πείνα, αμηχανία, ρίγος αναμονής, έκπληξη, ανία, ερμητικότητα, δισταγμοί, αγωνία, οργασμική ανάφλεξη, εισπνοές μικρών θανάτων, ναυτία, αιώρηση στην άβυσσο, λήθαργος, δίψα...

Η αρ­χι­τε­κτο­νι­κή του βι­βλί­ου με τη διάκριση σε τρεις ενότητες («Πραγματικότητα είναι η ονειροπόληση», «Πώς να τα κάνεις όλα ονειροπόληση;», «Το βιβλίο της Άνζελας») αποκαλύπτει τον πυρήνα του, τη δραματουργία του ονείρου: «Η πραγματικότητα δεν υπάρχει καθ’ εαυτήν. Υπάρχει το να βλέπεις την αλήθεια μέσα από το όνειρο. Η πραγματική ζωή είναι απλώς συμβολική: αναφέρεται σε κάτι άλλο». Όπως και στον Πεσσόα, τα (έξυπνα) ενύπνια είναι το δέρμα της πραγματικότητας, η γραφή διαδικασία ονειρικής πράξης και το προϊόν της καλλιτεχνικής δημιουργίας ένα όναρ σκιάς: «Ο ίσκιος της ψυχής μου είναι το σώμα. Το σώμα είναι ο ίσκιος της ψυχής μου. Το βιβλίο αυτό είναι ο ίσκιος μου».

lispector 2

Η Κλαρίσε Λισπέκτορ μαζί με το αγαπημένο της σκυλί, τον Οδυσσέα, και κότες στο διαμέρισμά της, στο Ρίο ντε Τζανέιρο, το 1976

Τα μουσικά μοτίβα και διακείμενα συνθέτουν μια παρτιτούρα («Η μουσική μού διδάσκει βαθιά τη γενναιότητα του κόσμου να νιώθει τον εαυτό του») για το τετράπτυχο ζωή / γραφή / ανάγνωση / θάνατος: ποικίλες τονικότητες, από τον ψίθυρο ως την οργισμένη κραυγή, με ζενίθ τη «διαστρική σιωπή». Βιβλίο-φούγκα χαρακτηρίζεται από τον Μάριο Χατζηπροκοπίου στο εξαιρετικό επίμετρό του, στο οποίο αναφέρεται και στη μεταφραστική διαδικασία, που αξιοθαύμαστα φιλοτεχνεί ένα κείμενο ιδιαίτερης υφής. Με την αντιστικτική συγκατοίκηση δύο φωνών (ένας ανώνυμος Συγγραφέας/Δημιουργός συνομιλεί με την ηρωίδα Άνζελα Πραλίνι [3], την οποία μόλις έχει πλάσει χαρίζοντάς της πνοή ζωής): συμφύρονται, μιμούνται η μια τη μελωδία της άλλης, τέμνονται, ενδόμυχες επιθυμίες καθρεφτίζονται σε μια αμφίδρομη σχέση, αδυναμία επικοινωνίας, φυγόκεντρες τάσεις, σχάση. Όπως και σε άλλα έργα της Λισπέκτορ, η ειδολογική ταυτότητα είναι υβριδική («εκτίθεμαι σε ένα καινούργιο είδος μυθοπλασίας, που ακόμη δεν ξέρω καν πώς να το χειριστώ») και οι σφυγμοί του αίματος και των λέξεων, ο ρυθμός της ανάσας παραπέμπουν –έχει σχολιαστεί– σε γκόσπελ, τζαζ αυτοσχεδιασμό, «μουρμουρητό προσευχής»· η γραφή ως μαθητεία: «Κάθε μου επινόηση ηχεί στ’ αυτιά μου σαν προσευχή ενός λαϊκού – τόση είναι η ένταση του συναισθήματος, γράφω για να μάθω».

«Κάθε μου επινόηση ηχεί στ’ αυτιά μου σαν προσευχή ενός λαϊκού – τόση είναι η ένταση του συναισθήματος, γράφω για να μάθω».

«Αυτοδίδακτη συγγραφέα, σαν πρωτόγονο ζωγράφο», τη χαρακτηρίζει η Ελίζαμπεθ Μπίσοπ όταν γνωρίζονται το 1963, ενώ ο Μόζερ παραλληλίζει τα κείμενά της με κυβιστικά πορτρέτα λέξεων σαν αυτά που αποπειράθηκε η Γερτρούδη Στάιν. Τα τελευταία χρόνια της ζωής της, παράλληλα με την ψυχανάλυση, η συγγραφέας ζωγραφίζει πειραματιζόμενη με τη συνομιλία ανάμεσα στον καμβά και τη σελίδα, όπως φαίνεται κυρίως στο Água Viva (1973) – το οποίο ελπίζουμε να μεταφράσει ο Μάριος Χατζηπροκοπίου, ως συνέχεια των τεσσάρων βιβλίων της που μας έχει χαρίσει από το 2016 στις εκδόσεις Αντίποδες. Η Άνζελα, το δημιούργημα που χειραφετείται και γίνεται δημιουργός, δηλώνει: «Το ιδανικό μου θα ήταν να ζωγραφίσω έναν πίνακα ενός πίνακα. Η ζωή μου είναι τόσο ταραγμένη που ποτέ δεν τελειοποίησα αυτό που επινόησα στη ζωγραφική». Προσκρούοντας στα όρια του γλωσσικού πλέγματος, δίνει στις λέξεις διάσταση word-painting [4], για να αποδώσει την πρώτη παρόρμηση, τη χρονικότητα της παρούσας στιγμής (instante-já), όπως η Βιρτζίνια Γουλφ [5], μια από τις αγαπημένες συγγραφείς της Κλαρίσε, ονειρευόταν να γράψει με χρωστήρα.

Τόσο στην Ώρα του αστεριού όσο και στην Πνοή ζωής ένας άντρας συγγραφέας-θεός, σαν άλλος Πυγμαλίων, δημιουργεί μια Γαλάτεια. «Σμιλεύω την Άνζελα με πέτρες από τις πλαγιές, δίνοντάς της τη μορφή ενός αγάλματος». Στο πρώτο ο Ροντρίγο Σ.Μ. τη Μακκαμπέα, εδώ ένας ορθολογιστής, αστός, «στο κλουβί της καταναγκαστικής πνευματικής υγιεινής», επινοώντας εκδοχές του εαυτού του για να υπερβεί μια ανυπόφορη καθημερινότητα, επιχειρεί ένα ταξίδι από τη γλώσσα στην ύπαρξη («Εγώ δεν θα υπήρχα αν δεν υπήρχαν οι λέξεις»), παρακολουθώντας «τους βυζαντινούς μαιάνδρους μιας γυναίκας, με σοφίτες και γωνίες και κόγχες και ζωντανή σάρκα – που ξαφνικά είναι αυθόρμητη σαν άνθος». Εκείνη αγνοεί την ύπαρξή του.

«Εγώ δεν θα υπήρχα αν δεν υπήρχαν οι λέξεις».

Ο Δημιουργός (αφεντικό και δικαστής) την επιτηρεί ως ένα σημείο, θέλει μάταια να την τιθασεύσει, τη σχολιάζει με ερωτικές συνδηλώσεις, συνοδοιπορούν ανάμεσα στην αλήθεια και στο θάνατο. Βαθμιαία υπονομεύεται η αφηγηματική αξιοπιστία του: σαστισμένος, δηλώνει ζητιάνος, κουρασμένος (αναζητά μια κατά παραγγελία γυναίκα), προσπαθεί να την ερμηνεύσει με βάση την ψυχανάλυση (σ. 153) ή, ως φυσικός, τη θεωρία της αντιύλης (σ. 194), τη μισεί. Γράφονται δυο παράλληλα βιβλία αντηχήσεων: διάλογος κωφών ή εσωτερικός (σύνδεση με την anima);

«Ξέρω καλά ότι εκείνη είναι το ζουμερό σταφύλι κι εγώ η σταφίδα» σημειώνει ο Δημιουργός. Αντι-ηρωίδα, ομιλούν αδέσποτο, ξυπόλυτη, διαισθητική, ανέμελη, πλήρης στην ευθραυστότητά της, κορίτσι που ενοικεί σε ατμόσφαιρα θαύματος, ηθοποιός που αυτοσχεδιάζει, «καμπύλη σε μια ατέρμονη ελικοειδή σπείρα», φεύγουσα κόρη, εν δυνάμει αυτόχειρας, οργανική και ηλεκτρονική, ακατέργαστη πρώτη ύλη, «Γυναίκα-Πράγμα», το ελαφρότατο υφάδι ιστού αράχνης, θρυμματισμένο αστέρι, ανέστια («Είμαι η παρίας των πλουσίων»), υπνοβάτισσα, οργισμένη αγία σε αναζήτηση του ιερού, ξένη, θιασώτρια της αποτυχίας και της τυχαιότητας («Είμαι ο ίδιος μου ο καθρέφτης. Και ζω με τα απολεσθέντα. Έχω εμπλακεί σε έναν αόρατο πόλεμο που κρύβει παντού κινδύνους. Ποιος θα νικήσει; Εγώ πάντοτε χάνω»), ισορροπημένα ασυνάρτητη – προσδίδει πάθος σε μικροπράγματα, γράφει χωρίς δέσμευση, παράγοντας υλικό ημιτελές [«"Ιστορία των Πραγμάτων" (Ονειρικές νύξεις και έφοδοι στο ασυνείδητο)».] Την ωθεί η ανάγκη για αέναη διαδικασία αυτοπροσδιορισμού της («Μόνο το αίνιγμά μου με ενδιαφέρει»), ο εσωτερικός ανεμοστρόβιλος των λέξεων («Νιώθω μέσα μου μια υπόγεια βία, βία που έρχεται στην επιφάνεια μονάχα με την πράξη της γραφής»). Το σώμα ως πηγή ζωντάνιας της γυναικείας υποκειμενικότητας («Ο Θεός να φυλάει τους αστραγάλους μου. Και τον αυχένα μου. Είναι ουσιώδεις τόποι μέσα μου») συστοιχεί προς τα σημεία στίξης στο κειμενικό σώμα («Εγώ που είμαι άνω και κάτω τελεία»).

«Είμαι ο ίδιος μου ο καθρέφτης. Και ζω με τα απολεσθέντα. Έχω εμπλακεί σε έναν αόρατο πόλεμο που κρύβει παντού κινδύνους. Ποιος θα νικήσει; Εγώ πάντοτε χάνω».

Η Άνζελα, χαρακτήρας που διαθλά το γίγνεσθαι της γραφής, οδηγεί τον Δημιουργό σε μια επικίνδυνη περιπέτεια ποιητικής. Καταγράφοντας τη γυναικεία εμπειρία διερευνάται η κοινωνική κατασκευή του φύλου (ειρωνικά αναπαράγονται στερεοτυπικές αντιλήψεις), η έμφυλη διάσταση της γλώσσας, τα σημεία αφετηρίας για ελεύθερη δημιουργία, η περιθωριοποίηση των υποδεέστερων (subaltern) υποκειμένων [6]: μέσα από την ηρωίδα (εντονότερα τη Μακκαμπέα στην Ώρα του αστεριού) αναδύεται η δυναμική της θυματοποίησης, των ασύμμετρων σχέσεων εξουσίας και υποταγής, η σκοτεινή ύλη της κοινωνικής ετερότητας [7]. Εν κινήσει, ανοιχτή και πληθυντική («θέλει επίσης να είναι αυτό που δεν είναι»), η Άνζελα, θα λέγαμε ακολουθώντας την ορολογία των Ντελέζ - Γκουαταρί, διακρίνεται από μια σκέψη «τύπου ριζώματος». Χωρίς εγγυήσεις περιπλανάται στο σκοτάδι, διασχίζει το μη περατό, βλέπει τον κόσμο «από τις χαραμάδες» του παραβάν ή της κλειδαρότρυπας, όπως λέει, αποδομώντας τα υπαρξιακά τείχη της χαρίζει στο Δημιουργό, που έχει κατακλυστεί από τις λέξεις των άλλων και την ευκολία, αντι-λέξεις. «Είδα ένα όνειρο ανεξήγητο και καθαρό: ονειρεύτηκα ότι έπαιζα με την αντανάκλασή μου» γράφει εκείνος: παιχνίδι ηχούς και αντικατοπτρισμών, στρατηγική αμφισημίας, mise en abîme σε κλιμάκωση («Μου αρέσουν τα σκαλιά»), η υποκειμενικότητα και το κείμενο λικνίζονται στο έδαφος της απροσδιοριστίας («το να ισορροπείς πάνω στο ασταθές»), σαν να γίνεται η όαση της ερήμου τρόπος ύπαρξης: «Είμαι ένας αντικατοπτρισμός: θέλω τόσο πολύ να με δω, με βλέπω».

Clarice Lispector mesa

Η Κλαρίσε Λισπέκτορ [Clarice Lispector] γεννήθηκε στο Τσετσέλνικ της Ουκρανίας το 1920, από Εβραίους γονείς. Η οικογένειά της μετανάστευσε το 1922 στη Βραζιλία. Θεωρείται μία από τις σημαντικότερες συγγραφείς της πορτογαλικής γλώσσας και το έργο της είναι γνωστό σε ολόκληρο τον κόσμο.

Αντικείμενα – Μηχανές – Ζώα

Γράφοντας η Άνζελα το βιβλίο για τον μυστικό βίο ποικίλων αντικειμένων, τους εμφυσά πνοή ζωής: διαμορφώνει μύχιο δεσμό («Η πιο στενή μου σχέση; Η γραφομηχανή») με πλάσματα στα οποία αναγνωρίζει την ιδιοπροσωπία του όντος, προνομιακό πεδίο ιχνηλάτησης του μυστηρίου και της σαγήνης, διασταυρούμενες διακειμενικές τροχιές ανιμισμού (το ηλεκτρονικό ρολόι Σβέγκλια, ο γερανός-γονιός, τα αντικείμενα εν εξεγέρσει για τα δικαιώματά τους), αναζητά μέσω της απτικής όρασης την «κρυφή τάξη» τους, μετασχηματισμένη σε σύμβολο. Εκείνα απλώς υπάρχουν μοναχικά, ως μια συμπύκνωση αύρας, δονούνται στην ακινησία, υπόκεινται σε μεταλλάξεις: «Ένα αντικείμενο παλιώνει γιατί έχει μέσα του δυναμική». Η Ελέν Σιξού [8] στη μελέτη της για τη «γυναικεία γραφή» της Λισπέκτορ υπογραμμίζει το θρίαμβο του ελάχιστου στο έργο της, είτε πρόκειται για τη φύση είτε για την καταβύθιση στην υλικότητα είτε για τις λέξεις-αντικείμενα («Η λέξη είναι κι αυτή πράγμα – ένα πράγμα φευγαλέο που πιάνω στον αέρα με το στόμα όταν μιλώ»), και την τρυφερότητα με την οποία προσεγγίζει τα αντικείμενα που συγκροτούν τον γυναικείο μικρόκοσμο (ενδεικτικά, εδώ νιώθει συμπόνια για το «Ασημένιο Κουτί»).

Η αντικειμενοποίηση του υποκειμένου («Είμαι ένα αντικείμενο που ο χρόνος και η ενέργεια επανένωσαν στον χώρο») και η αλληλεπίδραση υποκειμένου-αντικειμένου («Βλέπω τη λάμπα που πυρακτώνεται. Είναι αδέξιο το μέσα μου. Μα πυρακτώνομαι») καταλύουν τους δυϊσμούς και οδηγούν σε νέους ιριδισμούς ταυτότητας στο κατώφλι του θανάτου: «Η δράση αυτής της ιστορίας θα έχει ως αποτέλεσμα τη μετουσίωσή μου σε κάποιον άλλο και την υλοποίησή μου επιτέλους σε αντικείμενο. Ναι, και ίσως να φτάσω το γλυκό φλάουτο γύρω από το οποίο θα τυλιχτώ σαν εύκαμπτος κισσός» γράφει στην Ώρα του αστεριού. Παράλληλα, όπως η εξέλιξη της πεταλούδας από το αυγό ως το πρώτο πέταγμα περιγράφεται ως μηχανισμός (σ. 145), η Άνζελα, χίμαιρα και σφίγγα, μηχανοποιείται: υβρίδιο μηχανής και έμβιου οργανισμού, κυβόργιο (cyborg) κατά την Ντόνα Χάραγουεϊ. Ο Δημιουργός την κουρδίζει «σαν μηχανικό παιχνίδι κι εκείνη τίθεται σε λειτουργία τσιρίζοντας. Της αφαιρ[εί] τότε την τσιρίδα λαδώνοντας τις βίδες και τα παξιμάδια της».

«Η λέξη είναι κι αυτή πράγμα – ένα πράγμα φευγαλέο που πιάνω στον αέρα με το στόμα όταν μιλώ».

«Η επαφή με τη ζωή του ζώου είναι απαραίτητη για την ψυχική μου υγεία»: τα ζώα αντιμετωπίζονται ως πρόσωπα που ασκούν παιδαγωγική λειτουργία με τη γόνιμη αμεσότητα και τη θαλπωρή τους. Φιλοξενώντας / ακολουθώντας το ζώο: «βουβό ζωντανό γλυπτό» η αγκαλιά ανθρώπου-ζώου, σηματοδοτεί τη συμπαντική ενοποίησή τους. Γίνονται αναφορές στο άλογο και στην κότα, τη σημαντικότερη θέση όμως έχει ο σκύλος, που σκέφτεται και νιώθει, απλώς δεν ανησυχεί για το μέλλον («Αν μπορούσα να περιγράψω την εσωτερική ζωή ενός σκύλου θα άγγιζα μια κορυφή»). Η Μακκαμπέα και η Άνζελα παρομοιάζονται με αδέσποτα, ενώ στο παιδικό βιβλίο της Σχεδόν αληθινό η Λισπέκτορ μεταγράφει σε λέξεις το γάβγισμα του αφηγητή Οδυσσέα («ο ακριβός μου κύριος»), σε μια απόπειρα εύρεσης κοινής γλώσσας, όπως και στην Πνοή ζωής (σ. 72).

lispector 3

Το άγαλμα της Κλαρίσε Λισπέκτορ μαζί με το αγαπημένο της σκυλί, τον Οδυσσέα, στο Ρίο ντε Τζανέιρο (έργο του Edgar Duvivier, 2016)

Ξεφυλλίζοντας τις πολλαπλές στιβάδες της ύπαρξης, η απόσταξη του εγώ τείνει προς την απροσωποποίηση, το «ουδέτερο εργόχειρο ζωής» – στα Κατά Α.Γ. πάθη η ηρωίδα-Ανθρώπινο Γένος γεύεται το ωμό, το τρωτό, το γυμνό. Η Άνζελα, κρατώντας το νήμα τού μη εγώ, πλάθει τον εαυτό της από την αρχή ενθυμούμενη το μέλλον, διασχίζοντας δηλαδή την αίσθηση του θανάτου: «Ζω ψυχορραγώντας» / «όταν πεθάνω θα είμαι διάφανη σαν νεφρίτης». Στη χωρογραφία του κενού («ίσως το όνομα του κενού είναι χρόνος») θρήνος, απελευθέρωση, βίωση της «στιγμής-μηδέν», μύηση στην τέχνη τού να εγκαταλείπεις («Ως ενήλικας όμως θα έχω το παιδικό θάρρος να με χάσω;» Κατά Α.Γ. πάθη), συλλαβισμοί αναλφάβητης («Διδάξτε με πώς να πεθάνω»), κρυπτογράφηση («Το να ζω είναι ο κώδικάς μου και το αίνιγμά μου. Και όταν πεθάνω θα είμαι για τους άλλους κώδικας και αίνιγμα»), κατάφαση και μεταμόρφωση. Καθώς ο Δημιουργός αποσύρεται από την κάμερα της γραφής και τη ζωή, η Άνζελα βαθμιαία συρρικνώνεται σε μια κουκκίδα μικροσκοπικού μεγαλείου· μέχρι θανάτου επιδοκιμασία της ζωής: «διέκοψε τη ζωή πηγαίνοντας στο χώμα. Όχι όμως το χώμα όπου θάβεται κανείς αλλά το χώμα όπου ξαναζεί. Με άφθονη βροχή στα δάση και των ανέμων τον ψίθυρο».

«Γράφω σαν να ήταν για να σώσω κάποιου τη ζωή. Πιθανόν τη δική μου τη ζωή. Το να ζεις είναι μια τρέλα που την πλάθει ο θάνατος. Ζωή να ʼχουν οι νεκροί γιατί μέσα τους ζούμε».

Ταυτόχρονα καλώντας και ξορκίζοντας τον κυοφορούμενο θάνατο, σαν άλλη Σεχραζάντ γεννά αφηγήσεις κατασκευάζοντας ως «Μητέρα-Πράγμα» ένα «αποτυχημένο και ατρόμητο και παιχνιδιάρικο βιβλίο ζωής». Στην κοσμογονική Μεγάλη Έκρηξη της καλλιτεχνικής δημιουργίας ξαναγεννιέται («Έχω επείγουσα ανάγκη να γεννηθώ»), το τέλος γίνεται αφετηρία, το κείμενο-έμβρυο διαγράφοντας κυκλοτερή τροχιά –σαν «φίδι που καταπίνει την ίδια του την ουρά»– τροφοδοτείται από το μηδέν: «Γράφω σαν να ήταν για να σώσω κάποιου τη ζωή. Πιθανόν τη δική μου τη ζωή. Το να ζεις είναι μια τρέλα που την πλάθει ο θάνατος. Ζωή να ʼχουν οι νεκροί γιατί μέσα τους ζούμε».

antipodes lispector pnoi zoisΣτην αιχμή του βραζιλιάνικου μεταμοντερνισμού η Κλαρίσε υφαίνει αποσπασματικό δίκτυο νύξεων, αφορισμών, παλινδρομήσεων, αντιφάσεων, αναιρέσεων, αναδιπλώσεων, παραλλαγών, πτυχώσεων, διευρύνοντας τον ορίζοντα επανεγγραφής για το άρρητο της ανθρώπινης συνθήκης: «Θα σου πω τώρα πώς μπήκα στο ανέκφραστο που ήταν πάντα η τυφλή και μυστική μου αναζήτηση. (…) στα διάκενα της πρωταρχικής ύλης βρίσκεται η γραμμή του μυστηρίου και της φωτιάς που είναι η ανάσα του κόσμου, και η συνεχής ανάσα του κόσμου είναι αυτό που ακούμε και ονομάζουμε σιωπή» σημειώνει στα Κατά Α.Γ. πάθη. Η Πνοή ζωής υπερασπίζεται το αστείο και την ελαφρότητα –λειτουργώντας και ως παρωδία της συγγραφικής φιγούρας–, βιβλίο «λίγο τρελό», «λίγο φανφαρόνικο», «που λίγο χορεύει γυμνό στους δρόμους, που είναι λίγο σαλτιμπάγκος, λίγο γελωτοποιός στην αυλή του βασιλιά».

«Στην ουσία είμαι περισσότερο ηθοποιός γιατί, μονάχα με έναν τρόπο στίξης, γίνομαι ταχυδακτυλουργός του επιτονισμού, υποχρεώνω την αλλότρια ανάσα να μου κρατά συντροφιά στο κείμενο» διαβάζουμε στην Ώρα του αστεριού. Η Λισπέκτορ, λαχταρώντας τη συνοδοιπορία, αποθαρρύνοντας «άπιστους» και βιαστικούς αναγνώστες, διαμεσολαβεί μεταξύ του γράφειν (ως «ενδόμυχης εντολής», στα όρια του αδύνατου) και της αναγνωστικής εμπειρίας. Εκκινώντας από την ενδοσκοπική ματιά, τις αισθήσεις, την ενόραση, την «έξυπνη ευαισθησία» παρατηρεί με ανατρεπτική ματιά την ταλάντωση του κόσμου.

Κείμενο-αγκαλιά, δεκτικό (σύστοιχο προς τις ποικίλες επιρροές της, από μαγικές τελετουργίες ως στοιχεία του κινεζικού Ι-Τσινγκ, με κυρίαρχη βέβαια την ιουδαϊκή παράδοση), γίνεται καθρέφτης: η αναγνώστρια, μαγνητισμένη από την ετερόκλητη αρμονία του, διαβάζεται, ερμηνεύεται από το βιβλίο, νιώθει ότι ανασαίνει από τους εσωτερικούς πόρους του, δονείται από τον δικό του σφυγμό. Αν η γραπτή φωνή δεν είναι παρά «η αντανάκλαση ενός πράγματος που ρωτά», όπως δηλώνει η Κλαρίσε, «[ό]σο θα έχω ερωτήσεις και δεν θα υπάρχει η απάντηση θα συνεχίσω να γράφω». Τελικά ο Αλμοδόβαρ είχε δίκιο: οποιοσδήποτε ερμηνευτικός σχολιασμός για ένα τόσο πολυκεντρικό αφηγηματικό σύμπαν παραμένει ανήλικος. «Νομίζω πως…»


Η ΙΩΑΝΝΑ ΣΠΗΛΙΟΠΟΥΛΟΥ είναι φιλόλογος.

Σημειώσεις 

[1] Βασικές πληροφορίες για την εργοβιογραφία της στο αφιέρωμα του περιοδικού «Εντευκτήριο» σε επιμέλεια Μάριου Χατζηπροκοπίου.
[2] Για τα χειρόγραφα του βιβλίου περισσότερες πληροφορίες εδώ
[3] Η Άνζελα Πραλίνι εμφανίζεται και σε άλλα κείμενα της συγγραφέως (για παράδειγμα, στο διήγημα «Η αναχώρηση του τρένου»).
[4] Άρθρο του Διονύση Μαρίνου στην Book Press.
[5] «Μια συζήτηση περί τέχνης – Λεξιτεχνία», μτφρ. Μανώλης Βάρσος, Περισπωμένη, Αθήνα 2021, σ. 32.

[6] Σχετικά με το λόγο των υποτελών και των γυναικών στο έργο της περισσότερα εδώ.
[7] Χαρακτηριστικό της δίψας της για κοινωνική δικαιοσύνη είναι το κείμενο για την αστυνομική βία, με θύμα τον σεσημασμένο κακοποιό Μινεϊρίνιο, και την κοινοτοπία του κακού ως έρεισμα του συστήματος.
[8] Hélène Cixous, “L’heure de Clarice Lispector” (précédé de Vivre l’orange), Des femmes/Antoinette Fouque, Παρίσι 1989, σ. 35.

Ακολουθήστε την bookpress.gr στο Google News και διαβάστε πρώτοι τα θέματα που σας ενδιαφέρουν.


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

«Η χρονιά που γεννήθηκε ο δαίμονας» του Σαντιάγο Ρονκαλιόλο (κριτική) – Στα άδυτα της Ιεράς Εξέτασης και του ακραίου Καθολικισμού

«Η χρονιά που γεννήθηκε ο δαίμονας» του Σαντιάγο Ρονκαλιόλο (κριτική) – Στα άδυτα της Ιεράς Εξέτασης και του ακραίου Καθολικισμού

Για το μυθιστόρημα του Σαντιάγο Ρονκαλιόλο [Santiago Roncagliolo] «Η χρονιά που γεννήθηκε ο δαίμονας» (μτφρ. Κώστας Αθανασίου, εκδ. Καστανιώτη). Κεντρική εικόνα: η Ιερά Εξέταση επί τω έργω © Britannica. 

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος

...
«Ο αχός και το πάθος», του Γουίλιαμ Φόκνερ (κριτική)

«Ο αχός και το πάθος», του Γουίλιαμ Φόκνερ (κριτική)

Για το εμβληματικό μυθιστόρημα του Γουίλιαμ Φόκνερ [William Faulkner] «Ο αχός και το πάθος», σε νέα μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη, το οποίο κυκλοφορεί στη σειρά «Orbis Literæ» των εκδόσεων Gutenberg.

Γράφει ο Φώτης Καραμπεσίνης

Η ιστορία χα...

«Δεν γίνονται αυτά εδώ», του Σίνκλερ Λιούις (κριτική) – μια λογοτεχνική προφητεία για την εύθραυστη φύση της δημοκρατίας

«Δεν γίνονται αυτά εδώ», του Σίνκλερ Λιούις (κριτική) – μια λογοτεχνική προφητεία για την εύθραυστη φύση της δημοκρατίας

Για το μυθιστόρημα του Σίνκλερ Λιούις [Sinclair Lewis] «Δεν γίνονται αυτά εδώ» (μτφρ. Νίκος Α. Μάντης, εκδ. Καστανιώτη).

Γράφει ο Μιχάλης Μοδινός

Ο Σίνκλερ Λιούις (1885–1951) μεταφράστηκε για πρώτη φορά στη χώρα μας από τον Νίκο Μάντη μόλις τ...

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

«Η χρονιά που γεννήθηκε ο δαίμονας» του Σαντιάγο Ρονκαλιόλο (κριτική) – Στα άδυτα της Ιεράς Εξέτασης και του ακραίου Καθολικισμού

«Η χρονιά που γεννήθηκε ο δαίμονας» του Σαντιάγο Ρονκαλιόλο (κριτική) – Στα άδυτα της Ιεράς Εξέτασης και του ακραίου Καθολικισμού

Για το μυθιστόρημα του Σαντιάγο Ρονκαλιόλο [Santiago Roncagliolo] «Η χρονιά που γεννήθηκε ο δαίμονας» (μτφρ. Κώστας Αθανασίου, εκδ. Καστανιώτη). Κεντρική εικόνα: η Ιερά Εξέταση επί τω έργω © Britannica. 

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος

...
«Όρνιθες» του Άρη Μπινιάρη (κριτική) – Μια τρυφερή επανάσταση στον ουρανό

«Όρνιθες» του Άρη Μπινιάρη (κριτική) – Μια τρυφερή επανάσταση στον ουρανό

Για την παράσταση «Όρνιθες» του Αριστοφάνη σε σκηνοθεσία του Άρη Μπινιάρη.

Γράφει ο Νίκος Ξένιος

Το 414 π.Χ. οι «Όρνιθες» του Αριστοφάνη βραβεύτηκαν στα Μεγάλα Διονύσια. Μιαν ιδιαίτερα αισθαντική προσέγγιση των «Ορνίθων» κάνει φέτος ο Άρης Μπινιάρ...

«Ο αχός και το πάθος», του Γουίλιαμ Φόκνερ (κριτική)

«Ο αχός και το πάθος», του Γουίλιαμ Φόκνερ (κριτική)

Για το εμβληματικό μυθιστόρημα του Γουίλιαμ Φόκνερ [William Faulkner] «Ο αχός και το πάθος», σε νέα μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη, το οποίο κυκλοφορεί στη σειρά «Orbis Literæ» των εκδόσεων Gutenberg.

Γράφει ο Φώτης Καραμπεσίνης

Η ιστορία χα...

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

«Η δίκη του Κάφκα», του Κωνσταντίνου Κυριακού (προδημοσίευση)

«Η δίκη του Κάφκα», του Κωνσταντίνου Κυριακού (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος της θεατρικής μεταφοράς του μυθιστορήματος του Φρανς Κάφκα, από τον Κωνσταντίνου Κυριακού «Η δίκη του Κάφκα», με εισαγωγή του Μάνου Στεφανίδη, η οποία θα κυκλοφορήσει την ερχόμενη εβδομάδα από τις εκδόσεις Νίκας.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

...
«Πριν από τον χρόνο μηδέν» της Μόνικα Σαβουλέσκου Βουδούρη
 (προδημοσίευση)

«Πριν από τον χρόνο μηδέν» της Μόνικα Σαβουλέσκου Βουδούρη
 (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα της Μόνικα Σαβουλέσκου Βουδούρη «Πριν από τον χρόνο μηδέν» (μτφρ.
 Ευγενία Τσελέντη), το οποίο θα κυκλοφορήσει τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Νίκας.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Τα πόδια της μόνο ε...

«Ο χορδιστής του πιάνου» του Τσιανγκ-Σενγκ Κούο (προδημοσίευση)

«Ο χορδιστής του πιάνου» του Τσιανγκ-Σενγκ Κούο (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα του Ταϊβανέζου συγγραφέα Τσιανγκ-Σενγκ Κούο [Chiang-Sheng Kuo] «Ο χορδιστής του πιάνου» (μτφρ. Βίκυ Πορφυρίδου), το οποίο θα κυκλοφορήσει στις 26 Αυγούστου από τις εκδόσεις Βακχικόν.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

...

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Τι διαβάζουμε τώρα; Επτά σύγχρονα μυθιστορήματα που κυκλοφόρησαν πρόσφατα

Τι διαβάζουμε τώρα; Επτά σύγχρονα μυθιστορήματα που κυκλοφόρησαν πρόσφατα

Από τη Νορβηγία του 1300 μ.Χ. έως τη σύγχρονη εποχή, αυτά τα επτά μυθιστορήματα, γραμμένα από γυναίκες συγγραφείς, εξετάζουν τα θέματα του φύλου, της πατριαρχίας, της επανάστασης, της φιλίας και της σχέσης μάνας-κόρης. 

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος

...
15 χρόνια Book Press – Τα 15 άρθρα που διαβάστηκαν περισσότερο

15 χρόνια Book Press – Τα 15 άρθρα που διαβάστηκαν περισσότερο

Δεκαπέντε χρόνια σε δεκαπέντε λίστες. Μια ιδιότυπη ανασκόπηση των άρθρων που διαβάσατε περισσότερο όλα αυτά τα χρόνια, ανά κατηγορία. Κριτικές, συνεντεύξεις, ειδικές στήλες, πρωτότυπα κείμενα και πολλά άλλα. Ολοκληρώνουμε σήμερα, με τα 15 δημοφιλέστερα άρθρα μας από όλες τις κατηγορίες.

Επιμέλεια: Κώ...

15 χρόνια Book Press – Τα 15 άρθρα της στήλης μας «Κλασικό μεν, αλλά... δεν μ' αρέσει» που διαβάστηκαν περισσότερο

15 χρόνια Book Press – Τα 15 άρθρα της στήλης μας «Κλασικό μεν, αλλά... δεν μ' αρέσει» που διαβάστηκαν περισσότερο

Δεκαπέντε χρόνια σε δεκαπέντε λίστες. Μια ιδιότυπη ανασκόπηση των άρθρων που διαβάσατε περισσότερο όλα αυτά τα χρόνια, ανά κατηγορία. Κριτικές, συνεντεύξεις, ειδικές στήλες, πρωτότυπα κείμενα και πολλά άλλα. Σήμερα, τα 15 δημοφιλέστερα «Κλασικό μεν, αλλά... δεν μ' αρέσει.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός ...

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

Newsletter

Θέλω να λαμβάνω το newsletter σας
ΕΓΓΡΑΦΗ

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΟΥ ΜΗΝΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ

15 Δεκεμβρίου 2023 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Τα 100 καλύτερα λογοτεχνικά βιβλία του 2023

Mυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα, ποιήματα: Επιλογή 100 βιβλίων, ελληνικών και μεταφρασμένων, από τη βιβλιοπαραγωγή του 2023. Επιλογή: Συντακτική ομάδα της Book

ΦΑΚΕΛΟΙ