Για το μυθιστόρημα του Σεμπάστιαν Φοκς «Λευκές φωτιές» (μτφρ. Αντώνης Καλοκύρης, εκδ. Κλειδάριθμος).
Της Λεύκης Σαραντινού
Ένα μυθιστόρημα με κοινωνική, ψυχολογική και ιστορική οπτική για τα πρώτα τριάντα χρόνια του εικοστού αιώνα υπογράφει ο Sebastian Faulks με το τελευταίο του βιβλίο Λευκές φωτιές (μτφρ. Αντώνης Καλοκύρης, εκδ. Κλειδάριθμος). Ένα μυθιστόρημα που διαδραματίζεται κατά κύριο λόγο στη Βιέννη στοιχειοθετώντας έναν άτυπο ύμνο για την πόλη αυτή. Εκεί ζουν και εκεί θέλουν να επιστρέψουν κάθε που αναχωρούν οι πρωταγωνιστές του βιβλίου, κι αυτό γιατί μονάχα εκείνη η πόλη βρίσκεται βαθιά χαραγμένη στην καρδιά τους. Είναι η περίοδος εκείνη που η Βιέννη βρίσκεται στη μέγιστη άνθησή της.
Οι δύο κεντρικοί ήρωες της μιας ιστορίας το 1914, ο Άντολφ Χάιντεκ, ένας πολύ επιτυχημένος δημοσιογράφος, και η Ντελφίν, μια γυναίκα με πολλά μυστικά, θα ζήσουν μια δυνατή ιστορία αγάπης που θα εναντιώνεται σε έναν πόλεμο που μόλις θα έχει κηρυχθεί. Μερικά χρόνια μετά, το 1927 θα συναντήσουμε τη Λέινα, η οποία μένει με τη μητέρα της σε μια μικρή πόλη κοντά στη Βιέννη, στην οποία και θα μετακομίσει θέλοντας να ζήσει τον έρωτά της με τον Ρούντολφ, έναν νεαρό δικηγόρο. Ο έρωτας γρήγορα θα λήξει και η Λέινα θα εγκαταλείψει τη Βιέννη για μια δουλειά στο χιονισμένο σανατόριο, το Σλος Ζέεμπλικ.
Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί ποικίλες αφηγηματικές τεχνικές μεταξύ των οποίων την τριτοπρόσωπη αφήγηση, τους γλαφυρούς διαλόγους, τις ημερολογιακές καταγραφές και τις επιστολές, καθιστώντας το κείμενο «ζωντανό» και την αναπαράσταση της εποχής άρτια.
Η κορύφωση θα συντελεστεί το 1933 όταν ο Άντολφ εκκινήσει την έρευνα για τη συγγραφή ενός άρθρου για το σανατόριο Σλος Ζέεμπλικ – ένα μέρος μυστηριώδες και φρικτό. Ένα μέρος όπου οι μνήμες όσων βρέθηκαν εκεί στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, το έχουν στοιχειώσει και κάθε σπιθαμή του βαραίνει επικίνδυνα τόσο στην έρευνα του Άντολφ Χάιντεκ, όσο και στην προσωπική του ιστορία με την Ντελφίν και τη Λέινα.
Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί ποικίλες αφηγηματικές τεχνικές μεταξύ των οποίων την τριτοπρόσωπη αφήγηση, τους γλαφυρούς διαλόγους, τις ημερολογιακές καταγραφές και τις επιστολές, καθιστώντας το κείμενο «ζωντανό» και την αναπαράσταση της εποχής άρτια. Η αποικιοκρατία στο απόγειό της, οι μνήμες ενός αιματηρού Παγκόσμιου πολέμου, τα γκρίζα σύννεφα που προμήνυαν τον Δεύτερο Παγκόσμιο και ενδιαμέσως οι μουσικές αναφορές, η τέχνη και το μέρος όπου έζησε και ανέπτυξε τις θεωρίες του, ο θεμελειωτής της ψυχανάλυσης, ο Σίγκμουντ Φρόιντ, είναι παράμετροι που θα καθορίσουν τις περίπλοκες σχέσεις μεταξύ των πρωταγωνιστών του βιβλίου.
Ποια θέση μπορεί να έχει στη ζωή ενός ανθρώπου ο πόλεμος, ο φόβος και οι σκοτεινές μνήμες αυτού; Η μουσική, η λογοτεχνία και η τέχνη «χωράνε» σε μια τέτοια συνθήκη; Το σεξ, η φιλία και ο έρωτας είναι ακόμη τόσο σημαντικά; Και φτάνοντας στο κεντρικό ερώτημα: Η ζωή και ο θάνατος γίνονται νούμερα επιζώντων και νεκρών ή ανυψώνονται στη μέγιστη θυσία και λόγο να κανείς να ζει; Ο Σεμπάστιαν Φοκς με τις Λευκές φωτιές αν μη τι άλλο θέτει τα σωστά ερωτήματα.
«Ο Άντον αναστέναξε. Πολλοί φίλοι του από το σχολείο και το πανεπιστήμιο είχαν πεθάνει στο Ανατολικό Μέτωπο. Μερικές φορές ένιωθε ότι ήταν παράλογο να βγάζει το ψωμί του επειδή έκανε ερωτήσεις και κατέγραφε με σαφήνεια τις απαντήσεις. Άλλοτε αισθανόταν τυχερός επειδή είχε κάτι που μπορούσε ακόμα να κάνει και, επιπλέον, ευτυχής επειδή ήταν ζωντανός».
Τρυφερό, συγκινητικό, μα πάνω απ’ όλα ψυχογραφικό, με πολλές αναφορές στις μελέτες του Φρόιντ, υπό τους ήχους των μεγάλων κλασικών μουσουργών, που κατέκλυζαν τη Βιέννη, το μυθιστόρημα του Φοκς είναι μια σπαρακτική ιστορία αγάπης και ένας ύμνος στην αυτοκρατορική πρωτεύουσα των Αψβούργων πριν από τη μεγάλη καταστροφή που γνώρισε η Ευρώπη κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
* Η ΛΕΥΚΗ ΣΑΡΑΝΤΙΝΟΥ είναι συγγραφέας, ιστορικός και καθηγήτρια μουσικής. Τελευταίο της βιβλίο, ο τόμος «Γραφοσκιάσεις: Ασκήσεις δημιουργικής γραφής για εφήβους και ενήλικες» (εκδ. 24 Γράμματα).