
Του Δημήτρη Αργασταρά
Προκλητικός, βλάστημος, χυδαίος, είρων, πικρόχολος και ενοχλητικός, ο Άμπροουζ Μπηρς διεκδίκησε όλους αυτούς τους τίτλους κατά την διάρκεια μιας ζωής που συναγωνίστηκε σε περιπέτειες και εντάσεις ακόμη και το έργο του. Από απόστρατος αξιωματικός του εμφυλίου πολέμου σταδιοδρομεί στην δημοσιογραφία, όπου με την δηκτική του πένα τα βάζει με τους υποκριτές της Εκκλησίας, τους διεφθαρμένους πολιτικούς, τους συνδικαλιστές και τους άθεους, τις φεμινίστριες και τις ηθοποιούς ελαφρών ηθών. Προκαλεί πολλές έχθρες, διενέξεις και παραιτήσεις, για ένα διάστημα γίνεται χρυσοθήρας στους Μαύρους Λόφους της Ντακότα, ενώ στο τέρμα της ζωής του εξαφανίζεται κάπου στο εμφυλιακό Μεξικό, για να ενταχθεί στο στρατό του Πάντσο Βίγια, με τα ίχνη του να χάνονται για πάντα.
Ωστόσο, το έργο του επιβιώνει. Θεωρείται ένας από τους κλασικούς Αμερικανούς συγγραφείς του φανταστικού και του υπερφυσικού τρόμου, κυρίως λόγω των ιδιαίτερα ατμοσφαιρικών ‘‘ιστοριών φαντασμάτων’’ που δημοσίευε στις εφημερίδες όπου εργαζόταν. Η γραφή του ξεχωρίζει για την ατμοσφαιρική του λιτότητα, την αιχμηρή του ακρίβεια, την οξύνοιά του απέναντι στην ανθρώπινη κατάσταση. Ο Άμπροουζ Μπήρς άλλοτε προκαλεί τις κοινωνικές συμβάσεις κι άλλοτε προκαλεί το ανθρώπινο δέος μέσα από τον τρόμο.
Η ‘‘Λέσχη των Γονεοκτόνων’’ (Άγρας, μτφ. Σ. Παπασταύρου) είναι το τελευταίο βιβλίο του που κυκλοφορεί στα ελληνικά. Μια εκπληκτική συλλογή τεσσάρων μικρών ιστοριών, οι οποίες κινούνται μεταξύ του γκροτέσκου και του ευφυούς χιούμορ και αναδεικνύουν το μεγάλο του ταλέντο ως διηγηματογράφου. Όπως υπονοεί ο τίτλος, οι ήρωες των ιστοριών οδηγούνται να σκοτώσουν τους γονείς τους ή άλλους κοντινούς συγγενείς, όμως αυτό δεν δίνεται μέσα από μια ματιά απωθητική και καταδικαστέα, αλλά ως φυσικό επακόλουθο μιας ζωής παράλογης και διεφθαρμένης. Οι γονείς είναι οι ίδιοι θύτες πριν γίνουν θύματα, επειδή υπήρξαν και αυτοί εγκληματίες, άπληστοι στην απόκτηση χρημάτων ή αμελείς απέναντι στην ανατροφή των παιδιών τους. Οι απόγονοι εκτελούν το έγκλημα σαν να διαπράττουν μια σκανδαλιά, σαν ένα φυσικό αν και οριακό επακόλουθο της κοινωνίας μέσα στην οποία ζουν, σαν υπνωτισμένοι που βαδίζουν στο μονοπάτι που τους χάραξε η μοίρα.
Αυτό που κάνει τις ιστορίες να ξεχωρίζουν είναι η ευρηματικότητα του Μπήρς στην τέλεση των δολοφονιών και, κυρίως, η παγερή του ειρωνεία και το μαύρο χιούμορ που τις διαπερνά. Έτσι, ο λόγος κυλά ευχάριστα, οι περιγραφές κάνουν το κείμενο να μοιάζει ανάγλυφο, και οι ιδέες αιφνιδιάζουν όσο ένας πυροβολισμός στον αέρα ή ο ήχος ενός λαιμού που σπάει στην κρεμάλα… Η ‘‘Λέσχη των Γονεοκτόνων’’ συνιστά μια σύντομη αναγνωστική απόλαυση που, αφού την ολοκληρώσετε, θα νιώσετε την ανάγκη να την επαναλάβετε.
Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΡΓΑΣΤΑΡΑΣ είναι καθηγητής θετικών επιστημών.