Για το μυθιστόρημα της Trudi Kanter «Κάποια κορίτσια, κάποια καπέλα και ο Χίτλερ» (μτφρ. Ιωάννα Ηλιάδη, εκδ. Κλειδάριθμος).
Της Λεύκης Σαραντινού
Οι πρωτογενείς και άμεσες μαρτυρίες γύρω από ιστορικά γεγονότα έχουν πάντα για τους ιστορικούς μεγάλη σημασία. Είναι λογικό, λοιπόν, να ενθουσιάζονται, όταν ανακαλύπτουν τέτοια χειρόγραφα σε αναπάντεχα μέρη, σε ξεχασμένες βιβλιοθήκες ή κοινά βιβλιοπωλεία.
Μια τέτοια περίπτωση αποτελεί και το χειρόγραφο της Τρούντι Κάντερ με τίτλο Κάποια κορίτσια, κάποια καπέλα και ο Χίτλερ, το οποίο ανακαλύφθηκε τυχαία σε ένα παλαιοβιβλιοπωλείο του Λονδίνου από μια Αγγλίδα επιμελήτρια εκδόσεων. Μόνο που σε αυτή την περίπτωση, εκτός από τους ιστορικούς έχουν κάθε λόγο να πανηγυρίζουν και οι απανταχού βιβλιόφιλοι, και δη οι οπαδοί του καλού ιστορικού μυθιστορήματος, αφού εκτός από ιστορικό ντοκουμέντο το βιβλίο της Κάντερ αποτελεί, συγχρόνως, και ένα εξαίσιο λογοτεχνικό ανάγνωσμα.
Η Τρούντι Κάντερ ήταν μια Εβραία επιτυχημένη πιλοποιός, η οποία λάτρευε τη ζωή της, τη δουλειά της, τη μόδα και τον αγαπημένο της, τον επίσης Εβραίο Βάλτερ, στη Βιέννη του Μεσοπολέμου. Η ζωή της κυλούσε ξέγνοιαστα μέχρι το 1938 και το αποκαλούμενο Anschluss, την προσάρτηση δηλαδή της Αυστρίας στο Γ΄ Ράιχ από τους ναζί. Τότε ο κόσμος της Τρούντι μοιάζει να καταρρέει και όλα αλλάζουν δραματικά προς το χειρότερο, αφού τόσο η ίδια όσο και οι Εβραίοι κοντινοί της άνθρωποι βρίσκονται ξαφνικά αντιμέτωποι με το φάσμα της εξόντωσης.
Tόσο η ίδια όσο και οι Εβραίοι κοντινοί της άνθρωποι βρίσκονται ξαφνικά αντιμέτωποι με το φάσμα της εξόντωσης.
Η συγγραφέας έγραψε το βιβλίο στη δύση του βίου της, ως μία παρακαταθήκη αναμνήσεων και ιστορικής μνήμης. Περιγράφει με ενάργεια τη ζωή της στη Βιέννη πριν από την εισβολή του Χίτλερ, τη γνωριμία της με τον αγαπημένο της Βάλτερ, τις αλλαγές που επέφερε η προσάρτηση της Αυστρίας στη ζωή της, τις αγωνιώδεις προσπάθειές της να ξεφύγουν από τον κίνδυνο, αλλά και τη ζωή της στο Λονδίνο, όπου ευτυχώς καταφεύγει έγκαιρα, μαζί με τον Βάλτερ το 1938.
Πρόκειται για μια συγκινητική ιστορία αγάπης αλλά και για μια ρεαλιστική εξιστόρηση της περιόδου λίγο πριν από το ξέσπασμα του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου και των πρώτων χρόνων του, όπως τη βίωσαν οι άνθρωποι της εποχής και κυρίως οι Εβραίοι της Βιέννης.Η Κάντερ, χωρίς να είναι επαγγελματίας συγγραφέας, καταφέρνει να περιγράψει μέσα από ολοζώντανους διαλόγους τα πογκρόμ και τα μέτρα κατά των Εβραίων, την κατευναστική πολιτική του πρωθυπουργού της Μεγάλης Βρετανίας Τσάμπερλεν, τους βομβαρδισμούς του Λονδίνου και τη Μάχη της Αγγλίας, μα κυρίως τις τεράστιες δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι Εβραίοι της Κεντρικής Ευρώπης στην προσπάθειά τους να διαφύγουν από τους ναζί.
Στο βιβλίο διαγράφεται ολοκάθαρα η υποκρισία και η αναλγησία με την οποία αντιμετώπιζαν το εβραϊκό ζήτημα οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το πόσο δύσκολη ήταν η έκδοση βίζας από τους Άγγλους και τους Αμερικανούς.
Στο βιβλίο διαγράφεται ολοκάθαρα η υποκρισία και η αναλγησία με την οποία αντιμετώπιζαν το εβραϊκό ζήτημα οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το πόσο δύσκολη ήταν η έκδοση βίζας από τους Άγγλους και τους Αμερικανούς. Γι’ αυτό και, τελικά, οι μόνοι που κατάφεραν να αποφύγουν τη φρικτή μοίρα που επιφυλασσόταν στον εβραϊκό λαό και να σωθούν ήταν όσοι διέθεταν «υψηλές» γνωριμίες, παχυλό πορτοφόλι ή ήταν εξαιρετικά τυχεροί.
Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση της Τρούντι Κάντερ για το χρονικό της φυγής της διαβάζεται κυριολεκτικά εν μία νυκτί, μαζί με τις εγκιβωτισμένες στο κυρίως σώμα της διήγησής της αναμνήσεις για τη ζωή της πριν από το 1938. Το Κάποια κορίτσια, κάποια καπέλα και ο Χίτλερ είναι ένα μικρό λογοτεχνικό και ιστορικό διαμάντι.
* Η ΛΕΥΚΗ ΣΑΡΑΝΤΙΝΟΥ είναι συγγραφέας, ιστορικός και καθηγήτρια μουσικής. Τελευταίο της βιβλίο, η μελέτη «Μύθοι που έγιναν ιστορία» (εκδ. Ενάλιος).
Κάποια κορίτσια, κάποια καπέλα και ο Χίτλερ
TRUDI KANTER
Μτφρ. ΙΩΑΝΝΑ ΗΛΙΑΔΗ
ΚΛΕΙΔΑΡΙΘΜΟΣ 2021
Σελ. 280, τιμή εκδότη €14,40
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Η Κόλμαρκτ ήταν έρημη, σιωπηλή λες και μας είχε πλήξει πανούκλα. Τεράστιες κόκκινες σημαίες με τη σβάστικα –εκατοντάδες, χιλιάδες σημαίες– είχαν κρεμαστεί σε μικρή απόσταση μεταξύ τους στην απέναντι πλευρά του δρόμου, από τη μία άκρη της Κόλμαρκτ ως την άλλη. Σχημάτιζαν κάτι σαν ταβάνι, έκρυβαν τα πάντα. Δεν υπήρχε ήλιος, μόνο σημαίες με τη σβάστικα. Δεν υπήρχε ουρανός, μόνο σημαίες με τη σβάστικα. Δεν υπήρχε Θεός».