Για το μυθιστόρημα του Antoine Bello «Άντα» (μτφρ. Δημήτρης Δημακόπουλος, εκδ. Πόλις).
Του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη
Μπορεί η Τεχνητή Νοημοσύνη να γράψει λογοτεχνία; Λογοτεχνία; Μα είναι δυνατόν να σκεφτόμαστε ότι ένα ανθρώπινο καλλιτεχνικό έργο, που στηρίζεται πάρα πολύ στη δημιουργικότητα, την πρωτοτυπία, την έμπνευση, τη φαντασία, μπορεί να παράγεται με μηχανικές λειτουργίες! Από την άλλη, η εξερεύνηση του εγκεφάλου από τη γνωστική ψυχολογία και τη γλωσσολογία και η εξέλιξη της ψηφιακής τεχνολογίας υποβάλλει ερωτήματα που δεν είναι ξένα προς τη λογοτεχνική παραγωγή. Κι εξάλλου η ίδια η λογοτεχνία δεν στερείται επαναλαμβανόμενα μοτίβα, συγκεκριμένα τεχνικά χαρακτηριστικά, πρότυπα αφήγησης και δράσης. Το απέδειξε ο Βλαντιμίρ Προπ που ανέλυσε το παραμύθι σε 31 λειτουργίες, το προώθησε ο δομισμός με τις αφηγηματικές τεχνικές που οργανώνουν την πλοκή, το εφαρμόζουν τα εργαστήρια δημιουργικής γραφής αναλύοντας τα υπάρχοντα έργα και τη δομή τους.
Η εξερεύνηση του εγκεφάλου από τη γνωστική ψυχολογία και τη γλωσσολογία και η εξέλιξη της ψηφιακής τεχνολογίας υποβάλλει ερωτήματα που δεν είναι ξένα προς τη λογοτεχνική παραγωγή.
Λογοτεχνία με συνταγές, λοιπόν; Το πόσο κάθε έργο ισορροπεί ανάμεσα στην τυποποίηση και την πρωτοτυπία, την αναμενόμενη σύναψη νοημάτων και το άνοιγμα νέων δρόμων μένει να το αποδείξει η τεχνητή νοημοσύνη, που πέρα από τις αποδεδειγμένες ικανότητες στο σκάκι αποπειράται να γράψει και μυθιστόρημα στο τελευταίο έργο του Antoine Bello. Η ιστορία αναφέρεται στο λογισμικό «Άντα», το οποίο έχει εξελιχθεί πολύ, καθώς μπορεί και αφομοιώνει αγγλόφωνα συναισθηματικά μυθιστορήματα, τα αναλύει βάσει στατιστικών και επεξεργάζεται τις κριτικές και τις προτιμήσεις του κοινού. Είναι έτοιμο, λοιπόν, να γράψει ένα δικό του λογοτέχνημα, με στόχο τις 100.000 πωλήσεις. Όμως κάποιος το κλέβει, οσφραινόμενος τις κερδοφόρες δυνατότητές του, και την αποστολή της ανάκτησής του αναλαμβάνει ο Φρανκ Λόγκαν, ο οποίος εργαζόταν στην υπηρεσία της αστυνομίας με ειδίκευση στην αναζήτηση εξαφανισμένων προσώπων.
Τα ερωτήματα που τίθενται από τέτοια έργα επιστημονικής φαντασίας, που ίσως προσεχώς να μην είναι σενάρια, είναι δύο: καταρχάς, έχουν αυτά τα λογισμικά συνείδηση και, κατόπιν, μπορούν να γράψουν ποιοτικά μυθιστορήματα ή μόνο τυποποιημένα μπεστ-σέλερ;
Το πρώτο ερώτημα άπτεται της επιστήμης και των δυνατοτήτων της να προσομοιώσει τον ανθρώπινο εγκέφαλο. Με διεπιστημονικές προσπάθειες κάθε χρόνο επιτυγχάνονται επιμέρους στόχοι, που σταδιακά οδηγούν όλο και πιο κοντά σε ένα είδος «μηχανικής αυτοσυνειδησίας». Ο Ά. Τούρινγκ πίστευε ότι αυτή θα αναγνωριστεί από έναν συνομιλητή που, συζητώντας με μια τέτοια μηχανή για πέντε λεπτά, δεν θα καταλάβει ότι δεν πρόκειται για άνθρωπο. Μήπως όμως αυτό είναι θέμα ενός πολύ καλού προγραμματισμού; Από την άλλη, ο γλωσσοφιλόσοφος Τζ. Σηρλ θεωρούσε ότι άλλο πράγμα είναι ο χειρισμός συμβόλων κι άλλο η κατανόηση της σημασίας τους. Στο βιβλίο του Μπελό, η Άντα αναρωτιέται πώς θα νιώσει κι η ίδια αισθήματα, ώστε να τα αποδώσει λογοτεχνικά; Αυτό ίσως θα είναι το ύψιστο κριτήριο ανθρωποσυνειδησίας. Και εν κατακλείδι πόσο αυτόβουλη συνείδηση έχει ένας άνθρωπος που μεγαλώνει γενετικά προκαθορισμένος και κοινωνικά προσδιορισμένος;
Ο Αντουάν Μπελό, όπως και σε άλλα του βιβλία, συνδυάζει ποικίλα είδη, το αστυνομικό με την επιστημονική φαντασία.
Το δεύτερο ερώτημα υπεισέρχεται στο θέμα της μοναδικότητας της ανθρώπινης διάνοιας και γλώσσας, οι οποίες δεν λειτουργούν μόνο ως επικοινωνιακός δίαυλος, αλλά και ως δημιουργικός παραγωγός πρωτότυπων συλλήψεων. Επομένως, μπορεί ένα μηχάνημα να γράψει λογοτεχνία, η οποία όχι μόνο θα είναι αληθοφανής και γλωσσοδομικά σωστή, αλλά θα μπορεί να συγκριθεί σε ποιότητα με τα ανθρώπινα δημιουργήματα; Λ.χ. από το 2015 διεξάγεται ο διαγωνισμός «Turing Tests in Creative Arts», όπου αξιολογούνται τα καλύτερα σονέτα που έχουν γραφεί από μηχανήματα. Ωστόσο, αναρωτιούνται οι επιστήμονες της τεχνητής νοημοσύνης, ποια είναι τα κριτήρια με τα οποία η ανθρωπότητα εκτιμά ένα ποίημα, ώστε να μπορεί να το γράψει κι ένα ανάλογο λογισμικό; Ο γαλλοαμερικανός συγγραφέας μέσω των μηχανημάτων αυτών υποβαθμίζει τα ροζ πεζογραφήματα στο επίπεδο της κλισέ λογοτεχνίας, με μεγάλους έρωτες, αφύσικες καταστάσεις, τυποποιημένους χαρακτήρες και ερωτικές σκηνές, όλα –στατιστικά διαπιστωμένο– να προσελκύουν μεγάλες μάζες «εύκολων» αναγνωστών.
To "Ada" είναι το τέταρτο βιβλίο του γαλλοαμερικανού
συγγραφέα που κυκλοφορεί στη χώρα μας, όλα από
τις εκδόσεις Πόλις.
|
Ο Αντουάν Μπελό, όπως και σε άλλα του βιβλία, συνδυάζει ποικίλα είδη, το αστυνομικό με την επιστημονική φαντασία εν προκειμένω, τοποθετώντας τη λογοτεχνία στην πρώτη γραμμή της σύγχρονης σκέψης. Όλα θα είναι αφήγηση, επισημαίνει ένας χαρακτήρας του βιβλίου, αλλά ποιας ποιότητας και ποιας λειτουργικότητας; Και πιθανόν η λογοτεχνία δεν είναι απλώς ένα είδος επικοινωνιακού και πληροφοριακού λόγου, τον οποίο σύντομα θα μπορούν να παραγάγουν ψηφιακές μηχανές. Είναι κάτι παραπάνω, ειδικά αν σκεφτούμε ότι η Άντα, σε αντίθεση με τις άλλες Τεχνητές Νοημοσύνες, που γράφουν πολιτικούς λόγους ή αθλητικά άρθρα βασισμένα στις στατιστικές ενός αγώνα, μπόρεσε να αποκτήσει αυτόβουλη φύση, να σκέφτεται με παρεκκλίνοντα τρόπο από τον προγραμματισμό της και τελικά να διαφωνήσει με το αρχικό πλάνο. Είναι σαν να λέει ο συγγραφέας ότι όχι μόνο ένας άνθρωπος, αλλά κι ένα λογισμικό μπορεί μέσω της λογοτεχνίας να αλλάξει… τσιπάκι.
Σε σχέση με τα υπόλοιπα έργα του, ο Μπελό είναι περισσότερο συμβατικός και εντέλει περισσότερο σχηματικός. Ωστόσο, ο προβληματισμός του πάνω στην Τεχνητή Νοημοσύνη και τους κινδύνους που αυτή εγκυμονεί δείχνουν πως η λογοτεχνία μπορεί να ξεσηκώσει τον αναγνώστη, όταν του θέτει κατά πρόσωπο τις ανησυχίες των καιρών.