Ο διακεκριμένος ιστορικός τέχνης Φράνσις Χάσκελ ανατέμνει Τη δύσκολη γέννηση του βιβλίου τέχνης (ΠΕΚ).
Της Μαρίας Γιαγιάννου
Τα βιβλία τέχνης δεν χρησίμευαν πάντα ως coffee-table books. Χρειάστηκε μια μακρά και κοπιώδης ιστορική διαδικασία, γεμάτη απογοητεύσεις, περήφανους συλλέκτες, μερακλήδες τυπογράφους, τεχνικές καινοτομίες, επενδύσεις και χρεοκοπίες, για να μπορούμε σήμερα να ακουμπάμε τον καφέ μας δίπλα (ή και πάνω...) στο ιλουστρασιόν εξώφυλλο μιας ανθολογημένης συλλογής αναπαραγωγών του Καραβάτζιο.
Τα βιβλία των εκδόσεων Taschen και των εκδόσεων Thames & Hudson είναι πασίγνωστα για τις πλούσιες και υψηλής ανάλυσης εικονογραφήσεις τους και για τα προσεγμένα κείμενα που τις συνοδεύουν˙ στην ουσία πρόκειται για μικρά μουσεία, πρόσφορα σε καθημερινή περιήγηση, ενώ πολλές φορές η θέαση του έργου είναι πιο απρόσκοπτη μέσω του βιβλίου παρά από κοντά (όπως στην περίπτωση της Μόνα Λίζα, που είναι ανθρωπίνως αδύνατον να την προσεγγίσεις στενότερα από τα δέκα μέτρα απόσταση). Μπορεί κανείς να βρει σε εντυπωσιακές προσφορές τόμους με το συνολικό έργο πασίγνωστων καλλιτεχνών από κάθε ρεύμα που διέσχισε την ιστορία της τέχνης, καθώς και θεματικές ανθολογίες που εξαντλούν τη φαντασία μας. Ο θεματικός άξονας μπορεί να είναι κάτι ευρύ και συνηθισμένο, όπως το γυναικείο γυμνό, μέχρι κάτι εξαιρετικά εξειδικευμένο, όπως η ερριμμένη σκιά του κυδωνιού στα έργα του Βαν Γκογκ. Η προσφορά και η ποικιλία είναι μεγάλες. Η ζήτηση δείχνει να είναι επίσης μεγάλη, κι ωστόσο δεν αγγίζει σε ζήλο και ανυπομονησία τη ζήτηση αναπαραγωγών έργων τέχνης στις αρχές του 18ου αιώνα.
Ο Φράνσις Χάσκελ θεωρείται ένας από τους επιφανέστερους ιστορικούς της τέχνης στη Βρετανία και ένας από τους σημαντικότερους στον κόσμο.
Η ευκολία με την οποία κυκλοφορεί και αποκτιέται ένα βιβλίο τέχνης σήμερα δεν έχει καμία σχέση με την εποχή δυστοκίας που μας αφηγείται ο Francis Haskell (1928-2000) στο βιβλίο «Η δύσκολη γέννηση του βιβλίου τέχνης», βασισμένο στη διάλεξη που έδωσε ο καθηγητής ιστορίας τέχνης της Οξφόρδης στο Birkbeck College του Λονδίνου το 1987. Η διάλεξη ήταν μέρος μιας σειράς ομιλιών στη μνήμη του ιδρυτή του οίκου Thames & Hudson, Walter Neurath, η οποία τυπώθηκε την επόμενη χρονιά σε αυτόνομη έκδοση.
Ο Φράνσις Χάσκελ θεωρείται ένας από τους επιφανέστερους ιστορικούς της δυτικής τέχνης στη Βρετανία και ένας από τους σημαντικότερους στον κόσμο. Δίδαξε στην Οξφόρδη από το 1967 έως το 1995 και ασχολήθηκε με τον θεσμό της πατρωνίας, με τον συλλεκτισμό, με την ιστορία του γούστου, με την κοινωνιολογία του πολιτισμού. Πρόκειται για έναν ερευνητή-ιστοριοδίφη, που μελέτησε πλήθος αρχειακού και αθησαύριστου υλικού, προκειμένου να ανασυστήσει τις ειδικές συνθήκες μέσα στις οποίες εγκαθιδρύθηκαν καλλιτεχνικοί θεσμοί όπως η διοργάνωση εκθέσεων ή, εν προκειμένω, το λεγόμενο «βιβλίο τέχνης».
Το πρώτο βιβλίο τέχνης
Ο Χάσκελ προσπαθεί να ορίσει το περιεχόμενο ενός βιβλίου τέχνης δια της ατόπου απαγωγής και να εξηγήσει για ποιον λόγο το βιβλίο με το οποίο ασχολείται είναι πράγματι το πρώτο βιβλίο τέχνης που συντάχθηκε και κυκλοφόρησε στο ευρύ κοινό. Πρόκειται για τη Recueil Crozat (την Συλλογή Κροζά) που εκδόθηκε στο Παρίσι το 1729 (βλ. αριστερά). Αυτό που κάνει τη Recueil Crozat ένα βιβλίο τέχνης με την «μοντέρνα» έννοια, είναι η ισάξια σημασία που δίνει στην εικόνα και στο κείμενο, με γενικό κανόνα ότι το κριτήριο επιλογής των έργων που προβάλλονται είναι αισθητικό. Τούτο σημαίνει ότι: δεν πρόκειται για εικονογραφημένη βιογραφία, ούτε για αρχαιολογικό τόμο με ιστοριογραφικές προθέσεις, ούτε για συρραφές χαρακτικών και κυρίως δεν πρόκειται για βιβλίο που θα είχε σκοπό να προβάλλει κάποιον μονάρχη ή ισχυρό μαικήνα περισσότερο από τα περιεχόμενα έργα (συνηθέστατη τακτική των συλλεκτών τότε, όπως εξάλλου και σήμερα).
Η Recueil Crozat ήταν μια προσπάθεια (όχι ακριβώς επιτυχημένη) να εκπροσωπηθεί, μέσω χαρακτικών και συνοδευτικών κειμένων, σύσσωμη η ιταλική τέχνη (η πιο φημισμένη εκείνη την εποχή). Ξεκίνησε από το σχέδιο του δούκα της Ορλεάνης, Φιλίππου Β΄, να γίνουν γνωστές στο ευρύ κοινό οι πρώην συλλογές της ιταλικής οικογένειας Οντεσκάλκι, τις οποίες είχε αγοράσει με τη μεσολάβηση του τραπεζίτη και μαικήνα των τεχνών Πιερ Κροζά. Ο Πιερ Κροζά είναι το πρόσωπο κλειδί στην ιστορία μας. Χωρίς το τολμηρό του όραμα, το εγχείρημα θα είχε πραγματοποιηθεί ίσως πιο άμεσα, αλλά θα ήταν συνέχεια της μακράς ιστορίας αυτοπροβολής των ηγεμόνων. Στα χέρια του Κροζά πήρε άλλες διαστάσεις.
Ο Πιερ Κροζά (1661-1740), ένας βαθιά καλλιεργημένος άνθρωπος με τεράστια συλλογή έργων τέχνης, λάτρης της μουσικής και οικοδεσπότης σε πλειάδες καλλιτεχνών, συνεργάστηκε με τον κόμη ντε Καϋλύς, χαράκτη και συγγραφέα (που έμεινε δυστυχώς στην ιστορία για την φιλονικία του με τον Ντιντερό και τη φιλία του με τον Βαττώ) και με τον Πιερ-Ζαν Μαριέτ, μετέπειτα έμπορο τυπωμάτων και λεπταίσθητο ειδήμονα των τεχνών. Αυτή η ευγενής τριάδα πήρε κάποιες επαναστατικές αποφάσεις ως προς τη διεύρυνση της απεύθυνσης του βιβλίου, ως προς το πάντρεμα εικόνας και κειμένου και κυρίως ως προς την υψηλή ακρίβεια και την καλλιτεχνική ποιότητα των αναπαραγωγών που περιείχε.
Η πιστότητα των αναπαραγωγών
Μια από τις βασικές πρωτοβουλίες του φιλότεχνου τραπεζίτη (βλ. φωτό στα αριστερά) ήταν η απόφαση να αγοράσει και να εγκαταστήσει στο σπίτι του τέσσερις τυπογραφικές μηχανές, παραβιάζοντας το βασιλικό διάταγμα και εξοργίζοντας τις συντεχνίες. Με αυτό τον τρόπο έκανε ένα βήμα υπέρ της πιστότητας των αναπαραγωγών, διότι οι χαράκτες δεν θα αντέγραφαν πλέον τις αντιγραφές των πρωτότυπων έργων, αλλά είχαν μπροστά τους καθαυτά τα πρωτότυπα έργα της συλλογής του ιδίου του Κροζά καθώς και του βασιλέα και του δούκα της Ορλεάνης (τα οποία με άνεση ο ισχυρός άνδρας δανειζόταν).
Η δεύτερη πρωτοβουλία του Κροζά δεν υπάκουγε στην ανυπομονησία του κοινού. Στις αρχές του 18ου αιώνα μόλις τυπωνόταν ένα χαρακτικό πχ. κάποιου ρωμαϊκού μνημείου, κυκλοφορούσε σε αυτόνομο κομμάτι ώστε να μπορεί ο ενδιαφερόμενος να το αγοράσει άμεσα. Ο Κροζά απέτρεψε αυτή την πρακτική, διότι έτσι το βιβλίο δεν θα τυπωνόταν ποτέ. Με βάση το πλάνο του, τα χαρακτικά θα εκδίδονταν μόνο δεμένα σε τόμους, συνοδευόμενα από εισαγωγή για την ιστορία της χαρακτικής, από τους βίους των ζωγράφων και τις περιγραφές του κάθε πίνακα. Δεν σκόπευε φυσικά να παραλείψει το κείμενο.
Επιπλέον οι πίνακες που αναπαράχθηκαν δεν περιορίστηκαν τελικά στη συλλογή του δούκα της Ορλεάνης ή σε οποιαδήποτε γαλλική συλλογή ιταλικής τέχνης, αλλά παραγγέλθηκαν αντίγραφα φλωρεντινών ζωγράφων και η κλίμακα όλο και μεγάλωνε ώσπου ο φιλόδοξος προγραμματισμός συμπεριέλαβε την έκδοση πολλών τόμων με ρωμαϊκή, φλωρεντινή, βενετσιάνικη, λομβαρδική, μπολωνιέζικη, φλαμανδική, γαλλική και ισπανική τέχνη, με σκοπό κάθε τόμος να έχει εκατόν είκοσι σελίδες. Θα τυπώνονταν οκτακόσια αντίτυπα και αμέσως οι μήτρες θα καταστρέφονταν. Η υλοποίηση δυστυχώς δεν ήταν ανάλογης λαμπρότητας με τον προγραμματισμό.
Τα επιμέρους επιτεύγματα όμως είναι αναμφισβήτητα: Τριάντα έξι επιδέξιοι χαράκτες εργάστηκαν για τον Κροζά. Νέες τεχνικές χάραξης ανακαλύφθηκαν για την αναπαραγωγή των υδατογραφιών. Έργα του Ραφαήλ, του Τζορτζόνε, του Τζούλιο Ρομάνο, του Τιτσιάνο, του Φρα Μπαρτολομέο αναπαράχθηκαν με πρωτοφανή σεβασμό στο πρωτότυπο. Το εγχείρημα έφυγε από τη χρηματοδότηση του βασιλιά και πέρασε στην υποστήριξη συνδρομητών από όλη την Ευρώπη. Μαικήνες διαφορετικής εθνικότητας, κοινωνικής τάξης και επαγγέλματος δημιούργησαν ένα δίκτυο στήριξης υπέρ του πρώτου βιβλίου τέχνης. Ο Χάσκελ ονομάζει το κοινό στο οποίο απευθυνόταν το Recueil Crozat γύρω στα 1720 «ένα κοινό από το οποίο επρόκειτο να αναβλύσουν εν τέλει μερικές από τις πιο γόνιμες πηγές του Διαφωτισμού: ο κοσμοπολιτισμός, η ευχέρεια στην επικοινωνία, η απουσία υπερβολικά αυστηρής ιεραρχίας, η διανοητική υπεροχή, οι οφειλές στις επιταγές της εκάστοτε μόδας που επέβαλλε το Παρίσι».
Από την αφήγηση των αναπαριστώμενων επεισοδίων στην τεχνική και το ύφος του καλλιτέχνη
Ο Χάσκελ τονίζει επίσης τη σημασία των συνοδευτικών κειμένων στη Recueil Crozat, θεωρώντας ότι αυτά μεταβάλλουν την μέχρι τότε αξιολόγηση των έργων τέχνης. Με τα κείμενα του Μαριέτ το ενδιαφέρον στρέφεται από την αφήγηση των αναπαριστώμενων επεισοδίων στην τεχνική και το ύφος του καλλιτέχνη˙ από την ταυτότητα του μοντέλου στην ταυτότητα του ζωγράφου. Οι πίνακες αρχίζουν να μελετώνται και να ταξινομούνται με βάση τα «στυλιστικά» τους γνωρίσματα, πράγμα διαφωτιστικό ως προς την ταυτοποίηση των έργων κι επίσης πρωτοφανές.
Δυστυχώς, ο μόχθος και το πάθος του Πιερ Κροζά δεν ανταμείφθηκαν παρά με προβλήματα και αναβολές. Οι τεράστιες καθυστερήσεις (λόγω βασιλικών στέψεων, βασιλικών θανάτων, παπικών παρεμβολών και κυρίως λόγω των χαρακτών που ήταν περιζήτητοι παντού και δεν γινόταν να τους μονοπωλήσει) οδήγησαν τον Κροζά σε χρεοκοπία και ευτύχησε να δει μόνο τον πρώτο τόμο τυπωμένο και με πολλές παρεκκλίσεις από το αρχικό σχέδιο. Ωστόσο η σπουδαιότητα της Recueil αναγνωρίστηκε σταδιακά, μετά το θάνατο του εμπνευστή της, επηρεάζοντας ανάλογες κατοπινές τυπογραφικές και εκδοτικές προσπάθειες, ενώ οι αυθεντικές εικόνες αγοράστηκαν και ξανατυπώθηκαν το 1763 από έμπορο χαρακτικών στο Παρίσι με μεγάλη επιτυχία.
Το όραμα δεν είναι άλλο από την ακινητοποίηση του χρόνου μέσω της ομορφιάς.
Καθώς η αφήγηση του Χάσκελ ξετυλίγεται, μαζί της διαφαίνεται μια ολόκληρη εποχή όταν η ανώτατη εξουσία των βασιλέων και των παπών άλλοτε κινεί και άλλοτε κόβει τα νήματα, η αριστοκρατία και η μεγαλοαστική τάξη έχει το επιχειρηματικό όραμα και την επίβλεψή του, η ιστορία της τέχνης αποτελεί τη βάση του και οι τεχνίτες της χαρακτικής το εκτελούν. Θα λέγαμε ότι το όραμα δεν είναι άλλο από την ακινητοποίηση του χρόνου μέσω της ομορφιάς, στον πνευματικό (προφανώς και υλικό) χώρο ενός βιβλίου που μπορεί να φέρει σε σύμπραξη όλες τις τέχνες και όλες τις κοινωνικές τάξεις. Δεν είναι τυχαίο ότι περίπου μια εικοσαετία αργότερα, το 1750, εκδίδεται η «Αισθητική» του Γερμανού φιλοσόφου Αλεξάντερ Γκότλιμπ Μπάουμγκάρτεν, με την οποία εισάγει τον κατεξοχήν όρο για την απόλαυση της ομορφιάς. Ο Κροζά, λίγες δεκαετίες νωρίτερα, έχει θελήσει να βάλει υπό τη σκέπη της αισθητικής (πριν την επίσημη εμφάνισή της) το κείμενο και την εικόνα, ώστε να διανοίξει τα όρια της απόλαυσης του αναγνώστη κάνοντάς τον ταυτόχρονα και θεατή.
Ο Φράνσις Χάσκελ (βλ. φωτό πάνω δεξιά) είναι ένας από τους μελετητές που διασώζουν το μεγάλο καλλιτεχνικό εγχείρημα του Πιέρ Κροζά από την κανιβαλική έφεση της Ιστορίας. Τα πολυτελή coffee-table book, με θέμα την ιταλική Αναγέννηση, τα κυδώνια του Βαν Γκογκ ή τις τοματόσουπες του Γουόρχολ, είναι σίγουρο ότι δεν γεννήθηκαν εν μία ψηφιακή νυκτί, αλλά χρειάστηκαν κάποιοι τυπογραφικοί αιώνες για να φτάσουν στα δικά μας χέρια.
Francis Haskell
Μτφρ και Επιμέλεια: Παναγιώτης Ιωάννου
Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2013
Τιμή € 12,00, σελ. 112