
Το σώμα, η ομορφιά, η επιθυμία στο πορθμείο του Αχέροντα. Του Γιώργου Χ. Θεοχάρη
«σα μουσική τη νύχτα, μακρυνή, που σβύνει»
Έχοντας ασκηθεί και ασκητέψει τριάντα συναπτά έτη στην Ποίηση κι έχοντας μαθητεύσει στη μετάφρασή της, ο ποιητής Κώστας Λάνταβος μας παρουσιάζει το αντιμίσθιο της αφοσίωσης, την επιβράβευση της προσήλωσής του στον Λόγο μέσα από τα ποιήματα της συλλογής «Εγκώμιο», που κυκλοφόρησε το φθινόπωρο του 2009 από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.
Ποιήματα-προτάσεις για την αναχώρηση από τη ζωή χωρίς μελοδραματικές κορυφώσεις, χωρίς σπαρακτικές ικεσίες, χωρίς νεκρολογίες και πένθη, αφού «κανένα εγκώμιο νεκρούς δεν ανασταίνει». Ποιήματα-προτροπές για αξιοπρεπή, συνειδητή πορεία προς τη γη όπου δεν υπάρχουν πλέον αναχωρήσεις, εκεί όπου «θα διαρκέσει η μεγάλη ομορφιά της σιωπής». Προτροπές για ν’ «αφεθούμε στο κάλεσμα που έρχεται / απ’ τη μεριά του αιώνιου ύπνου» με γενναιότητα, όχι ανεμίζοντας απελπισμένα μαντήλια αποχωρισμού, αλλά σχηματίζοντας «μόνο ένα μειδίαμα αχνό / σαν αποχαιρετισμό στο σύθαμπο».
Η συλλογή είναι αφιερωμένη στον Αντίνοο. Ο Κ. Λάνταβος ήδη από το έτος 2000, με τη συλλογή «Αντίνοος εν Κασσιώπη», εξεικόνισε στο πρόσωπο του εξέχοντος επί τη καλλονή νεανίου τη μεταφυσική ποιητική του σχετικά με τη γενναιότητα και τη γενναιοδωρία της Αυτοθυσίας ως μάχης ενάντια στον φόβο του θανάτου, αλλά και σχετικά με την ανάδειξη της Ομορφιάς (σωματικής, ψυχικής, διανοητικής, συναισθηματικής…) σε κυρίαρχο –και ίσως μοναδικό– στοιχείο διεκδίκησης της αθανασίας. Αθανασίας αμφίβολης, αφού «κανείς θνητός δεν θέλει μοίρα / χειρότερη απ’ τον θάνατο» και ο άνθρωπος παλίμβιος, πανάφθιτος, ούτως ειπείν αθάνατος, μονάχα στην ανυπαρξία θα δυνηθεί ως νυκτιπόλος να οδοιπορεί στα ερέβη.
Στα περισσότερα των ποιημάτων προτάσσονται προθέματα στίχων που συνομιλούν με τη θεματική του «Εγκωμίου». Στίχοι του Ρ. Μούζιλ, του Ουάλας Στίβενς, του Ο. Πας, του Χ.Ρ. Χιμένεθ, του Ε. Μοντάλε, του Φ. Χέλντερλιν, καθώς και ο στίχος του Μάκη Λαχανά «ευτυχώς που υπάρχει κι ο θάνατος», που συνοψίζει το «Εγκώμιο».
Ο Κώστας Λάνταβος, ποιητής του μέτρου, με λόγο υπαινικτικό, μας έδωσε ποιήματα ωριμότητας, μέσα σε μιαν αρχιτεκτονική συμβολιστική, με ρυθμικούς τονισμούς χορικών, εγκωμιάζοντας τη ζωή και το δώρο της θνητότητας, με στίχους σα μουσική τη νύχτα, μακρυνή, που σβύνει. Ελάχιστο δείγμα ας είναι το ακόλουθο: «Το μέλλον είναι επινόηση / το τελευταίο οχυρό / πριν την αποδοχή της ήττας, / απέραντο ποτάμι που κομίζει / αμφιλεγόμενους χρησμούς, / η τιμωρία που εξυφαίνει ο Χρόνος / για την επιμονή στο αίτημα της αθανασίας. // Αβέβαιο, μας κληροδοτεί τη βεβαιότητα / πως απομένει κι άλλος χρόνος, / μια πλάνη που απ’ την πηγή της πίνουμε / και παίρνουμε ζωή».
Γιώργος Χ. Θεοχάρης