Για την επιλογή ποιημάτων των Έντιθ Έντεγκραντ, Κάριν Μπόγιε, Τούμας Γέστα Τρανστρέμερ και Γιλά Μοσσάεντ από τη μεταφράστρια Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη στη συλλογή «Δέρμα από πεταλούδες» (μτφρ. Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη, εκδ. Intellectum).
Της Ασημίνας Ξηρογιάννη
Η μετάφραση της ποίησης είναι κάτι απαιτητικό. Ο μεταφραστής έχει πολλές έγνοιες. Η πιο σημαντική, κατά τη γνώμη μου, είναι η εξής: να πετύχει να δώσει την αίσθηση του κειμένου που μεταφράζει σε ένα αλλόγλωσσο κοινό. Να το κάνει να ενδιαφερθεί για κάτι που δεν έχει γραφτεί στη γλώσσα του. Για να ενδιαφερθεί το κοινό πρέπει το κείμενο «να του μιλήσει». Μπορεί μια κακή, αφρόντιστη, ή συμβατική μετάφραση να επιφέρει τα αντίθετα αποτελέσματα στις αναγνωστικές συνειδήσεις. Δηλαδή, μπορεί ο αναγνώστης να μισήσει ένα κείμενο εξαιτίας μιας αποτυχημένης μετάφρασης. Ακόμα και αυτό, και δεν είναι κάτι σπάνιο. Σε όλους όσους διαβάζουμε –λίγο ή πολύ– έχει συμβεί. Oπότε, ειδικά στην ποίηση, καλό είναι ο μεταφραστής να είναι και ποιητής. Να μπορέσει ποιητικά να αποδώσει μια μετάφραση μεταγγίζοντας το πνεύμα του κειμένου στον αναγνώστη με επιτυχία.
Η μεταφράστρια βρίσκει τους τρόπους να ανοίξει δρόμους προς αυτούς, να κάνει τους άγνωστους «οικείους», να φτιάξει γέφυρες ανάμεσα σε ποιητή και αναγνώστη. Αναδεικνύεται το ουμανιστικό στοιχείο στο έργο τους, μυρίζουμε το άρωμα των λέξεών τους, γευόμαστε τη γλυκόπικρη γεύση των προσωπικών τους ανησυχιών.
Η Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη στο βιβλίο Δέρμα από πεταλούδες επιλέγει και μεταφράζει τέσσερις Σουηδούς ποιητές, που ο καθένας έχει την ιδιαιτερότητα και την ιστορία του. Η μεταφράστρια βρίσκει τους τρόπους να ανοίξει δρόμους προς αυτούς, να κάνει τους άγνωστους «οικείους», να φτιάξει γέφυρες ανάμεσα σε ποιητή και αναγνώστη. Αναδεικνύεται το ουμανιστικό στοιχείο στο έργο τους, μυρίζουμε το άρωμα των λέξεών τους, γευόμαστε τη γλυκόπικρη γεύση των προσωπικών τους ανησυχιών. Οι άνθρωποι αυτοί δεν παραμένουν ξένοι. Από αυτό το μικρό δείγμα που μας δίνεται, μας δημιουργείται η δίψα να ψάξουμε, να αναζητήσουμε και να βρούμε περισσότερα γι' αυτούς και την ποίησή τους. Και αυτό είναι το ζητούμενο μιας όμορφης και λειτουργικής μετάφρασης. Δεν υπάρχει κάτι στη γλώσσα και στο ύφος που να ενοχλεί, αντίθετα νιώθεις ότι κολυμπάς στα νερά της ποίησης δημιουργών που παρουσιάζουν υφολογικές διαφορές, αλλά ο καθένας από αυτούς έχει κάτι να πει στον κόσμο, κάτι που να παρουσιάζει καθολικό ενδιαφέρον. Η μεταφράστρια με γενναιότητα τους αναδεικνύει, αφού η ίδια έχει νιώσει πρώτη τους κραδασμούς της ποίησής τους, κάνοντας αρμονικές επιλογές και φτιάχνοντας ένα ενδιαφέρον βιβλίο για τους λάτρεις της ποίησης. Μια πραγματικά φροντισμένη και καλαίσθητη δίγλωσση έκδοση που κυκλοφορεί από τις θεσσαλονικές εκδόσεις Ιntellectum.
Oι ποιητές που ανθολογούνται και μεταφράζονται είναι οι εξής:
Η Φινλανδοσουηδή ποιήτρια Έντιθ Έντεγκραντ (1892-1923) ήταν η πρώτη Σκανδιναβή μοντερνίστρια. Ρηξικέλευθη και οραματίστρια, ανανέωσε την ποίηση και την έφερε σε γόνιμη επαφή με τα ευρωπαϊκά ρεύματα, όπως τον συμβολισμό, τη ρωσική πρωτοπορία και τον εξπρεσιονισμό. Συχνά γράφει σε πρώτο πρόσωπο, χρωματίζει τον πόθο της, ψαχουλεύει τον κόσμο γύρω της, αλλά με μια διακριτική αυτοαναφορικότητα και μια λυρικότητα απαλή, που ερεθίζει τις αισθήσεις του αναγνώστη. «Βλέπει» όμως, παράλληλα και στοχάζεται πατώντας πάνω στην γυναικεία ελευθερία της και στην αίσθηση που αυτή αποπνέει και που είναι κινητήριος δύναμη του έργου της.
Μεταφρασμένη και αυτή σε πολλές γλώσσες και εξίσου ανατρεπτική με την Έντεγκραντ είναι η πολυσχιδής ποιήτρια Κάριν Μπόγιε (1900-1941). Συντάκτρια περιοδικού, δοκιμιογράφος, πεζογράφος επίσης. Επέλεξε να βάλει η ίδια τέλος στη ζωή της στα σαράντα ένα της χρόνια. Ανοιχτό πνεύμα, δεν διστάζει να υποστηρίξει την ομοφυλοφιλία της σε μια συντηρητική εποχή, το δοκίμιό της με τίτλο Η γλώσσα πέρα από τη λογική θεωρείται σημαντικό. Η ενόραση, η προσέγγιση του ψυχισμού και των αδύτων του, το ασυνείδητο, είναι κάποια από τα θέματα που την απασχολούν και τα συναντάμε στην ποίησή της.
To ποίημα που χάρισε τον τίτλο στο βιβλίο ξεκινάει ως εξής:
Το δέρμα μου είναι γεμάτο από πεταλούδες, από σκιρτήματα φτερών
Ακολουθεί ο ποιητής και μεταφραστής Τούμας Γέστα Τρανστρέμερ (1931-2015), ψυχολόγος στο επάγγελμα. Το 2011 τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας από τη Σουηδική Ακαδημία, ενώ το έργο του έχει μεταφραστεί σε 60 γλώσσες. Έργο με λυρισμό, ευαισθησία και θρησκευτική πνευματικότητα. Ακόμα, δεν του λείπει η στοχαστική διάθεση.
[…]
Αγαπά τη φύση και τα στοιχεία της, όλα αυτά τα εντάσσει μέσα στα ποιήματα, είτε για να συμβολίσει κάτι, είτε για να φτιάξει αναλογίες, άλλοτε πάλι για να στήσει τα «σκηνικά» και να υποβάλλει μια ιδέα.
Η δυσθυμία διακόπτει τη δράση της.
Έχω παλιά, βαθιά και χιλιετή τραύματα στην ψυχή μου. Οι λέξεις είναι αντίδοτό μου, το λίκνο μου και ο τάφος μου. Γράφω γιατί φέρω μέσα μου την κρυμμένη φωνή της γυναίκας, κρυμμένα ένστικτα και χλωμά πρόσωπα.
Τέλος, το ελληνικό κοινό έρχεται σε γόνιμη επαφή με μια ιδιαίτερη περίπτωση δημιουργού, την Ιρανή ποιήτρια Γιλά Μοσσάεντ (1948-). Πήγε στη Σουηδία το 1986 ως πρόσφυγας και έχει καταφέρει να αποτελεί μέρος της ιστορίας της λογοτεχνίας στη χώρα της εξορίας της, κάτι που είναι ένα φοβερό επίτευγμα για ευνόητους λόγους. Διαβάζουμε πως η ίδια, μεταξύ άλλων σημειώνει: «Έχω παλιά, βαθιά και χιλιετή τραύματα στην ψυχή μου. Οι λέξεις είναι αντίδοτό μου, το λίκνο μου και ο τάφος μου. Γράφω γιατί φέρω μέσα μου την κρυμμένη φωνή της γυναίκας, κρυμμένα ένστικτα και χλωμά πρόσωπα…» Η ποιήτρια γκρεμίζεται και βυθίζεται στη μνήμη, ψάχνει σε αυτήν να βρει εναύσματα και αφετηρίες, κι αυτό γίνεται αβίαστα, αφού η προσφυγιά της αποτελεί στίγμα, αιώνιο υλικό, αρχικό πάντα ερέθισμα:
Είμαι ένα έθνος μονάχο
Το βιβλίο ξεκινάει με ένα ποίημα του Χέρμπερτ με τίτλο «Μεταφραστής ποίησης», ακολουθεί ουσιαστικός πρόλογος από τη Χριστίνα Χέλντνερ, ομότιμη καθηγήτρια του Πανεπιστημίου του Γετεμπόργκι που εξηγεί τη σχέση της με τη μεταφράστρια και τον λόγο που γράφει τον παρόντα πρόλογο. Και στη συνέχεια διαβάζουμε το κατατοπιστικό εισαγωγικό σημείωμα της μεταφράστριας μέσα στο οποίο τονίζει, μεταξύ άλλων: «Προσπάθησα να σταθώ με σεβασμό απέναντι στο πρότυπο των δημιουργών και ν’ αποδώσω στο μέτρο των δυνατοτήτων μου τη φωνή και το ύφος τους, αναδημιουργώντας το ποίημα στην ελληνική γλώσσα με τις δικές μου οικείες λέξεις. Η προσπάθεια της μετάφρασης κατά τους όρους του Τζέιμς Σ. Χολμς αφορά σε μεταποίημα. Έχω την αμυδρή αίσθηση ότι οι όροι μεταποιητής και μεταποίημα του Τζέιμς Σ. Χολμς προσδίδουν αίσθηση ελευθερίας στη δημιουργία του νέου ποιήματος». Πέρα από αυτήν την τίμια και ουσιαστική για τον τρόπο εργασίας, αλλά και για τον στόχο της έκδοσης δήλωση, ο αναγνώστης δεν μπορεί να λησμονήσει την ισχυρή εντύπωση που το βιβλίο τού αφήνει, σπρώχνοντάς τον να το διαβάσει πάλι και πάλι.
* Η ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ είναι συγγραφέας.