
Για την ποιητική συλλογή της Έλσας Κορνέτη «Κανονικοί άνθρωποι με λοφίο και μια παρδαλή ουρά» (εκδ. Γαβριηλίδης)
Του Παναγιώτη Γούτα
Η Έλσα Κορνέτη (γεννημένη στο Μόναχο) έχει πυκνή παρουσία στις ποιητικές δημιουργίες με επτά συλλογές μέσα σε 8 χρόνια. Ξεκίνησε να τυπώνει ποίηση από το 2007, δεν μπορεί βέβαια να χαρακτηριστεί νέα ποιήτρια παρά τη χρονιά της ποιητικής αφετηρίας της, αφού δημιούργησε, έκτισε καλύτερα, ένα δικό της ποιητικό σύμπαν, ενώ φαίνεται πως από βιβλίο σε βιβλίο εξελίσσεται σημαντικά, σε βαθμό που με το τελευταίο βιβλίο της να δείχνει στοιχεία ιδιαίτερα ώριμης και κατασταλαγμένης δημιουργού.
Κοιτώντας την εργογραφία της εντύπωση προκαλεί πως δεν τηρεί αυστηρά στις ποιητικές της εκδόσεις τη σύμβαση της διετίας που, κατά κανόνα, ακολουθούν άλλοι ομότεχνοί της, αφού το 2007 τύπωσε δύο ποιητικές συλλογές, ενώ δύο διαδοχικές χρονιές (2012, 2013) από ένα βιβλία κάθε φορά. Αυτό δείχνει, εκτός του ότι είναι πολυγραφότατη, πως υπάρχουν περίοδοι στη ζωή της που νιώθει ιδιαίτερα δημιουργική και αποφασίζει να εκμεταλλεύεται, ή, καλύτερα, να αξιοποιεί εκδοτικά αυτήν την έμπνευσή της, πράγμα που δείχνει, έως τώρα τουλάχιστον, να μην τη ζημιώνει στην εξέλιξή της και στην ποιητική της διαδρομή.
Στη συλλογή θα συναντήσουμε ποιήματα για νάρκισσους εραστές, για την ανθρώπινη παράνοια, για τη διακριτικότητα που υπεραπλουστεύεται και παρεξηγείται από τον ανήξερο και ανυποψίαστο περίγυρο, αφού εκλαμβάνεται ως αδυναμία, ίσως, ακόμα ακόμα, και ως ανθρώπινο μειονέκτημα.
Στη συλλογή της με τον ασυνήθιστο τίτλο Κανονικοί άνθρωποι με λοφίο και μια παρδαλή ουρά θα συναντήσουμε ποιήματα για νάρκισσους εραστές που αντικρίζουν τη γύμνια τους στον καθρέφτη (σελ. 13: Κατακτώντας την τέχνη του έρωτα / απώλεσε τον έρωτα / μα κυρίως τον εαυτό του), ποιήματα για τον καλό, νέο κόσμο, τον ψεκασμένο με εντομοκτόνο που εξαφάνισε τις μέλισσες και έκανε τους ανθρώπους να βγάλουν λέπια, για την ανθρώπινη παράνοια, για τη διακριτικότητα που υπεραπλουστεύεται και παρεξηγείται από τον ανήξερο και ανυποψίαστο περίγυρο, αφού εκλαμβάνεται ως αδυναμία, ίσως, ακόμα ακόμα, και ως ανθρώπινο μειονέκτημα:
(Η Κορνέτη μ’ αυτό της το ποίημα επιβεβαιώνει αυτό που ένα καλοκαίρι διάβασα σε κάποιο φαρμακείο του πρώτου ποδιού της Χαλκιδικής, και με εντυπωσίασε για τον κυνισμό και την αλήθεια του: Καμία καλοσύνη δεν μένει ατιμώρητη).
Σε άλλες σελίδες του βιβλίου θα συναντήσουμε ποιήματα για αγαπημένα πρόσωπα που μας χάραξαν και έφυγαν από τη ζωή, για γυναίκες-πουλιά με κλουβιά στο κεφάλι, για γυναίκες-Πεταλίδες, για τοξικούς ανθρώπους και για τα δηλητήρια της ζωής (εαυτός, οικογένεια, δουλειά, συνάνθρωποι, ως πνιγηρά στερεότυπα φυσικά και όχι στην υγιή τους μορφή), για ανθρώπους εσωτερικού χώρου και κουρδιστά ανθρωπάκια. Αλλού, πάλι, η ποιήτρια αγγίζει την ανθρώπινη παράνοια, τις δυστοκίες της ζωής, ψηλαφεί τον ανθρώπινο φόβο, το παράλογο και την ασυναρτησία της ανθρώπινης ύπαρξης, την παρανοημένη και παρεξηγημένη κανονικότητα των ανθρώπινων καταστάσεων.
Ο υπερρεαλισμός της Κορνέτη δεν είναι στείρος ούτε παρωχημένος αλλά σχετίζεται άμεσα με τον άνθρωπο, τις στρεβλώσεις της ζωής, τις παθογένειες της σημερινής κοινωνίας, την αγωνία της για το αύριο.
Πίσω από την τολμηρή εικονοποιία της Κορνέτη και τον υπερρεαλιστικό χαρακτήρα της ποίησής της, κρύβεται μια ευαίσθητη ματιά που θλίβεται με την κατάντια της ζωής, ένας διάχυτος ουμανισμός πίσω από τις λέξεις για ανθρώπινες αξίες που έχουν υποστεί τερατώδεις και αφύσικες, σχεδόν εξωπραγματικές, μεταλλάξεις και έχουν απολέσει προ πολλού τη σημασία, το βαθύτερο νόημα και την αλήθεια τους. Ο υπερρεαλισμός της Κορνέτη δεν είναι στείρος ούτε παρωχημένος (δεν βασίζεται δηλαδή απλώς στο ασυνήθιστο των λέξεων, στη εξεζητημένη συρραφή τους, στην τολμηρή εικόνα ως αυτοσκοπό και στην γλωσσοκεντρική κατεύθυνση – πράγματα ελαφρώς ξεπερασμένα στη σημερινή ποίηση, και αποκομμένα από την εποχή μας) αλλά σχετίζεται άμεσα με τον άνθρωπο, τις στρεβλώσεις της ζωής, τις παθογένειες της σημερινής κοινωνίας, την αγωνία της για το αύριο, που σαν φάντασμα πλανάται πάνω από τα κεφάλια ολονών. Η φτήνια, η κενότητα, η μηχανιστική αντίληψη περί ζωής, η επαναλαμβανόμενη ρουτινιάρικη, σχεδόν σχιζοφρενής, ανθρώπινη συμπεριφορά που κάποιοι (γελασμένοι ή υποκριτές) αποκαλούν με αφάνταστη ευκολία «σύγχρονο πολιτισμό» ή «καινούριο νέο κόσμο», κάνουν την ποιήτρια, υπερβαίνοντας τη θλίψη της και την αμηχανία της για όλο αυτό που αντικρίζει γύρω της, να σαρκάσει, να χλευάσει, να καυτηριάσει, να ειρωνευτεί, πάντα με λεπτή, έντεχνη λεκτική διατύπωση και ισορροπημένη εντέλει γραφή, τις παθογένειες μια κοινωνίας που αποδέχεται σε όλα τα επίπεδα το αφύσικο ως φυσιολογικό, το παράλογο ως λογικό, το αρρωστημένο ως υγιές. Αυτή η, κατά βάθος υπαρξιακή, ανισορροπία της ανθρώπινης ύπαρξης που επιμένει να καταδεικνύει (να ξεγυμνώνει, καλύτερα) η Κορνέτη με τη γραφή της, πιστεύω πως είναι και το δυνατό της χαρτί, το ιδιαιτέρως αναγνωρίσιμο στοιχείο σε όλες τις μέχρι τώρα ποιητικές συλλογές της, ο κοινός θεματικός τόπος (και τρόπος) των μέχρι τώρα βιβλίων της.
Από το οξύ και ακονισμένο ποιητικό βλέμμα της Κορνέτη δεν γλιτώνει και ο ρόλος των ανθρώπων του πνεύματος, ο τρόπος που δημιουργούν και εκφράζονται. Αντιγράφω από τη σελ. 54:
Αλλά και η ανθρώπινη παράνοια, η ανεξιχνίαστη σαλότητα, το βαθιά σκοτεινό της ανθρώπινης ύπαρξης και ψυχής, πόσο ωραία εκφρασμένο μέσα σε 6 μόνο στίχους (σελ. 59):
Τα ποιήματα της συλλογής ποικίλουν ως προς τη μορφή τους: άλλα ολιγόστιχα, άλλα μεγαλύτερα σε έκταση, συστάδες ποιημάτων στεγασμένες κάτω από έναν τίτλο-ομπρέλα, μέχρι και σχηματική ποίηση (στίχοι Στο περιθώριο) σκοπίμως γραμμένη, οριζοντίως και καθέτως, στις άκρες των τελευταίων σελίδων, στο περιθώριο του βιβλίου.
Το Κανονικοί άνθρωποι με λοφίο και μια παρδαλή ουρά (ιδανικό συνάκουσμα των στίχων της Κορνέτη η σκοτεινά γοητευτική μουσική του Νικ Κέιβ, ιδίως οι παλιότερες μπαλάντες του – το συστήνω ανεπιφύλακτα στους θεριακλήδες του είδους), με το παράξενα εντυπωσιακό πίνακα-σχέδιο εξωφύλλου της ζωγράφου και μητέρας της ποιήτριας, Πέννυς Δίκα-Κορνέτη, είναι ένα βιβλίο συνειδητοποίησης και αναψηλάφησης του κόσμου και της ζωής. Μέσα από την άκρως ενδιαφέρουσα ματιά μιας ευαίσθητης ποιήτριας, που δίχως ανέξοδους συναισθηματισμούς, παρωχημένους λυρισμούς και γλυκερότητες, ποιητικές ευκολίες και κλισέ, καταθέτει θαρραλέα την αλήθεια της.
*Ο ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΓΟΥΤΑΣ είναι συγγραφέας και εκπαιδευτικός στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
Κανονικοί άνθρωποι με λοφίο και μια παρδαλή ουρά
Έλσα Κορνέτη
Γαβριηλίδης 2014
Σελ. 88, τιμή εκδότη € 8,52