Για το δοκίμιο του Αλέξη Ζήρα «Τα συντρίμμια και η αναστήλωσή τους – Η αλληλέγγυα ποιητική της Λύντιας Στεφάνου» (εκδ. Θράκα). Στην κεντρική εικόνα, η ποιήτρια Λύντια Στεφάνου στο σπίτι της ζωγράφου Νέλλης Ανδρικοπούλου (1948).
Γράφει η Χλόη Κουτσουμπέλη
Γράφει η Λύντια Στεφάνου:
«Στην ιστορία αυτή
υπάρχει ένα τέλος
σε χρόνο
μέλλοντα και
μακρινό».
και στο απόσπασμα από την «Ειδοποίηση για τους ερασιτέχνες»
Αν τίποτα δεν γίνεται απ’ το τίποτα
αν στην αρχή ήταν ο Μεγάλος Σαματάς
τι ήταν που δεν ήτανε το τίποτα
πριν από την αρχή;
Αν τίποτα δεν γίνεται απ’ το τίποτα
στην αρχή ήταν
το πριν απ’ την αρχή.
Αλλά όπως όνειρο κανένα δε χωράει ολόκληρο μέσα στις λέξεις
το πριν απ’ την αρχή δε χωράει μηδέ καν στ’ όνειρο.
Έτσι,
η σιωπή.
η σιωπή; Αλλιώς,
η ποίηση
η ποίηση;
οι αριθμοί
ο κόσμος
ο Μεγάλος Σαματάς».
Η σιωπή της Λύντιας Στεφάνου
Η Λύντια Στεφάνου προτιμούσε τη σιωπή όσο ζούσε. Έδωσε μόνο μία συνέντευξη, δημοσίευσε μόνο τέσσερις ποιητικές συλλογές. Ενώ έγραφε από τα μαθητικά της χρόνια, ενώ ανήκε στη συντακτική ομάδα περιοδικών του τέλους της Κατοχής όταν ήταν μόλις 17 χρονών, δημοσίευσε την πρώτη της ποιητική συλλογή στα τριάντα ένα της χρόνια το 1958. Οι δημοσιεύσεις ποιημάτων της ελάχιστες, ήταν απρόθυμη στο να δημοσιεύει σε περιοδικά. Στην ποίηση της Στεφάνου αντανακλώνται τα δραματικά βιώματα του πολέμου και της μεταπολεμικής περιόδου, όπως στο έργο όλων των ποιητών της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς στην οποία ανήκει. Όμως διαφοροποιείται από αυτούς γιατί όπως επισημαίνει ο Αλέξης Ζήρας:
«Η Λίντια Στεφάνου θα είχε δεσπόζουσα θέση στα γράμματά μας. του δεύτερου μισού του εικοστού αιώνα, αν δεν επικρατούσε στην κοινωνία των λογοτεχνών μας από καταβολής της μάλιστα η πανίσχυρη τάση να συνδυάζουμε την αξιοσύνη με το πλεόνασμα οίκτου και λύπης που αποδίδουμε ηρωολατρικά σε ορισμένους ποιητές και πεζογράφους μας».
Η Λύντια Στεφάνου αρνείται την εσωστρέφεια αρνείται την ήττα, όπως παρατηρεί ο Αλέξης Ζήρας.
Πράγματι, η Λύντια Στεφάνου δηλώνει αντίθετη προς το πνεύμα της «ποίησης της ήττας», «έναν επαναλαμβανόμενο ή αναπαραγόμενο θρήνο για το καταρρεύσαν ή υπό κατάρρευση οικοδόμημα». Για τη Λύντια Στεφάνου κάθε έκδηλη sensibility και sentimentality, καταδικάζεται ως ποιητική αδυναμία, όπως σημειώνει ο Μιχάλης Μερακλής. Η Λύντια Στεφάνου αρνείται την εσωστρέφεια αρνείται την ήττα, όπως παρατηρεί ο Αλέξης Ζήρας. Δεν θα ακολουθήσει την ρητορική της καθημαγμένης ύπαρξης με την αφήγηση συναισθημάτων ή γεγονότων του χαμηλού καθημερινού βίου αλλά θα αντικαταστήσει τη ρεαλιστική ευκρίνεια με τη πλούσια λυρική πνοή και τον αναστοχαστικό της λόγο.
«Η ποίηση δεν χρειάζεται υπερασπιστές και συνηγόρους. Εκείνο που χρειάζεται είναι να διαβάζεται, κι όταν πρόκειται για κριτικές τοποθετήσεις να διαβάζεται προσεκτικά» γράφει η ίδια η Λύντια Στεφάνου στο δοκίμιό της «Διαύγεια και διάρκεια του παρανοημένου Σικελιανού».
Ο Αλέξης Ζήρας σ’ αυτό του το κριτικό δοκίμιο διαβάζει πολύ προσεκτικά τόσο το ποιητικό έργο όσο και το πολύ σημαντικό δοκιμιακό έργο της Λύντιας Στεφάνου. Διαβάζει και αναλύει με το γνωστό βαθυστόχαστο και διαπεραστικό του έμπειρο βλέμμα. Πρόθεσή του όπως γράφει και ο ίδιος στον πρόλογο του βιβλίου εδώ και μερικές δεκαετίες είναι να στρέψει το ενδιαφέρον του φιλέρευνου κοινού σε περιπτώσεις σύγχρονων δημιουργών που παρά την αναμφισβήτητη αξία τους για διάφορους λόγους δεν συμπαρατάχθηκαν στις πρώτες γραμμές της δημοσιότητας μαζί με άλλα, γνωστότερα ονόματα της λογοτεχνίας μας. Παρόλο το πολυσήμαντό της έργο και τη σταθερή και μακροχρόνια της παρουσία στην πνευματική ζωή του τόπου, η ποίηση της Λύντιας Στεφάνου είναι σχεδόν άγνωστη στο ευρύ κοινό.
Παρόλο το πολυσήμαντό της έργο και τη σταθερή και μακροχρόνια της παρουσία στην πνευματική ζωή του τόπου, η ποίηση της Λύντιας Στεφάνου είναι σχεδόν άγνωστη στο ευρύ κοινό.
Το ποιητικό έργο της Λύντιας Στεφάνου είναι πρωτοποριακό για την εποχή του. Πολύ σημαντικό όμως είναι και το δοκιμιακό της έργο με τα θεωρητικά της κείμενα που ένα μεγάλο μέρος τους συγκεντρώνεται στην πολυσέλιδη έκδοση με τίτλο Κριτικές Μελέτες και Σημειώματα, η οποία θα αποτελέσει σημείο αναφοράς στη μελέτη του Αλέξη Ζήρα.
Η Λύντια Στεφάνου «καλλιέργησε τη θεωρία της ποίησης σε μια εποχή που ο θεωρητικός λόγος στην Ελλάδα βρισκόταν σε κατάσταση υβριδιακή», λέει ο Γιάννης Κουβαράς δίνοντας το στίγμα του δοκιμιακού της έργου.
Ένα δοκίμιο όμως για το έργο μίας ποιήτριας δεν θα μπορούσε να μην περιέχει ποιήματα. Έτσι πολύ σοφά ο Αλέξης Ζήρας πρόσθεσε ένα ανθολόγιο ποιημάτων από τα νεανικά της κατοχικά και μεταπολεμικά ποιήματα ως τα όψιμα της συλλογής Οι Λεξεις και τα Πραγματα 1983 στην οποία όπως διαπιστώνει ο ίδιος, «απηχούνται εντονότερα πια οι γλωσσοκεντρικές της αντιλήψεις».
Μία σπάνια συνέντευξη
Όμως σ’ αυτό το δοκίμιο του Αλέξη Ζήρα για τη Λύντια Στεφάνου με τον καθοριστικό τίτλο «Τα συντρίμμια και η αναστήλωσή τους» και υπότιτλο «Η αλληλέγγυα ποιητική της Λύντιας Στεφάνου» περιέχονται εκτός από τον διαυγή και εμπεριστατωμένο δοκιμιακό λόγο του Αλέξη Ζήρα για την ποιητική της Λύντιας Στεφάνου και εκτός από την ανθολόγηση που έκανε ο ίδιος στα ποιήματά της, μία βαθιά και ουσιαστική συνέντευξη, τη μοναδική που έδωσε η Λύντια Στεφάνου στη ζωή της στη Μαρία Τσάτσου, στην οποία η Στεφάνου αναπτύσσει όλο το ιδεολογικό υπόβαθρο και αναβιώνει όλη την ατμόσφαιρα των διανοουμένων καλλιτεχνών της εποχής της. Η συνέντευξη αυτή αποτελεί έναν τρόπο πραγματικής γνωριμίας με τον τρόπο σκέψης και ποιητικής της Στεφάνου. Επίσης στο βιβλίο περιέχονται και τρεις επιστολές της ίδιας προς τον Αλέξη Ζήρα καθώς και μία αρνητική κριτική του Τάκη Σινόπουλου και η απάντηση της Λυδίας σ’ αυτή την κριτική, επομένως καταρχάς να επισημάνουμε ότι μέσα σε σχετικά λίγες σελίδες έχει συμπυκνωθεί ένα πολύ ενδιαφέρον υλικό, ένα μέσο αναστήλωσης μίας προσωπικότητας που έχει αδικηθεί. Ίσως και γιατί ήταν γυναίκα; Να ένα ερώτημα που αξίζει ίσως να υποβληθεί.
Ο Αλέξης Ζήρας γράφει προσπαθώντας να εξηγήσει τη στάση της Λύντιας Στεφάνου:
«Η εγκράτειά της με την έννοια της δυσκολίας της να δημοσιεύει, έμοιαζε να βγαίνει από κάτι βαθύτερο, αφού διατηρήθηκε και αυτή δια βίου. Θα έλεγα μάλιστα ότι δεν ήταν μόνο μία συνειδητή επιλογή, προερχόμενη από τις αλλεπάλληλες τυραννικές αξιολογήσεις, τις βασισμένες σε μια ορισμένη θεωρία της για τις σχέσεις μεταξύ φύσης και συμπαντικού ρυθμού. Φαίνεται ότι την έσπρωχνε προς τα εκεί ένα στοιχείο που είχε σχέση με την ιδιοσυγκρασία της και που συν τω χρόνω της δημιούργησε μία σταθερά ερωτηματική διάθεση για όλα: αναζητούσε μετά μανίας το απόλυτο του ακριβούς και του καίριου, ενώ αληθεύει την ίδια στιγμή ότι το απόλυτο είναι η δίδυμη μορφή του ουτοπικού».
Μέσα από τη μελέτη του έργου της Λύντιας Στεφάνου ο Αλέξης Ζήρας εισχωρεί μέσα στο εκτενές και αχανές πεδίο της ίδιας της ποίησης, προσπαθεί να αποκωδικοποιήσει τα μυστικά της, να μυηθεί και να μας μυήσει στο τεράστιο της μυστήριο.
Ο Αλέξης Ζήρας στο δοκίμιό του αυτό αναστηλώνει τα συντρίμμια των λέξεων της Λύντιας, ενώνει τις τελείες, συνθέτει τα σπαράγματα και επιτελεί το έργο που θα έπρεπε να επιτελεί κάθε άξιος κριτικός. Φωτίζει μία πολύ σημαντική προσωπικότητα της σύγχρονης Ελληνικής Λογοτεχνίας που πιστεύει ότι δεν είχε την αναγνώριση που της ταίριαζε.
Όμως κάνει κάτι πολύ περισσότερο από αυτό. Ανασυνθέτει τις αντιλήψεις για την ποίηση ολόκληρης της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, συγκρίνει το έργο σημαντικών δημιουργών και διανοητών, εντοπίζει τις κοινές συνισταμένες, διακρίνει τις επιρροές και συνεχίζει έναν διάλογο με τη Λύντια Στεφάνου πάνω στη θεωρία της λογοτεχνίας που είχε αρχίσει όταν αυτή ακόμα ζούσε. Μέσα από τη μελέτη του έργου της Λύντιας Στεφάνου ο Αλέξης Ζήρας εισχωρεί μέσα στο εκτενές και αχανές πεδίο της ίδιας της ποίησης, προσπαθεί να αποκωδικοποιήσει τα μυστικά της, να μυηθεί και να μας μυήσει στο τεράστιο της μυστήριο. Έτσι γράφει ένα δοκίμιο για την ίδια την ποίηση, ως πολυδιάστατη πράξη και θεωρία. Ανιχνεύοντας την επίδραση του έργου σημαντικών μορφών της ποίησης όπως του Ντύλαν Τόμας και του Τ. Σ. Έλιοτ στο έργο της Στεφάνου, ο Ζήρας εντοπίζει και τους μυστικούς νόμους που διέπουν την ίδια την ποίηση, στοχάζεται, παρατηρεί και εν τέλει παρουσιάζει το ποιητικό τοπίο μίας ολόκληρης εποχής.
Όπως τονίζει η ίδια, το ποίημα δεν είναι τίποτε περισσότερο από λέξεις που παίρνουν μία ορισμένη διάταξη όταν συντίθενται και φτιάχνουν ένα σχήμα γλωσσικών και άλλων στοιχείων.
Έτσι εξετάζει τον κώδικα ανεύρεσης της ποιητικής αξίας που είχε η Λύντια Στεφάνου, την κειμενοκεντρική δηλαδή μέθοδο αξιολόγησης ενός ποιήματος και την επίδραση που είχαν επάνω της οι θεωρίες του Ρωσικού Φορμαλισμού και της Νέας Κριτικής, αφού η Λύντια Στεφάνου διατύπωσε μία δική της προσωπική εκδοχή του δομισμού στην προσέγγιση της ποιητικής δημιουργίας.
Αδιαπραγμάτευτη ήταν η άποψη της Στεφάνου ότι βασική για την ερμηνεία ενός ποιήματος ή ενός καλλιτεχνικού γενικά δημιουργήματος είναι η γλωσσοανάλυση. Εστίαζε λοιπόν την κριτική της στο γράμμα του κειμένου. Όπως τονίζει η ίδια, το ποίημα δεν είναι τίποτε περισσότερο από λέξεις που παίρνουν μία ορισμένη διάταξη όταν συντίθενται και φτιάχνουν ένα σχήμα γλωσσικών και άλλων στοιχείων.
Η απάντησή της στην αρνητική κριτική του Σινόπουλου
Πολύ ενδιαφέρουσα όμως είναι και η απάντηση της Λύντιας Στεφάνου στην αρνητική κριτική που της έκανε ο Σινόπουλος. Η Στεφάνου τονίζει ότι δεν μπορεί να αναγνωρίσει το ποίημά της μέσα στο κριτικό κείμενο του Σινόπουλου. Από τη στιγμή που ο κριτικός δεν θέλει να διαβάσει και να κρίνει αυτό που διαβάζει αλλά φτιάχνει στη θέση του κειμένου δικές του κατασκευές, το παιχνίδι της κριτικής έχει χαθεί για τη Λύντια Στεφάνου.
Την εικόνα μας για τη Λύντια συμπληρώνουν οι τρεις επιστολές όπου φαίνεται το ανθρώπινό της πρόσωπο, η τρυφερότητα και η φιλία με την οποία απευθύνεται στον Αλέξη Ζήρα, η πίκρα της για τα αρνητικά σχόλια και άλλων ποιητών της εποχής που συντάχθηκαν με την κριτική του Σινόπουλου και η επιθυμία της, που ο Αλέξης Ζήρας πλήρως σεβάστηκε, κάποτε να δημοσιευτεί η κριτική του Σινόπουλου μαζί με τη δική της απάντηση.
Πώς τελειώνει κάτι; Πώς τελειώνει η ζωή μίας εξαιρετικής δημιουργού όπως η Λύντιας Στεφάνου; Τελειώνει το ποίημα όταν χαθεί ο, η δημιουργός; Γράφει η ίδια η ποιήτρια:
«Γιατί δεν έχει τέλος η καταγωγή.
Γιατί δεν έχουν τέλος της αναγνώρισης τα σημάδια
Οι τροχιές των σπόρων, των άστρων και των ανθρώπων
Ο μόχθος ο αμετάκλητος,
Πέρα από τους χαμούς, τις συναντήσεις και τους χωρισμούς
Υπάρχει
Αυτός ο ανήμερος έρωτας
Ανοίγει τις θύρες του κήπου
Ενώνεται ξανά ο πηλός με το τραγούδι
Το κλαδί του ανθρώπου ριζώνει στους ουρανούς
Με τη βαθιά αναπνοή του πρώτου-πρώτου ερχομού
Μπαίνει ξανά ο άντρας μέσα στη γυναίκα
Και καταλύεται η πτώση».
* Η ΧΛΟΗ ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΕΛΗ είναι πεζογράφος και ποιήτρια. Τελευταίο της βιβλίο, η ποιητική συλλογή «Η γυμνή μοναξιά του ποιητή Όμικρον» (εκδ. Πόλις).