Για τη συλλογή δοκιμίων του Διονύση Κ. Μαγκλιβέρα Το τέλος και η αρχή (εκδ. Παπαζήση).
Του Γιώργου Βέη
«Η Αθήνα δεν υπάρχει πια, υπάρχει η Ευρώπη»
Κωστής Παλαμάς, Η φλογέρα του Βασιλιά, 11ος Λόγος
Οι διαπιστώσεις διακρίνονται αμέσως τόσο για την καλοσμιλεμένη τους επιχειρηματολογία, όσο και για την ευθύτητα των διατυπώσεων. Τα συμπεράσματα, κρυστάλλινα και διασταυρωμένα πολλαχώς, είναι βεβαίως διαποτισμένα από τον τρόμο της μοναξιάς της ύπαρξης. Η αδυνατότητα του ουσιαστικού διαλόγου, η ραγδαία απομάγευση του τοπίου, ο τελεσίδικος εξοστρακισμός της ετερότητας, η αίσθηση μιας παρατεταμένης δυστοπίας, η ξενότητα, ο εκφυλισμός του ποιητικώς οράν εκτίθενται με επιμέλεια και αναλύονται επαρκώς. Η ατμόσφαιρα, η υγρασία, η όλη συνθήκη της σύνθεσης των κεφαλαίων δεν απωθεί, δεν αποθαρρύνει την ανάγνωση. Την κάνει σύντροφό της. Η λέξη εν ολίγοις δεν θέλει να εντυπωσιάσει αλλά να καρφωθεί.
Το τέρμα και η αρχή επιθυμεί διακαώς μιαν Ευρώπη του Σωκράτη και των αριστοτελικών Ηθικών Νικομαχείων, παρά μιαν Ευρώπη ενός μακρόπνοου, αλλά μανικού Καλβίνου, ενός ευφυέστατου, αλλά απρόβλεπτου Μακιαβέλι ή ενός φίλεργου, αλλά χολερικού Μπίσμαρκ.
Παραθέτω ενδεικτικά δείγματα των συναφών τρόπων της προκειμένης ανάλυσης, όπου ο Φάουστ του Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε, Ο Ευρωπαϊκός μηδενισμός του Φρίντριχ Νίτσε, η Παρακμή της Δύσης του Όσβαλντ Σπένκγλερ, Η ανοιχτή κοινωνία και οι εχθροί της του Καρλ Πόπερ, αλλά και η εξ ίσου εμβληματική Αναφορά στον Γκρέκο του Νίκου Καζαντζάκη, εμμέσως πλην σαφώς, συνυποβάλλουν, υποστηρίζουν ή εμπνέουν μέτρα, σταθμά, αίτια και αιτιατά των διαδοχικών πορισμάτων. Εννοώ τα εξής συγκεκριμένα: «Οι μεγάλες επαναστάσεις (Γαλλική, Ρωσική, βιομηχανική κ.λπ.) έγιναν κατά βάση με στόχο τη βελτίωση της ανθρώπινης μοίρας. Αντίθετα η τεχνολογική επανάσταση του β΄ μισού του 20ου αιώνα έγινε έξω από την κοινωνία στα ερευνητικά κέντρα, από έναν κύκλο επιστημόνων, ο οποίος λίγο πίστευε ή ασχολιόταν με τα ανθρώπινα. Τον κύκλο αυτόν τον ενδιέφερε περισσότερο η ισχύς –πολεμική, τεχνολογική, οικονομική– κυρίως δηλαδή το πώς θα ελέγξει την παγκοσμιότητα. Μπορεί ως αποτέλεσμα η τεχνολογική επανάσταση να προσέφερε λύσεις στις υλικές ανθρώπινες ανάγκες, να αυτοματοποίησε τις παραγωγικές μεθόδους, αλλά δεν εξυπηρέτησε τον ανθρωπισμό, αποθηρίωσε την κερδοσκοπία, οδήγησε μάλιστα μέσω του καταναλωτισμού στην κατάργηση της οικονομίας της αγοράς, στη βαθύτατη κρίση αξιών που μαστίζει την αλήθεια του κόσμου». (Βλ. σελ. 57). Το τέρμα και η αρχή επιθυμεί λοιπόν διακαώς μιαν Ευρώπη του Σωκράτη και, οίκοθεν νοείται, των αριστοτελικών Ηθικών Νικομαχείων, μιαν Ήπειρο, όπου όντως θα ακμάζει η «αλήθεια του κόσμου», παρά μιαν Ευρώπη ενός μακρόπνοου, αλλά μανικού Καλβίνου, ενός ευφυέστατου, αλλά απρόβλεπτου Μακιαβέλι ή ενός φίλεργου, αλλά χολερικού Μπίσμαρκ.
Ο ενδελεχής αυτός δοκιμιογράφος δεν παραλείπει να εστιάσει την προσοχή του και σε περισσότερο πρακτικά ζητήματα, αναλόγως βασανιστικά, όπως φέρ΄ ειπείν είναι τα κοινά δούναι και λαβείν του συνήθους βίου, η επικοινωνιακή πολιτική, η αδολεσχία των κακοποιημένων σημασιοσυντακτικών δεικτών, η αφασία των δήθεν Μ.Μ.Ε. Διακρίνω τα εξής αρκούντως χαρακτηριστικά: «Η επικοινωνία, προκειμένου να είναι αποτελεσματική / ορθολογική, βασίζεται στη διαλεκτική, στο ήθος του διαλόγου. Κατά τούτο η τηλεόραση π.χ. ως μέσο πολιτικοκοινωνικής πληροφόρησης δεν προσφέρεται στην εξυπηρέτηση του δημοσίου αγαθού του διαλόγου, δεδομένου ότι αυτή χρησιμοποιεί συντομεύσεις, φράσεις-κλειδιά [. . . ] στοιχεία, τα οποία ως μη αντικειμενικά, δεν προσφέρονται στο σχηματισμό της έλλογης κρίσης του λήπτη του μηνύματος». (Βλ. σελ. 144).
Ο Διονύσης Κ. Μαγκλιβέρας
|
Το παρόν έργο ισχυρίζομαι ότι διαθέτει όλα εκείνα τα στοιχεία, τα οποία εξασφάλισε στο συγγραφέα του η επίμονη, η δημιουργικά σχολαστική εποπτεία του εσωτερικού του κόσμου, αλλά και η σκοπίμως αποστασιοποιημένη παρατήρηση του νεοελληνικού πάθους στις σημαίνουσες ή σεσημασμένες ιδιαιτερότητές του. Άλλωστε, ο Διονύσης Κ. Μαγκλιβέρας, διδάκτωρ νομικής του Πανεπιστημίου Neuchatel της Ελβετίας, ανήκει, ως γνωστόν, σ΄ εκείνους τους πνευματικούς Homines, οι οποίοι πιστεύουν ακράδαντα ότι η γνήσια δοκιμιακή γραφή, ιδίως αυτή του κοινωνικού-πολιτικού προβληματισμού, θα συνεχίσει και στα χρόνια που έρχονται να υποστηρίζει την ανακαίνιση του πολλαπλά τραυματισμένου, συχνά κατακερματισμένου ατόμου, του εκόντος άκοντος στελέχους της αστικής κυψέλης. Ανατέμνοντας, καυτηριάζοντας και αναδιανέμοντας τη σκληρή ύλη της εξ αντικειμένου πραγματικότητας, η οποία μας περιβάλλει ενίοτε τόσο ασφυκτικά, το τελικό προϊόν αυτής της κατηγορίας των κειμένων οικοδομεί τάξη.
Ακυρώνοντας χάος, το ευθύβολο δοκίμιο, υπαινίσσεται ο συγγραφέας από κεφάλαιο σε κεφάλαιο αυτού του έργου του, θα εξακολουθήσει να ασκεί το θεμελιώδες, σύμφυτο με τον εαυτό του προνόμιο να διορθώνει τα λάθη των καταχρηστικά εννοουμένων ιθυνόντων. Προτείνοντας με πείσμα λύσεις εκεί όπου άλλοι βλέπουν αδιέξοδα από γρανίτη, ο Διονύσης Κ. Μαγκλιβέρας, χωρίς να διστάσει επ’ ουδενί να καταλογίσει ευθύνες, διαρθρώνει εντέλει δίκαιον. Καταδεικνύοντας μάλιστα τους υπαιτίους της πτώσης, δεν επιδεικνύει καμία επιείκεια, ενώ φτάνει στην ουσία της μιας και μόνης στρατηγικής διάσωσης από την κραιπάλη της άθλιας πτώσης. Για τις ανάγκες της εποπτικής στιγμής ξεχωρίζω τις εξής ασθένειες και τα φάρμακά τους: «Οι Έλληνες έχουμε συνηθίσει να κινούμαστε περισσότερο με το συναίσθημα παρά με τη λογική. Το ονειροπόλημα είναι χαρακτηριστικό μας, αποφεύγουμε την παραγωγικότητα.[..] Το μέλλον εξαρτάται από την εμπιστοσύνη που οφείλουμε ως κοινωνικά υποκείμενα στον εαυτό μας, τον οποίο χρειάζεται να εντάξουμε συνειδητοποιημένα στις προοπτικές μιας συνειδητής συλλογικότητας». (Βλ. διαδοχικά τις σελίδες 74 και 146). Μάλιστα, ο συγγραφέας στρέφεται με παρρησία υποδειγματική και προς εαυτόν. Και τότε δεν φείδεται ψόγων. Αρκετά δηλαδή από τα όσα κατατίθενται εδώ, με την ίδια πάντα σύνεση και τυπική οικονομία εκφραστικών μέσων, συνιστούν αναπόσπαστα τμήματα ενός εγκολπίου επιχειρησιακής αυτογνωσίας, συστατικά μέρη ενός εύχρηστου οδηγού πυθαγορείων αυτοελέγχων, σε τακτή βάση. Κι εδώ ακριβώς έγκειται η αξία των συναφών εκφάνσεων.
Στην εξαιρετικά πολύσημη αυτή χρονική συγκυρία, όπου ο κόσμος μας ηλεκτρονικά τουλάχιστον συρρικνώνεται με μαθηματική αυστηρότητα, καθιστάμενος στην καθημερινή πράξη ένα λίαν προβληματικό κι άλλο τόσο δυναμικό κεφαλοχώρι επικοινωνίας, το δοκίμιο, όπως φέρ΄ ειπείν το καλλιεργεί συνειδητά και υποδειγματικά επί δεκαετίες ο εν λόγω, αναλαμβάνει δικαιωματικά το πρόσθετο βάρος να καταγγείλει με δριμύτητα τη θλιβερή, μονοδιάστατη και μονότονη αγωγή των προσώπων ή των α-προσώπων, υποστηρίζοντας κατά διαλεκτική αντιδιαστολή και με έκδηλο σθένος την ιαματική αγωγή ενός ανανεωμένου ήθους.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ είναι ποιητής.
Το τέρμα και η αρχή
Δοκίμια μιας εποχής μεταβατικής
Διονύσης Κ. Μαγκλιβέρας
Εκδ. Παπαζήση 2013
Σελ. 200, τιμή € 11,72