Του Δημήτρη Αργασταρά
Στο βιβλίο του «Το νήμα της ζωής» ο ψυχαναλυτής Στήβεν Γκρος συγκεντρώνει περίπου τριανταμία περιπτώσεις ασθενών του, τριανταμία ανθρώπινες ιστορίες, στις οποίες ευσύνοπτα και γλαφυρά αναδεικνύει τη θεραπευτική δυναμική της ψυχανάλυσης αλλά και των ίδιων των ασθενών καθώς προσπαθούν να κατανοήσουν και να ξαναβρούν το χαμένο νόημα στις πράξεις και τα συναισθήματά τους.
Όπως έχουν δείξει, για παράδειγμα, τα μυθιστορήματα του Ίρβιν Γιάλομ και τα βιβλία του Χόρχε Μπουκάι, η λογοτεχνία βρίσκει μια ιδιαίτερη απήχηση όταν συναντάται με την ψυχολογία. Αυτό οφείλεται μάλλον στο ότι στον πυρήνα της προβληματικής της δεύτερης περιέχονται στοιχεία που αγγίζουν τον καθένα μας αλλά και σε μια εγγενή εκλεκτική συγγένεια που χαρακτηρίζει και τις δύο. Ήδη από την καταγραφή των ιστοριών των πρώτων του ασθενών (όπως στις περίφημες περιπτώσεις της Ντόρα, του μικρού Χανς, του ''Λυκανθρώπου'') ο Φρόυντ έκανε μια παρατήρηση που εξέπληξε και τον ίδιο: οι ιστορίες του διαβάζονταν σαν μυθιστορήματα, κάτι που απέδωσε στην φύση του ίδιου του αντικειμένου και όχι στην δική του ικανότητα. Όπως γράφει: «από μια ενδελεχή παρουσίαση των ψυχικών διαδικασιών, όπως αυτές που έχει συνηθίσει κανείς να ακούει από ποιητές, μπορώ να κερδίσω, αν εφαρμόσω κάποιους λίγους ψυχολογικούς τύπους, ένα είδος ''ανάγνωσης'' της ασθένειας». Έτσι, αυτή η εφεύρεση του Φρόυντ, η αφήγηση των ιστοριών των περιπτώσεων, η οποία μπορεί να θεωρηθεί ως ο ακρογωνιαίος λίθος της ψυχανάλυσης, δημιούργησε ένα νέο αφηγηματολογικό πεδίο όπου προηγουμένως κανείς δεν είχε εξερευνήσει και που θα αποδεικνυόταν έκτοτε τόσο γοητευτικό.
Αναζητώντας ένα τρόπο να διηγηθούμε την ιστορία μας
«Όταν δεν έχουμε τρόπο να αφηγηθούμε την ιστορία μας, η ιστορία μας αφηγείται εμάς».
Ομοίως μέσα από την αφήγηση των περιπτώσεων των ασθενών του ο Γκρος φανερώνει με όμορφο και πετυχημένο τρόπο τις οφειλές του στον Φρόυντ και την ίδια στιγμή συνθέτει το πρόσωπο ενός ζεστού, ανθρώπινου, υπομονετικού και δημιουργικού ψυχοθεραπευτή επί το έργο, ενός ανθρώπου με ενσυναίσθηση και πραγματικό ενδιαφέρον. Πολύ χαρακτηριστικός είναι ο τρόπος με τον οποίο, σε ορισμένες περιπτώσεις, αναδεικνύει την σχέση ανάμεσα στις φαινομενικά τυχαίες λέξεις που χρησιμοποιούν οι ασθενείς του και τα πραγματικά τους ασυνείδητα συναισθήματα, ενώ αποκαλυπτική είναι και η σημασία που δίνει στην ανάλυση των ονείρων και των ελεύθερων συνειρμών τους. Ο Γκρος χρησιμοποιεί την ανάλυση ως ένα είδος ενδοσκόπησης που δίνει ιδιαίτερη προσοχή στα δευτερεύοντα και αχνά στοιχεία, σε αυτό που στον καθημερινό άνθρωπο φαίνεται συμπτωματικό και χωρίς νόημα, γιατί όπως γράφει «αν δεν καταφέρναμε να κατανοήσουμε τις δυνάμεις που τον είχαν ωθήσει σε αυτή (την συμπεριφορά), θα είχαμε κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι θα την επαναλάμβανε», αλλά ταυτόχρονα δίνει μεγάλη σημασία και στη δυνατότητα του ατόμου να διηγηθεί την ιστορία του και να έχει την αίσθηση πως αυτή ακούστηκε προσεκτικά από έναν άλλο. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά: «Όταν δεν έχουμε τρόπο να αφηγηθούμε την ιστορία μας, η ιστορία μας αφηγείται εμάς: ονειρευόμαστε αυτή την ιστορία, αναπτύσσουμε συμπτώματα ή οδηγούμαστε σε πράξεις που δεν κατανοούμε».
Οι ασθενείς του Γκρος είναι ως επί το πλείστον συνηθισμένοι, καθημερινοί άνθρωποι –εμπίπτουν στην «ψυχοπαθολογία της κανονικότητας» του Φρόυντ (χρησιμοποιούμε γι’ αυτούς αυτόν τον όρο για να αποφύγουμε την μάλλον πιο άκομψη λέξη ''πελάτες'')– και έτσι δεν είναι καθόλου δύσκολο να παρακολουθήσουμε από κοντά τις διαδρομές και τις επιλογές τους, να βρούμε σε αυτές γνώριμα στοιχεία, ακόμη και να ταυτιστούμε μαζί τους. Ο παθολογικός ψεύτης, ο αυτοκαταστροφικός τύπος, ο ηλικιωμένος καθηγητής που αφήνεται πλέον να γευτεί τη γαλήνη στη σεξουαλική του ιδιαιτερότητα, η νοσηρή ερωτική προσκόλληση, τα προβλήματα που αναπτύσσονται μεταξύ παιδιών και γονιών και μέσα στο ζευγάρι, οι τραυματικές παιδικές εμπειρίες, ακόμη κι όταν είναι ανεπαίσθητες, ο φόβος της απώλειας και η συμφιλίωση με το θάνατο αποτελούν περιπτώσεις της ''διπλανής πόρτας'', και ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται είναι εξίσου διεισδυτικός, ευθύβολος και αναγνωστικά απολαυστικός – το τελευταίο είναι ένα ακόμη σπουδαίο στοιχείο του βιβλίου : ο Γκρος γράφει ως ένας ικανός διηγηματογράφος.
Ψυχανάλυση μέσα από την λογοτεχνία
Στο βιβλίο του Γκρος δεν λείπουν και οι αναφορές στην λογοτεχνία, σε γνωστά και χαρακτηριστικά έργα, και θα σταθώ σε δύο παραδείγματα που μου έκαναν μεγαλύτερη εντύπωση. Στην μία περίπτωση προχωρά σε μια ενδιαφέρουσα ψυχολογική ανάλυση του αφηγήματος «Χριστουγεννιάτικα Κάλαντα» του Ντίκενς, για το οποίο γράφει ότι «περιγράφει μια εκπληκτική ψυχολογική μεταμόρφωση και ο συγγραφέας μάς διδάσκει κάτι πολύ σημαντικό γύρω από το πώς αλλάζουν οι άνθρωποι». Χωρίς να αποκαλύψουμε περισσότερα, είναι πολύ πετυχημένη η αναλογία στην οποία προβαίνει τελικά: «θα πρέπει να παίξω τον ρόλο των πνευμάτων του Ντίκενς: να κρατήσω τον ασθενή σε επαφή με αυτό που τον στοιχειώνει και να το αφήσω να επιδράσει». Σε μια άλλη ιστορία, για να περιγράψει την υπαρξιακή αρνητικότητα του ασθενή του, ο Γκρος χρησιμοποιεί το παράδειγμα του γραφέα Μπάρτλμπι του Χέρμαν Μέλβιλ. Το «θα προτιμούσα όχι» που απευθύνει ο Μπάρτλμπι σε όλο και περισσότερες περιπτώσεις μπορεί να αποτελέσει έναν οδηγό για να ''διαβάσουμε'' εκείνη την περίπτωση όπου κυριαρχεί η καταθλιπτική επιθυμία να γυρίσουμε την πλάτη στον κόσμο και να απαρνηθούμε τις συνήθεις, φυσιολογικές επιθυμίες και ανάγκες.
Καταλήγοντας, με «Το νήμα της Ζωής» ο Στήβεν Γκρος μάς αφήνει να ρίξουμε μια ματιά στο έργο της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας, μας φανερώνει τη θεραπευτική σημασία της ψυχανάλυσης και, ακόμη πιο σημαντικό, την σημασία που έχει η πραγματική επαφή ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που προσπαθούν να επικοινωνήσουν και να κατανοήσουν αληθινά ο ένας τον άλλο. Και τελικά, το βιβλίο του δικαιώνεται χάρη στον ανθρωπισμό και την αισθητική του αξία.
* Ο πίνακας της κεντρικής εικόνας είναι το έργο του Βέλγου ζωγράφου Emile Fabry (1865-1966) με τίτλο "Το νήμα της ζωής".