
Για το βιβλίο του Ντιντιέ Φασέν «Θάνατος ενός ταξιδιώτη» (μτφρ. Μανώλης Πιμπλής, εκδ. Πόλις), που αφορά τον θάνατο από πυροβολισμούς αστυνομικών στη Γαλλία, ενός τσιγγάνου, ενός «ταξιδιώτη», του Angelo Garand. Στην κεντρική εικόνα, εικόνα από διαμαρτυρία για τον θάνατό του, στις 4 Ιουνίου του 2020.
Γράφει η Άννα Λυδάκη
Ο Ντιντιέ Φάσεν, καθηγητής κοινωνικών επιστημών, γιατρός και ανθρωπολόγος, καλείται από την αδελφή του Άντζελο να επανεξετάσει τις συνθήκες θανάτου του αδελφού της. Διεκδικεί το δικαίωμα στον σεβασμό και την ανάκτηση της χαμένης αξιοπρέπειας της οικογένειάς της.
Ο Άντζελο ανήκει στην κοινότητα των ταξιδευτών, όπως οι ίδιοι ορίζουν τον εαυτό τους. Οι επονομασίες Τσιγγάνοι, Ρομά και Σίντι Μανούς στη Γαλλία -αλλά και αλλού- φέρουν το στίγμα της καταγωγής τους και οι ταξιδιώτες τις αποφεύγουν. Παρά το γεγονός ότι, όπως και στην Ελλάδα, οι περισσότεροι είναι πια μόνιμα εγκατεστημένοι, πολλοί από αυτούς διατηρούν το τροχόσπιτό τους δίπλα στην κατοικία τους, και το στερεότυπο του Τσιγγάνου που ταξιδεύει συνεχώς εξακολουθεί να υφίσταται μαζί με όλες τις προκαταλήψεις και την καχυποψία να το συνοδεύει.
Η εκδοχή των χωροφυλάκων και η εκδοχή των μελών της οικογένειάς του δεν συμφωνούν
Ο Άντζελο σκοτώνεται από αστυνομικές δυνάμεις στην αποθήκη του οικογενειακού σπιτιού. Δεν είχε επιστρέψει από την άδεια εξόδου από τη φυλακή. Η εκδοχή των χωροφυλάκων και η εκδοχή των μελών της οικογένειάς του για τον θάνατό του δεν συμφωνούν και η αδελφή του, που θεωρεί τον θάνατό του εκτέλεση, κυκλοφόρησε ένα σχετικό βιντεοσκοπημένο μήνυμα στα κοινωνικά δίκτυα. Πολύ γρήγορα δημιουργήθηκε μια επιτροπή στήριξης και αλληλεγγύης στο οποίο συμμετείχαν ακτιβιστές που μάχονται κατά του ρατσισμού και των διακρίσεων, για την «αναγνώριση και την αποκατάσταση κλεμμένων ζωών».
Η ίδια πλησίασε τον Didier Fassin ζητώντας του να βοηθήσει να αποκαλυφθούν οι συνθήκες θανάτου του αδελφού της και να φανεί ότι η ζωή του ταξιδιώτη είναι διαφορετική από την ατιμωτική εικόνα που παρουσιάζουν ο δικαστικός φάκελος και οι δημοσιογραφικές αναπαραστάσεις. Ο Fassin αποφασίζει να επανεξετάσει την υπόθεση με συνεντεύξεις με τα μέλη της οικογένειας, τους δικαστές και τους δικηγόρους, ενώ οι χωροφύλακες, τόσο σε προσωπικό όσο και σε θεσμικό επίπεδο, αρνήθηκαν. Επίσης, μελέτησε τα έγγραφα και τα αρχεία, τα υπομνήματα των συγγενών, τα πρακτικά των καταθέσεων, την έκθεση νεκροψίας, τη βαλλιστική και την τοξικολογική εξέταση, την έκθεση της Σήμανσης, την εξέταση των όπλων, την εισαγγελική πρόταση, τις προτάσεις των διαδίκων, το απαλλακτικό βούλευμα και τα άρθρα των τοπικών εφημερίδων.
Στόχος του Fassin είναι να ακουστούν όλες οι εκδοχές των γεγονότων και να διαμορφωθεί με βάση όλα τα στοιχεία μια αποδεκτή ερμηνεία που να είναι ανεξάρτητη από το βούλευμα της ανακριτικής έρευνας.
Στόχος του Fassin είναι να ακουστούν όλες οι εκδοχές των γεγονότων και να διαμορφωθεί με βάση όλα τα στοιχεία μια αποδεκτή ερμηνεία που να είναι ανεξάρτητη από το βούλευμα της ανακριτικής έρευνας.
Χωρίς πόρους, χωρίς δουλειά, χωρίς μεταφορικό μέσο
Η εγκληματική δράση του Άντζελο συνοψίζεται στην οδήγηση αυτοκινήτου χωρίς έγκυρο δίπλωμα οδήγησης, καθώς δεν είχε την οικονομική ευχέρεια να το ανανεώσει, και σε μικροκλοπές. Ποτέ δεν χρησιμοποίησε όπλο, ούτε καν τον σουγιά που είχε πάντα στην τσέπη του, και όλοι όσοι τον γνώριζαν συγκλίνουν στην άποψη ότι δεν ήταν επικίνδυνος.
Κάθε φορά που έβγαινε από τη φυλακή, ένιωθε να τον παραλύει μια όλο και πιο ζοφερή πραγματικότητα, καθώς βρισκόταν χωρίς πόρους, χωρίς δουλειά, χωρίς μεταφορικό μέσο, χωρίς προοπτικές για μια φυσιολογική ζωή, έχοντας ως μόνη αποσκευή του το ποινικό του μητρώο, που γινόταν ολοένα και πιο βαρύ. Η υποτροπή σ’ αυτές τις περιπτώσεις είναι σχεδόν αναπόφευκτη και ο ταξιδιώτης μπήκε σε ένα ολέθριο φαύλο κύκλο.
Όταν πήρε άδεια εξόδου από τη φυλακή, αποφάσισε να μην γυρίσει πίσω. Επισκέφθηκε το σπίτι των γονιών του και εκεί έστειλαν ένα επίλεκτο σώμα, την Ομάδα Επέμβασης της Εθνικής Χωροφυλακής, που ειδικεύεται στη διαχείριση κρίσεων και σε επικίνδυνες αποστολές και όχι απλώς τους χωροφύλακες της περιοχής, για να του ζητήσουν να παραδοθεί.
Ο πατέρας ξεσπά: Σκότωσαν το παιδί μου! Τον φάγανε σαν σκυλί! Όπως θα πει αργότερα στον εισαγγελέα: τον δολοφόνησαν.
Ο πατέρας βλέπει πάνοπλους χωροφύλακες με κουκούλες να εισβάλλουν στην αυλή. Ίσα που προλαβαίνει να πει στον Άντζελο «κρύψου». Τον ρίχνουν κάτω ενώ βλέπουν ότι έχει σωληνάκια για οξυγόνο στη μύτη του. Το ίδιο κάνουν στον μικρότερο γιο και στον κουνιάδο πιέζοντάς τους με τη μπότα το κεφάλι. Τη γυναίκα του και τη νύφη του τις αφήνουν να καθίσουν στα σκαλιά. Οι χωροφύλακες μπαίνουν στην αποθήκη που κρύβεται ο Άντζελο και σχεδόν αμέσως ακούγεται μια ριπή, χωρίς να έχει προηγηθεί καμιά προειδοποίηση. Ύστερα ένας ρόγχος και τίποτα πια. Ο γιος του δεν είχε όπλο, σκέφτεται ο πατέρας. Δεν μπορεί να είναι αυτός που πυροβόλησε. Είναι οι χωροφύλακες. Χωρίς καμιά προειδοποίηση. Ένας βγαίνει κρατώντας το ματωμένο μπλουζάκι του Άντζελο. Ο πατέρας ξεσπά: Σκότωσαν το παιδί μου! Τον φάγανε σαν σκυλί! Όπως θα πει αργότερα στον εισαγγελέα: τον δολοφόνησαν.
«Απαιτείται απόλυτη διακριτικότητα»
Από τη μεριά της χωροφυλακής είπαν ότι ο Άντζελο ήταν οπλισμένος με μαχαίρι και του έριξαν με τέιζερ. Η ηλεκτρική εκκένωση τον παρέλυσε προσωρινά αλλά αμέσως μετά ανασηκώθηκε, τράβηξε τα καλώδια με το αριστερό του χέρι και χίμηξε καταπάνω στους δύο χωροφύλακες, οι οποίοι τον πυροβόλησαν. Ο γιατρός που κλήθηκε πληροφορείται ότι το άτομο για το οποίο έγινε η κλήση είχε ήδη πεθάνει. Επιστρέφοντας δεν έχει πολλές λεπτομέρειες να διαβιβάσει, λέει όμως ότι ο τύπος ήταν άοπλος και ότι του είπαν ότι απαιτείται απόλυτη διακριτικότητα. Η συνομιλία ηχογραφείται και γίνεται στοιχείο για την έρευνα της υπόθεσης.
Αφού δεν υπήρχαν κάμερες κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για το ποια είναι η αλήθεια και ποιο το ψέμα. Όμως την επαύριο του τραγικού γεγονότος, ο εισαγγελέας δίνει συνέντευξη Τύπου στην οποία υιοθετεί την εκδοχή των χωροφυλάκων, χωρίς καν να αναφέρει την εκδοχή της οικογένειας. Το γεγονός ότι ερρίφθησαν οχτώ βολές που η βαλλιστική εξέταση έδειξε ότι είχαν φορά από πάνω προς τα κάτω δεν εμποδίζει τον εισαγγελέα να αποφανθεί ότι δεν υπήρχε ανθρωποκτόνος πρόθεση. Εκδόθηκε απαλλακτικό βούλευμα το οποίο αθώωσε εκείνους που έριξαν τις θανάσιμες βολές με το επιχείρημα της νόμιμης άμυνας.
![]() |
Ο Ντιντιέ Φάσέν (1955) είναι Γάλλος ανθρωπολόγος και κοινωνιολόγος. Κατέχει την έδρα κοινωνικών επιστημών James D. Wolfensohn στο Institute for Advanced Study του Πανεπιστημίου Πρίνστον, ενώ κατέχει την έδρα Δημόσιας Υγείας στο Collège de France. Το 2022 εξελέγη στην American Philosophical Society. |
Ο λόγος των συγγενών αποσιωπήθηκε. Το γεγονός ότι πέντε άτομα που βρίσκονταν κοντά στην αποθήκη δηλώνουν ότι δεν αντιλήφθηκαν κανένα σημάδι συμπλοκής και δεν άκουσαν κανενός είδους προειδοποίηση, στα δευτερόλεπτα που προηγήθηκαν των πυροβολισμών, διαγράφεται από την περιγραφή της μοιραίας σκηνής.
«Δραπέτης σκοτώνεται κατά τη σύλληψή του» γράφει ο Τύπος αφήνοντας να εννοηθεί ότι ο ταξιδιώτης ήταν επικίνδυνος και υπενθυμίζοντας ότι είχε συλληφθεί για οπλοκατοχή χωρίς να διευκρινίζεται ότι είχε απλώς ένα μαχαίρι, αντικείμενο που οι ταξιδιώτες δεν αποχωρίζονται ποτέ.
Ο κοινωνικός επιστήμονας, ο Φασέν εδώ, γίνεται το διάμεσο για να ακουστεί η φωνή εκείνων που δεν τους ακούει κανένας, και προφανώς πιστεύει ότι η ζώσα φωνή των ανθρώπων και οι εμπειρίες τους είναι ο καλύτερος οδηγός για τη μελέτη της κοινωνικής πραγματικότητας.
Ο Φασέν μελετώντας τις συνθήκες του θανάτου του Άντζελο σχολιάζει τα βασικά χαρακτηριστικά των κατασταλτικών θεσμών του κράτους και της τιμωρητικής μεταχείρισης των ταξιδιωτών. Οι ανισότητες στους κόλπους της κοινωνίας έχουν συνέπειες στην ιεράρχηση της αξιοπιστίας καθώς οι δικαστές και οι ανακριτικοί υπάλληλοι τείνουν να πιστεύουν κάποιους ανθρώπους ευκολότερα απ’ ό,τι κάποιους άλλους: Οι ταξιδιώτες βρίσκονται πάντα αντιμέτωποι με αρνητικές προκαταλήψεις, ταπεινώνονται και υφίστανται τη βία της εξουσίας.
Ο κοινωνικός επιστήμονας, ο Φασέν εδώ, γίνεται το διάμεσο για να ακουστεί η φωνή εκείνων που δεν τους ακούει κανένας, και προφανώς πιστεύει ότι η ζώσα φωνή των ανθρώπων και οι εμπειρίες τους είναι ο καλύτερος οδηγός για τη μελέτη της κοινωνικής πραγματικότητας. Αυτό ακριβώς υποστηρίζει σήμερα η δημόσια κοινωνιολογία (public sociology), που θεωρεί ότι οι έρευνες των κοινωνιολόγων δεν πρέπει να μένουν μόνο εντός των πανεπιστημίων, αλλά να παρουσιάζονται με κατανοητούς για το ευρύ κοινό όρους με στόχο να ωφελήσουν άμεσα τους ανθρώπους, οι οποίοι συχνά πείθονται ότι οι ίδιοι δημιουργούν τα προβλήματά τους γιατί ζουν με λάθος τρόπο. Δεν κατανοούν ότι στην πραγματικότητα τα προβλήματα είναι κοινωνικά και ότι δεν λύνονται αν δεν βρούμε τη ρίζα τους, και ότι το σύστημα είναι ουσιαστικά εκείνο που πρέπει να αλλάξει.
Ο Φασέν δεν περιορίζεται στη συγκεκριμένη περίπτωση, τις συνθήκες θανάτου του Άντζελο, αλλά επεκτείνει τη μελέτη του στις κοινωνικές συνθήκες που επιτρέπουν να συμβαίνουν παρόμοια περιστατικά.
Πρόκειται για ένα συγκλονιστικό βιβλίο μεταφρασμένο άψογα από τον Μανώλη Πιμπλή. Οι περιγραφές των γεγονότων, τα λόγια και οι πράξεις των ανθρώπων που εμπλέκονται στην υπόθεση και τα σχόλια του συγγραφέα συγκινούν και μας βάζουν σε σκέψεις για την αλήθεια, το ψέμα και τη δικαιοσύνη. Ο ίδιος ο Ντιντιέ Φασέν διευκρινίζει:
«Αυτό που γράφω δεν είναι μυθιστόρημα, αλλά έρευνα».
Όμως, θα συμπληρώναμε, είναι ένα βιβλίο που συναρπάζει τον αναγνώστη όπως θα τον συνάρπαζε η ανάγνωση ενός πολύ καλού μυθιστορήματος που διαβάζεται απνευστί.
* Η ΑΝΝΑ ΛΥΔΑΚΗ είναι καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Τελευταίο βιβλίο της, η μελέτη «Αναζητώντας το χαμένο παράδειγμα: Επιτόπια έρευνα, κατανόηση, ερμηνεία» (εκδ. Παπαζήση).