Του Γιώργου Βέη
«Αν, λοιπόν, δεν έχουμε θάνατο κειμένου εν όψει [...] ούτε και τον θάνατο του βιβλίου έχουμε εγγύς. Για τα απώτατα ας μην αποφαινόμαστε εμείς οι ελάχιστοι». (Δημήτρης Αρμάος, σελ. 33)
Το βιβλίο, με την ως εκ των πραγμάτων περιορισμένη διάρκεια ζωής, είναι τo τιμαλφές εκείνο, το οποίο χάνεται κυριολεκτικά μέσα από τα χέρια μας.
Ζει και πεθαίνει ως να ήταν ένας ανθρώπινος οργανισμός. Η υγρασία, τα λογής έντομα, ιδίως οι τερμίτες που δεν εξολοθρεύονται με τίποτα στις βιβλιοθήκες της Μαύρης Ηπείρου και όχι μόνον, οι κατολισθήσεις των άτυχων κτισμάτων μας, τα οποία πολλάκις τα στεγάζουν, ανήκουν στους σεσημασμένους εχθρούς του βιβλίου, σε διαχρονική βάση. Οι εμπρησμοί βιβλιοθηκών από φανατικούς κάποιων μονοθεϊσμών τείνουν βεβαίως να εκλείψουν, αλλά κανείς ποτέ δεν ξέρει τι επιφυλάσσει το άδηλο πεπρωμένο των πολιτισμών. Ειδικά τα βιβλία της φωτοσύνθεσης αργά ή γρήγορα θα εξατμιστούν σαν το νεράκι στις αλυκές. Αυτό το ξέρουν, βεβαίως, από τους πρώτους οι ίδιοι οι συγγραφείς τους, ματαιόσπουδοι και μη, αλλά σπανιότατα το ομολογούν δημοσίως. Συν τοις άλλοις, οικολογικά συρρικνώνονται από τη μια μέρα στην άλλη οι πόροι του πλανήτη, οι δε λεγόμενες εναλλακτικές πηγές ενέργειας μάλλον δεν εγγυώνται εκ προοιμίου την επ΄ άπειρον, δαπανηρή ή μη, παροχή των. Κάθε άλλο...
Ήταν επόμενο, συνεπώς, να προκύψει κάποια στιγμή το εξής απλό ερώτημα: Το τυπικό βιβλίο, που ανάθρεψε και τις γενιές μας, ηθικά και πνευματικά, ή μήπως το απείρως πρακτικότερο, ηλεκτρονικό βιβλίο θα υποστηρίξει στο άμεσο μέλλον την περαιτέρω αναγνωστική μας εμπειρία; Κι επειδή ακριβώς ήταν επόμενο, ως άμεση και πανηγυρική συνεπαγωγή της τεχνολογικής ανάπτυξης σε ευρύτερη μάλιστα κλίμακα, το ερώτημα αυτό δεν θα έπρεπε να αιφνιδιάσει σχεδόν κανέναν. Ήταν το κοινό μυστικό: εάλω η Βιβλιόπολις!
Στο «Σελίδες στην οθόνη ή σε χαρτί», ο αεικίνητος κι άλλο τόσο ευρηματικός κι οξυδερκής εκδότης Γιώργος Ε. Δαρδανός, με νηφαλιότητα και σύνεση, συγκεντρώνει διαμετρικά αντίθετες επί του προκειμένου απόψεις, οι οποίες είτε έχουν δημοσιευθεί προηγουμένως είτε εμφανίζονται πρώτη φορά στο πλαίσιο αυτού του ερανίσματος. Επιλογικά, ο τυχερός αναγνώστης, που περιδιαβάζει αυτόν τον καθόλα συναρπαστικό τόμο, περνάει εν τέλει και στη σφαίρα του δικαίου, το οποίο επιχειρεί να προσδιορίσει και βεβαίως να προστατέψει όσο αποτελεσματικότερα γίνεται το λίαν ακανθώδες ζήτημα των πνευματικών δικαιωμάτων στην εξόχως ηλεκτροποιημένη εποχή μας. Ρομαντικά ξεσπάσματα, αλλά και ψύχραιμες αποτιμήσεις, λυρικές εξάρσεις υπέρ της διατήρησης του υπό εξαφάνισιν μάλλον τελούντος είδους, αλλά και τεκμηριωμένες απόψεις εξειδικευμένων παρατηρητών του ηλεκτρονικού χωροχρόνου διαδέχονται η μια την άλλη. Επαφίεται στον αναγνώστη να εκλέξει τις ρητορικά ακμαιότερες, τις επιστημονικά ακριβέστερες και τις πλέον αρυτίδωτες μεταξύ των παρατιθεμένων ετυμηγοριών. Κι αυτή ακριβώς η δυνατότητα ελεύθερης επιλογής καθιστά το έργο αυτό καθόλα αξιόπιστο και χρηστικό.