Για το βιβλίο της Έλλης Βιντιάδη «Τα ζώα και εμείς» (σειρά Μικρές Εισαγωγές, εκδ. Παπαδόπουλος). Εικόνα: Υπεύθυνη κέντρου αποκατάστασης ζώων επιβραβεύει έναν μικρό ελέφαντα.
Του Κυριάκου Αθανασιάδη
Δεν το περίμενα πως θα το έλεγα αυτό, και σίγουρα όχι πριν το διαβάσω, αλλά ναι: πρόκειται για ένα συναρπαστικό βιβλίο. Συναρπαστικό! Κι αυτό, μολονότι είναι ένα «φιλοσοφικό βιβλίο ηθικής», κάτι που δεν είναι ακριβώς το φόρτε μου. Ακόμη περισσότερο: το βρήκα συναρπαστικό, μολονότι είναι ένα βιβλίο που σε αρκετά του σημεία με βρίσκει αντίθετο.
Όμως, πώς ακριβώς είναι δυνατόν να με βρίσκουν αντίθετο θέσεις που εκφράζονται από φιλοσόφους με απίθανα πολλές αναφορές στο όνομά τους, από στοχαστές που γνωρίζουν το θέμα τους τόσο καλά, γιατί είναι ο τομέας τους ολόκληρες δεκαετίες τώρα, και έχουν εξειδικευμένες σπουδές πάνω σ’ αυτό; Με βρίσκουν αντίθετο θέσεις του βιβλίου γιατί εγώ μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον που από μικρόν μού έμαθε να βλέπω κάποια πράγματα έτσι και όχι αλλιώς. Εγώ δηλαδή έχω σκευή την παιδική μου ηλικία ως επί το πλείστον, και την εξ αυτής, κυρίως, εκπορευόμενη εμπειρία μου –γιατί ο τρόπος που προσλαμβάνουμε οτιδήποτε ως ενήλικες δεν έχει να κάνει μόνο με την πείρα, τα διαβάσματα, την έρευνά μας κ.ο.κ., αλλά κυρίως με το υπόστρωμα πάνω στο οποίο χτίζονται όλα αυτά: με κάτι συχνά τρωτό δηλαδή για τα περισσότερα πράγματα–, και εκείνοι έχουν μια ζωή μελέτης, σπουδών, διδασκαλίας και έντονων διανοητικών διαξιφισμών πάνω ακριβώς στο θέμα τους. Και πολεμικής. Και επιθέσεων.
Ο τρόπος που προσλαμβάνουμε οτιδήποτε ως ενήλικες δεν έχει να κάνει μόνο με την πείρα, τα διαβάσματα, την έρευνά μας κ.ο.κ., αλλά κυρίως με το υπόστρωμα πάνω στο οποίο χτίζονται όλα αυτά: με κάτι συχνά τρωτό δηλαδή για τα περισσότερα πράγματα.
Για να το πούμε πιο ξεκάθαρα: δεν με παίρνει να έχω και πολλές διαφωνίες. Αλλά εξακολουθώ να τις έχω, παρ’ όλα αυτά. Γιατί; Γιατί δεν με συμφέρει αλλιώς. Το λέει άλλωστε –περίπου έτσι– και η ίδια η συγγραφέας στον επίλογό της αυτό:
«Ακόμα τρώω κρέας και το απολαμβάνω, αλλά με ενοχλεί πια η όψη των κρεμασμένων χταποδιών τα καλοκαίρια και η ευκολία του σουβλίσματος το Πάσχα. Η αντίφαση αυτή ανάμεσα στη σκέψη και την πράξη με απασχολεί, αλλά με καθησυχάζει προς το παρόν η σκέψη της Μίτζλεϊ ότι πολλές φορές η ασυνέπεια προηγείται της αλλαγής των πραγμάτων. Πρώτα αντιλαμβανόμαστε ότι κάτι δεν πάει καλά κι ότι κάτι κάνουμε λάθος και ύστερα ψάχνουμε τρόπους να το διορθώσουμε».
Λέει πολλά μέσα σε μόλις εκατό σελίδες η Έλλη Βιντιάδη, καθηγήτρια Φιλοσοφίας (και Ηθικής των Ζώων τα τέσσερα τελευταία χρόνια). Κυρίως: παρουσιάζει όλες τις απόψεις, τόσο τις καθιερωμένες και τρέχουσες, όσο και τις πιο ακραίες – και εννοώ συνολικά ακραίες, όχι μόνο στα μάτια μας. Για παράδειγμα, είναι ακραία η άποψη που «δεν θέλει» κατοικίδια:
«Κατά τον καταργητιστή Γκάρι Φραντσιόουν οφείλουμε να μην έχουμε κατοικίδια, διότι δεν μπορούμε να προστατεύσουμε τα συμφέροντά τους όσο αυτά αποτελούν ιδιοκτησία μας, αφού αυτό καταπατά το (αρνητικό) δικαίωμά τους να μην είναι ιδιοκτησία κανενός. Η θέση του Φραντσιόουν είναι ότι εν τέλει τα κατοικίδια είναι ιδιοκτησία μας κι έτσι δεν έχουν παρά το στάτους αντικειμένων, πράγμα που σημαίνει ότι δεν έχουν εγγενή αξία αλλά μόνο εργαλειακή αξία».
Αλλά δεν είναι απαραίτητο να σταθείς σ’ αυτήν. (Όμως είναι καλό να τη δεις εις βάθος, και να αναστοχαστείς πάνω σ’ αυτήν και σε όσα πιστεύεις εσύ). Όπως ακριβώς δεν είναι απαραίτητο, χλευάζοντας τους νεαρούς αντισπισιστές που σπάνε κρεοπωλεία στα Εξάρχεια, να δικαιολογείς την κρεατοφαγία. Την κρεατοφαγία (σου) μπορείς να τη δικαιολογείς αλλιώς – αλλά όχι έτσι, όχι επειδή κάποιοι σπάνε κρεοπωλεία. Ας θυμηθούμε όμως τι είναι σπισισμός (ειδισμός):
«Ο ειδισμός, κατά τον Σίνγκερ, είναι μια μορφή προκατάληψης αντίστοιχη του ρατσισμού και του σεξισμού, μια προκατάληψη εναντίον των συμφερόντων μελών άλλων ζωικών ειδών και, κατά συνέπεια, υπέρ των συμφερόντων των μελών του δικού μας, ανθρώπινου είδους. Όπως είναι λάθος να φερόμαστε σε ανθρώπους άσχημα επειδή ανήκουν σε διαφορετικό φύλο ή επειδή έχουν διαφορετικό από μας χρώμα δέρματος, έτσι είναι λάθος, λέει ο Σίνγκερ, να φερόμαστε άσχημα στα ζώα μόνο και μόνο γιατί ανήκουν σε διαφορετικό είδος από εμάς. Και ο λόγος που ο ρατσισμός ή ο σεξισμός είναι μεμπτοί είναι γιατί τα χαρακτηριστικά στα οποία βασίζονται είναι ηθικά άσχετα, δεν έχει σημασία δηλαδή το χρώμα ή το φύλο ενός ανθρώπου στο πώς οφείλουμε να του φερόμαστε. Έτσι και ο ειδισμός είναι προκατάληψη, διότι εκ πρώτης όψεως δεν υπάρχει λόγος να θεωρούμε πιο σημαντικά τα συμφέροντα των μελών του είδους στο οποίο τυχαίνει να ανήκουμε εμείς από τα συμφέροντα άλλων ειδών. Αφού τα ζώα υποφέρουν και νιώθουν πόνο, θα πρέπει να υπολογίζουμε και τα δικά τους συμφέροντα όταν κάνουμε τους υπολογισμούς μας για το ποια πράξη είναι ηθικά ορθή».
Μήπως (εξακολουθούν να) ακούγονται υπερβολικά όλα αυτά; Μήπως ακούγονται κάπως ακραία; Ναι. Ίσως. Δεν ξέρω. Τείνω όμως να πιστεύω ότι είναι θέματα που πρέπει να τα σκεφτούμε, να τα σκεφτόμαστε, ξανά και ξανά. Αν μη τι άλλο, δεν θα πάθουμε τίποτε έτσι και βασανίσουμε κάπως το μυαλό μας με τα δικαιώματα των ζώων – δεν έχει καταγραφεί τέτοια περίπτωση, ποτέ και πουθενά. Ζημιά, αντιθέτως, μπορεί να σου κάνει το κυνήγι: μπορεί να σε καταντήσει απέραντα ηλίθιο, έναν διανοητικά τετραπληγικό. Μην πάει ο νους σας στον θείο που τουφεκάει μπεκάτσες. Ας πάει στους διανοητικά τετραπληγικούς που φωτογραφίζονται πανευτυχείς και περήφανοι μπροστά σε αχνιστά κουφάρια ρινοκέρων ή λιονταριών, που μόλις έχουν σκοτώσει με ένα πανίσχυρο πυροβόλο όπλο από ένα χιλιόμετρο μακριά.
Το βιβλίο αυτό το προτείνω με την καρδιά μου γιατί ακριβώς σε βάζει να σκεφτείς. Μπορεί να σε εκνευρίσει κιόλας σε σημεία-σημεία, γιατί κάποιοι από τους φιλοξενούμενους στοχαστές «τα παραλένε», ή έτσι μάς φαίνεται επειδή έτσι μάς το μάθανε όταν ήμασταν παιδιά, αλλά κυρίως θα σου βάλει έναν καθρέφτη μπροστά σου.
Το βιβλίο αυτό το προτείνω με την καρδιά μου γιατί ακριβώς σε βάζει να σκεφτείς. Μπορεί να σε εκνευρίσει κιόλας σε σημεία-σημεία, γιατί κάποιοι από τους φιλοξενούμενους στοχαστές «τα παραλένε», ή έτσι μάς φαίνεται επειδή έτσι μάς το μάθανε όταν ήμασταν παιδιά, αλλά κυρίως θα σου βάλει έναν καθρέφτη μπροστά σου. Έναν αμείλικτο καθρέφτη. Κι ενώ σε πολλά οι περισσότεροι θα συμφωνήσουν με τους ειδικούς των οποίων απόψεις και θέσεις δανείζεται η συγγραφέας (δεν είναι πολλοί, αίφνης, εκείνοι που συνηγορούν υπέρ της ύπαρξης τσίρκων με ζώα, ή που αγαπούν τα πειράματα σε ανθρωπίδες), αλλά σημασία έχει τι θέση παίρνουμε στα άλλα. Δηλαδή, εντέλει, πόση αξία δίνουμε στα ζώα. Πόσο εύκολα ή πόσο δύσκολα τα εντάσσουμε στην ηθική κοινότητα. Πότε μάς συμφέρει να το κάνουμε, και πότε όχι. Πότε κάνουμε τα στραβά μάτια.
Η Έλλη Βιντιάδη είναι διδάκτωρ Φιλοσοφίας του Graduate Center του City University of New York και καθηγήτρια Φιλοσοφίας στο Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδος. Έχει διδάξει στο City College of New York και στη Σχολή Διοίκησης και Επιτελών του Πολεμικού Ναυτικού. Η κύρια έρευνα και διδασκαλία της επικεντρώνεται στη φιλοσοφία του νου και της ψυχιατρικής και εφαρμοσμένης ηθικής. Είναι επιμελήτρια του Brute Facts, που κυκλοφόρησε το 2018 από τις εκδόσεις Oxford University Press, και επιμελήτρια του Philosophy by Women: 22 Philosophers reflect on Philosophy and its Value, που κυκλοφόρησε το 2020 από τον εκδοτικό οίκο Routledge. |
«Ένας τρόπος να προσεγγίσει κανείς το ερώτημα αν τα ζώα έχουν ηθική υπόσταση είναι να εξετάσει αν υπάρχει κάτι που κάνει τους ανθρώπους, και όχι τα άλλα ζώα, να αξίζουν ηθική αντιμετώπιση. Το να έχει κάποιος ηθική υπόσταση σημαίνει ότι ανήκει σε αυτό που ονομάζουμε ηθική κοινότητα, δηλαδή στο σύνολο των όντων που οφείλουμε να υπολογίζουμε όταν αποφασίζουμε πώς να πράξουμε. Με άλλα λόγια, το να έχει ένα oν ηθική υπόσταση σημαίνει ότι η ζωή του έχει αξία πέρα από την αξία που μπορεί να έχει για μας και άρα αξίζει ηθική αντιμετώπιση. [...] Το ποιος έχει ηθική υπόσταση έχει αλλάξει ιστορικά. Την εποχή που επιτρεπόταν η ιδιοκτησία σκλάβων, οι σκλάβοι δεν ήταν μέρος της ηθικής κοινότητας, αλλά αντιμετωπίζονταν σαν αντικείμενα των ιδιοκτητών τους προς χρήση. Το ίδιο ίσχυε κάποτε για τις γυναίκες, που ήταν ιδιοκτησία των ανδρών τους ή των πατεράδων τους, αλλά και για άλλες ομάδες ανθρώπων».
Λοιπόν, αυτό το «έχει αλλάξει ιστορικά» είναι μια έννοια δυναμική και όχι στατική: τα πράγματα θα συνεχίσουν να αλλάζουν. Προσωπικά, είμαι περισσότερο από βέβαιος πως σε δυο-τρεις γενιές το πολύ δεν θα υπάρχουν καν σφαγεία στον πλανήτη – και όχι μόνο επειδή δεν είναι συμφέρον (γιατί δεν είναι), αλλά και επειδή θα θεωρείται από την πλειονότητα των πολιτών ανατριχιαστικό και βάρβαρο. Θα τρεφόμαστε με «πράσινο κρέας» και με γενετικά τροποποιημένα (πάσης φύσεως) τρόφιμα, υψηλής θρεπτικής αξίας και, ναι, νοστιμότατα. Μην ανησυχείτε! Δεν θα γίνει αύριο, αλλά σε δυο-τρεις γενιές. Αλλά θα γίνει.
Το βιβλίο βέβαια δεν μιλά για την κρεατοφαγία (η οποία αναφέρεται βεβαίως στο οικείο κεφάλαιο), αλλά για καθετί που αφορά τα ζώα, όλα τα ζώα, και την ηθική τους υπόσταση, με απλό, εύληπτο τρόπο, με ωραιότατο λόγο, με την καλύτερη δομή που θα μπορούσαμε να φανταστούμε για μια τέτοια εισαγωγή: ένα εγχειρίδιο που πρέπει να είναι κατά το δυνατόν συνοπτικό και να αφορά, ταυτοχρόνως, το ευρύ κοινό. Οι φίλοι των ζώων, οι χορτοφάγοι, οι βίγκαν, και οι… συμπαθούντες, να το αναζητήσουν — είναι ωραίο βιβλίο.
* Ο ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ είναι συγγραφέας και επιμελητής εκδόσεων. Τελευταίο βιβλίο του, «Ένας κόκκινος σκούφος για τον Ροδόλφο» (εκδ. Κλειδάριθμος).
Τα ζώα και εμείς
ΕΛΛΗ ΒΙΝΤΙΑΔΗ
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ 2020
Σελ. 112, τιμή εκδότη €11,00