Για το βιβλίο «Διλήμματα στο τρίγωνο – Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι Ελληνοτουρκικές σχέσεις» του διεθνολόγου Σπύρου Κατσούλα (εκδ. Διόπτρα), μια ιστορική μελέτη που υπερβαίνει τις στερεότυπες και μονομερείς αφηγήσεις. Στην κεντρική εικόνα, στιγμιότυπο από τη σύγκρουση μεταξύ δυνάμεων της Εθνικής Φρουράς και Τουρκοκυπρίων στο χωριό Κοφίνου της επαρχίας Λάρνακας στις 15 Νοεμβρίου 1967.
Γράφει ο Κ.Β. Κατσουλάρης
Τα «Διλήμματα στο τρίγωνο – Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι Ελληνοτουρκικές σχέσεις» είναι ένα βιβλίο που έπεσε σαν μάνα εξ ουρανού, ακριβώς την εποχή που το χρειαζόμαστε περισσότερο. Ένα βιβλίο που αναλύει, αλλά από μια αναπάντεχη οπτική γωνία, την ιστορία των Ελληνοτουρκικών σχέσεων, από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι και το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Συγγραφέας του είναι ο διεθνολόγος Σπύρος Κατσούλας.
«Ειδήμονες» στα ελληνοτουρκικά
Ας το ομολογήσουμε: Δεν υπάρχει πολίτης αυτής της χώρας που όταν η κουβέντα έρχεται στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, στα ελληνοτουρκικά, όπως τα λέμε, να μην αισθάνεται με κάποιον τρόπο ειδήμων. Η προσέγγιση είναι συνήθως βιωματική, κι έχει έντονο συγκινησιακό υπόβαθρο, που άλλοτε έχει να κάνει με την καταγωγή από κάποια μεθόριο, τη Θράκη ή τα ακριτικά νησιά, όπου το αίσθημα της απειλής από τη γείτονα χώρα είναι σταθερό… Άλλοτε με την καταγωγή ενός ή και των δύο γονέων από κάποια αλύτρωτη πατρίδα, την Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη ή τον Πόντο, με όλο το βαρύ συναισθηματικό φορτίο που συνεπάγεται… Αλλά κι όταν τίποτε από τα παραπάνω δεν συμβαίνει, αρκεί και μόνο η ενθύμηση και η επίκληση της «τραγωδίας της Κύπρου» ώστε να νιώσεις το δίκιο να σε πνίγει… Μέσα σε αυτό το κλίμα, που συνοψίζεται καλύτερα στη φράση «ο Τούρκος είναι Τούρκος», και που, κακά τα ψέματα, και στη χώρα μας, ακόμη και σήμερα, προκρίνει ένα μονομερές εθνικό αφήγημα, γεμάτο πολλά δίκαια, πολύ αίμα και πόνο, αλλά και πολλές προκαταλήψεις και αποσιωπήσεις, μέσα σε αυτήν την ατμόσφαιρα, μας είναι πολύ δύσκολο, αν όχι ακατόρθωτο, να κοιτάξουμε την ιστορία μας αντικειμενικά, μέσα από τον ψυχρό και ενίοτε ωμό καθρέφτη της γεωπολιτικής. Και βέβαια, σε αυτήν την κατεύθυνση, ουδόλως βοηθάει ο πολύ πιο οξύς και στενόμυαλος τουρκικός εθνικισμός, που ειδικά τα τελευταία χρόνια, εμποτισμένος με νεοοθωμανικές κορώνες, κάνει ακόμη και τους ψυχραιμότερους από εμάς… να βγαίνουμε από τα ρούχα μας.
Είναι λες και η κάμερα να υψώνεται πάνω από τη σκηνή της κυρίως δράσης, και να σου δείχνει το ευρύτερο πλαίσιο μέσα στο οποίο λαμβάνει χώρα το δράμα στο οποίο συμμετέχεις προσωπικά, και μέσα στο οποίο είσαι, με πολλούς τρόπους και για πολλούς λόγους, εγκλωβισμένος.
Γι’ αυτό όμως υπάρχουν τα βιβλία. Και δεν εννοώ τα βιβλία που απλώς αναπαράγουν τους κοινούς τόπους του δημόσιου διαλόγου, με την επίφαση της ανάλυσης ή της ιστορικής διατριβής, αλλά τα σοβαρά βιβλία όπως τούτο, που είναι προϊόν μελέτης, έρευνας και επιστημονικής δεοντολογίας.
Ποιο είναι το ιδιαίτερο στίγμα τούτου του βιβλίου και γιατί είναι, όπως θα προσπαθήσω να εξηγήσω, ιδιαίτερα χρήσιμο; Ο διεθνολόγος Σπύρος Κατσούλας, στρέφοντας το ενδιαφέρον του στην κορυφή του Τριγώνου Ηνωμένες Πολιτείες, Ελλάδα και Τουρκία, μετατοπίζει την γωνία θέασης των ιστορικών γεγονότων, έξω από τον «άξονα των παθών και των αντίπαλων εθνικισμών», προς τον άξονα της γεωπολιτικής, δηλαδή των πολύπλοκων συσχετισμών και συμφερόντων των κρατών, μεγάλων και μικρών, που καθορίζουν τις διεθνείς σχέσεις. Είναι λες και η κάμερα να υψώνεται πάνω από τη σκηνή της κυρίως δράσης, και να σου δείχνει το ευρύτερο πλαίσιο μέσα στο οποίο λαμβάνει χώρα το δράμα στο οποίο συμμετέχεις προσωπικά, και μέσα στο οποίο είσαι, με πολλούς τρόπους και για πολλούς λόγους, εγκλωβισμένος.
Για να αναπτύξει τη θεώρησή του, ο συγγραφέας ξεκινάει εξετάζοντας τον ρόλο της Μεγάλης Δύναμης, που για την περίοδο που συζητάμε και για την περιοχή μας, ήταν και παραμένουν οι Ηνωμένες Πολιτείες, μέσα από ένα θεωρητικό μοντέλο που φέρει τον τίτλο Το Δίλημμα του Φύλακα.
Οι έξι κρίσεις
Κι όμως, τα Διλήμματα στο τρίγωνο, δεν είναι ένα θεωρητικό βιβλίο. Αντίθετα, είναι μια πολύ συγκεκριμένη και αναλυτική μελέτη έξι κομβικών κρίσεων στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, κρίσεων που έφτασαν τις δυο χώρες στο κατώφλι του πολέμου. Ενός πολέμου που ούτε και οι ίδιες θα επιθυμούσαν, κι ακόμη λιγότερο ο Φύλακας, βασικός στόχος του οποίου ήταν η διατήρηση της ειρήνης και της σταθερότητας στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, και μάλιστα ανάμεσα σε δύο σύμμαχες χώρες, δυο χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ, εξαιρετικά σημαντικές και οι δύο για την ασφάλεια της ευρύτερης περιοχής.
Οι περισσότερες από τις έξι αυτές κρίσεις πυροδοτήθηκαν από το άλυτο ακόμη και σήμερα Κυπριακό πρόβλημα, ενώ οι υπόλοιπες τροφοδοτήθηκαν, όπως συμβαίνει εν πολλοίς και στις μέρες μας, από τις διαφορές των δύο χωρών σχετικά με την υφαλοκρηπίδα και τις ζώνες εκμετάλλευσης στο Αιγαίο, διαφορές που οξύνονται κάθε φορά που αναπτύσσονται προσδοκίες για την ανακάλυψη πολύτιμων πρώτων υλών (πετρελαίου ή φυσικού αερίου).
Το βιβλίο ολοκληρώνεται με την ανάλυση και λεπτομερή έκθεση δύο κρίσεων στο Αιγαίο, που είχαν ως υπόβαθρο την εκμετάλλευση της υφαλοκρηπίδας, και που λίγο έλειψε να οδηγήσουν σε γενικευμένο ελληνοτουρκικό πόλεμο.
Η πρώτη κρίση που εξετάζεται είχε ως φόντο το κυπριακό πρόβλημα, αλλά έλαβε χώρα στην Κωνσταντινούπολη, κι είναι μια από τις πιο μελανές σελίδες της πολιτικής του επίσημου τουρκικού κράτους. Ήταν τα λεγόμενα Σεπτεμβριανά, δηλαδή το πογκρόμ και οι καταστροφές περιουσιών κατά των Ελλήνων της Πόλης, από ομάδας υποκινούμενων πολιτών και των μυστικών υπηρεσιών, τον Σεπτέμβριο του 1955. Ακολουθούν δυο μεγάλες κρίσεις που αφορούν το Κυπριακό, με την πρώτη να διαρκεί από το 1962 έως το 1964, και τη δεύτερη, πιο σύντομη χρονικά, το 1967, ενώ σημαντικό μέρος καταλαμβάνει η περιγραφή της κρίσης, το καλοκαίρι του 1974, που οδήγησε στη διπλή εισβολή στην Κύπρο, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο αντίστοιχα.
Η κρίση με το σεισμογραφικό Χόρα, το 1976 (από την οποία έχει μείνει η φράση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τότε, Ανδρέα Παπανδρέου «Βυθίσατε το Χόρα»), όπως καταγράφεται σε εφημερίδες της εποχής. |
Το βιβλίο ολοκληρώνεται με την ανάλυση και λεπτομερή έκθεση δύο κρίσεων στο Αιγαίο, που είχαν ως υπόβαθρο την εκμετάλλευση της υφαλοκρηπίδας, και που λίγο έλειψε να οδηγήσουν σε γενικευμένο ελληνοτουρκικό πόλεμο: την Κρίση με το σεισμογραφικό Χόρα, το 1976 (από την οποία έχει μείνει η φράση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τότε, Ανδρέα Παπανδρέου «Βυθίσατε το Χόρα»), και η κρίση με το ίδιο πλοίο, που στο μεταξύ είχε βαπτιστεί σε Σισμίκ, που τη χειρίστηκε ο ίδιος ο Παπανδρέου ως πρωθυπουργός, το 1987.
Μια και όπως σημειώσαμε και νωρίτερα, η πρωτοτυπία τούτου του βιβλίου είναι ότι εξετάζει όλες αυτές τις κρίσεις μέσα από το πρίσμα του Αμερικανικού παράγοντα, του Φύλακα, σύμφωνα με τον υπόδειγμα, χρήσιμο είναι να μπορέσουμε πρώτα να κατανοήσουμε γιατί η συγκεκριμένη περιοχή, που συναποτελείται για τους Αμερικανούς από τον γεωγραφικό χώρο της Ελλάδας και της Τουρκίας, μαζί, γιατί είχε και έχει γι’ αυτούς, τεράστια στρατηγική σημασία. Μια περιοχή η οποία, στις γεωπολιτικές αναλύσεις, ονομάζεται «Γέφυρα του Ρίμλαντ».
Η τραυματική κρίση του 1974
Παρότι κάθε κρίση από τις έξι που εξετάζονται σε αυτό το βιβλίο υπήρξε πολύ σημαντική, και πάντοτε τραυματική, τόσο για τις σχέσεις ανάμεσα στις δυο χώρες, την Ελλάδα και την Τουρκία, όσο για τις σχέσεις των δύο χωρών με τον Φύλακα, τις Ηνωμένες Πολιτείες, η κρίση που οδήγησε στην εισβολή και στην ντε φάκτο κατάληψη του 36,2% του εδάφους της Κύπρου από την Τουρκία είναι με διαφορά η τραυματικότερη. Οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις κλονίστηκαν σχεδόν ανεπανόρθωτα, η Ελλάδα βγήκε από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ για αρκετά χρόνια, ενώ οι ελληνοτουρκικές σχέσεις πέρασαν σε μια νέα περίοδο αντιπαλότητας και καχυποψίας, που σημαδεύτηκαν και από την μερική ακύρωση στην πράξη, από τη μεριά της Ελλάδας, της Συνθήκη της Λοζάνης, με την σταδιακή στρατιωτικοποίηση των νησιών του ανατολικού Αιγαίου – και δεν θα μπορούσε βέβαια να γίνει διαφορετικά.
[...] συχνά έχουμε την τάση να βλέπουμε τη χώρα μας ως τον ομφαλό της γης, αντικείμενο σκοτεινών συνωμοσιών, παραβλέποντας σημαντικότατα πολιτικά και στρατιωτικά γεγονότα που συνέβαιναν παράλληλα.
Το κεφάλαιο που αναφέρεται στα όσα προηγήθηκαν της κρίσης του 1974 και στα όσα ακολούθησαν, τον Αττίλα ένα, τις προσχηματικές διαπραγματεύσεις, τα λάθη ή τις εσκεμμένες παραλείψεις του Κίσινγκερ, είναι πολύ αναλυτικό και με πολλά στοιχεία, τηλεγραφήματα των μυστικών υπηρεσιών, συνομιλίες των αξιωματούχων, μεταγενέστερες συνεντεύξεις των πρωταγωνιστών, είναι ένα από τα πιο διαβαστερά του βιβλίου. Κι εδώ, όπως και σε άλλα κεφάλαια, ιδιαίτερη σημασία έχει η έμφαση σε γεγονότα της εσωτερικής πολιτικής σκηνής των ΗΠΑ εκείνη την εποχή, όπως ήταν για παράδειγμα το Γουότεργκεϊτ και η παραίτηση του προέδρου Νίξον, καθώς και της διεθνούς σκηνής, με το δράμα του Βιετνάμ να δεσπόζει στις προτεραιότητες της αμερικανικής πολιτικής. Αυτές οι παρενθέσεις είναι απαραίτητες, μια και συχνά έχουμε την τάση να βλέπουμε τη χώρα μας ως τον ομφαλό της γης, αντικείμενο σκοτεινών συνωμοσιών, παραβλέποντας σημαντικότατα πολιτικά και στρατιωτικά γεγονότα που συνέβαιναν παράλληλα.
Ενώ στην πραγματικότητα, αυτό που προκύπτει με μεγάλη σαφήνεια και γλαφυρότητα, από εκατοντάδες δηλώσεις και έγγραφα, είναι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν σταθερά απρόθυμες να αναλάβουν ενεργό ρόλο στη διευθέτηση των ελληνοτουρκικών κρίσεων, γνωρίζοντας εκ πείρας ότι κάθε εμπλοκή τους θα τους γυρνούσε μπούμερανγκ, όπως και έγινε, ακόμη κι όταν δεν ήθελαν να εμπλακούν, εξαιτίας και μόνο του ρόλου τους ως Φύλακα, ως Μεγάλης Δύναμης, με άλλα λόγια. Δίνεται η σαφής εντύπωση ότι σε ουκ ολίγες περιπτώσεις, κι οι ΗΠΑ σέρνονται από τις εξελίξεις, κι ότι αυτό που σταθερά τις απασχολούσε ήταν η ασφάλεια και η σταθερότητα της περιοχής, η Μεγάλη Εικόνα δηλαδή, που τότε ήταν ο Ψυχρός Πόλεμος και η αντιπαλότητα με τη Σοβιετική Ένωση.
Βέβαια, όλα αυτά αποτελούν, και θα συνεχίσουν να αποτελούν, αντικείμενο έρευνας, μελέτης, αναλύσεων, μια και η Ιστορία ποτέ δεν παγιώνεται οριστικά.
Πάνω από τα πάθη και τις κοντόφθαλμες θεωρήσεις
Θα κλείσω αυτήν την βιβλιοπαρουσίαση με μια αυτονόητη εξομολόγηση: Δεν είμαι ιστορικός ούτε διεθνολόγος, δεν δηλώνω ειδικός στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ούτε και πιστεύω ότι αυτές κανοναρχούνται από κάποια αναπόδραστη ιστορική μοίρα που μας θέλει παντοτινούς εχθρούς με τους εξ ανατολών γείτονες. Είμαι όμως προσεκτικός αναγνώστης, με μεγάλο ενδιαφέρον για τα θέματα της ιστορίας και της πολιτικής, και όλο και συχνότερα αντιλαμβάνομαι ότι η μακροσκοπική θεώρηση που λέγεται «γεωπολιτική» μας βοηθά, αν όχι να κατανοήσουμε τα πάντα, τουλάχιστον να αρθούμε πάνω από τα πάθη μας και κοντόφθαλμες θεωρήσεις των διεθνών σχέσεων και των μεγάλων συγκρούσεων.
Έτσι, διάβασα το βιβλίο του διεθνολόγου Σπύρου Κατσούλα με μεγάλη αδημονία, και σε πάρα πολλά σημεία ένιωσα να με χαϊδεύει το δροσερό αεράκι μιας θέασης των πραγμάτων που υπερβαίνει τις στερεότυπες εθνικιστικές και μονομερείς αφηγήσεις. Με βοήθησε να σκεφτώ καλύτερα τις λογικές με τις οποίες κινούνται οι λεγόμενες μεγάλες δυνάμεις σε μακρινές για εκείνες περιοχές, αλλά και να κατανοήσω ότι τα κράτη, μεγάλα ή μικρά, κινούνται με βάση τα δικά τους συμφέροντα, όπως τα αντιλαμβάνονται κάθε φορά μέσα από ένα μείγμα αντικειμενικών και φαντασιωσικών δεδομένων.
Ε, δεν είναι και λίγα όλα αυτά!
* Ο Κ.Β. ΚΑΤΣΟΥΛΑΡΗΣ είναι συγγραφέας. Τελευταίο του βιβλίο, η συλλογή διηγημάτων «Αφαίας και Τελαμώνος» (εκδ. Μεταίχμιο).