Για το βιβλίο του Ρόντρικ Μπίτον [Roderick Beaton] «Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 και η παγκόσμια σημασία της» (μτφρ. Δέσποινα Κανελλοπούλου, εκδ. Αιώρα).
Γράφει ο Γιώργος Σιακαντάρης
Μετά το εξαιρετικό Ελλάδα: Βιογραφία ενός σύγχρονου έθνους (μτφρ. Μενέλαος Αστερίου, εκδ. Πατάκη) έχουμε στα ελληνικά και ένα μικρό μεν σε όγκο αλλά τεράστιο σε νοήματα βιβλίο, του Βρετανού ιστορικού, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, αλλά και αναγνωρισμένου μελετητή και θαυμαστή του ελληνικού πολιτισμού. Ο Βρετανός ιστορικός παρουσιάζει την Ελληνική Επανάσταση ως σημείο καμπής στο μέσον των Επαναστάσεων από τον 18ο έως τα μέσα του 19ου αιώνα. Η Επανάσταση, τη σημασία της οποίας οι ιστορικοί καθυστέρησαν να αναγνωρίσουν, συνέβη μεταξύ της Αμερικανικής Επανάστασης του Ιουλίου 1776, της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας δεκατριών βρετανικών αποικιών στη Βόρεια Αμερική, της Γαλλικής Επανάστασης του 1789 του τρίπτυχου «Ελευθερία, Ισότητα, Αδελφοσύνη» και της Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη της 26ης Αυγούστου 1789 και των Επαναστάσεων του 1830 και 1848. Αποτέλεσμα της Αμερικανικής και της Γαλλικής Επανάστασης ήταν η δημιουργία ενός νέου είδους κράτους, στο οποίο οι πολίτες εμφανίζονται ως κυρίαρχοι που συναινούν, αποδεχόμενοι ένα Κοινωνικό Συμβόλαιο, στην υπογραφή ενός Συντάγματος και στη διακυβέρνησή τους από ένα σώμα ελεύθερα εκλεγμένο απ’ όλες τις τάξεις. Όμως σ’ αντίθεση με ό,τι συνέβη στην Αμερική, η Γαλλική Επανάσταση ήταν εξαρχής ένας εμφύλιος πόλεμος.
Το 1804 έχουμε το ξέσπασμα της πρώτης αντιαποικοκρατικής Επανάστασης στην Αϊτή, τις εθνικοαπελευθερωτικές Επαναστάσεις στη Λατινική Αμερική (1811-1825) αλλά και στην καρδιά της Ευρώπης, στην Ιταλία το 1820-1821 και δυτικά της στην Ισπανία (1823). Επαναστάσεις που συνέβησαν κόντρα στις αποφάσεις του Συνεδρίου της Βιέννης (1814-1815). Επαναστάσεις που συνεχίστηκαν το 1871 με την ενοποίηση Γερμανίας και Ιταλίας, το 1878 με την Ανεξαρτησία της Σερβίας, το 1908 της Βουλγαρίας, το 1913 της Αλβανίας, το 1922 της Ιρλανδίας και το 1923 με την Ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας.
Η Ελληνική Επανάσταση ήταν το πρώτο επιτυχημένο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα στον Παλαιό Κόσμο. Οι Έλληνες δεν επινόησαν το εθνικό κράτος, στην Ελλάδα όμως επιχειρήθηκε αυτό το πείραμα για πρώτη φορά στην Ευρώπη.
Τι κράτος ήθελαν οι επαναστάτες
Ο συγγραφέας υποστηρίζει πως η Ελληνική Επανάσταση είχε μια ειδοποιό διαφορά απ’ όλες αυτές τις Επαναστάσεις. Η Ελληνική Επανάσταση ήταν το πρώτο επιτυχημένο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα στον Παλαιό Κόσμο. Οι Έλληνες δεν επινόησαν το εθνικό κράτος, στην Ελλάδα όμως επιχειρήθηκε αυτό το πείραμα για πρώτη φορά στην Ευρώπη. Η Ελληνική Επανάσταση διεθνοποιήθηκε μέσω των εκλύσεων των παραγόντων της (βλέπε τις δυο εκκλήσεις του Δημήτριου Υψηλάντη και του Πέτρου Μαυρομιχάλη) προς τους ευρωπαϊκούς λαούς και κυβερνήτες στις οποίες η Επανάσταση παρουσιαζόταν ως πόλεμος της Ευρώπης κατά της βάρβαρης Ασίας. Το ελληνικό κράτος όμως ήταν κάτι το πρωτόγνωρο και όχι κληρονόμος των αρχαίων. Η ανεξαρτησία του ελληνικού κράτους δεν επιτεύχθηκε από τους αρχαίους αλλά από τους σύγχρονους Έλληνες.
Ο αντίκτυπος της Ελληνικής Επανάστασης υπερέβη την αρχική κατακραυγή κατά των τουρκικών θηριωδιών και κυρίως αυτή της Χίου το 1822. Σφαγή που πέρασε στη συνείδηση των Ευρωπαίων με τον πίνακα του Ντελακρουά. Αυτές οι σφαγές οδήγησαν στη δράση των φιλελλήνων και στην αναθεώρηση της ουδέτερης στάσης των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων. Ο Μπίτον όμως δεν αποκρύπτει πως στην Πελοπόννησο επικράτησε ένας πόλεμος θρησκειών, ο οποίος οδήγησε σε εθνοκάθαρση Τούρκων και Αλβανών μουσουλμάνων και Εβραίων.
Το Σύνταγμα της Επιδαύρου 1821-1822 ήταν ένα φιλελεύθερο κείμενο, το οποίο έθετε την ισότητα πρώτη στην ιεραρχία των αξιών, πάνω απ’ αυτή της ελευθερίας. Ακόμα πιο σημαντική ήταν η απόφαση το νέο κράτος να ονομαστεί «Ελλάς» και οι πολίτες του «Έλληνες». Ονομασία που αποτέλεσε τομή σε σχέση με τις μέχρι τότε επίσημες ονομασίες που ανάγονταν στην αρχαιότητα. Η Ελληνική Επανάσταση όμως δεν απέφυγε τη μοίρα πολλών άλλων Επαναστάσεων: Τον εμφύλιο πόλεμο. Στη μια πλευρά βρέθηκαν οι «εκσυγχρονιστές» υπό τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και στην άλλη οι παραδοσιακοί οπλαρχηγοί με επικεφαλής τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη.
Στα τέλη του 1823 η Ελλάδα είχε μια εκσυγχρονιστική κυβέρνηση στο Κρανίδι υπό τον Μαυροκορδάτο και μια των οπλαρχηγών στη Τριπολιτσά υπό τους Κολοκοτρώνη – Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Ο Μαυροκορδάτος επικράτησε στο πεδίο της διακυβέρνησης, ο Κολοκοτρώνης όμως έμεινε στις συνειδήσεις των Ελλήνων μέχρι σήμερα ως ο σπουδαιότερος ήρωας.
Αντικείμενο της διαμάχης, εκτός των προσωπικών φιλοδοξιών, ήταν η μελλοντική πορεία των περιοχών και των κοινοτήτων που θα απελευθερώνονταν, δηλαδή ο τύπος διακυβέρνησης (συγκεντρωτικός ή αποκεντρωτικός–τοπικιστικός) που άρμοζε στις συνήθειες και την ιστορία του τόπου, αλλά και η διεθνοποίηση του αγώνα με την ενεργότερη συμμετοχή των δυτικών δυνάμεων που επεδίωκε ο Μαυροκορδάτος ή η διατήρηση του τοπικού χαρακτήρα της Επανάστασης, με τη μόνη παραχώρηση την υποστήριξη της Ρωσίας, που επεδίωκε ο Κολοκοτρώνης.
Στα τέλη του 1823 η Ελλάδα είχε μια εκσυγχρονιστική κυβέρνηση στο Κρανίδι υπό τον Μαυροκορδάτο και μια των οπλαρχηγών στη Τριπολιτσά υπό τους Κολοκοτρώνη – Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Ο Μαυροκορδάτος επικράτησε στο πεδίο της διακυβέρνησης, ο Κολοκοτρώνης όμως έμεινε στις συνειδήσεις των Ελλήνων μέχρι σήμερα ως ο σπουδαιότερος ήρωας. «Ο εσωτερικός διχασμός που βγήκε τότε στην επιφάνεια δεν έσβησε ποτέ τελείως, ενώ επανεμφανίστηκε ως ρήγμα σε πολλές μεταγενέστερες κρίσεις στην ελληνική ιστορία». (σελ. 55)
Ο Ρόντρικ Μπίτον [Roderick Beaton] γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Εδιμβούργο. Σπούδασε αγγλική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, όπου ολοκλήρωσε και το διδακτορικό του με θέμα το ελληνικό δημοτικό τραγούδι. Από το 1988 ως το 2018 ήταν καθηγητής στην Έδρα Κοραή Νεοελληνικής και Βυζαντινής Ιστορίας, Γλώσσας και Φιλολογίας στο King’s College London, και από το 2012 ως το 2018 διευθυντής του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών στο ίδιο πανεπιστήμιο, όπου και παραμένει ως ομότιμος καθηγητής. Έχει γράψει εκτενώς για θέματα σύγχρονης και μεσαιωνικής ελληνικής λογοτεχνίας. Το 2019 τιμήθηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με το παράσημο του Ταξιάρχη του Τάγματος της Τιμής, «για την εμβληματική συμβολή [του] στην έρευνα της Νεοελληνικής και Βυζαντινής Ιστορίας, Γλώσσας και Λογοτεχνίας». |
Οι διεθνείς επιπτώσεις
Αρχικά οι διεθνείς αντιδράσεις στην Ελληνική Επανάσταση ήταν από χαλαρές έως ιδιαιτέρως αρνητικές. Μόνο ο ηγέτης της επαναστατημένης Αϊτής Ζαν Πιερ Μπουαγιέ έστειλε επιστολή αναγνώρισης του αγώνα των Ελλήνων. Οι κυβερνήσεις αδιαφόρησαν όχι όμως και συγκεκριμένες ομάδες, οι οποίοι αποκλήθηκαν «φιλέλληνες», με πιο γνωστό τον Λόρδο Μπάιρον. Το κίνημα του φιλελληνισμού όμως δεν έμεινε εκεί. Ο ασκός του Αιόλου είχε ανοίξει. Φούντωσε ο εθνικισμός και ο φιλελευθερισμός όλων των υπόλοιπων λαών που ονειρεύονταν την ανεξαρτησία τους από τις τότε Μεγάλες Δυνάμεις και ριζοσπαστικοποίησε τις αντιδράσεις τους. Η αρχαία δημοκρατική Αθήνα έγινε η έμπνευση για όλα τα επαναστατικά συντάγματα των αρχών του 19ου αιώνα, τα οποία «αποτελούσαν φόρο τιμής στους αρχαίους πρόγονους της δημοκρατικής Αθήνας, καθώς και της ρεπουμπλικανικής Ρώμης». (σελ. 61).
Στρατιωτικά η απήχηση των 1200 περίπου φιλελλήνων που πολέμησαν στην Ελλάδα ήταν μηδενική. Η απήχησή τους αφορά τις χώρες από τις οποίες αυτοί ήλθαν. Αυτοί άλλαξαν την κοινή γνώμη όσον αφορά το τι συμβαίνει στην Ελλάδα και επηρέασαν θετικά υπέρ του ελληνικού αγώνα τις κυβερνήσεις των χωρών τους. Σύμφωνα με τον Ντενί Μπαρό το να είσαι φιλέλληνας «σήμαινε να θέλεις να συμμετάσχεις στην ιστορία εν τη γενέσει της» (σ. 66-67). Το 1826-1827 με την εισβολή και τις διώξεις του Ιμπραήμ είχε φτάσει ο καιρός οι Μεγάλες Δυνάμεις (Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία, Ρωσία) να αναλάβουν δράση αποστέλλοντας κοινή ναυτική δύναμη στο Αιγαίο. Η Ναυμαχία στο Ναυαρίνο σήμανε την αρχή της Ελληνικής Ανεξαρτησίας. Ο αριστοκράτης και εκπαιδευμένος στη Ρωσία Καποδίστριας έγινε ο πρώτος κυβερνήτης του ελεύθερου κράτους. Οι επιτυχίες του δεν ήταν λίγες (εκπαιδευτικό και νομισματικό σύστημα, οργάνωση της δικαστικής εξουσίας, κτηματολόγιο, διπλωματικές επιτυχίες), αλλά και η αδυναμία του να κατανοήσει τον ελληνικό λαό και τις συνθήκες στις οποίες αυτός ζούσε, ήταν χτυπητή.
Η πλήρης ανεξαρτησία της χώρας αναγνωρίστηκε στις 3 Φεβρουαρίου 1830. Η επιβολή ενιαίου εθνικού φορολογικού συστήματος κόστισε τη ζωή στον Καποδίστρια στις 27 Σεπτεμβρίου 1831, δια χειρός των Κωνσταντίνου και Γεωργίου Μαυρομιχάλη. Δολοφονία που αποτέλεσε την τελευταία πράξη της Επανάστασης και το πρώτο βήμα για την εγκαθίδρυση της μοναρχίας στη χώρα. «Πολλοί Έλληνες ένιωσαν πληγωμένοι από αυτή την έκβαση, ένα συναίσθημα που κράτησε για πολύ καιρό – ίσως μέχρι και σήμερα». (σελ. 84)
Εξαιρετικό βιβλίο, αν και διατηρώ τις επιφυλάξεις μου στο κατά πόσον η Ελλάδα αποτέλεσε το πρώτο κράτος-έθνος. Ας κοιτάξουμε και λίγο προς Γαλλία μεριά αλλά και προς τη Μεγάλη Βρετανία. (βλ. Guy Hermet, Ιστορία των εθνών και του εθνικισμού στην Ευρώπη, μτφρ. Αλεξάνδρα Νεστοροπούλου, Πρόλ. επιμελητή: Λάμπρος Φλιτούρης εκδ. Πεδίο) αλλά και τις επεξεργασίες των Μπένεντικτ Άντερσον και Ερνστ Γκέλνερ. Βεβαίως, να μη ξεχάσουμε και το εμβληματικό έργο του Γιώργου Δερτιλή Ιστορία της νεότερης και σύγχρονης Ελλάδας 1750-2015 (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης). Η μετάφραση της Δέσποινας Κανελλοπούλου διευκολύνει την ανάγνωση της γλαφυρής γραφής του Μπίτον.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗΣ είναι συγγραφέας και δρ Κοινωνιολογίας. Τελευταίο βιβλίο του, η μελέτη «Το πρωτείο της δημοκρατίας - Σοσιαλδημοκρατία μετά τη σοσιαλδημοκρατία» (εκδ. Αλεξάνδρεια).
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Ο ριζοσπαστισμός του Σέλεϊ είχε μάλλον ιδεαλιστικές παρά πολιτικές βάσεις. Ο Βύρων επέδειξε μεγαλύτερη οξυδέρκεια ως προς το τι μπορούσε να επιτευχθεί. Και οι δυο ωστόσο, προς το τέλος της σύντομης ζωής τους, κοιτούσαν μακριά στο μέλλον. Αυτό που είδαν, συνέβη στ’ αλήθεια, και μάλιστα με τρόπους που κανένας από τους δυο δεν θα μπορούσε να φανταστεί. Η Ελλάδα και οι Έλληνες υπήρξαν πράγματι οι πρώτοι –οι πρωτοπόροι, η εμπροσθοφυλακή, αν θέλετε– που ακολούθησαν έναν δρόμο, τον οποίο μέχρι τότε, το 1830, κανένας λαός στον Παλαιό Κόσμο της Ευρώπης δεν είχε διαβεί με επιτυχία». (σελ. 91)