Για το δοκίμιο του Στρατή Πασχάλη «Ποίηση σε μικρόψυχους καιρούς» (εκδ. Γαβριηλίδης).
Του Νίκου Ερηνάκη
Όπως ο Στρατής Πασχάλης παραφράζοντας τον περίφημο στίχο του Χαίλντερλιν ονοματοδοτεί ευρηματικά το βιβλίο του, θα επιχειρήσω να παραφράσω έναν άλλο στίχο του Χαίλντερλιν [ή μήπως να λέω Σκαρντανέλλι καλύτερα;], από το ποίημά του «Πάτμος» και θα τολμήσω να προτείνω έναν εναλλακτικό υπότιτλο, βαθιά σχετικό νιώθω με όσα ο Στρατής Πασχάλης γράφει: «Μέσα στον κίνδυνο θα ανακαλύψουμε αυτό που σώζει».
Τον ενδιαφέρει η τελική σιωπή που μπορεί να αναζητηθεί και να κερδηθεί μέσα στην πρωτογενή μουσική των ποιημάτων· τον ενδιαφέρουν οι ιδέες πίσω από το ποίημα και το αισθητικό αποτέλεσμα μπροστά από το ποίημα· αλλά και κάπου ενδιάμεσα οι φανερώσεις και οι αποκρύψεις των πρωταρχικών ηδονών και των μεταϋλιστικών αισθημάτων.
Τον Στρατή Πασχάλη, όπως κάθε πηγαίο ποιητή που ενδίδει στη δοκιμασία και της δοκιμιακής γραφής, αφήνουν αδιάφορο οι όποιοι τυπικοί κανόνες της ποίησης, οι όποιες περιγραφικές αναλύσεις της ποιητικής γραφής, κοινώς κάθε μορφή επιφανειακής φιλολογίας. Τον ενδιαφέρει η τελική σιωπή που μπορεί να αναζητηθεί και να κερδηθεί μέσα στην πρωτογενή μουσική των ποιημάτων· τον ενδιαφέρουν οι ιδέες πίσω από το ποίημα και το αισθητικό αποτέλεσμα μπροστά από το ποίημα· αλλά και κάπου ενδιάμεσα οι φανερώσεις και οι αποκρύψεις των πρωταρχικών ηδονών και των μεταϋλιστικών αισθημάτων.
Σε αντίθεση με όσους μιλάνε πολύπλοκα και εξεζητημένα –ένας τρόπος έκφρασης που υπό μια έννοια μάλλον εξισώνεται με τον απλοϊκό–, το εάν κάποιος γνωρίζει σε βάθος αυτό για το οποίο μιλάει αποδεικνύεται από το εάν όταν αναφέρεται σε αυτό εκφράζεται με μια μεταρσιωτική καθαρότητα. Υπό αυτήν την έννοια, ο λόγος του Στρατή Πασχάλη είναι βαθιά καθαρός, ξέρει τι θέλει να πει και γιατί θέλει να το πει, και γι’ αυτό καταφέρνει να είναι οικουμενικός και διαχρονικός, άρα ποιητικός.
Αυτή η καθαρότητα, όμως, δεν εννοείται με τη συμβατική έννοια, αλλά με τη πρωτόγνωρη διαφάνεια που προκύπτει μέσα από έναν αυθεντικό μετεωρισμό, μια ελκυστική ταλάντευση, ένα αλλοπρόσαλλο θραύσμα. Ο Ρεμπώ, ο μέγας κύριος της σιωπής, μας τη διδάσκει σε εντυπωσιακό ύψος· πέρα από το φράγμα του ανέκφραστου, εκεί που καθηλώνονται οι ίλιγγοι. «Αποφασίζω να σωπάσω γιατί έφτασα μέχρις εκεί που νιώθω ότι άγγιξα κάτι που δεν συνεχίζεται», γράφει ο Στρατής Πασχάλης για τον Κάλβο και τον Ρεμπώ, και θυμίζει την περίφημη τελευταία θέση του Wittgenstein από το Tractatus Logico-Philosophicus: «Για όσα δεν μπορεί να μιλάει κανείς, για αυτά καλύτερα να σωπαίνει».
Στα κείμενα του Στρατή Πασχάλη συναντούμε συχνά τη λέξη αυθεντικότητα. Παλεύει με την έννοιά της, τη νοηματοδότησή της, το ρίσκο που αυτή ενέχει. Έχοντας αφιερώσει μεγάλο μέρος της διατριβής μου σε μια παράλληλη πάλη με την έννοια της αυθεντικότητας, νιώθω σε πολλά σημεία συγγενής σύμμαχός του στην αναζήτηση της αυθεντικής ανάγνωσης, της αυθεντικής φανέρωσης του μυστικού που περιέχει ο κόσμος και που εμπεριέχει τον κόσμο ταυτόχρονα.
Ο Στρατής Πασχάλης, μέσα από την διαδρομή της ανάλυσής του, μας χαρίζει μια θαυμάσια δίοδο προς την κατανόηση εκείνης της ποίησης που διασπώμενη αιφνιδιάζει, προς μία μοναδική χορευτική εναλλαγή – τομές προσανατολισμού διαμέσου ενός λόφου που χωρίζει τα ερείπια από την ευτοπία. Επιλέγει ιδιαιτέρως προσεκτικά και επιλεκτικά να μας μιλήσει για την ποίηση εκείνου του ύψους που αποδεικνύει πως είναι η ηδονή που την καθιστά εφικτή καθώς επιτρέπει στην ανάμνηση να εισχωρήσει στο πρωτόγονο και το ενστικτώδες, αποτελώντας τη μοναδική εμπειρία που μπορεί να προσφέρει την άμεση γνώση.
Σε όσους αντιμετωπίζουν την ποίηση εργαλειακά, ως ένα μέσο και όχι ως σκοπό καθεαυτό, είναι η ποιητική γενεαλογία με την οποία καταπιάνεται ο Στρατής Πασχάλης που αποτελεί μια σαφή απάντηση οδηγώντας προς την αληθινή, πηγαία, ασυμβίβαστη πραγμάτωση της ριζικής μεταφοράς. Μέσα στην οποία και μέσω της οποίας επικρατεί διάχυτο ένα είδος, πρωτόγονης και ταυτόχρονα βαθιά ωριμασμένης, και γι’ αυτό πρωταρχικής, σκέψης που μετουσιώνεται σε καθαρό ρυθμό.
Ο Στρατής Πασχάλης ελεύθερα διαχειρίζεται το στοχασμό και τη δημιουργία του χωρίς ετερόνομες νόρμες και συνταγές. Διαφεύγοντας επιτυχώς του αποπνικτικού εγκλωβισμού μέσα στα στερεότυπα ως άλλοθι για ευζωία, ενός περιβάλλοντος απόκρυφης και γι’ αυτό πιο επικίνδυνης ανελευθερίας.
Ο Στρατής Πασχάλης ελεύθερα διαχειρίζεται το στοχασμό και τη δημιουργία του χωρίς ετερόνομες νόρμες και συνταγές. Διαφεύγοντας επιτυχώς του αποπνικτικού εγκλωβισμού μέσα στα στερεότυπα ως άλλοθι για ευζωία, ενός περιβάλλοντος απόκρυφης και γι’ αυτό πιο επικίνδυνης ανελευθερίας. Μοιράζει την προσοχή του ανάμεσα στο ταπεινό και το υψηλό, συμπεριλαμβάνει το ανυπολόγιστο μέσα σε κάθε παιχνίδισμα. Δεν υπάρχει οργή, δεν υπάρχει θλίψη στη γραφή του. Υπάρχει μόνο αναρώτηση και ένα παράπονο πίσω από την αναζήτηση της ονοματοδοσίας που βρίσκει επιτέλους ένα τέλος. Αυτό το τέλος με ενδιαφέρει βαθιά.
Διαβάζοντας τα κείμενα στο βιβλίο, επέμεινε να εμφανίζεται μέσα μου η λέξη «ξέφωτο», μαζί με όλες τις συνδηλώσεις της. Αφέθηκα στην ισχύ της, ελπίδα και αγωνία μαζί, και νιώθω πως ήταν αυτή που μού φανέρωσε τη λύση του βιβλίου – το μυστικό κέντρο, εκεί που ερμητισμός και καθαρότητα ταυτίζονται. Ως έννοια, το ξέφωτο, μας οδηγεί στα μονοπάτια που χάραξε ένας από τους πιο αυθεντικούς στοχαστές του 20ου αιώνα, ο Μάρτιν Χάιντεγκερ (που στην ύστερη περίοδο της σκέψης του ανέδειξε την απαράμιλλη σημαντικότητα του αυθεντικού γάμου της ποίησης με το στοχασμό, με αναφορές από τους Προσωκρατικούς μέχρι τον Χαίλντερλιν, τον Τρακλ και τον Τσέλαν). Ίσως εδώ να επιχειρώ μια αυθαίρετη υπόθεση, αλλά διακρίνω μια υποδόρια αίσθηση χαϊντεγκεριανού στοχασμού να διατρέχει τα κείμενα του Στρατή Πασχάλη ανεξαρτήτως των διαφορετικών χρονικών στιγμών που γράφτηκαν.
Όπως ακριβώς και μια υποδόρια αναφορά στον προσωκρατικό στοχασμό, εκεί που ποίηση και φιλοσοφία υπήρξε ως ένα και το αυτό. Εκεί που πραγματώθηκε μια ενσαρκωμένη αποκάλυψη της ροής, εκεί που παραμένουν άπιστοι οι αιώνες, εκεί που επικρατεί ένας ασύμμετρος πόλεμος του ρητού και του άρρητου, του γνωστού-γνωστού και του άγνωστου-γνωστού, εκεί που συναντούμε ξανά τον Όμηρο, τον Ηράκλειτο, τον Χαίλντερλιν, τον Σολωμό, τον Μαλαρμέ, τον Ρεμπώ, τον Λωτρεαμόν, τον Τρακλ και τον Τσέλαν. Τούτη, μάλιστα, είναι μια κάποια επιλογή γενεαλογίας.
Ανήκουμε σε μια εποχή που δεν νιώθει πουθενά βολικά, ανήκουμε στην εποχή του ανοίκειου. Ο Ρομαντισμός υπήρξε μια αυθεντική έκρηξη ποιητικότητας μέσα στο ορθολογικό ευρωπαϊκό περιβάλλον – αλλά πού κατοικεί τώρα; Μπορούμε άραγε να ανακαλύψουμε τρόπους επανόρθωσής του μετατρέποντας τον εγκλωβισμό του στη νοσταλγία του παρελθόντος σε μία παθιασμένη νοσταλγία του μέλλοντος;
Κάτι λείπει διαρκώς, κι από παντού, μέχρι το σημείο που η πραγματική απουσία εισχωρεί στο πεδίο του σύνηθες και οικοδομεί το γεγονός της απομάγευσης, με τη δισυπόστατη όψη του αγγέλου. Εκεί η απώλεια συναντά την ονοματοδοσία, μακριά από την ατομικότητα αλλά βαθιά στη μοναδικότητα.
Ο Στρατής Πασχάλης στο κείμενο που χαρίζει τον τίτλο του και στο βιβλίο, μας υπενθυμίζει την αρχή του ποιήματος «Άρτος και Οίνος» με το θαυμαστό ρητορικό ερώτημα «Κι οι ποιητές τι χρειάζονται σ’ έναν μικρόψυχο καιρό;» αλλά υπογραμμίζει και την απάντηση που ακολουθεί στο ίδιο ποίημα λίγο πιο κάτω «Οι Ποιητές σαν τους Ιερείς του Βάκχου τους σεβασμίους χρεωστούν να φανερώνονται από Χώρα εις Χώραν, εν μέσω των ιερών Νυχτών».
Το να κατοικείς ποιητικά αυτό τον κόσμο, σημαίνει να είσαι ανοιχτός σε κάθε ενδεχόμενο κατάρρευσης. Αυτό το ενδεχόμενο με συγκινεί στο όσα μένουν ανοιχτά σε όσα διαπιστώνει ο Στρατής Πασχάλης.
Τούτου δοθέντος, αναδεικνύεται μια σημαντική διαπίστωση: επιμένουμε στην απαισιόδοξη ερώτηση και όχι στην απάντηση για την αναγκαιότητα (πάση θυσία) της ποίησης.
Ας επιμείνουμε στην απάντηση λοιπόν – ας σταθούμε εκεί, στα επικίνδυνα όρια που καρδιοχτύπησαν όσοι στάθηκαν όρθιοι απέναντι στην πηγή, και οψόμεθα.
Το να κατοικείς ποιητικά αυτό τον κόσμο, σημαίνει να είσαι ανοιχτός σε κάθε ενδεχόμενο κατάρρευσης. Αυτό το ενδεχόμενο με συγκινεί στο όσα μένουν ανοιχτά σε όσα διαπιστώνει ο Στρατής Πασχάλης (και δεν χρησιμοποιώ τυχαία τον όρο ανοιχτά εδώ – ας νιώσει ελεύθερος ο αναγνώστης να αποπειραθεί, τηρουμένων πάντα των αναλογιών, τη σύνδεση με το «ανοιχτό παίγνιο» του Αξελού και με τα Ανοιχτά Χαρτιά του Ελύτη).
Το μακρύ ταξίδι προς τη λήθη και το ακόμα μακρύτερο προς το αντίθετό της, την α-λήθεια, σε επιστρέφει πάντα στην τρωτότητα της ανθρώπινης κατάστασης. Τη γοητεία λοιπόν αυτής της τρωτότητας της ανθρώπινης συνθήκης αναζητεί η ποιητική σύνθεση δοκιμίων του Στρατή και δεν μπορούμε παρά να σταθούμε συνωμότες για κάθε οραματική απόπειρα λάξευσης και διάνοιξης πηγαίου ποιητικού πεδίου που μέσα από τον κίνδυνο μας οδηγεί στην σωτηρία της ομορφιάς.
* Το παρόν κείμενο διαβάστηκε στην παρουσίαση του βιβλίου στις 30/10/2017 στις Εκδόσεις Γαβριηλίδης.
* Ο ΝΙΚΟΣ ΕΡΗΝΑΚΗΣ είναι ποιητής.
Ποίηση σε μικρόψυχους καιρούς
Στρατής Πασχάλης
Γαβριηλίδης 2017
Σελ. 272, τιμή εκδότη €14,85