rabelais 700 2

Για την εμβληματική μελέτη του Mikhail Bakhtin Ο Ραμπελαί και ο κόσμος του. Για τη λαϊκή κουλτούρα του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης (μτφρ. Γιώργος Πινακούλας, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης).

Του Γιώργου Λαμπράκου

Μεταξύ των συγγραφέων που θεμελίωσαν τη λογοτεχνία της γλώσσας τους αλλά και επέδρασαν καθοριστικά στην εξέλιξη της δυτικής λογοτεχνίας, όπως ο Δάντης και ο Βοκάκιος στην Ιταλία, ο Τσόσερ και ο Σαίξπηρ στην Αγγλία, ο Θερβάντες στην Ισπανία, κ.ά., ο Φρανσουά Ραμπελαί (1494-1553), που θεωρείται ο θεμελιωτής της γαλλικής πεζογραφίας, είναι μάλλον ο πιο απόμακρος, παράξενος και παρεξηγημένος.

Παρά τα επιμέρους εμπόδια, δεν δυσκολευόμαστε να συλλάβουμε το μεγαλείο του Δεκαήμερου, του Άμλετ ή του Δον Κιχώτη, ωστόσο με το ενοποιημένο μυθιστόρημα Γαργαντούας και Πανταγκρυέλ συχνά αντιμετωπίζουμε πρόβλημα: δεν είναι τυχαίο πως η πρώτη πλήρης ελληνική έκδοση των δύο πρώτων και βασικών βιβλίων του μυθιστορήματος, στη μετάφραση του Φ.Δ. Δρακονταειδή (Γαλλικό Ινστιτούτο, 1994), έχει 648 υποσημειώσεις, αναγκαίες για την κατανόησή του. Εδώ και αιώνες, λοιπόν, πολλοί κλήθηκαν να λύσουν «το πρόβλημα Ραμπελαί», δηλαδή να εξηγήσουν πού έγκειται η σπουδαιότητα του έργου του, αλλά ενδεχομένως την καλύτερη λύση έδωσε ο Ρώσος θεωρητικός της λογοτεχνίας και φιλόσοφος Μιχαήλ Μπαχτίν (1895-1975) στην ανεπανάληπτη μελέτη του Ο Ραμπελαί και ο κόσμος του. Για τη λαϊκή κουλτούρα του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης που μόλις εκδόθηκε σε μετάφραση του Γιώργου Πινακούλα, από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, σε έναν εξαιρετικό τόμο. Ας σημειωθεί ότι τα αποσπάσματα από τα επόμενα τρία βιβλία της πενταλογίας που έγραψε ο Ραμπελαί έχουν επίσης μεταφραστεί από τον Δρακονταειδή ειδικά για αυτή την έκδοση.       

Κάποιοι θεώρησαν τον Ραμπελαί έναν παράξενο και ολίγον χοντροκομμένο τύπο που απλώς έγραψε ένα μυθιστόρημα γεμάτο αστεία χωρίς όμως ιδιαίτερο βάθος. Άλλοι τον έκριναν αποκλειστικά στο στενό πλαίσιο των συγκεκριμένων αναφορών στην εποχή του και των επιμέρους επικριτικών ή σαρκαστικών προθέσεων του.

Κεντρικό αντικείμενο του Μπαχτίν είναι λοιπόν να ερευνήσει και να εξηγήσει γιατί οι –κυρίως από τον 17ο αιώνα και εξής– αναγνώστες του Ραμπελαί, τόσο οι απλοί όσο και οι ειδικοί, δεν κατανόησαν σε πλήρες εύρος και βάθος το έργο του. Κάποιοι θεώρησαν τον Ραμπελαί έναν παράξενο και ολίγον χοντροκομμένο τύπο που απλώς έγραψε ένα μυθιστόρημα γεμάτο αστεία χωρίς όμως ιδιαίτερο βάθος. Άλλοι τον έκριναν αποκλειστικά στο στενό πλαίσιο των συγκεκριμένων αναφορών στην εποχή του και των επιμέρους επικριτικών ή σαρκαστικών προθέσεων του. Άλλοι, πάλι, πάσχισαν να τον αποκαθάρουν από οτιδήποτε (εκλάμβαναν ως) άξεστο, ποταπό και χυδαίο, εκδίδοντας το έργο του πετσοκομμένο αναλόγως. Περιττό να ειπωθεί πως αρκετοί «σοβαροί» αναγνώστες και κριτικοί, που δυστυχώς δεν λείπουν από καμία εποχή, δεν μπορούσαν να δεχτούν (ορθότερα: να ανεχτούν) το αυθάδες και ελευθέριο πνεύμα του. Η απάντηση του Μπαχτίν, η οποία αναπτύσσεται σε πάνω από πεντακόσιες σελίδες, είναι ότι σχεδόν κανείς δεν κατάφερε να συνθέσει ολιστικά τη «λαϊκή γελαστική κουλτούρα» του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης από την οποία ο Ραμπελαί άρδευσε τα βασικά στοιχεία του έργου του. Και ένας βασικός λόγος για τον οποίο η εν λόγω κουλτούρα δεν έγινε κατανοητή σε ένα ολιστικό συνθετικό πλαίσιο είναι ότι κανείς δεν φαίνεται να εισήλθε στην εποχή του ίδιου του Ραμπελαί για να την κρίνει, και μαζί να κρίνει κι εκείνον, σύμφωνα με τα δικά της κριτήρια, αλλά όλα κρίθηκαν με μεταγενέστερα, «εκμοντερνισμένα» κριτήρια που δεν συνέλαβαν, όπως γράφει ο Μπαχτίν, «την ενότητα του ραμπελαισιανού κόσμου».  

Τρεις πτυχές τις «γελαστικής κουλτούρας»

Σύμφωνα με τον Μπαχτίν, η λαϊκή γελαστική κουλτούρα έχει τρεις βασικές πτυχές: τις «τελετουργικο-παραστατικές μορφές» (π.χ. καρναβάλια και λοιπές παραστάσεις στις πλατείες), τα «προφορικά και γραπτά γελαστικά έργα λόγου», και τις ποικίλες «μορφές του οικείου-πλατεΐστικου λόγου» (π.χ. βρισιές, όρκοι, παινέματα κ.ά.). Οι τρεις αυτές πτυχές συγκροτούν μια οιονεί ενότητα που ενέχει περιθωριακά και ανεπίσημα, εξωεκκλησιαστικά και εξωκρατικά στοιχεία, δημιουργώντας έναν ουτοπικό, πάνδημο, γιορταστικό και αμφίθυμο κόσμο, έναν «δεύτερο κόσμο», ο οποίος έρχεται να αντιπαρατεθεί στις επίσημες εξουσίες του «πρώτου κόσμου», όπως η Εκκλησία και τα δόγματά της, ο βασιλιάς και η αυλή του, η πολιτεία και οι νόμοι της, με τη σοβαρότητα, την αυταρχικότητα και την αδιαλλαξία που παραδοσιακά και αναπόφευκτα τους διέπει. 

Ο γκροτέσκος ρεαλισμός, όπως φανερώνεται στο έργο του Ραμπελαί, αρνείται και καταφάσκει, σκοτώνει και γεννά, αποδομεί και δομεί, σε ένα αναγεννησιακό Γίγνεσθαι που αποβλέπει στην εναντίωση στο μεσαιωνικό Είναι κι έτσι στη φανέρωση της «αιώνιας ημιτέλειας» του κόσμου.

Ο Μπαχτίν τονίζει σε κάθε σημείο τη «γελαστική εικονοποιία» του Ραμπελαί η οποία δίνει έμφαση στην «υλική-σωματική αρχή του κάτω» (γεννητικά όργανα και οπές και, κατ’ επέκταση, γη και κόλαση), σε αντίθεση με το ιδεαλιστικό «πάνω» (νους/ψυχή και, κατ’ επέκταση, ουρανός και παράδεισος). Αυτή η αρχή, που παρουσιάζεται με «γκροτέσκο ρεαλισμό», αποβλέπει στον υποβιβασμό κάθε πράγματος, υποβιβασμό που όμως δεν είναι μόνο ούτε κυρίως αρνητικός, αλλά έχει και μια ισχυρή θετική, δημιουργική όψη, εξού και ο «αμφίθυμος» χαρακτήρας του. Ο γκροτέσκος ρεαλισμός, όπως φανερώνεται στο έργο του Ραμπελαί, αρνείται και καταφάσκει, σκοτώνει και γεννά, αποδομεί και δομεί, σε ένα αναγεννησιακό Γίγνεσθαι που αποβλέπει στην εναντίωση στο μεσαιωνικό Είναι κι έτσι στη φανέρωση της «αιώνιας ημιτέλειας» του κόσμου. Όπως γράφει: «Η άνθηση του γκροτέσκου ρεαλισμού είναι το εικονικό σύστημα της λαϊκής γελαστικής κουλτούρας του Μεσαίωνα, και το καλλιτεχνικό του απόγειο η λογοτεχνία της Αναγέννησης».  

Το γέλιο τίθεται στο επίκεντρο της μελέτης του Μπαχτίν για τον εξέχοντα ιατροφιλόσοφο Ραμπελαί, αυτό τον «εύθυμο γιατρό» και «συνεπή υλιστή». Ο ομηρικός «άσβεστος γέλως» των θεών προσγειώνεται και γειώνεται στις πλατείες, τα καρναβάλια και τους δρόμους (τόσο τους πραγματικούς, όσο και εκείνους του μυθιστορήματος) χαροποιώντας και ζωοποιώντας τον κόσμο, ο οποίος επισήμως δεν επιτρέπεται να γελά: «Ο Μεσαίωνας, καθώς δεν επέτρεπε το γέλιο σε καμία απ’ τις επίσημες σφαίρες της ζωής και της ιδεολογίας, παραχωρούσε, απ’ την άλλη πλευρά, ιδιαίτερα προνόμια ελευθεριότητας και ατιμωρησίας εκτός αυτών των σφαιρών». Οι γιορτές των τρελών, η γιορτή του γαϊδάρου, το πασχάλιο γέλιο, οι παρωδίες, τα μυστήρια είναι μερικές από τις μορφές της ανεπίσημης, πλατεΐστικης κριτικής στους κρατούντες, γράφει ο Μπαχτίν, αφού εδώ «επενδύεται η λαϊκή προσδοκία για ένα καλύτερο μέλλον, για ένα δικαιότερο κοινωνικό-οικονομικό καθεστώς, για μια νέα αλήθεια». Έτσι, το απόλυτο, το απαρασάλευτο, το σοβαρό, το ευλαβικό και το εκφοβιστικό δέχονται τα πυρά του σχετικού, του διασαλευμένου, του κωμικού, του αναιδούς και του άφοβου. «Όχι μόνο το γέλιο δεν κάνει καμία εξαίρεση για το υψηλό, αλλά, αντίθετα, στρέφεται κατ’ εξοχήν εναντίον του. […] Η εξουσία, η βία, ο αυταρχισμός ποτέ δε μιλούν στη γλώσσα του γέλιου». Η παραπάνω «λαϊκή κριτική», πάντως, δεν είναι ούτε πάντα στοχευμένη ούτε πάντα συνειδητή, αφού ο άνθρωπος του Μεσαίωνα εξακολουθούσε να φέρει μέσα του, πέρα από τη λαϊκή, και την επίσημη συνείδηση.

alt 

Με την έλευση του 17ου αιώνα και αργότερα του Διαφωτισμού, ωστόσο, το γέλιο χάνει κατά τον Μπαχτίν τον πλατεΐστικο, γκροτέσκο, παλλαϊκό χαρακτήρα του και λαμβάνει «μορφές του μειωμένου γέλιου», όπως η σάτιρα, η ειρωνεία, ο σαρκασμός και το χιούμορ (που εδώ νοηματοδοτούνται με κυρίως αρνητικό πρόσημο), οπότε πλέον «η γελαστική οικουμενικότητα του καρναβαλικού τύπου βαθμιαία γίνεται ακατανόητη».

Προς τα τέλη του Μεσαίωνα το γέλιο αρχίζει κατά τον Μπαχτίν να εισέρχεται στη μεγάλη λογοτεχνία, οπότε τα στεγανά αρχίζουν να διαρρηγνύονται. Στο επίκεντρο της βαθμιαίας θόλωσης των διαχωριστικών ορίων βρίσκεται το μυθιστόρημα του Ραμπελαί. Με την έλευση του 17ου αιώνα και αργότερα του Διαφωτισμού, ωστόσο, το γέλιο χάνει κατά τον Μπαχτίν τον πλατεΐστικο, γκροτέσκο, παλλαϊκό χαρακτήρα του και λαμβάνει «μορφές του μειωμένου γέλιου», όπως η σάτιρα, η ειρωνεία, ο σαρκασμός και το χιούμορ (που εδώ νοηματοδοτούνται με κυρίως αρνητικό πρόσημο), οπότε πλέον «η γελαστική οικουμενικότητα του καρναβαλικού τύπου βαθμιαία γίνεται ακατανόητη». Στο σημείο αυτό, παρότι επιτυγχάνεται ο στόχος του Μπαχτίν να διαφωτίσει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του ραμπελαισιανού γέλιου, θεωρώ πως υπερβάλλει ως προς τα αρνητικά γνωρίσματα της σάτιρας. Όταν π.χ. υποστηρίζει ότι πίσω από την άρνηση της σάτιρας βρίσκεται το «μηδέν» και όχι ένα «αντίστροφο αντικείμενο [...] το καρναβαλικό ανάποδα», υποτιμά τη δυνατότητα (που εννοείται πως δεν γίνεται πάντα πραγματικότητα) της σάτιρας και των άλλων μορφών του «μειωμένου γέλιου» να αναδεικνύουν κάτι θετικό και άξιο διά του αντιθέτου – σε γενικές γραμμές, πάντως, ο Μπαχτίν διατηρεί σε ισορροπία το κοσμοθεωρητικό του σχήμα και όπου μπορεί σχετικοποιεί τις αναπόφευκτες σχηματοποιήσεις του.   

Μια νέα εύθυμη αλήθεια

Η ισχυρότερη και ίσως ωραιότερη θεωρητική προσέγγιση του Μπαχτίν αφορά στην ερμηνεία των στοιχείων του «υλικού-σωματικού κάτω» στο μυθιστόρημα του Ραμπελαί, όπως είναι οι εικόνες με τα γεννητικά όργανα, τα ούρα, τα κόπρανα, τα κάθε λογής υγρά του σώματος, και η σύνδεσή τους με την εικόνα του ανοιχτού στόματος. Για τον Μπαχτίν αυτές οι εικόνες συνδέονται αναπόσπαστα με έννοιες όπως «η γέννηση, η γονιμότητα, η ανανέωση, η ευημερία» και συνιστούν «το μοτίβο θανάτου-ανανέωσης-γονιμότητας» το οποίο θεωρεί κορυφαίο μοτίβο στο μυθιστόρημα του Ραμπελαί. Όλα όσα εκ πρώτης όψεως μοιάζουν με κενές βωμολοχίες ή φτηνούς αστεϊσμούς, ενέχουν (επειδή προέρχονται από) μια ολόκληρη κοσμοεικόνα, την πλατεΐστικη και την καρναβαλική. Σε αυτή την εικονοποιία συμμετέχουν επίσης σε κεντρικές θέσεις οι εικόνες του φαγητού, του ποτού και γενικότερα του γλεντιού, ενώ οι βρισιές, οι κατάρες, οι ξυλιές, οι διαμελισμοί, ακόμα και οι φόνοι, στρέφονται κυρίως ενάντια στους εκπροσώπους «της σκυθρωπής παλιάς αλήθειας, της μεσαιωνικής κοσμοαντίληψης, του “γοτθικού σκοταδιού”». Είναι μεν εικόνες χαρωπές, ελευθέριες, γιορταστικές, αλλά και συνειδητά ή ασύνειδα επιθετικές, πολεμικές, διαλυτικές. Με τη μοναδική γλώσσα του ο Ραμπελαί «αποκαλύπτει τη δική του νέα εύθυμη αλήθεια για τον κόσμο».

altΣε αυτή τη νέα εύθυμη αλήθεια φανερώνεται η ανατροπή του παλαιού, ιεραρχικού, «κατακόρυφου» κόσμου του Μεσαίωνα από τον νέο, «οριζόντιο» κόσμο της Αναγέννησης και αργότερα των Νέων Χρόνων, τον κόσμο της εξέλιξης και της προόδου (ή έστω, των ιδεών της εξέλιξης και της προόδου, άσχετα από την εκάστοτε μεταγενέστερη τροπή τους). Εδώ ο χρόνος καθίσταται σταδιακά ανοιχτός, όπως και η κοινωνία: «Η κυρίαρχη εξουσία και η κυρίαρχη αλήθεια» διαβάζουμε σε ένα υπέροχο σημείο «δε βλέπουν τον εαυτό τους στον καθρέφτη του χρόνου, γι’ αυτό και δε βλέπουν την αρχή, τα όριά τους και το τέλος τους, δε βλέπουν το γέρικο και αστείο πρόσωπό τους, των κωμικό χαρακτήρα των αξιώσεών τους για αιωνιότητα και μη καταργησιμότητα». Ουσιαστικά, μας λέει ο Μπαχτίν, ο Μεσαίωνας διαλύθηκε μέσα από την ίδια του την αξίωση για το αναλλοίωτο, το αιώνιο, το «μη καταργήσιμο». Έτσι, ο μεν Ραμπελαί χλευάζει τη Σορβόννη μέσα από τον μυθοπλαστικό χαρακτήρα του «Ιωαννίκιου Κοντοπεοφόρου», η δε πραγματική Σορβόννη αντεπιτίθεται καταδικάζοντας και (όσο ήταν δυνατόν) απαγορεύοντας τα βιβλία του: τελικός νικητής, ευτυχώς, αναδεικνύεται ο γελαστός Ραμπελαί, όχι το αρχαιότερο και αγέλαστο μέλος της Σορβόννης.

Το μυθιστόρημα, μέσα από τους γίγαντες, τους τόσο larger than life ήρωες Γαργαντούας και Πανταγκρυέλ, γιορτάζει το πλεόνασμα, την αφθονία, τη μεγαλοποίηση των πάντων, που είναι «από τα βασικότερα γνωρίσματα του γκροτέσκου ύφους».

Το μυθιστόρημα, μέσα από τους γίγαντες, τους τόσο larger than life ήρωες Γαργαντούας και Πανταγκρυέλ, γιορτάζει το πλεόνασμα, την αφθονία, τη μεγαλοποίηση των πάντων, που είναι «από τα βασικότερα γνωρίσματα του γκροτέσκου ύφους», και μαζί την ευωχική «καρναβαλοποίηση της συνείδησης» με σύμβολο το κρασί και όχι το λάδι: «Να πιω! Να πιω! Να πιω!» κραυγάζει ο άρτι αφιχθείς στον κόσμο Γαργαντούας, αντί να κλάψει εκλιπαρώντας για το γαλατάκι του, ενώ και ο γιος του Πανταγκρυέλ (πανδιψασμένος) δεν πάει πίσω… «Η συνείδηση της καθαρά ανθρώπινης υλικο-σωματικής δύναμής του διαποτίζει το γκροτέσκο συμπόσιο. Ο άνθρωπος δε φοβάται τον κόσμο· τον νίκησε και τον γεύεται» εξηγεί ωραία ο Μπαχτίν, υποστηρίζοντας πως οι ευωχικές εικόνες του Ραμπελαί δεν σηματοδοτούν την απληστία του νεότερου «ατομικού-εγωιστικού ανθρώπου», αλλά αποτελούν έκφραση «κοινωνικής δικαιοσύνης». Στο ραμπελαισιανό «γκροτέσκο σώμα» που «δε διαχωρίζεται απ’ τον υπόλοιπο κόσμο, δεν είναι απομονωμένο, ολοκληρωμένο, περατωμένο, υπερβαίνει εαυτό, εξέρχεται απ’ τα όριά του», αντιδιαστέλλει τη μεγάλη αλλαγή που θα επέλθει στην αυτεπίγνωση του σώματος στους Νέους Χρόνους όταν εμφανίζεται το «εντελώς ολοκληρωμένο, περατωμένο, αυστηρά οροθετημένο, κλειστό, ιδωμένο απ’ έξω, μη αναμεμειγμένο και ατομικά εκφραζόμενο σώμα». 

alt

Ο Μπαχτίν σημειώνει πως το μυθιστόρημα του Ραμπελαί είναι εγκυκλοπαιδικό, οπότε οι γνώσεις από κάθε κλάδο του επιστητού της εποχής του και μαζί οτιδήποτε λαϊκό βρίσκονται ενσωματωμένα σε αυτό, πολλαπλασιάζοντας τα επίπεδα της ερμηνείας του.

Είναι αδύνατο μέσα σε μια σύντομη βιβλιοπαρουσίαση να αναδειχτεί ο τεράστιος γνωστικός και ερμηνευτικός πλούτος της μελέτης του Μπαχτίν, ο οποίος πέρα από το ότι αναλύει δεκάδες επεισόδια του μυθιστορήματος, εξηγεί την έλευση της νεότερης επιστημονικής κοσμοεικόνας, παρουσιάζει την παρ’ όλες τις δυσκολίες και τους κινδύνους εντεινόμενη διακωμώδηση των χριστιανικών δογμάτων, αναφέρει τις αρχαιοελληνικές πηγές του έργου (μεταξύ άλλων τον Διογένη τον Κυνικό, τον Ιπποκράτη, αλλά και την ηρακλείτεια κοσμοεικόνα), πραγματεύεται τα προβλήματα που ανέκυψαν κατά τη διαπάλη της γαλλικής δημώδους με τη λατινική γλώσσα, περιγράφει τα ιστορικά συμβάντα της εποχής και το πώς εισχώρησαν μεταμορφωμένα στο μυθιστόρημα, και φυσικά αναφέρεται εκτενώς στις ποικίλες λαϊκές γιορτές, εκδηλώσεις, παραστάσεις, διασκεδάσεις και κουλτούρες του όψιμου Μεσαίωνα και της Αναγέννησης που επηρέασαν βαθιά τον Ραμπελαί. Ο Μπαχτίν σημειώνει πως το μυθιστόρημα του Ραμπελαί είναι εγκυκλοπαιδικό, οπότε οι γνώσεις από κάθε κλάδο του επιστητού της εποχής του και μαζί οτιδήποτε λαϊκό βρίσκονται ενσωματωμένα σε αυτό, πολλαπλασιάζοντας τα επίπεδα της ερμηνείας του.   

Ο Μπαχτίν σημειώνει πως η ερευνητική του πρόθεση είναι περιγραφική και όχι αξιολογική (όταν συγκρίνει τον γκροτέσκο με τον κλασικό κανόνα, λέει πως «καθόλου δεν υποστηρίζουμε την υπεροχή του ενός κανόνα επί του άλλου, αλλά διαπιστώνουμε απλώς τις ουσιαστικές διαφορές μεταξύ τους»), ωστόσο θεωρώ πως η ψυχή του, εμμέσως πλην σαφώς, τάσσεται υπέρ του γκροτέσκου ρεαλισμού, υπέρ κάποιων όψεων της εποχής εκείνης και προπάντων υπέρ των ελευθέριων, γελαστικών και αντιαυταρχικών της γνωρισμάτων, όπως τα φανερώνει ο Ραμπελαί. Δεν νομίζω πως όταν γράφει πως «το γέλιο δε στήνει πυρές» ή όταν μιλά για «τον τεράστιο ρόλο του κοσμικού φόβου» δεν έχει κατά νου τα όσα διέπραξαν στον 20ό αιώνα τα κατεξοχήν αγέλαστα ολοκληρωτικά καθεστώτα, με τη Σοβιετική Ένωση σε κεντρική θέση. Ο ίδιος συνελήφθη το 1929 και καταδικάστηκε σε δεκαετή απομάκρυνση από τη Μόσχα, ζώντας τις επόμενες δεκαετίες σε τέτοια αφάνεια ώστε κάποιοι μελετητές του τον θεωρούσαν νεκρό. Θεωρώ λοιπόν πως απόηχοι της προσωπικής του κατάστασης (χωρίς συγκεκριμένη αναφορά) διαφαίνονται στο έργο του, που διαπνέεται από νοσταλγικές πινελιές – το αν νοσταλγεί κάτι που μπορεί ενίοτε να παρουσιάζεται εξιδανικευμένο, δεν είναι του παρόντος.

Ο Ραμπελαί και ο κόσμος του είναι ένα φιλολογικό και ανθρωπολογικό έργο μακράς πνοής και βραδείας καύσεως.

Τα θριαμβικά συμπεράσματα του Μπαχτίν για το μυθιστόρημα του Ραμπελαί («είναι το πιο άφοβο έργο της παγκόσμιας λογοτεχνίας» και «είναι το πιο γιορταστικό έργο σε όλη την παγκόσμια λογοτεχνία») θα μπορούσαν, τηρουμένων των αναλογιών, να χαρακτηρίσουν τη μελέτη του. Συνάμα, αυτή βρίθει από το «θεωρητικό πάθος» την έλλειψη του οποίου καταδικάζει στην επιστημονική βιβλιογραφία για το θέμα, καθώς και την πληθωρικότητα που χαρακτηρίζει το εν λόγω μυθιστόρημα. Ο Ραμπελαί και ο κόσμος του είναι ένα φιλολογικό και ανθρωπολογικό έργο μακράς πνοής και βραδείας καύσεως, είναι ένα απαραίτητο, καθότι αποκαλυπτικό, συμπλήρωμα στο αριστούργημα του Ραμπελαί. Μετά τον Μπαχτίν, ο Ραμπελαί δεν είναι πια ο ίδιος ή, καλύτερα, ίσως γίνεται αυτός ακριβώς που θα ήθελε να ήταν πάντα για τους άλλους.

* Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.
Τελευταίο βιβλίο του, το «Αίμα μηχανή» (εκδ. Μελάνι).


Απόσπασμα από το βιβλίο

«Ας μην ξεχνάμε ότι τα ούρα (όπως και τα κόπρανα) είναι μια εύθυμη ύλη, που ταυτόχρονα υποβιβάζει και ανακουφίζει, μετατρέποντας το φόβο σε γέλιο. Αν τα κόπρανα είναι, κατά κάποιο τρόπο, κάτι ενδιάμεσο μεταξύ του σώματος και της γης (είναι ο γελαστικός κρίκος που ενώνει τη γη με το σώμα), τότε τα ούρα είναι κάτι ενδιάμεσο μεταξύ του σώματος και της θάλασσας. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο διάβολος των μυστηρίων Πανταγκρυέλ, η ενσάρκωση του αλμυρού θαλασσινού στοιχείου, γίνεται στον Ραμπελαί, σε κάποιο βαθμό, η ενσάρκωση του εύθυμου στοιχείου των ούρων. […] Τα κόπρανα και τα ούρα σωματοποιούν την ύλη, τον κόσμο, το κοσμικό στοιχείο, τα κάνουν κάπως οικεία-κοντινά και σωματικά-κατανοητά (γιατί είναι μια ύλη και ένα στοιχείο που γεννιούνται και εκκρίνονται απ’ το ίδιο το σώμα). Τα ούρα και τα κόπρανα μεταμορφώνουν τον κοσμικό τρόμο σε ένα εύθυμο καρναβαλικό φόβητρο»


bakhtinΟ Ραμπελαί και ο κόσμος του
Για τη λαϊκή κουλτούρα του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης
Mikhail Bakhtin
Μτφρ. Γιώργος Πινακούλας
Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης 2017
Σελ. 576, τιμή εκδότη €24,00

alt

ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ MIKHAIL BAKHTIN

Ακολουθήστε την bookpress.gr στο Google News και διαβάστε πρώτοι τα θέματα που σας ενδιαφέρουν.


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

«Ο καπιταλισμός της πλατφόρμας» του Νικ Σέρνιτσκ (κριτική) – Πώς να δουλεύεις περισσότερο, να αμοίβεσαι λιγότερο, και να είσαι… χαρούμενος

«Ο καπιταλισμός της πλατφόρμας» του Νικ Σέρνιτσκ (κριτική) – Πώς να δουλεύεις περισσότερο, να αμοίβεσαι λιγότερο, και να είσαι… χαρούμενος

Για το δοκίμιο του Νικ Σέρνιτσκ (Nick Srnicek) «Ο καπιταλισμός της πλατφόρμας» (μτφρ. Γιώργος Μαριάς, Αλέξανδρος Μινωτάκης, εκδ. Τόπος). 

Γράφει ο Γιώργος Σιακαντάρης

O Καναδός ακαδημαϊκός Νικ Σέρνι...

«Μητριαρχία – Η μοιχεία» του Πολ Λαφάργκ (κριτική) – Κλονίζοντας τις κρατούσες απόψεις και τα ήθη τότε και τώρα

«Μητριαρχία – Η μοιχεία» του Πολ Λαφάργκ (κριτική) – Κλονίζοντας τις κρατούσες απόψεις και τα ήθη τότε και τώρα

Για το δοκίμιο του Πολ Λαφάργκ (Paul Lafargue) «Μητριαρχία – Η μοιχεία» (μτφρ. Χρήστος Κεφαλής, Αντώνης Παντίδης, εκδ. Αργοναύτης). Εικόνα: Ο Πολ Λαφάργκ και η Λόρα Μαρξ. ...

Για τα όρια της ερμηνείας και της δικαστικής εξουσίας – Κατανοώνας τη βαθιά Αμερική μέσα από τη νομολογία του συντηρητικού δικαστή Σκαλία

Για τα όρια της ερμηνείας και της δικαστικής εξουσίας – Κατανοώνας τη βαθιά Αμερική μέσα από τη νομολογία του συντηρητικού δικαστή Σκαλία

Για τη συλλογή κειμένων του εμβληματικού όσο και αμφιλεγόμενου δικαστή Άντονιν Σκαλία (Antonin Scalia, 1936-2016)) με τίτλο «Νομολογιακές σκέψεις για τα όρια της ερμηνείας και της δικαστικής εξουσίας» (επιλογή κειμένων και μετάφραση: Δημήτριος Χρ. Πολίτης) που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαζήση. Αν και συντηρ...

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας Κύπρου: Στον Κυριάκο Μαργαρίτη το βραβείο Μυθιστορήματος

Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας Κύπρου: Στον Κυριάκο Μαργαρίτη το βραβείο Μυθιστορήματος

Απονεμήθηκαν τα Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας Κύπρου για εκδόσεις του 2024. Τα βιβλία που τιμήθηκαν στις κατηγορίες Ποίησης, Μυθιστορήματος, Διηγήματος, Δοκιμίου και Νέου Λογοτέχνη. Κεντρική εικόνα: Ο Κυριάκος Μαργαρίτης.

Επιμέλεια: Book Press

...
«Ανάμεσα σε τόσους δρόμους» του Πάμπλο Χοφρέ – Ένα μακρύ υπερποιητικό ταξίδι

«Ανάμεσα σε τόσους δρόμους» του Πάμπλο Χοφρέ – Ένα μακρύ υπερποιητικό ταξίδι

Για την ποιητική συλλογή του Χιλιανού Πάμπλο Χοφρέ (Pablo Jofré) «Ανάμεσα σε τόσους δρόμους – Συγκεντρωμένα ποιήματα 2009-2019 (δίγλωσση έκδοση, ελληνικά-ισπανικά)» (μτφρ. Μαρία Καραλή, Αλίκη Μανωλά, Ιφιγένεια Ντούμη, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, εκδ. Σαιξπηρικόν). Εικόνα: Εξώφυλλο της χιλιανής έκδο...

Κείμενα «με τη βοήθεια» Τεχνητής Νοημοσύνης: Πώς παράγονται και πώς ξεχωρίζουν – Κάποιες σκέψεις

Κείμενα «με τη βοήθεια» Τεχνητής Νοημοσύνης: Πώς παράγονται και πώς ξεχωρίζουν – Κάποιες σκέψεις

Πώς γράφει η Τεχνητή Νοημοσύνη; Πώς αναπαριστά την πραγματικότητα, και πώς, από «εργαλείο», καταλήγει να εργαλειοποιεί τον χρήστη της; Θα μπορούσε ποτέ ένα πρόγραμμα ΤΝ να γράψει όπως ο Φλομπέρ; Εικόνα: Από την ταινία «Her» (2013). 

Γράφει ο Αντώνης Γουλιανός&nb...

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

«Η φωλιά» του Γιώργου Ψωμιάδη (προδημοσίευση)

«Η φωλιά» του Γιώργου Ψωμιάδη (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το ομότιτλο διήγημα της συλλογής διηγημάτων του Γιώργου Ψωμιάδη «Η φωλιά», η οποία θα κυκλοφορήσει στις 19 Νοεμβρίου από τις εκδόσεις Κίχλη.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Ἡ φωλιὰ 

Τὸ φορτη...

«Ο δρόμος προς τα αστέρια» της Ίνβιλ Χ. Ρισχέι (προδημοσίευση)

«Ο δρόμος προς τα αστέρια» της Ίνβιλ Χ. Ρισχέι (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα της Ίνβιλ Χ. Ρισχέι [Ingvild H. Rishøi] «Ο δρόμος προς τα αστέρια» (μτφρ. Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη), το οποίο θα κυκλοφορήσει στις 13 Νοεμβρίου από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

...
«Ζήτω η Άγκαθα Κρίστι» της Μάρως Δούκα (προδημοσίευση)

«Ζήτω η Άγκαθα Κρίστι» της Μάρως Δούκα (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το νέο μυθιστόρημα της Μάρως Δούκα «Ζήτω η Άγκαθα Κρίστι», το οποίο θα κυκλοφορήσει στα τέλη Νοεμβρίου από τις εκδόσεις Πατάκη.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Στον Ορέστη

Ολιγ...

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Τι διαβάζουμε τώρα; 12 βιβλία σύγχρονης ελληνικής πεζογραφίας

Τι διαβάζουμε τώρα; 12 βιβλία σύγχρονης ελληνικής πεζογραφίας

Δώδεκα βιβλία ελληνικής πεζογραφίας που μόλις εκδόθηκαν. Τρία από αυτά είναι επανεκδόσεις.

Γράφει ο Κώστας Αγοραστός

Βασίλης Γκουρογιάννης, ...

Ημερολόγια καρκίνου, η γραφή που θεραπεύει: Λορντ και Νικολαΐδου, δύο γυναίκες, δύο καταγραφές της εμπειρίας με τη νόσο

Ημερολόγια καρκίνου, η γραφή που θεραπεύει: Λορντ και Νικολαΐδου, δύο γυναίκες, δύο καταγραφές της εμπειρίας με τη νόσο

Παράλληλη ανάγνωση των προσωπικών ημερολογίων, δύο συγγραφέων που νόσησαν με καρκίνο του μαστού. Πρόκειται για τα: «Ημερολόγια καρκίνου» (μτφρ. Ισμήνη Θεοδωροπούλου, εκδ. Κείμενα) της Όντρι Λορντ και «Καλά και σήμερα» (εκδ. Μεταίχμιο, 2015) της Σοφίας Νικολαΐδου.

Γράφει η Φανή Χατζή

...
Τι διαβάζουμε τώρα; 15 βιβλία από την πρώτη λογοτεχνική σοδειά του φθινοπώρου

Τι διαβάζουμε τώρα; 15 βιβλία από την πρώτη λογοτεχνική σοδειά του φθινοπώρου

Δεκαπέντε βιβλία μεταφρασμένες πεζογραφίας τα οποία εκδόθηκαν πρόσφατα προμηνύουν ένα συναρπαστικό αναγνωστικό χειμώνα.

Γράφει η Φανή Χατζή

Το φθινόπωρο εγκαινιάζει πάντα μια φρενήρη εκδοτική σεζόν που κλιμακώνεται λίγο πριν από τις γιορτές. Βουτώντας ...

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

Newsletter

Θέλω να λαμβάνω το newsletter σας
ΕΓΓΡΑΦΗ

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ

ΦΑΚΕΛΟΙ