Για τα βιβλία Η τέχνη του να είσαι ευτυχισμένος και Για τη δυστυχία του κόσμου, με κείμενα του Άρθουρ Σοπενχάουερ (μτφρ. Μυρτώ Καλοφωλιά, εκδ. Πατάκη).
Του Γιώργου Βέη
“Από μία οπτική, η παρουσία του ανθρώπου είναι πρόσκαιρη, ο άνθρωπος έχει επωμιστεί τα λάθη και τη δυστυχία και έχει αρχή και τέλος μέσα στον χρόνο∙ από την άλλη, αποτελεί το άφθαρτο πρωταρχικό ον που παίρνει μορφή σε ό, τι υπάρχει’’: ο λόγος ενώ φαίνεται να αυθαιρετεί, εισάγει εδώ τους κανόνες μιας εξαιρετικά αυτόνομης, προσωποπαγούς διαλεύκανσης των μυστηρίων του κόσμου, όπως νομίζουμε ότι τον γνωρίζουμε. “Ουσιαστικά μόνο οι δικές μας πρωτογενείς σκέψεις ενέχουν αλήθεια και ζωή, μόνο αυτές μπορούμε να κατανοήσουμε πραγματικά και εξολοκλήρου. Οι σκέψεις κάποιου άλλου που διαβάσαμε δεν είναι παρά τα αποφάγια από ένα ξένο τραπέζι, τα αποφάγια ενός αγνώστου”:ηεξέτασητουυποκειμένου είναι εξονυχιστική, ασίγαστη, θεμελιωμένη στη βάση ενός ιδιότυπου ορθολογισμού. Τίποτα δεν μένει απαρατήρητο ή ανεξιχνίαστο. Οι υπερβολές μπορεί να ξενίζουν σήμερα, αλλά παραμένουν δείκτες της οξύτητας ενός αδιαπραγμάτευτου τιμητή, που είδε στις γυναίκες τις αντιφατικές Άλλες: ‘’δεν χρειάζεται να υποστηρίξει κανείς την πολυγαμία με επιχειρήματα∙ η πολυγαμία είναι ένα γεγονός που το συναντάμε παντού, και το μόνο ερώτημα είναι πώς μπορεί κανείς να τη διαχειριστεί. Άλλωστε, υπάρχει κανείς που να είναι πραγματικά μονογαμικός; Όλοι έχουμε περάσει μια περίοδο πολυγαμίας που συχνά κρατά και όλη μας τη ζωή. Εφόσον κάθε άντρας χρειάζεται πολλές γυναίκες, τι πιο δίκαιο από το να μπορεί, πόσω μάλλον να υποχρεούται, να φροντίζει περισσότερες από μία’’.(Βλ. Για τη δυστυχία του κόσμου, σελ. 92, 139 και 132, αντιστοίχως).
Τα παρόντα δύο έργα συνιστούν εν γένει ένα είδος εισαγωγής στο κυρίως έργο του, δηλαδή τον Κόσμο ως βούληση και ως παράσταση, που δημοσιεύτηκε το 1818 από τις εκδόσεις Μπρόκχαους της Λειψίας.
Ο πείσμων, πολύγλωσσος αρχαιογνώστης, φανατικός δια βίου φιλέλληνας, αντισυμβατικός γερμανός φιλόσοφος, ενίοτε οξύθυμος κι εκρηκτικός Άρτουρ Σοπενχάουερ (1788- 1860 ), ο οποίος, κατά τον Χόρχε Λουί Μπόρχες, επέτυχε, μεταξύ άλλων, κατά την πολυετή του έρευνα στο χώρο της σκέψης, να προσεγγίσει την πλήρη κωδικοποίηση όλων των νόμων οι οποίοι διέπουν τη λειτουργία του σύμπαντος, επιστρέφει άλλη μια φορά δυναμικά στην αναγνωστική μας σκηνή. Τα παρόντα δύο έργα συνιστούν εν γένει ένα είδος εισαγωγής στο κυρίως έργο του, δηλαδή τον Κόσμο ως βούληση και ως παράσταση, που δημοσιεύτηκε το 1818 από τις εκδόσεις Μπρόκχαους της Λειψίας. Προηγήθηκε Η τέχνη του να έχεις δίκιο επίσης από τον οίκο του Πατάκη. Αρκετοί προσπάθησαν κατά καιρούς, όπως γνωρίζουμε, να αποδομήσουν πλήρως τον πότε ελαφρώς, πότε ειδεχθώς παρεξηγημένον αυτό φιλόσοφο, ενταφιάζοντάς τον κάτω από τον μονόπλευρο ισχυρισμό τους, ότι δήθεν προπαγάνδισε μιαν αντι-ιστορική, μονόπλευρη, στείρα και αδιέξοδη, από ανθρωπιστική πλευρά, απαισιοδοξία. Ό,τι δηλαδή διδάσκουν στην εποχή μας, στη συντριπτική τους μάλιστα πλειοψηφία, οι συναφείς ανά την υφήλιο πανεπιστημιακές έδρες.
Βεβαίως, ο Άρτουρ Σοπενχάουερ δεν παύει να αντιστέκεται σθεναρά ως εννοιολογικό ορόσημο. Αφήνοντας να φανούν στους πλέον ακριβοδίκαιους μελετητές του, στους οποίους συγκαταλέγεται τόσο ο Irvin D. Yalom, όσο και ο ως άνω Franco Volpi, όλες οι πτυχές της πολύσημης παρακαταθήκης του, παραμένει, ως πανδέκτης διεξοδικών, ευθύβολων προτάσεων και οξυδερκών κρίσεων για όσα ανθρωπολογικά και άλλα ζητήματα μας απασχολούν, σε καθημερινή βάση, ένας σταθερός άξονας αναφορών. Έχουμε πάντα κατά νου, συν τοις άλλοις, την ειδικότερη αποτίμηση του συμπατριώτη του, του νομπελίστα και πασίγνωστου συγγραφέα, Τόμας Μαν, ο οποίος τόνιζε συχνά ότι ο κόσμος πάντα αισθανόταν κατά βάθος και πέρα από τις μεροληψίες των επιθετικών κριτικών του την πνευματική προσφορά του Άρτουρ Σοπενχάουερ ως “εξεχόντως καλλιτεχνική και μάλιστα ως καλλιτεχνική φιλοσοφία κατ΄ εξοχήν”. Αναγορεύοντας τη Μουσική σε ύψιστη Τέχνη, θέλησε ο τελευταίος να την επαναπροσδιορίσει κυρίως από πλευράς αμιγώς ιαματικής. Η θέση αυτή ακριβώς λογίζεται όχι μόνον απολύτως ρηξικέλευθη στον τομέα των τολμηρών αναζητήσεων, αλλά και ιδιαίτερα παρήγορη για τον όντως από παντού πλευροκοπημένο άνθρωπο. Σε διαχρονική μάλιστα βάση.
O άνθρωπος, αυτό το καλάμι στην απεραντοσύνη του κόσμου, όπως υπογράμμισε εμφανώς ο Πασκάλ, οφείλει δηλαδή να ζήσει κατά συνείδηση, να διευρύνει εκ παραλλήλου όσο γίνεται περισσότερο το ζωτικό πεδίο της ενόρασής του, να δοκιμάσει ενίοτε μιαν ασκητική διαβίωση, να καλλιεργήσει ένα αυτόφωτο εγώ, λαμβάνοντας πάντα σοβαρά υπόψιν τις εξ αντικειμένου χαοτικές, συγκρουσιακές συνθήκες, οι οποίες δεσμεύουν και προκαθορίζουν την ίδια του τη ζωή.
Υπό το πρίσμα ακριβώς των ανωτέρω εισπράττουμε το ακριβές νόημα των αναλύσεων και των αποδελτιώσεων στη Δυστυχία του κόσμου και στην Τέχνη του να είσαι ευτυχισμένος: ο άνθρωπος, αυτό το καλάμι στην απεραντοσύνη του κόσμου, όπως υπογράμμισε εμφανώς ο Πασκάλ, οφείλει δηλαδή να ζήσει κατά συνείδηση, να διευρύνει εκ παραλλήλου όσο γίνεται περισσότερο το ζωτικό πεδίο της ενόρασής του, να δοκιμάσει ενίοτε μιαν ασκητική διαβίωση, να καλλιεργήσει ένα αυτόφωτο εγώ, λαμβάνοντας πάντα σοβαρά υπόψιν τις εξ αντικειμένου χαοτικές, συγκρουσιακές συνθήκες, οι οποίες δεσμεύουν και προκαθορίζουν την ίδια του τη ζωή. Θέτοντας πρώτος στην ιστορία της δυτικοευρωπαϊκής φιλοσοφίας το ανθρώπινο σώμα ως την πρώτιστη εστία των στοχαστικών αναφορών, ο Άρτουρ Σοπενχάουερ δεν παρέλειψε ν΄ αναζητήσει τρόπους υπεράσπισης και ψυχολογικής ενδυνάμωσης της ανθρώπινης μονάδας. Διορθώνοντας τον Ιμμάνουελ Καντ, κατά τρόπο ομολογουμένως ευφυή, βάφτισε “βούληση” το Das Ding as sich, δηλαδή το πράγμα καθεαυτό. Κατεδάφισε τον Έγελο πλήρως, αποκαλώντας τον ανενδοίαστα “ανόητο και αδέξιο τσαρλατάνο”. Δεν δίστασε, επίσης, να λοιδορήσει τους συναδέλφους του Σέλινγκ και Φίχτε για τις εσφαλμένες, κατ΄ αυτόν, απόψεις τους για τη διάκριση ιδεατού – πραγματικού.
Αντλώντας τα ανάλογα από τις σχετικές αριστοτελικές διδαχές περί Eυδαιμονίας, ο κατά τα φαινόμενα περίεργος, κατ΄ εξακολούθηση μονήρης της Δρέσδης και της Φρανκφούρτης, προώθησε στην Τέχνη του να είσαι ευτυχισμένος πενήντα (50) ιδέες, οι οποίες κρίνονται, ως εκ των πραγμάτων, ικανές και αναγκαίες για τη βελτίωση των όρων του καθόλου βίου μας. Συγκρατώντας την προοπτική του Γκαίτε, όπως παράγεται μέσα από το δόγμα του “η μεγαλύτερη ευτυχία είναι η προσωπικότητα” (βλ. Η Τέχνη του να είσαι ευτυχισμένος, σελ. 118), ο Άρτουρ Σοπενχάουερ προβάλλει κανόνες συμπεριφοράς απέναντι στον Εαυτό και κανόνες συμπεριφοράς απέναντι στους συνανθρώπους μας. Αναμφίβολα ο διαχωρισμός του φιλοσοφικού του συστήματος από τη σοφία της ζωής είναι ιδιαίτερα εμφανής. Ο ίδιος άλλωστε δεν δίσταζε να υποστηρίζει αναφανδόν το ιδεώδες του ασκητισμού, σε συνδυασμό μάλιστα με το αναφαίρετο, πάντα κατ’ αυτόν, δικαίωμα της αυτοκτονίας, την ώρα που δειπνούσε δημοσίως, καταναλώνοντας άφθονη τροφή. (Βλ. ειδικότερα Για τη δυστυχία του κόσμου, επί μέρους κεφάλαιο:’’Περί αυτοκτονίας,” σελ 101, επ. ). Κατά τα άλλα, η διεισδυτική, σαφώς εικονοκλαστική σκέψη του, τεκμηριώνει τα επιχειρήματά του κι εδώ, με υποδειγματική, το υπογραμμίζω αυτό, διαύγεια ύφους. Πρόκειται για το ανοικτό σχολείο μιας σαφώς προκλητικής, αλλά και εποικοδομητικής ταυτοχρόνως σκέψης, στο οποίο φοίτησε συστηματικά, μεταξύ άλλων, ο Φρίντριχ Νίτσε και ο Βιτγκενστάιν, ο οποίος είχε, ως γνωστόν, κάτω από το μαξιλάρι του ένα πολυδιαβασμένο αντίτυπο του προαναφερομένου, θεμελιώδους έργου Ο κόσμος ως βούληση και ως παράσταση.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ είναι ποιητής.